Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου3 Ιουνίου

Των Αγίων Λουκιλλιανού και των συν αυτώ, Αθανασίου, Ιερίας, Πάππου

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος ΛουκιλλιανόςΤω αυτώ μηνί Γ’, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Λουκιλλιανού, και των συν αυτώ τεσσάρων νηπίων, Κλαυδίου, Υπατίου, Διονυσίου, Παύλου, και Παύλης της παρθένου και Μάρτυρος.

Εις τον Λουκιλλιανόν.

Λουκιλλιανώ πήγνυται σταυρός κάτω,
Ουχ’ ως ο Χριστού και τίτλον φέρων άνω.

Εις τα παιδία.

Τους παιδαρίσκους ων αριθμός δις δύω,
Θεού Πατρός τίθησιν υιούς η σπάθη.

Εις την Παύλαν.

Ουκ άξια προς μέλλον, ως Παύλος, κλέος,
Τα νυν πάθη φάσκουσα, τέμνεται Παύλα.

Σταυρώ αμφί τρίτην Λουκιλλιανός τετάνυστο.

Ούτος ο Άγιος Λουκιλλιανός ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Αυρηλιανού εν έτει σο’ [270]. Ιερεύς υπάρχων των ειδώλων, γέρωντας κατά την ηλικίαν, άσπρος κατά τας τρίχας, έχων την κατοικίαν όχι μακράν από την πόλιν της Νικομηδείας, της τουρκιστί λεγομένης Ισμίτ. Αφ’ ου δε μετεβάλθη εις την πίστιν του Χριστού, εφέρθη εις τον κόμητα Σιλβανόν. Και επειδή δεν επείσθη να αρνηθή τον Χριστόν, και να επιστραφή πάλιν εις την προτέραν θρησκείαν των ειδώλων, δια τούτο ετζάκισαν τα σιαγόνιά του, έδειραν αυτόν με ραβδία, και τον εκρέμασαν κατακέφαλα. Έπειτα έβαλαν αυτόν εις την φυλακήν, μέσα εις την οποίαν ήτον τέσσαρα παιδία κλεισμένα δια την πίστιν του Χριστού. Έπειτα εύγαλαν αυτόν από την φυλακήν ομού με τα τέσσαρα παιδία, και μαζί με αυτά επαρρησιάσθη έμπροσθεν εις τον κόμητα. Επειδή δε επέμενεν εις την πίστιν του Χριστού, δια τούτο έβαλον αυτόν, ομού και τα ευλογημένα παιδία, μέσα εις αναμμένον καμίνι. Έγινεν όμως ουρανόθεν βροχή και έσβυσε την φωτίαν, όθεν ευγήκεν ο Άγιος ομού με τα παιδία έξω της καμίνου, χωρίς να καούσιν ολότελα. Ο δε κόμης επρόσταξε να υπάγουν εις το Βυζάντιον, και εκεί να θανατωθούν ο Άγιος και τα παιδία. Και τα μεν άγια παιδία, απεκεφαλίσθησαν. Ο δε Άγιος Λουκιλλιανός, εκρεμάσθη επάνω εις ένα σταυρόν, και εξεσχίσθη, είτα εκάρφωσαν εις τον σταυρόν τα αναγκαία μέλη του σώματός του, και ούτω παρέδωκεν ο μακάριος την ψυχήν του εις χείρας Θεού.

Η δε Αγία και παρθένος Παύλα ήτον μαζί με τους Αγίους εις τον δρόμον, και επιμελείτο τας πληγάς του Μάρτυρος Λουκιλλιανού. Όταν δε ετελειώθησαν και οι πέντε, εσύναξε τα άγια λείψανα αυτών. Ήτον γαρ Χριστιανή από τους προγόνους της, και τούτο είχεν έργον, το να εμβαίνη μέσα εις τας φυλακάς, και να ιατρεύη ομού και να τρέφη τους πάσχοντας Μάρτυρας δια τον Χριστόν. Όθεν δια την αιτίαν ταύτην πιασθείσα, εφέρθη εις τον κόμητα, και επειδή δεν επείσθη να θυσιάση εις τα είδωλα, πρώτον μεν εγυμνώθη, και εδάρθη με λουρία, έπειτα εδάρθη με ραβδία. Επειδή δε διελύθη το σώμα της από τον πολύν δαρμόν, τούτου χάριν ήλθεν Άγγελος Κυρίου, και εποίησεν αυτήν υγιή, και ου μόνον τούτο, αλλά και ενεδυνάμωσεν αυτήν εις το μαρτύριον. Όθεν πάλιν εφέρθη εις τον κόμητα, και ύβρισεν αυτόν, δια τούτο έδειραν αυτήν εις το στόμα, και την έβαλαν μέσα εις φυλακήν. Έπειτα εφέρθη πάλιν η Αγία εις τρίτην εξέτασιν, και βαλθείσα μέσα εις αναμμένον καμίνι, διεφυλάχθη αβλαβής υπό θείου Αγγέλου. Τελευταίον δε επρόσταξεν ο κόμης να την υπάγουν εις το Βυζάντιον, και εκεί να αποκεφαλίσουν αυτήν. Όθεν φθάσασα η Αγία εις τον τόπον, όπου εθανατώθη ο Άγιος Λουκιλλιανός με τα τέσσαρα παιδία, εκεί και αυτή απεκεφαλίσθη, και ούτως έλαβεν η μακαρία τον στέφανον της αθλήσεως. Τελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εις τον άγιον αυτών Ναόν, τον ευρισκόμενον κοντά εις τον Αρχάγγελον Μιχαήλ, εν τόπω καλουμένω Οξεία (1).

(1) Τον κατά πλάτος ελληνικόν τούτων Βίον συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Των τελειωσάντων τον δρόμον». (Σώζεται εν τη των Ιβήρων Μονή. Σημειούται δε ο Βίος αυτός κατά την εικοστήν εβδόμην του Φευρουαρίου, εν τη φυλλάδι, εν η περιέχονται αι αναγνώσεις εκάστου μηνός.)

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου πατρός ημών Αθανασίου του Θαυματουργού.

Αθανασίω αθανασίας στέφος,
Οσιότης τε και τα θαύματα πέλει.

Ούτος ο εν Αγίοις πατήρ ημών Αθανάσιος, ο οποίος εγέμωσεν από θαύματα το Μοναστήριον το ονομαζόμενον του Τραϊανού, ούτος, λέγω, ήτον από την χώραν των Κιβυρραιωτών, υιός γονέων μετρίων κατά το γένος και τον πλούτον. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν, εσιγχάθη τον κόσμον, και ευγήκεν εις την έρημον, έχων ευαγγελικώς ένα μόνον χιτώνα. Τρέχωντας δε από τόπον εις τόπον και ανταμόνωντας πνευματικούς άνδρας, ετράβιζεν εις τον εαυτόν του, ωσάν σφογγάρι, τας αρετάς εκείνων. Ένας δε Μοναχός, άρχων πρότερον υπάρχων της βασιλικής Συγκλήτου, είχεν εδικόν του Μοναστήριον εις τον ποταμόν Σάγαριν, εις το οποίον ευρίσκοντο Μοναχοί σκληροί και απειθείς. Όθεν αηδιάσας από αυτούς, ευγήκεν από το Μοναστήριόν του, και επήγαινεν εις τόπον μακρινόν. Συναπαντήσας δε ούτος τον Όσιον Αθανάσιον, συνωμίλησε με αυτόν με τόσην ευλάβειαν, ωσάν να ενόμιζε, πως ο Όσιος επέμφθη από τον Θεόν. Όθεν επήρεν αυτόν και τον επήγεν εις το Μοναστήριόν του. Και λοιπόν, επειδή ο μακάριος Αθανάσιος ήτον γεμάτος από κάθε αρετήν, και από κάθε πνευματικήν κατάστασιν, δια τούτο εμετάβαλε τους σκληρούς εκείνους Μοναχούς εις τον φόβον του Θεού, άλλοτε μεν, βλεπόμενος και με μόνον το σχήμα του ωφελών αυτούς, άλλοτε δε, και με τα λόγιά του παρακαλών αυτούς και διδάσκων.

Όταν δε ο Άγιος ούτος Αθανάσιος επήγεν εις το Μοναστήριον το ονομαζόμενον του Τραϊανού, τότε έγινε μεγαλόσχημος και Ιερεύς. Όθεν είχεν έργον, το να ιερουργή την θείαν μυσταγωγίαν, και το να καλλιγράφη, και να νηστεύη καθ’ εκάστην έως το βράδυ. Είχε δε καθαράν υπακοήν και εξομολόγησιν των κρυπτών αυτού λογισμών, δια τούτο και ελευθερώθη από τα πάθη, και έφθασεν εις την απάθειαν. Επειδή δε έγραψε βιβλία πολλά, δια τούτο εβλάφθησαν τα ομμάτιά του. Όθεν κλεισθείς μέσα εις ένα στενόν κελλάκι, παρεκάλει τον Κύριον λέγων. Κύριε, εάν είμαι άξιος, χάρισαί μοι το φως των οφθαλμών, καθώς το είχον εξ αρχής, και όσα ήθελα γράψω, ενδυναμούμενος από την χάριν σου, τούτων όλων την τιμήν, να την φάγουν πένητες και πτωχοί. Και λοιπόν επέτυχε της αιτήσεως. Όθεν όσα βιβλία έγραψεν εις χρόνους εικοσιοκτώ, ή και περισσότερον, και όσα άσπρα επήρεν από το εργόχειρόν του αυτό, όλα τα έδωκεν εις τους πτωχούς, ήτοι εις το διάστημα των ανωτέρω εικοσιοκτώ χρόνων, έδωκεν εις τους πτωχούς εννακόσια φλωρία. Πάντοτε δε ο Άγιος ούτος έμενε μέσα εις την καλύβην του και έξω δεν εύγαινεν, ούτε έβλεπέ τινα, ή ωμίλει με άνθρωπον, έξω μόνον από το Σάββατον, και την Κυριακήν. Όταν δε έφθασεν εις γήρας βαθύ απήλθε προς Κύριον, συνοδευόμενος εις Ουρανούς από τον Ανδρέαν και Ιωάννην τους ιερούς Αποστόλους, καθώς ένας πνευματικός και διορατικός Άγιος εθεώρησεν αυτούς (2). Είδε γαρ ούτος δύω φοβερούς άνδρας αστραποβόλους, οι οποίοι ευγήκαν από τους πλέον εσωτερικούς θαλάμους του Δεσπότου Χριστού, και επρόσταξαν τους ανωτέρω Αποστόλους, να γυρίσουν μεν οπίσω εις το Μοναστήριόν του εκείνον τον ίδιον, οπού ωδήγουν, όστις και έβλεπε την θεωρίαν ταύτην, να λάβουν δε αντί εκείνου, τον Όσιον τούτον Αθανάσιον, τον ηγούμενον του Μοναστηρίου του Τραϊανού. Όθεν ο θεωρήσας την οπτασίαν αυτήν, έστειλε παρευθύς εις το Μοναστήριον του Τραϊανού, (επειδή ήτον ο τόπος κοντά) και εύρε τον μακάριον τούτον Αθανάσιον τελειωθέντα, καθώς αυτόν εθεώρησεν. Όχι μόνον δε, ζωντανός προείπε διαφόρους προφητείας ο Όσιος ούτος Αθανάσιος, αι οποίαι όλαι έγιναν δια των έργων, αλλά και μετά θάνατον εποίησε θαύματα αναρίθμητα, εις δόξαν του φιλανθρώπου Θεού του θαυμαστού όντος εν τοις Αγίοις αυτού.

(2) Ούτος είναι ο Μοναχός Κοσμάς, ο Ηγούμενος του Μοναστηρίου του ευρισκομένου εις τον ποταμόν Σάγαριν, όστις είδε την οπτασίαν αυτήν, ήτις ευρίσκεται κατά την πέμπτην του Οκτωβρίου, και όρα εκεί.

*

Η Οσία Ιερία, εν ειρήνη τελειούται.

Ούσα φρονουσών του μέρους (3) Ιερία,
Νυμφώνος ουκ έμεινεν έξω Κυρίου.

(3) Ήτοι ούσα εκ του μέρους των πέντε φρονίμων παρθένων.

*

Ο Όσιος Πάππος, εν ειρήνη τελειούται.

Τέθνηκε Πάππος ουχί πάππος εγγόνων,
Πατήρ δε μάλλον αρετών θυγατέρων.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Άγιος ΛουκιλλιανόςΤῷ αὐτῷ μηνὶ Γ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Λουκιλλιανοῦ, καὶ τῶν σὺν αὐτῷ τεσσάρων νηπίων, Κλαυδίου, Ὑπατίου, Διονυσίου, Παύλου, καὶ Παύλης τῆς παρθένου καὶ Μάρτυρος.

Εἰς τὸν Λουκιλλιανόν.

Λουκιλλιανῷ πήγνυται σταυρὸς κάτω,
Οὐχ’ ὡς ὁ Χριστοῦ καὶ τίτλον φέρων ἄνω.

Εἰς τὰ παιδία.

Τοὺς παιδαρίσκους ὧν ἀριθμὸς δὶς δύω,
Θεοῦ Πατρὸς τίθησιν υἱοὺς ἡ σπάθη.

Εἰς τὴν Παῦλαν.

Οὐκ ἄξια πρὸς μέλλον, ὡς Παῦλος, κλέος,
Τὰ νῦν πάθη φάσκουσα, τέμνεται Παῦλα.

Σταυρῷ ἀμφὶ τρίτην Λουκιλλιανὸς τετάνυστο.

Οὗτος ὁ Ἅγιος Λουκιλλιανὸς ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Αὐρηλιανοῦ ἐν ἔτει σο΄ [270]. Ἱερεὺς ὑπάρχων τῶν εἰδώλων, γέρωντας κατὰ τὴν ἡλικίαν, ἄσπρος κατὰ τὰς τρίχας, ἔχων τὴν κατοικίαν ὄχι μακρὰν ἀπὸ τὴν πόλιν τῆς Νικομηδείας, τῆς τουρκιστὶ λεγομένης Ἰσμίτ. Ἀφ’ οὗ δὲ μετεβάλθη εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἐφέρθη εἰς τὸν κόμητα Σιλβανόν. Καὶ ἐπειδὴ δὲν ἐπείσθη νὰ ἀρνηθῇ τὸν Χριστόν, καὶ νὰ ἐπιστραφῇ πάλιν εἰς τὴν προτέραν θρῃσκείαν τῶν εἰδώλων, διὰ τοῦτο ἐτζάκισαν τὰ σιαγόνιά του, ἔδειραν αὐτὸν μὲ ῥαβδία, καὶ τὸν ἐκρέμασαν κατακέφαλα. Ἔπειτα ἔβαλαν αὐτὸν εἰς τὴν φυλακήν, μέσα εἰς τὴν ὁποίαν ἦτον τέσσαρα παιδία κλεισμένα διὰ τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Ἔπειτα εὔγαλαν αὐτὸν ἀπὸ τὴν φυλακὴν ὁμοῦ μὲ τὰ τέσσαρα παιδία, καὶ μαζὶ μὲ αὐτὰ ἐπαρρησιάσθη ἔμπροσθεν εἰς τὸν κόμητα. Ἐπειδὴ δὲ ἐπέμενεν εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦτο ἔβαλον αὐτόν, ὁμοῦ καὶ τὰ εὐλογημένα παιδία, μέσα εἰς ἀναμμένον καμίνι. Ἔγινεν ὅμως οὐρανόθεν βροχὴ καὶ ἔσβυσε τὴν φωτίαν, ὅθεν εὐγῆκεν ὁ Ἅγιος ὁμοῦ μὲ τὰ παιδία ἔξω τῆς καμίνου, χωρὶς νὰ καοῦσιν ὁλότελα. Ὁ δὲ κόμης ἐπρόσταξε νὰ ὑπάγουν εἰς τὸ Βυζάντιον, καὶ ἐκεῖ νὰ θανατωθοῦν ὁ Ἅγιος καὶ τὰ παιδία. Καὶ τὰ μὲν ἅγια παιδία, ἀπεκεφαλίσθησαν. Ὁ δὲ Ἅγιος Λουκιλλιανός, ἐκρεμάσθη ἐπάνω εἰς ἕνα σταυρόν, καὶ ἐξεσχίσθη, εἶτα ἐκάρφωσαν εἰς τὸν σταυρὸν τὰ ἀναγκαῖα μέλη τοῦ σώματός του, καὶ οὕτω παρέδωκεν ὁ μακάριος τὴν ψυχήν του εἰς χεῖρας Θεοῦ.

Ἡ δὲ Ἁγία καὶ παρθένος Παῦλα ἦτον μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους εἰς τὸν δρόμον, καὶ ἐπιμελεῖτο τὰς πληγὰς τοῦ Μάρτυρος Λουκιλλιανοῦ. Ὅταν δὲ ἐτελειώθησαν καὶ οἱ πέντε, ἐσύναξε τὰ ἅγια λείψανα αὐτῶν. Ἦτον γὰρ Χριστιανὴ ἀπὸ τοὺς προγόνους της, καὶ τοῦτο εἶχεν ἔργον, τὸ νὰ ἐμβαίνῃ μέσα εἰς τὰς φυλακάς, καὶ νὰ ἰατρεύῃ ὁμοῦ καὶ νὰ τρέφῃ τοὺς πάσχοντας Μάρτυρας διὰ τὸν Χριστόν. Ὅθεν διὰ τὴν αἰτίαν ταύτην πιασθεῖσα, ἐφέρθη εἰς τὸν κόμητα, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἐπείσθη νὰ θυσιάσῃ εἰς τὰ εἴδωλα, πρῶτον μὲν ἐγυμνώθη, καὶ ἐδάρθη μὲ λουρία, ἔπειτα ἐδάρθη μὲ ῥαβδία. Ἐπειδὴ δὲ διελύθη τὸ σῶμά της ἀπὸ τὸν πολὺν δαρμόν, τούτου χάριν ἦλθεν Ἄγγελος Κυρίου, καὶ ἐποίησεν αὐτὴν ὑγιῆ, καὶ οὐ μόνον τοῦτο, ἀλλὰ καὶ ἐνεδυνάμωσεν αὐτὴν εἰς τὸ μαρτύριον. Ὅθεν πάλιν ἐφέρθη εἰς τὸν κόμητα, καὶ ὕβρισεν αὐτόν, διὰ τοῦτο ἔδειραν αὐτὴν εἰς τὸ στόμα, καὶ τὴν ἔβαλαν μέσα εἰς φυλακήν. Ἔπειτα ἐφέρθη πάλιν ἡ Ἁγία εἰς τρίτην ἐξέτασιν, καὶ βαλθεῖσα μέσα εἰς ἀναμμένον καμίνι, διεφυλάχθη ἀβλαβὴς ὑπὸ θείου Ἀγγέλου. Τελευταῖον δὲ ἐπρόσταξεν ὁ κόμης νὰ τὴν ὑπάγουν εἰς τὸ Βυζάντιον, καὶ ἐκεῖ νὰ ἀποκεφαλίσουν αὐτήν. Ὅθεν φθάσασα ἡ Ἁγία εἰς τὸν τόπον, ὅπου ἐθανατώθη ὁ Ἅγιος Λουκιλλιανὸς μὲ τὰ τέσσαρα παιδία, ἐκεῖ καὶ αὐτὴ ἀπεκεφαλίσθη, καὶ οὕτως ἔλαβεν ἡ μακαρία τὸν στέφανον τῆς ἀθλήσεως. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις καὶ ἑορτὴ εἰς τὸν ἅγιον αὐτῶν Ναόν, τὸν εὑρισκόμενον κοντὰ εἰς τὸν Ἀρχάγγελον Μιχαήλ, ἐν τόπῳ καλουμένῳ Ὀξεῖα (1).

(1) Τὸν κατὰ πλάτος ἑλληνικὸν τούτων Βίον συνέγραψεν ὁ Μεταφραστής, οὗ ἡ ἀρχή· «Τῶν τελειωσάντων τὸν δρόμον». (Σῴζεται ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων Μονῇ. Σημειοῦται δὲ ὁ Βίος αὐτὸς κατὰ τὴν εἰκοστὴν ἑβδόμην τοῦ Φευρουαρίου, ἐν τῇ φυλλάδι, ἐν ᾗ περιέχονται αἱ ἀναγνώσεις ἑκάστου μηνός.)

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀθανασίου τοῦ Θαυματουργοῦ.

Ἀθανασίῳ ἀθανασίας στέφος,
Ὁσιότης τε καὶ τὰ θαύματα πέλει.

Οὗτος ὁ ἐν Ἁγίοις πατὴρ ἡμῶν Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος ἐγέμωσεν ἀπὸ θαύματα τὸ Μοναστήριον τὸ ὀνομαζόμενον τοῦ Τραϊανοῦ, οὗτος, λέγω, ἦτον ἀπὸ τὴν χώραν τῶν Κιβυρραιωτῶν, υἱὸς γονέων μετρίων κατὰ τὸ γένος καὶ τὸν πλοῦτον. Ὅταν δὲ ἔφθασεν εἰς ἡλικίαν, ἐσιγχάθη τὸν κόσμον, καὶ εὐγῆκεν εἰς τὴν ἔρημον, ἔχων εὐαγγελικῶς ἕνα μόνον χιτῶνα. Τρέχωντας δὲ ἀπὸ τόπον εἰς τόπον καὶ ἀνταμόνωντας πνευματικοὺς ἄνδρας, ἐτράβιζεν εἰς τὸν ἑαυτόν του, ὡσὰν σφογγάρι, τὰς ἀρετὰς ἐκείνων. Ἕνας δὲ Μοναχός, ἄρχων πρότερον ὑπάρχων τῆς βασιλικῆς Συγκλήτου, εἶχεν ἐδικόν του Μοναστήριον εἰς τὸν ποταμὸν Σάγαριν, εἰς τὸ ὁποῖον εὑρίσκοντο Μοναχοὶ σκληροὶ καὶ ἀπειθεῖς. Ὅθεν ἀηδιάσας ἀπὸ αὐτούς, εὐγῆκεν ἀπὸ τὸ Μοναστήριόν του, καὶ ἐπήγαινεν εἰς τόπον μακρινόν. Συναπαντήσας δὲ οὗτος τὸν Ὅσιον Ἀθανάσιον, συνωμίλησε μὲ αὐτὸν μὲ τόσην εὐλάβειαν, ὡσὰν νὰ ἐνόμιζε, πῶς ὁ Ὅσιος ἐπέμφθη ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὅθεν ἐπῆρεν αὐτὸν καὶ τὸν ἐπῆγεν εἰς τὸ Μοναστήριόν του. Καὶ λοιπόν, ἐπειδὴ ὁ μακάριος Ἀθανάσιος ἦτον γεμάτος ἀπὸ κάθε ἀρετήν, καὶ ἀπὸ κάθε πνευματικὴν κατάστασιν, διὰ τοῦτο ἐμετάβαλε τοὺς σκληροὺς ἐκείνους Μοναχοὺς εἰς τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ, ἄλλοτε μέν, βλεπόμενος καὶ μὲ μόνον τὸ σχῆμά του ὠφελῶν αὐτούς, ἄλλοτε δέ, καὶ μὲ τὰ λόγιά του παρακαλῶν αὐτοὺς καὶ διδάσκων.

Ὅταν δὲ ὁ Ἅγιος οὗτος Ἀθανάσιος ἐπῆγεν εἰς τὸ Μοναστήριον τὸ ὀνομαζόμενον τοῦ Τραϊανοῦ, τότε ἔγινε μεγαλόσχημος καὶ Ἱερεύς. Ὅθεν εἶχεν ἔργον, τὸ νὰ ἱερουργῇ τὴν θείαν μυσταγωγίαν, καὶ τὸ νὰ καλλιγράφῃ, καὶ νὰ νηστεύῃ καθ’ ἑκάστην ἕως τὸ βράδυ. Εἶχε δὲ καθαρὰν ὑπακοὴν καὶ ἐξομολόγησιν τῶν κρυπτῶν αὑτοῦ λογισμῶν, διὰ τοῦτο καὶ ἐλευθερώθη ἀπὸ τὰ πάθη, καὶ ἔφθασεν εἰς τὴν ἀπάθειαν. Ἐπειδὴ δὲ ἔγραψε βιβλία πολλά, διὰ τοῦτο ἐβλάφθησαν τὰ ὀμμάτιά του. Ὅθεν κλεισθεὶς μέσα εἰς ἕνα στενὸν κελλάκι, παρεκάλει τὸν Κύριον λέγων. Κύριε, ἐὰν εἶμαι ἄξιος, χάρισαί μοι τὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν, καθὼς τὸ εἶχον ἐξ ἀρχῆς, καὶ ὅσα ἤθελα γράψω, ἐνδυναμούμενος ἀπὸ τὴν χάριν σου, τούτων ὅλων τὴν τιμήν, νὰ τὴν φάγουν πένητες καὶ πτωχοί. Καὶ λοιπὸν ἐπέτυχε τῆς αἰτήσεως. Ὅθεν ὅσα βιβλία ἔγραψεν εἰς χρόνους εἰκοσιοκτώ, ἢ καὶ περισσότερον, καὶ ὅσα ἄσπρα ἐπῆρεν ἀπὸ τὸ ἐργόχειρόν του αὐτό, ὅλα τὰ ἔδωκεν εἰς τοὺς πτωχούς, ἤτοι εἰς τὸ διάστημα τῶν ἀνωτέρω εἰκοσιοκτὼ χρόνων, ἔδωκεν εἰς τοὺς πτωχοὺς ἐννακόσια φλωρία. Πάντοτε δὲ ὁ Ἅγιος οὗτος ἔμενε μέσα εἰς τὴν καλύβην του καὶ ἔξω δὲν εὔγαινεν, οὔτε ἔβλεπέ τινα, ἢ ὡμίλει μὲ ἄνθρωπον, ἔξω μόνον ἀπὸ τὸ Σάββατον, καὶ τὴν Κυριακήν. Ὅταν δὲ ἔφθασεν εἰς γῆρας βαθὺ ἀπῆλθε πρὸς Κύριον, συνοδευόμενος εἰς Οὐρανοὺς ἀπὸ τὸν Ἀνδρέαν καὶ Ἰωάννην τοὺς ἱεροὺς Ἀποστόλους, καθὼς ἕνας πνευματικὸς καὶ διορατικὸς Ἅγιος ἐθεώρησεν αὐτούς (2). Εἶδε γὰρ οὗτος δύω φοβεροὺς ἄνδρας ἀστραποβόλους, οἱ ὁποῖοι εὐγῆκαν ἀπὸ τοὺς πλέον ἐσωτερικοὺς θαλάμους τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, καὶ ἐπρόσταξαν τοὺς ἀνωτέρω Ἀποστόλους, νὰ γυρίσουν μὲν ὀπίσω εἰς τὸ Μοναστήριόν του ἐκεῖνον τὸν ἴδιον, ὁποῦ ὡδήγουν, ὅστις καὶ ἔβλεπε τὴν θεωρίαν ταύτην, νὰ λάβουν δὲ ἀντὶ ἐκείνου, τὸν Ὅσιον τοῦτον Ἀθανάσιον, τὸν ἡγούμενον τοῦ Μοναστηρίου τοῦ Τραϊανοῦ. Ὅθεν ὁ θεωρήσας τὴν ὀπτασίαν αὐτήν, ἔστειλε παρευθὺς εἰς τὸ Μοναστήριον τοῦ Τραϊανοῦ, (ἐπειδὴ ἦτον ὁ τόπος κοντά) καὶ εὗρε τὸν μακάριον τοῦτον Ἀθανάσιον τελειωθέντα, καθὼς αὐτὸν ἐθεώρησεν. Ὄχι μόνον δέ, ζωντανὸς προεῖπε διαφόρους προφητείας ὁ Ὅσιος οὗτος Ἀθανάσιος, αἱ ὁποῖαι ὅλαι ἔγιναν διὰ τῶν ἔργων, ἀλλὰ καὶ μετὰ θάνατον ἐποίησε θαύματα ἀναρίθμητα, εἰς δόξαν τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ τοῦ θαυμαστοῦ ὄντος ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ.

(2) Οὗτος εἶναι ὁ Μοναχὸς Κοσμᾶς, ὁ Ἡγούμενος τοῦ Μοναστηρίου τοῦ εὑρισκομένου εἰς τὸν ποταμὸν Σάγαριν, ὅστις εἶδε τὴν ὀπτασίαν αὐτήν, ἥτις εὑρίσκεται κατὰ τὴν πέμπτην τοῦ Ὀκτωβρίου, καὶ ὅρα ἐκεῖ.

*

Ἡ Ὁσία Ἱερία, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Οὖσα φρονουσῶν τοῦ μέρους (3) Ἱερία,
Νυμφῶνος οὐκ ἔμεινεν ἔξω Κυρίου.

(3) Ἤτοι οὖσα ἐκ τοῦ μέρους τῶν πέντε φρονίμων παρθένων.

*

Ὁ Ὅσιος Πάππος, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Τέθνηκε Πάππος οὐχὶ πάππος ἐγγόνων,
Πατὴρ δὲ μᾶλλον ἀρετῶν θυγατέρων.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Λουκιλλιανού και των συν αυτώ, Αθανασίου, Ιερίας, Πάππου

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.