Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου23 Μαρτίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΚΓ’, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Νίκωνος και των συν αυτώ μαρτυρησάντων μαθητών αυτού, εκατόν εννενήκοντα εννέα.
Εις τον Νίκωνα.
Νίκης στεφάνους ευτρεπίζει σοι Νίκων,
Βραβεύς στεφάνων· θνήσκε λοιπόν τω ξίφει.
Εικάδι τη τριτάτη Νίκων ξίφει κράτα δώκεν.
Εις τους εκατόν εννενήκοντα εννέα.
Ενός δέοντος τέσσαρας συμμαρτύρων,
Δια ξίφους κτείνουσι πεντηκοντάδας.
Ούτος ο Άγιος Νίκων ήτον κατά τους καιρούς του ηγεμόνος Κυντιανού, εκατάγετο δε από την επαρχίαν της εν Ιταλία Νεαπόλεως, ωραίος εις το σωματικόν κάλλος, λαμπρός εις την όψιν, και φοβερός εις τους πολέμους. Υιός πατρός μεν, Έλληνος, μητρός δε, Χριστιανής. Ούτος λοιπόν, επειδή τω τότε καιρώ εσυγκροτήθη μεγάλος πόλεμος, και ηκολούθησεν εις εκείνα τα μέρη αγών δυνατός, ενθυμήθη ο μακάριος τας διδασκαλίας και συμβουλάς της μητρός του. Όθεν στενάξας από βάθους καρδίας, Κύριε Ιησού Χριστέ, είπε, βοήθει μοι, και με το σημείον του τιμίου Σταυρού αρματώσας τον εαυτόν του, ώρμησεν εις το μέσον των εχθρών. Και άλλους μεν, εκτύπα με την μάχαιραν, άλλους δε, επλήγονε με το κοντάρι, και δεν αφήκεν αυτούς, έως οπού τους ενίκησεν όλους, και τους έκαμε να φύγουν κατησχυμένοι. Εξεπλάγησαν δε όλοι δια την μεγάλην ανδραγαθίαν ταύτην. Όθεν επειδή ηκολούθησαν τα πράγματα, καθώς οι Νεαπολίται οι συμπατριώται του τα ήθελαν, δια τούτο και εγύρισαν οπίσω εις τα οσπήτιά των, μαζί με τους οποίους εγύρισε και ο Νίκων εις τον οίκον του.
Είτα φανερώσας εις την μητέρα του τον σκοπόν, οπού είχε δια να βαπτισθή, ανεχώρησεν από την Νεάπολιν, δια να υπάγη εις την Κωνσταντινούπολιν. Φθάσας δε εις την νήσον την καλουμένην Χίον, ανέβη εις το εκείνης βουνόν, και έμεινεν εις αυτό επτά ημέρας, καταγινόμενος εις νηστείας, αγρυπνίας, και προσευχάς. Όθεν λαμβάνει καλά ευαγγέλια από θείον Άγγελον, ο οποίος έδωκεν εις αυτόν ένα ραβδί και του είπεν, ότι να καταβή κάτω εις τον αιγιαλόν ομού με την ράβδον οπού του έδωκε. Φθάσας λοιπόν εις τον αιγιαλόν ο Άγιος, ευρήκε καΐκιον, και εμβάς εις αυτό, δια δύω ημερών επήγεν εις το βουνόν του Γάνου. Και εκεί κατά συγκυρίαν απάντησεν αυτόν ένας Επίσκοπος εις σχήμα Μοναχού, ο οποίος πιάσας αυτόν από το χέρι, τον επήγεν εις το σπήλαιον, οπού εκατοίκει, και κατηχήσας αυτόν, τον εβάπτισεν εις το όνομα της Αγίας Τριάδος, και εκοινώνησεν αυτόν εκ των θείων Μυστηρίων. Αφ’ ου δε επέρασαν τρεις χρόνοι, τον εχειροτόνησεν Πρεσβύτερον, έπειτα τον εχειροτόνησε και Επίσκοπον.
Επειδή δε εσυνάχθησαν εκεί πολλοί αδελφοί, ήτοι εκατόν εννενήκοντα, έλαβε την προστασίαν τούτων και ηγουμενίαν ο ιερός Νίκων. Έπειτα πέρνωντας αυτούς όλους, επήγεν εις την Μιτυλήνην, και από την Μιτυλήνην επήγεν εις την Ιταλίαν. Και αφ’ ου είδε την μητέρα του, και ενταφίασεν αυτήν αποθανούσαν, τότε επήγεν εις την νήσον Σικελίαν, και εκατοίκησεν εις το εκεί ευρισκόμενον βουνόν του Ταυρομενίου, αποκτώντας ακόμη και άλλους εννέα μαθητάς. Ο δε ηγεμών της Σικελίας μαθών τα περί του Αγίου, επαράστησεν αυτόν έμπροσθέν του, ομού με όλους τους εκατόν εννενήκοντα εννέα μαθητάς του. Αφ’ ου δε ερώτησεν αυτούς εάν αρνούνται τον Χριστόν, και δεν επείσθησαν, τότε προστάζει να τανυσθούν κατά γης και με πληγάς να κατακοπούν, και τελευταίον, επρόσταξε και τους απεκεφάλισαν. Τον δε Άγιον Νίκωνα εξάπλωσαν από τα τέσσαρα μέρη του σώματος, και με αναμμένας λαμπάδας έκαυσαν αυτόν. Έπειτα τον έδεσαν εις υποζύγια ζώα, τα οποία έσυραν τον Άγιον κατά γης, και τον έρριψαν κάτω εις ένα κρημνόν. Μετά ταύτα, εκτύπησαν το στόμα του Μάρτυρος με τας πέτρας, και έκοψαν την γλώσσαν του, και τελευταίον τον απεκεφάλισαν, και ούτως έλαβεν ο μακάριος του μαρτυρίου τον στέφανον (1).
(1) Περιττώς γράφεται εδώ παρά τω τετυπωμένω Συναξαριστή το Συναξάριον του Αγίου Γεωργίου του νεοφανούς και Θαυματουργού. Τούτο γαρ εγράφη κατά την ενδεκάτην Μαρτίου, ότε και εορτάζεται.
*
Τη αυτή ημέρα ο Άγιος Μάρτυς Δομέτιος ξίφει τελειούται.
Οργά κατοίσαι την σπάθην Δομετίου,
Ο δεινόν ούτος εισορών σπαθηφόρος.
*
Ο Άγιος νέος Οσιομάρτυς Λουκάς, ο εν Μιτυλήνη μαρτυρήσας κατά το έτος ͵αωβ’ [1802], αγχόνη τελειούται (2).
Λουκάς Όσιος εκ δε του ξίφους πέλει,
Συνθιασώτης του χορού των Μαρτύρων.
(2) Το Μαρτύριον τούτου όρα εις το Νέον Λειμωνάριον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΚΓ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Νίκωνος καὶ τῶν σὺν αὐτῷ μαρτυρησάντων μαθητῶν αὐτοῦ, ἑκατὸν ἐννενήκοντα ἐννέα.
Εἰς τὸν Νίκωνα.
Νίκης στεφάνους εὐτρεπίζει σοι Νίκων,
Βραβεὺς στεφάνων· θνῆσκε λοιπὸν τῷ ξίφει.
Εἰκάδι τῇ τριτάτῃ Νίκων ξίφει κράτα δῶκεν.
Εἰς τοὺς ἑκατὸν ἐννενήκοντα ἐννέα.
Ἑνὸς δέοντος τέσσαρας συμμαρτύρων,
Διὰ ξίφους κτείνουσι πεντηκοντάδας.
Οὗτος ὁ Ἅγιος Νίκων ἦτον κατὰ τοὺς καιροὺς τοῦ ἡγεμόνος Κυντιανοῦ, ἐκατάγετο δὲ ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν τῆς ἐν Ἰταλίᾳ Νεαπόλεως, ὡραῖος εἰς τὸ σωματικὸν κάλλος, λαμπρὸς εἰς τὴν ὄψιν, καὶ φοβερὸς εἰς τοὺς πολέμους. Υἱὸς πατρὸς μέν, Ἕλληνος, μητρὸς δέ, Χριστιανῆς. Οὗτος λοιπόν, ἐπειδὴ τῷ τότε καιρῷ ἐσυγκροτήθη μεγάλος πόλεμος, καὶ ἠκολούθησεν εἰς ἐκεῖνα τὰ μέρη ἀγὼν δυνατός, ἐνθυμήθη ὁ μακάριος τὰς διδασκαλίας καὶ συμβουλὰς τῆς μητρός του. Ὅθεν στενάξας ἀπὸ βάθους καρδίας, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, εἶπε, βοήθει μοι, καὶ μὲ τὸ σημεῖον τοῦ τιμίου Σταυροῦ ἁρματώσας τὸν ἑαυτόν του, ὥρμησεν εἰς τὸ μέσον τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἄλλους μέν, ἐκτύπα μὲ τὴν μάχαιραν, ἄλλους δέ, ἐπλήγονε μὲ τὸ κοντάρι, καὶ δὲν ἀφῆκεν αὐτούς, ἕως ὁποῦ τοὺς ἐνίκησεν ὅλους, καὶ τοὺς ἔκαμε νὰ φύγουν κατῃσχυμένοι. Ἐξεπλάγησαν δὲ ὅλοι διὰ τὴν μεγάλην ἀνδραγαθίαν ταύτην. Ὅθεν ἐπειδὴ ἠκολούθησαν τὰ πράγματα, καθὼς οἱ Νεαπολῖται οἱ συμπατριῶταί του τὰ ἤθελαν, διὰ τοῦτο καὶ ἐγύρισαν ὀπίσω εἰς τὰ ὁσπήτιά των, μαζὶ μὲ τοὺς ὁποίους ἐγύρισε καὶ ὁ Νίκων εἰς τὸν οἶκόν του.
Εἶτα φανερώσας εἰς τὴν μητέρα του τὸν σκοπόν, ὁποῦ εἶχε διὰ νὰ βαπτισθῇ, ἀνεχώρησεν ἀπὸ τὴν Νεάπολιν, διὰ νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν. Φθάσας δὲ εἰς τὴν νῆσον τὴν καλουμένην Χίον, ἀνέβη εἰς τὸ ἐκείνης βουνόν, καὶ ἔμεινεν εἰς αὐτὸ ἑπτὰ ἡμέρας, καταγινόμενος εἰς νηστείας, ἀγρυπνίας, καὶ προσευχάς. Ὅθεν λαμβάνει καλὰ εὐαγγέλια ἀπὸ θεῖον Ἄγγελον, ὁ ὁποῖος ἔδωκεν εἰς αὐτὸν ἕνα ῥαβδὶ καὶ τοῦ εἶπεν, ὅτι νὰ καταβῇ κάτω εἰς τὸν αἰγιαλὸν ὁμοῦ μὲ τὴν ῥάβδον ὁποῦ τοῦ ἔδωκε. Φθάσας λοιπὸν εἰς τὸν αἰγιαλὸν ὁ Ἅγιος, εὑρῆκε καΐκιον, καὶ ἐμβὰς εἰς αὐτό, διὰ δύω ἡμερῶν ἐπῆγεν εἰς τὸ βουνὸν τοῦ Γάνου. Καὶ ἐκεῖ κατὰ συγκυρίαν ἀπάντησεν αὐτὸν ἕνας Ἐπίσκοπος εἰς σχῆμα Μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος πιάσας αὐτὸν ἀπὸ τὸ χέρι, τὸν ἐπῆγεν εἰς τὸ σπήλαιον, ὁποῦ ἐκατοίκει, καὶ κατηχήσας αὐτόν, τὸν ἐβάπτισεν εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ἐκοινώνησεν αὐτὸν ἐκ τῶν θείων Μυστηρίων. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐπέρασαν τρεῖς χρόνοι, τὸν ἐχειροτόνησεν Πρεσβύτερον, ἔπειτα τὸν ἐχειροτόνησε καὶ Ἐπίσκοπον.
Ἐπειδὴ δὲ ἐσυνάχθησαν ἐκεῖ πολλοὶ ἀδελφοί, ἤτοι ἑκατὸν ἐννενήκοντα, ἔλαβε τὴν προστασίαν τούτων καὶ ἡγουμενίαν ὁ ἱερὸς Νίκων. Ἔπειτα πέρνωντας αὐτοὺς ὅλους, ἐπῆγεν εἰς τὴν Μιτυλήνην, καὶ ἀπὸ τὴν Μιτυλήνην ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἰταλίαν. Καὶ ἀφ’ οὗ εἶδε τὴν μητέρα του, καὶ ἐνταφίασεν αὐτὴν ἀποθανοῦσαν, τότε ἐπῆγεν εἰς τὴν νῆσον Σικελίαν, καὶ ἐκατοίκησεν εἰς τὸ ἐκεῖ εὑρισκόμενον βουνὸν τοῦ Ταυρομενίου, ἀποκτῶντας ἀκόμη καὶ ἄλλους ἐννέα μαθητάς. Ὁ δὲ ἡγεμὼν τῆς Σικελίας μαθὼν τὰ περὶ τοῦ Ἁγίου, ἐπαράστησεν αὐτὸν ἔμπροσθέν του, ὁμοῦ μὲ ὅλους τοὺς ἑκατὸν ἐννενήκοντα ἐννέα μαθητάς του. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐρώτησεν αὐτοὺς ἐὰν ἀρνοῦνται τὸν Χριστόν, καὶ δὲν ἐπείσθησαν, τότε προστάζει νὰ τανυσθοῦν κατὰ γῆς καὶ μὲ πληγὰς νὰ κατακοποῦν, καὶ τελευταῖον, ἐπρόσταξε καὶ τοὺς ἀπεκεφάλισαν. Τὸν δὲ Ἅγιον Νίκωνα ἐξάπλωσαν ἀπὸ τὰ τέσσαρα μέρη τοῦ σώματος, καὶ μὲ ἀναμμένας λαμπάδας ἔκαυσαν αὐτόν. Ἔπειτα τὸν ἔδεσαν εἰς ὑποζύγια ζῶα, τὰ ὁποῖα ἔσυραν τὸν Ἅγιον κατὰ γῆς, καὶ τὸν ἔρριψαν κάτω εἰς ἕνα κρημνόν. Μετὰ ταῦτα, ἐκτύπησαν τὸ στόμα τοῦ Μάρτυρος μὲ τὰς πέτρας, καὶ ἔκοψαν τὴν γλῶσσάν του, καὶ τελευταῖον τὸν ἀπεκεφάλισαν, καὶ οὕτως ἔλαβεν ὁ μακάριος τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον (1).
(1) Περιττῶς γράφεται ἐδῶ παρὰ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ νεοφανοῦς καὶ Θαυματουργοῦ. Τοῦτο γὰρ ἐγράφη κατὰ τὴν ἑνδεκάτην Μαρτίου, ὅτε καὶ ἑορτάζεται.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ὁ Ἅγιος Μάρτυς Δομέτιος ξίφει τελειοῦται.
Ὀργᾷ κατοῖσαι τὴν σπάθην Δομετίου,
Ὁ δεινὸν οὗτος εἰσορῶν σπαθηφόρος.
*
Ὁ Ἅγιος νέος Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς, ὁ ἐν Μιτυλήνῃ μαρτυρήσας κατὰ τὸ ἔτος ͵αωβ΄ [1802], ἀγχόνῃ τελειοῦται (2).
Λουκᾶς Ὅσιος ἐκ δὲ τοῦ ξίφους πέλει,
Συνθιασώτης τοῦ χοροῦ τῶν Μαρτύρων.
(2) Τὸ Μαρτύριον τούτου ὅρα εἰς τὸ Νέον Λειμωνάριον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Των Αγίων Ιερομάρτυρος Νίκωνος και των συν αυτώ, Δομετίου, Λουκά νέου Οσιομάρτυρος