Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου22 Σεπτεμβρίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΚΒ’, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Φωκά του Θαυματουργού, του εν λουτρώ σφοδρώς πυρωθέντι τελειωθέντος (1).
Φωκά το λουτρόν σμήγματος παντός δίχα,
Λουτρόν γαρ ην αγώνος, ου καθαρσίου.
Εικάδι δευτερίη λοετρόν πέφνεν ένδοθι Φωκάν.
Ούτος εγένετο υιός Παμφίλου και Μαρίας, καταγόμενος εκ πόλεως Σινώπης, αρχαίας και περιφανούς ούσης κατά την Μαύρην Θάλασσαν. Ευθύς δε από τα απαλά του ονύχια ηξιώθη να λάβη την χάριν του Αγίου Πνεύματος, και να ενεργή παράδοξα θαύματα. Έπειτα δε έγινε και Επίσκοπος, και πολλούς απίστους επίστρεψεν εις το φως της θεογνωσίας. Τόσον με τα θεία του λόγια, όσον και με τα υπερφυσικά του τεράστια. Πάντοτε δε εδίδασκε και εθαυματούργει έως εσχάτης του αναπνοής. Απεκαλύφθη δε εις αυτόν το μαρτυρικόν τέλος οπού έμελλε να λάβη με τοιούτον σημείον παράδοξον. Μία περιστερά ελθούσα, εκάθισεν επάνω της κεφαλής του. Και βαλούσα εις αυτήν στέφανον, ωμίλησε με ανθρωπίνην φωνήν και είπε. Ποτήριον εκεράσθη εις εσέ, και πρέπει να το πίης. Και τη αληθεία το τοιούτον ποτήριον του μαρτυρίου ηξιώθη να πίη ο αοίδιμος επί της βασιλείας του Τραϊανού, εν έτει ρα’ [101].
Ου γαρ ο κηπουρός Φωκάς ούτος εστίν, ο εκ της αυτής Σινώπης καταγόμενος, και κατά την σημερινήν ημέραν και αυτός εορταζόμενος. Αλλά άλλος, διαλάμπων με πολιτείαν καθαράν, και με αρετάς διαφόρους. Ούτος λοιπόν εφέρθη εις τον έπαρχον Αφρικανόν, και ερωτηθείς παρ’ αυτού, εθεολόγησε, και παρρησία εδίδαξε την εις Χριστόν τον Θεόν ημών πίστιν. Επειδή δε ο Αφρικανός ετόλμησε να βλασφημήση τον Χριστόν, και να τιμωρήση τον Άγιον, δια τούτο ευθύς έγινε σεισμός μεγάλος, από τον οποίον έπεσαν κάτω νεκροί ο τε έπαρχος, και οι στρατιώται αυτού. Αλλ’ ο Άγιος τον ανέστησε, με το να επαρεκάλεσεν αυτόν η γυνή του επάρχου. Μετά ταύτα εφέρθη ο Άγιος εις τον βασιλέα Τραϊανόν. Και επειδή εκήρυξε τον Χριστόν, δια τούτο εκρέμασαν αυτόν, και εξέσχιζον. Ύστερον έβαλαν αυτόν μέσα εις ασβέστην, επειδή και επέμενεν ανδρείως ομολογών τον Χριστόν.
Τελευταίον δε, έβαλαν αυτόν μέσα εις ένα λουτρόν, το οποίον εκάη πολλά δυνατά. Όθεν εκεί μέσα παρέδωκεν εις χείρας Θεού την ψυχήν του, ο γενναίος αγωνιστής. Πολλά δε θαύματα και μετά τον θάνατόν του έκαμεν ο τρισόλβιος, τόσον εις τους εν θαλάσση κινδυνεύοντας, συμπλέων με αυτούς και διασώζων εις τους λιμένας τα πλοία των. Όσον και εις τους επικαλουμένους αυτόν καθ’ οίον δή τινα τρόπον, ταχύς και θερμός βοηθός εις τούτους γινόμενος (2).
(1) Ούτος ο Άγιος Φωκάς φαίνεται, ότι είναι ο ίδιος εκείνος οπού εορτάζεται κατά την εικοστήν τρίτην του Ιουλίου, δια ταύτα τα αίτια. α) Διότι και ούτος και εκείνος είναι Ιερομάρτυς. β) Διότι και οι δύω ήτον επί Τραϊανού βασιλέως. γ) Διότι το αυτό τέλος του μαρτυρίου έλαβον. δ) Και διατί το αυτό δίστιχον ιαμβικόν γράφεται και εις τους δύω. Ίσως δε, νυν μεν, η άθλησις αυτού εορτάζεται. Τότε δε, η ανακομιδή του, ως και εν τω χειρογράφω Συναξαριστή γράφεται προσδιορισμένως, ότι εστίν η ανακομιδή αυτού. Όρα εκεί και το θαύμα οπού ενήργησεν ο Άγιος.
(2) Σημείωσαι, ότι το Μαρτύριον του Αγίου τούτου Ιερομάρτυρος Φωκά συνέγραψεν ελληνιστί Αστέριος ο Αμασείας Επίσκοπος, ου η αρχή· «Ιερός μεν και θεσπέσιος άπας». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, και εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις, όρα σελ. 18, του β’ τόμου του Μελετίου.) Ονομάζει δε ο Αστέριος εκεί τον Ιερομάρτυρα τούτον Φωκάν, στύλον, και εδραίωμα των θείων της οικουμένης Εκκλησιών (σελ. 955, της Δωδεκαβίβλου). Ο δε Χρυσόστομος λόγον πανηγυρικόν έχει εις τούτον, ου η αρχή· «Λαμπρά γέγονεν ημίν χθες η πόλις». (Σώζεται εν τω πέμπτω τόμω της εν Ετόνη εκδ.)
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Φωκά του κηπουρού, ξίφει τελειωθέντος.
Ήδει χάριν σοι σου χάριν θνήσκων Λόγε,
Φωκάς ο Μάρτυς τω δια ξίφους τέλει.
Και ούτος ο Άγιος ήτον από την πόλιν Σινώπην. Η τέχνη αυτού ήτον η εργασία της γης. Έχων γαρ ένα κηπείον (3), ήγουν κήπον μικρόν πολλά, κατεγίνετο εις αυτόν, και ο,τι κέρδος εύγανεν από αυτόν, το είχε κοινόν με τους πτωχούς: ήγουν και αυτός και οι προς αυτόν ερχόμενοι πτωχοί εκυβερνούντο από τον κήπον του. Ου μόνον δε αυτόν τον αισθητόν κήπον εκαλλιέργει ο αοίδιμος, αλλά και τον νοητόν της ψυχής. Δια τούτο και δεν εδυνήθη να κρυφθή από τους ανθρώπους, πως ήτον γνήσιος δούλος του Χριστού. Όθεν μηνύεται ως τοιούτος εις τον άρχοντα της Σινώπης οπού ήτον Έλλην. Ο οποίος παρευθύς έστειλε στρατιώτας δια να τον φονεύσουν. Εκείνοι δε απελθόντες, έμειναν εις το οσπήτιον του παρ’ αυτών ζητουμένου Φωκά, χωρίς να ηξεύρουν. Ο δε Άγιος δεξιωσάμενος αυτούς και αναπαύσας κατά την δύναμίν του, τους ηρώτα, ποίοι είναι. Και δια ποίαν αιτίαν ήλθον εις την Σινώπην. Οι δε στρατιώται εφανέρωσαν εις αυτόν την υπόθεσιν, ότι ζητούν τον Φωκάν δια να τον αποκεφαλίσουν.
Τούτο ως ήκουσεν ο του Κυρίου θεράπων, ευθύς ετοίμασε τον τάφον του. Και ούτως εφανέρωσεν εις τους στρατιώτας, ότι αυτός είναι εκείνος οπού ζητούν. Οι δε στρατιώται τούτο ακούσαντες έξαφνα, επληγώθησαν την καρδίαν από την λύπην τους, ωσάν οπού ενθυμούντο την λαμπράν φιλοξενίαν και δεξίωσιν, οπού έδειξεν εις αυτούς ο Άγιος. Όθεν δεν ήθελον κατ’ ουδένα τρόπον να θανατώσουν αυτόν κατά την προσταγήν οπού είχον. Έλεγον δε εις τον Μάρτυρα, ότι έχουσιν εύλογον απολογίαν δια να ειπούν εις τον άρχοντα, ότι εκοπίασαν μεν πολλά και ηρεύνησαν, αλλά δεν εδυνήθηκαν να εύρουν τον ζητούμενον. Επειδή δε ο Άγιος παρεκάλεσεν αυτούς δια να τον θανατώσουν, τούτου χάριν έκοψαν την αγίαν του κεφαλήν. Και ούτως επροσφέρθη κεχαρισμένη θυσία εις τον Θεόν, και ευάρεστος (4).
(3) Εσφαλμένως δε γράφεται εν τε τοις Μηναίοις, και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, στυππίον.
(4) Περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις περί της Δροσίδος θυγατρός του Τραϊανού, και των πέντε Κανονικών. Τούτων γαρ η μνήμη γίνεται κατά την εικοστήν δευτέραν του Μαρτίου.
*
Οι Άγιοι Μάρτυρες Ισαάκ, και Μαρτίνος, ξίφει τελειούνται.
Εις τον Ισαάκ.
Πάθους το λείπον Ισαάκ Σάρρας τέκνου,
Σφαγείς ανεπλήρωσεν Ισαάκ νέος.
Εις τον Μαρτίνον.
Χριστού το θάρσος εμπνέοντος υψόθεν,
Προς την σπάθην έσπευδεν εκπνείν Μαρτίνος.
*
Μνήμη του εν τω Αγίω Όρει του Άθω Οσίου Κοσμά του Ζωγραφίτου, ασκήσαντος εν έτει ͵ατκγ’ [1323].
Μύσας το όμμα σώματος βλέπεις άνω,
Κοσμά Όσιε το πρόσωπον Κυρίου (5).
(5) Όρα τον Βίον τούτου εν τω νεοτυπώτω Νέω Εκλογίω.
*
Οι εικοσιέξ Οσιομάρτυρες Ζωγραφίται, οι ελέγξαντες τους λατινόφρονας, τον τε βασιλέα Μιχαήλ και Πατριάρχην Βέκκον, επάνωθεν του πύργου πυρί τελειούνται (6).
Ως πυρίκαυστοι θυσίαι τω Κυρίω,
Οι εικοσιέξ ωράθησαν εικότως.
(6) Όρα εις την Ακολουθίαν των Αγιορειτών Πατέρων.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΚΒ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Φωκᾶ τοῦ Θαυματουργοῦ, τοῦ ἐν λουτρῷ σφοδρῶς πυρωθέντι τελειωθέντος (1).
Φωκᾶ τὸ λουτρὸν σμήγματος παντὸς δίχα,
Λουτρὸν γὰρ ἦν ἀγῶνος, οὐ καθαρσίου.
Εἰκάδι δευτερίῃ λοετρὸν πέφνεν ἔνδοθι Φωκᾶν.
Οὗτος ἐγένετο υἱὸς Παμφίλου καὶ Μαρίας, καταγόμενος ἐκ πόλεως Σινώπης, ἀρχαίας καὶ περιφανοῦς οὔσης κατὰ τὴν Μαύρην Θάλασσαν. Εὐθὺς δὲ ἀπὸ τὰ ἁπαλά του ὀνύχια ἠξιώθη νὰ λάβῃ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ νὰ ἐνεργῇ παράδοξα θαύματα. Ἔπειτα δὲ ἔγινε καὶ Ἐπίσκοπος, καὶ πολλοὺς ἀπίστους ἐπίστρεψεν εἰς τὸ φῶς τῆς θεογνωσίας. Τόσον μὲ τὰ θεῖά του λόγια, ὅσον καὶ μὲ τὰ ὑπερφυσικά του τεράστια. Πάντοτε δὲ ἐδίδασκε καὶ ἐθαυματούργει ἕως ἐσχάτης του ἀναπνοῆς. Ἀπεκαλύφθη δὲ εἰς αὐτὸν τὸ μαρτυρικὸν τέλος ὁποῦ ἔμελλε νὰ λάβῃ μὲ τοιοῦτον σημεῖον παράδοξον. Μία περιστερὰ ἐλθοῦσα, ἐκάθισεν ἐπάνω τῆς κεφαλῆς του. Καὶ βαλοῦσα εἰς αὐτὴν στέφανον, ὡμίλησε μὲ ἀνθρωπίνην φωνὴν καὶ εἶπε. Ποτήριον ἐκεράσθη εἰς ἐσέ, καὶ πρέπει νὰ τὸ πίῃς. Καὶ τῇ ἀληθείᾳ τὸ τοιοῦτον ποτήριον τοῦ μαρτυρίου ἠξιώθη νὰ πίῃ ὁ ἀοίδιμος ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Τραϊανοῦ, ἐν ἔτει ρα΄ [101].
Οὐ γὰρ ὁ κηπουρὸς Φωκᾶς οὗτός ἐστιν, ὁ ἐκ τῆς αὐτῆς Σινώπης καταγόμενος, καὶ κατὰ τὴν σημερινὴν ἡμέραν καὶ αὐτὸς ἑορταζόμενος. Ἀλλὰ ἄλλος, διαλάμπων μὲ πολιτείαν καθαράν, καὶ μὲ ἀρετὰς διαφόρους. Οὗτος λοιπὸν ἐφέρθη εἰς τὸν ἔπαρχον Ἀφρικανόν, καὶ ἐρωτηθεὶς παρ’ αὐτοῦ, ἐθεολόγησε, καὶ παρρησίᾳ ἐδίδαξε τὴν εἰς Χριστὸν τὸν Θεὸν ἡμῶν πίστιν. Ἐπειδὴ δὲ ὁ Ἀφρικανὸς ἐτόλμησε νὰ βλασφημήσῃ τὸν Χριστόν, καὶ νὰ τιμωρήσῃ τὸν Ἅγιον, διὰ τοῦτο εὐθὺς ἔγινε σεισμὸς μεγάλος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἔπεσαν κάτω νεκροὶ ὅ τε ἔπαρχος, καὶ οἱ στρατιῶται αὐτοῦ. Ἀλλ’ ὁ Ἅγιος τὸν ἀνέστησε, μὲ τὸ νὰ ἐπαρεκάλεσεν αὐτὸν ἡ γυνὴ τοῦ ἐπάρχου. Μετὰ ταῦτα ἐφέρθη ὁ Ἅγιος εἰς τὸν βασιλέα Τραϊανόν. Καὶ ἐπειδὴ ἐκήρυξε τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο ἐκρέμασαν αὐτόν, καὶ ἐξέσχιζον. Ὕστερον ἔβαλαν αὐτὸν μέσα εἰς ἀσβέστην, ἐπειδὴ καὶ ἐπέμενεν ἀνδρείως ὁμολογῶν τὸν Χριστόν.
Τελευταῖον δέ, ἔβαλαν αὐτὸν μέσα εἰς ἕνα λουτρόν, τὸ ὁποῖον ἐκάη πολλὰ δυνατά. Ὅθεν ἐκεῖ μέσα παρέδωκεν εἰς χεῖρας Θεοῦ τὴν ψυχήν του, ὁ γενναῖος ἀγωνιστής. Πολλὰ δὲ θαύματα καὶ μετὰ τὸν θάνατόν του ἔκαμεν ὁ τρισόλβιος, τόσον εἰς τοὺς ἐν θαλάσσῃ κινδυνεύοντας, συμπλέων μὲ αὐτοὺς καὶ διασώζων εἰς τοὺς λιμένας τὰ πλοῖά των. Ὅσον καὶ εἰς τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτὸν καθ’ οἷον δή τινα τρόπον, ταχὺς καὶ θερμὸς βοηθὸς εἰς τούτους γινόμενος (2).
(1) Οὗτος ὁ Ἅγιος Φωκᾶς φαίνεται, ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ἐκεῖνος ὁποῦ ἑορτάζεται κατὰ τὴν εἰκοστὴν τρίτην τοῦ Ἰουλίου, διὰ ταῦτα τὰ αἴτια. α) Διότι καὶ οὗτος καὶ ἐκεῖνος εἶναι Ἱερομάρτυς. β) Διότι καὶ οἱ δύω ἦτον ἐπὶ Τραϊανοῦ βασιλέως. γ) Διότι τὸ αὐτὸ τέλος τοῦ μαρτυρίου ἔλαβον. δ) Καὶ διατὶ τὸ αὐτὸ δίστιχον ἰαμβικὸν γράφεται καὶ εἰς τοὺς δύω. Ἴσως δέ, νῦν μέν, ἡ ἄθλησις αὐτοῦ ἑορτάζεται. Τότε δέ, ἡ ἀνακομιδή του, ὡς καὶ ἐν τῷ χειρογράφῳ Συναξαριστῇ γράφεται προσδιορισμένως, ὅτι ἐστὶν ἡ ἀνακομιδὴ αὐτοῦ. Ὅρα ἐκεῖ καὶ τὸ θαῦμα ὁποῦ ἐνήργησεν ὁ Ἅγιος.
(2) Σημείωσαι, ὅτι τὸ Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου τούτου Ἱερομάρτυρος Φωκᾶ συνέγραψεν ἑλληνιστὶ Ἀστέριος ὁ Ἀμασείας Ἐπίσκοπος, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἱερὸς μὲν καὶ θεσπέσιος ἅπας». (Σώζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, καὶ ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις, ὅρα σελ. 18, τοῦ β΄ τόμου τοῦ Μελετίου.) Ὀνομάζει δὲ ὁ Ἀστέριος ἐκεῖ τὸν Ἱερομάρτυρα τοῦτον Φωκᾶν, στύλον, καὶ ἑδραίωμα τῶν θείων τῆς οἰκουμένης Ἐκκλησιῶν (σελ. 955, τῆς Δωδεκαβίβλου). Ὁ δὲ Χρυσόστομος λόγον πανηγυρικὸν ἔχει εἰς τοῦτον, οὗ ἡ ἀρχή· «Λαμπρὰ γέγονεν ἡμῖν χθὲς ἡ πόλις». (Σῴζεται ἐν τῷ πέμπτῳ τόμῳ τῆς ἐν Ἐτόνῃ ἐκδ.)
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Φωκᾶ τοῦ κηπουροῦ, ξίφει τελειωθέντος.
Ἤδει χάριν σοι σοῦ χάριν θνήσκων Λόγε,
Φωκᾶς ὁ Μάρτυς τῷ διὰ ξίφους τέλει.
Καὶ οὗτος ὁ Ἅγιος ἦτον ἀπὸ τὴν πόλιν Σινώπην. Ἡ τέχνη αὐτοῦ ἦτον ἡ ἐργασία τῆς γῆς. Ἔχων γὰρ ἕνα κηπεῖον (3), ἤγουν κῆπον μικρὸν πολλά, κατεγίνετο εἰς αὐτόν, καὶ ὅ,τι κέρδος εὔγανεν ἀπὸ αὐτόν, τὸ εἶχε κοινὸν μὲ τοὺς πτωχούς: ἤγουν καὶ αὐτὸς καὶ οἱ πρὸς αὐτὸν ἐρχόμενοι πτωχοὶ ἐκυβερνοῦντο ἀπὸ τὸν κῆπόν του. Οὐ μόνον δὲ αὐτὸν τὸν αἰσθητὸν κῆπον ἐκαλλιέργει ὁ ἀοίδιμος, ἀλλὰ καὶ τὸν νοητὸν τῆς ψυχῆς. Διὰ τοῦτο καὶ δὲν ἐδυνήθη νὰ κρυφθῇ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, πῶς ἦτον γνήσιος δοῦλος τοῦ Χριστοῦ. Ὅθεν μηνύεται ὡς τοιοῦτος εἰς τὸν ἄρχοντα τῆς Σινώπης ὁποῦ ἦτον Ἕλλην. Ὁ ὁποῖος παρευθὺς ἔστειλε στρατιώτας διὰ νὰ τὸν φονεύσουν. Ἐκεῖνοι δὲ ἀπελθόντες, ἔμειναν εἰς τὸ ὁσπήτιον τοῦ παρ’ αὐτῶν ζητουμένου Φωκᾶ, χωρὶς νὰ ἠξεύρουν. Ὁ δὲ Ἅγιος δεξιωσάμενος αὐτοὺς καὶ ἀναπαύσας κατὰ τὴν δύναμίν του, τοὺς ἠρώτα, ποῖοι εἶναι. Καὶ διὰ ποίαν αἰτίαν ἦλθον εἰς τὴν Σινώπην. Οἱ δὲ στρατιῶται ἐφανέρωσαν εἰς αὐτὸν τὴν ὑπόθεσιν, ὅτι ζητοῦν τὸν Φωκᾶν διὰ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν.
Τοῦτο ὡς ἤκουσεν ὁ τοῦ Κυρίου θεράπων, εὐθὺς ἑτοίμασε τὸν τάφον του. Καὶ οὕτως ἐφανέρωσεν εἰς τοὺς στρατιώτας, ὅτι αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος ὁποῦ ζητοῦν. Οἱ δὲ στρατιῶται τοῦτο ἀκούσαντες ἔξαφνα, ἐπληγώθησαν τὴν καρδίαν ἀπὸ τὴν λύπην τους, ὡσὰν ὁποῦ ἐνθυμοῦντο τὴν λαμπρὰν φιλοξενίαν καὶ δεξίωσιν, ὁποῦ ἔδειξεν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἅγιος. Ὅθεν δὲν ἤθελον κατ’ οὐδένα τρόπον νὰ θανατώσουν αὐτὸν κατὰ τὴν προσταγὴν ὁποῦ εἶχον. Ἔλεγον δὲ εἰς τὸν Μάρτυρα, ὅτι ἔχουσιν εὔλογον ἀπολογίαν διὰ νὰ εἰποῦν εἰς τὸν ἄρχοντα, ὅτι ἐκοπίασαν μὲν πολλὰ καὶ ἠρεύνησαν, ἀλλὰ δὲν ἐδυνήθηκαν νὰ εὕρουν τὸν ζητούμενον. Ἐπειδὴ δὲ ὁ Ἅγιος παρεκάλεσεν αὐτοὺς διὰ νὰ τὸν θανατώσουν, τούτου χάριν ἔκοψαν τὴν ἁγίαν του κεφαλήν. Καὶ οὕτως ἐπροσφέρθη κεχαρισμένη θυσία εἰς τὸν Θεόν, καὶ εὐάρεστος (4).
(3) Ἐσφαλμένως δὲ γράφεται ἔν τε τοῖς Μηναίοις, καὶ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ, στυππίον.
(4) Περιττῶς γράφεται ἐδῶ παρὰ τοῖς Μηναίοις περὶ τῆς Δροσίδος θυγατρὸς τοῦ Τραϊανοῦ, καὶ τῶν πέντε Κανονικῶν. Τούτων γὰρ ἡ μνήμη γίνεται κατὰ τὴν εἰκοστὴν δευτέραν τοῦ Μαρτίου.
*
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰσαάκ, καὶ Μαρτῖνος, ξίφει τελειοῦνται.
Εἰς τὸν Ἰσαάκ.
Πάθους τὸ λεῖπον Ἰσαὰκ Σάρρας τέκνου,
Σφαγεὶς ἀνεπλήρωσεν Ἰσαὰκ νέος.
Εἰς τὸν Μαρτῖνον.
Χριστοῦ τὸ θάρσος ἐμπνέοντος ὑψόθεν,
Πρὸς τὴν σπάθην ἔσπευδεν ἐκπνεῖν Μαρτῖνος.
*
Μνήμη τοῦ ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω Ὁσίου Κοσμᾶ τοῦ Ζωγραφίτου, ἀσκήσαντος ἐν ἔτει ͵ατκγ΄ [1323].
Μύσας τὸ ὄμμα σώματος βλέπεις ἄνω,
Κοσμᾶ Ὅσιε τὸ πρόσωπον Κυρίου (5).
(5) Ὅρα τὸν Βίον τούτου ἐν τῷ νεοτυπώτῳ Νέῳ Ἐκλογίῳ.
*
Οἱ εἰκοσιὲξ Ὁσιομάρτυρες Ζωγραφῖται, οἱ ἐλέγξαντες τοὺς λατινόφρονας, τόν τε βασιλέα Μιχαὴλ καὶ Πατριάρχην Βέκκον, ἐπάνωθεν τοῦ πύργου πυρὶ τελειοῦνται (6).
Ὡς πυρίκαυστοι θυσίαι τῷ Κυρίῳ,
Οἱ εἰκοσιὲξ ὡράθησαν εἰκότως.
(6) Ὅρα εἰς τὴν Ἀκολουθίαν τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *