Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου22 Ιουλίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΚΒ’, μνήμη της Αγίας Μυροφόρου και ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής.
Αφαίς αΰλοις άπτεταί σου Χριστέ μου,
Μη μου, προς ην έφησας, άπτου Μαρία.
Δευτερίη Μαρίη μύσεν εικάδι Μαγδαληνή.
Αύτη εκατάγετο από τα Μάγδαλα, τα οποία ευρίσκονται εις τα οροθέσια της Συρίας. Προσελθούσα δε τω Χριστώ, ηκολούθησεν εις αυτόν, και επειδή ενοχλείτο από επτά δαιμόνια, ελευθερώθη από αυτά δια της χάριτος του Χριστού. Αύτη λοιπόν ακολουθούσα τω Χριστώ και υπηρετούσα έως του πάθους και του Σταυρού, έγινε και μυροφόρος και ευαγγελίστρια, και πρώτη αυτή από τας άλλας μυροφόρους, είδε την Ανάστασιν του Χριστού, μαζί με την άλλην Μαρίαν, ήτοι την Κυρίαν Θεοτόκον, όταν οψέ Σαββάτου, ήτοι μετά το Σάββατον, είδε τον Άγγελον, καθώς γράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος. Όταν δε επήγε πρωί εις το μνήμα, τότε είδε δύω Αγγέλους εν λευκοίς καθεζομένους. Και πάλιν είδε τον Χριστόν, τον οποίον νομίζουσα ότι είναι ο κηπουρός, και θέλουσα να πιάση τους πόδας του, ήκουσε παρ’ αυτού· «Μη μου άπτου», καθώς αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (1).
Αύτη η μυροφόρος μετά την Ανάληψιν του Κυρίου, επήγεν εις την Έφεσον, και ευρήκε τον Άγιον Ιωάννην τον Θεολόγον. Και εκεί κοιμηθείσα οσίως, ενταφιάσθη κοντά εις την πόρταν του σπηλαίου, μέσα εις το οποίον εκοιμήθησαν ύστερον οι επτά Παίδες οι εν Εφέσω. Αφ’ ου δε επέρασαν χρόνοι πολλοί, τότε κατά τους χρόνους του αοιδίμου βασιλέως Λέοντος του σοφού, εν έτει ωϞ’ [890], ανεκομίσθη εις Κωνσταντινούπολιν το άγιον αυτής λείψανον, και απεθησαυρίσθη εις το Μοναστήριον του Αγίου Λαζάρου, το οποίον έκτισεν ο αυτός βασιλεύς, εις το οποίον τελείται και η Σύναξις αυτής και εορτή, και εις τον τόπον του Κουράτορος, όστις είναι πλησίον του Ταύρου. (Όρα και εις την τετάρτην του Μαΐου, ότε ιδιαιτέρως τελείται η ανάμνησις της ανακομιδής του λειψάνου της Αγίας ταύτης Μαγδαληνής, και του λειψάνου του Αγίου Λαζάρου.) Ο ελληνικός Βίος αυτής σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «Εγώ τους εμέ φιλούντας αγαπώ».
(1) Πρώτη μεν η Μαγδαληνή από τας άλλας Μυροφόρους γυναίκας είδε την Ανάστασιν του Χριστού, ουχί δε και προ της Θεοτόκου. Αύτη γαρ πρώτη εθεάσατο τον Χριστόν αναστάντα, ως λέγει ο Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, και ο Κάλλιστος εν τω Συναξαρίω της λαμπράς. Δι’ αυτήν γαρ και ο τάφος ηνοίχθη, καθώς και πάντα τα Ουράνια και επίγεια δι’ αυτήν ηνεώχθησαν. Εκείνο δε οπού γράφει Γεώργιος ο Κεδρηνός περί της Μαγδαληνής Μαρίας, ότι επήγεν εις Ρώμην και ενεκάλεσε τον Πιλάτον εις τον Τιβέριον, και ότι ο Τιβέριος έβαλε τον Πιλάτον μέσα εις μίαν βύρσαν, ήγουν τομάρι νεόγδαρτον, ομού με μίαν έχιδναν και μίαν μαϊμούν και ένα πετεινόν: τούτο, λέγω, το διήγημα ου παραδέχονταί τινες ως αληθινόν, καθότι ο Ζωναράς εν τοις Χρονικοίς, βιβλ. ς’, λέγει, ότι ο Πιλάτος καλεσθείς από τον Τιβέριον, και φθάσας εις Ρώμην, δεν ευρήκε ζωντανόν τον Τιβέριον. Αλλά διάδοχον της βασιλείας εκείνου ευρήκε τον Καλλιγούλαν, από τον οποίον εξωρίσθη εις την Βίαιναν της Γαλλίας, ως αναφέρει ο Άδων εν τοις Χρονικοίς, Ηλικία ζ’. Εκεί δε απογνωσθείς ο Πιλάτος, μόνος του εθανατώθη, εν έτει από Χριστού μα’ [51], ως λέγει ο Ευσέβιος, βιβλίω β’ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, κεφ. ζ’, και εν τω Χρονικώ. (Όρα σελ. 130 της Εκατονταετηρίδος.)
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη της Αγίας Οσιομάρτυρος Μαρκέλλης.
Καν αγνοώμεν πάντες ημείς Μαρκέλλα,
Αθλήσεως σης, Χριστός οίδε τον τρόπον.
Αύτη η Αγία Μαρκέλλα εφαίνετο, ότι είναι αγνώριστος ποία εναι, και πού εμαρτύρησεν, επειδή και δεν εσώζετο κανένα υπόμνημα και ιστορία διαλαμβάνουσα περί αυτής. Αλλ’ οι κάτοικοι της νήσου Χίου εκ παλαιών χρόνων έκτισαν Ναόν σεβάσμιον εις το όνομά της, και έχουσι μεγάλην σχέσιν και ευλάβειαν εις αυτήν (2). Όθεν ακολούθως και θαύματα πολλά ενεργούνται εις την Χίον δια της Αγίας ταύτης, καθ’ εκάστην ημέραν. Ένα δε θαύμα από τα πολλά γίνεται και έως της σήμερον. Διότι εκεί όπου είναι κτισμένος ο Ναός της Αγίας, ευρίσκονται χαλίκια και πέτραι, κοντά εις τον εκείσε αιγιαλόν, αι οποίαι φαίνονται γεμάται από αίματα πεπηγμένα. Ταύτας λοιπόν τας αιματωμένας πέτρας, πέρνοντες οι Χριστιανοί και ξύοντες, βάλλουσι τα αποξύσματα εκείνα μέσα εις αγγεία, και έχουσιν αυτά ιατρείαν κάθε ασθενείας. Εκ τούτων λοιπόν έγινε γνώριμος εις όλους η Αγία αύτη, ότι είναι και Οσία και Μάρτυς. Μάρτυς μεν, από τα πεπηγμένα αίματα, οπού ευρίσκονται εις τας ρηθείσας πέτρας. Οσία δε, από τας εμφανείας, οπού ποιεί καθ’ ύπνον. Εις πολλούς γαρ, οπού προστρέχουσι τω Ναώ της χάριν ιατρείας, φαίνεται κατ’ όναρ η Αγία, φορεμένη ένδυμα καλογραίας, και νομίζεται, ότι έρχεται μεν από το εκεί πέλαγος, εμβαίνει δε εις τον Ναόν της.
(2) Τον κατά πλάτος Βίον αυτής όρα εις το Νέον Λειμωνάριον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΚΒ΄, μνήμη τῆς Ἁγίας Μυροφόρου καὶ ἰσαποστόλου Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς.
Ἁφαῖς ἀΰλοις ἅπτεταί σου Χριστέ μου,
Μή μου, πρὸς ἣν ἔφησας, ἅπτου Μαρία.
Δευτερίῃ Μαρίῃ μῦσεν εἰκάδι Μαγδαληνή.
Αὕτη ἐκατάγετο ἀπὸ τὰ Μάγδαλα, τὰ ὁποῖα εὑρίσκονται εἰς τὰ ὁροθέσια τῆς Συρίας. Προσελθοῦσα δὲ τῷ Χριστῷ, ἠκολούθησεν εἰς αὐτόν, καὶ ἐπειδὴ ἐνοχλεῖτο ἀπὸ ἑπτὰ δαιμόνια, ἐλευθερώθη ἀπὸ αὐτὰ διὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Αὕτη λοιπὸν ἀκολουθοῦσα τῷ Χριστῷ καὶ ὑπηρετοῦσα ἕως τοῦ πάθους καὶ τοῦ Σταυροῦ, ἔγινε καὶ μυροφόρος καὶ εὐαγγελίστρια, καὶ πρώτη αὐτὴ ἀπὸ τὰς ἄλλας μυροφόρους, εἶδε τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὴν ἄλλην Μαρίαν, ἤτοι τὴν Κυρίαν Θεοτόκον, ὅταν ὀψὲ Σαββάτου, ἤτοι μετὰ τὸ Σάββατον, εἶδε τὸν Ἄγγελον, καθὼς γράφει ο Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος. Ὅταν δὲ ἐπῆγε πρωῒ εἰς τὸ μνῆμα, τότε εἶδε δύω Ἀγγέλους ἐν λευκοῖς καθεζομένους. Καὶ πάλιν εἶδε τὸν Χριστόν, τὸν ὁποῖον νομίζουσα ὅτι εἶναι ὁ κηπουρός, καὶ θέλουσα νὰ πιάσῃ τοὺς πόδας του, ἤκουσε παρ’ αὐτοῦ· «Μή μου ἅπτου», καθὼς ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης (1).
Αὕτη ἡ μυροφόρος μετὰ τὴν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου, ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἔφεσον, καὶ εὑρῆκε τὸν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Θεολόγον. Καὶ ἐκεῖ κοιμηθεῖσα ὁσίως, ἐνταφιάσθη κοντὰ εἰς τὴν πόρταν τοῦ σπηλαίου, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον ἐκοιμήθησαν ὕστερον οἱ ἑπτὰ Παῖδες οἱ ἐν Ἐφέσῳ. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐπέρασαν χρόνοι πολλοί, τότε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἀοιδίμου βασιλέως Λέοντος τοῦ σοφοῦ, ἐν ἔτει ωϞ΄ [890], ἀνεκομίσθη εἰς Κωνσταντινούπολιν τὸ ἅγιον αὐτῆς λείψανον, καὶ ἀπεθησαυρίσθη εἰς τὸ Μοναστήριον τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, τὸ ὁποῖον ἔκτισεν ὁ αὐτὸς βασιλεύς, εἰς τὸ ὁποῖον τελεῖται καὶ ἡ Σύναξις αὐτῆς καὶ ἑορτή, καὶ εἰς τὸν τόπον τοῦ Κουράτορος, ὅστις εἶναι πλησίον τοῦ Ταύρου. (Ὅρα καὶ εἰς τὴν τετάρτην τοῦ Μαΐου, ὅτε ἰδιαιτέρως τελεῖται ἡ ἀνάμνησις τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ λειψάνου τῆς Ἁγίας ταύτης Μαγδαληνῆς, καὶ τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Λαζάρου.) Ὁ ἑλληνικὸς Βίος αὐτῆς σῴζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἐγὼ τοὺς ἐμὲ φιλοῦντας ἀγαπῶ».
(1) Πρώτη μὲν ἡ Μαγδαληνὴ ἀπὸ τὰς ἄλλας Μυροφόρους γυναῖκας εἶδε τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, οὐχὶ δὲ καὶ πρὸ τῆς Θεοτόκου. Αὕτη γὰρ πρώτη ἐθεάσατο τὸν Χριστὸν ἀναστάντα, ὡς λέγει ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, καὶ ὁ Κάλλιστος ἐν τῷ Συναξαρίῳ τῆς λαμπρᾶς. Δι’ αὐτὴν γὰρ καὶ ὁ τάφος ἠνοίχθη, καθὼς καὶ πᾶντα τὰ Οὐράνια καὶ ἐπίγεια δι’ αὐτὴν ἠνεώχθησαν. Ἐκεῖνο δὲ ὁποῦ γράφει Γεώργιος ὁ Κεδρηνὸς περὶ τῆς Μαγδαληνῆς Μαρίας, ὅτι ἐπῆγεν εἰς Ῥώμην καὶ ἐνεκάλεσε τὸν Πιλάτον εἰς τὸν Τιβέριον, καὶ ὅτι ὁ Τιβέριος ἔβαλε τὸν Πιλάτον μέσα εἰς μίαν βύρσαν, ἤγουν τομάρι νεόγδαρτον, ὁμοῦ μὲ μίαν ἔχιδναν καὶ μίαν μαϊμοῦν καὶ ἕνα πετεινόν: τοῦτο, λέγω, τὸ διήγημα οὐ παραδέχονταί τινες ὡς ἀληθινόν, καθότι ὁ Ζωναρὰς ἐν τοῖς Χρονικοῖς, βιβλ. ς΄, λέγει, ὅτι ὁ Πιλάτος καλεσθεὶς ἀπὸ τὸν Τιβέριον, καὶ φθάσας εἰς Ῥώμην, δὲν εὑρῆκε ζωντανὸν τὸν Τιβέριον. Ἀλλὰ διάδοχον τῆς βασιλείας ἐκείνου εὑρῆκε τὸν Καλλιγούλαν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἐξωρίσθη εἰς τὴν Βίαιναν τῆς Γαλλίας, ὡς ἀναφέρει ὁ Ἄδων ἐν τοῖς Χρονικοῖς, Ἡλικίᾳ ζ΄. Ἐκεῖ δὲ ἀπογνωσθεὶς ὁ Πιλάτος, μόνος του ἐθανατώθη, ἐν ἔτει ἀπὸ Χριστοῦ μα΄ [51], ὡς λέγει ὁ Εὐσέβιος, βιβλίῳ β΄ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, κεφ. ζ΄, καὶ ἐν τῷ Χρονικῷ. (Ὅρα σελ. 130 τῆς Ἑκατονταετηρίδος.)
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῆς Ἁγίας Ὁσιομάρτυρος Μαρκέλλης.
Κᾂν ἀγνοῶμεν πᾶντες ἡμεῖς Μαρκέλλα,
Ἀθλήσεως σῆς, Χριστὸς οἶδε τὸν τρόπον.
Αὕτη ἡ Ἁγία Μαρκέλλα ἐφαίνετο, ὅτι εἶναι ἀγνώριστος ποία εναι, καὶ ποῦ ἐμαρτύρησεν, ἐπειδὴ καὶ δὲν ἐσῴζετο κᾀνένα ὑπόμνημα καὶ ἱστορία διαλαμβάνουσα περὶ αὐτῆς. Ἀλλ’ οἱ κάτοικοι τῆς νήσου Χίου ἐκ παλαιῶν χρόνων ἔκτισαν Ναὸν σεβάσμιον εἰς τὸ ὄνομά της, καὶ ἔχουσι μεγάλην σχέσιν καὶ εὐλάβειαν εἰς αὐτήν (2). Ὅθεν ἀκολούθως καὶ θαύματα πολλὰ ἐνεργοῦνται εἰς τὴν Χίον διὰ τῆς Ἁγίας ταύτης, καθ’ ἑκάστην ἡμέραν. Ἕνα δὲ θαῦμα ἀπὸ τὰ πολλὰ γίνεται καὶ ἕως τῆς σήμερον. Διότι ἐκεῖ ὅπου εἶναι κτισμένος ὁ Ναὸς τῆς Ἁγίας, εὑρίσκονται χαλίκια καὶ πέτραι, κοντὰ εἰς τὸν ἐκεῖσε αἰγιαλόν, αἱ ὁποῖαι φαίνονται γεμάται ἀπὸ αἵματα πεπηγμένα. Ταύτας λοιπὸν τὰς αἱματωμένας πέτρας, πέρνοντες οἱ Χριστιανοὶ καὶ ξύοντες, βάλλουσι τὰ ἀποξύσματα ἐκεῖνα μέσα εἰς ἀγγεῖα, καὶ ἔχουσιν αὐτὰ ἰατρείαν κάθε ἀσθενείας. Ἐκ τούτων λοιπὸν ἔγινε γνώριμος εἰς ὅλους ἡ Ἁγία αὕτη, ὅτι εἶναι καὶ Ὁσία καὶ Μάρτυς. Μάρτυς μέν, ἀπὸ τὰ πεπηγμένα αἵματα, ὁποῦ εὑρίσκονται εἰς τὰς ῥηθείσας πέτρας. Ὁσία δέ, ἀπὸ τὰς ἐμφανείας, ὁποῦ ποιεῖ καθ’ ὕπνον. Εἰς πολλοὺς γάρ, ὁποῦ προστρέχουσι τῷ Ναῷ της χάριν ἰατρείας, φαίνεται κατ’ ὄναρ ἡ Ἁγία, φορεμένη ἔνδυμα καλογραίας, καὶ νομίζεται, ὅτι ἔρχεται μὲν ἀπὸ τὸ ἐκεῖ πέλαγος, ἐμβαίνει δὲ εἰς τὸν Ναόν της.
(2) Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτῆς ὅρα εἰς τὸ Νέον Λειμωνάριον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *