Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου2 Ιανουαρίου

Των Αγίων Σιλβέστρου Πάπα Ρώμης, Θεαγένους, Θεοπέμπτου, Θεοδότης, Μάρκου, Βασιλείου του εξ Αγκύρας κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος Σίλβεστρος Πάπας ΡώμηςΤω αυτώ μηνί Β’, μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Σιλβέστρου Πάπα Ρώμης.

Ζωοί νεκρόν βουν αισχύνων Ζαμβρήν μάγον,
Ο και νεκρός ζων Σίλβεστρος Ρώμης Πάπας.

Θυμόν αποπνείει Σίλβεστρος δευτέρη ηοί.

Ούτος ο Άγιος δια την εις το άκρον της αρετής ανάβασιν, εχειροτονήθη της πρεσβυτέρας Ρώμης Επίσκοπος, αφ’ ου εκοιμήθη ο προκάτοχος της Ρώμης Επίσκοπος Μιλτιάδης. Πολλά δε θαύματα ποιήσας, τον Μέγαν εν βασιλεύσι Κωνσταντίνον προς την εις Χριστόν πίστιν ωδήγησε. Και δια του θείου Βαπτίσματος, τα της ψυχής ομού και του σώματος πάθη αυτού εκαθάρισε (1). Και απέδειξε τον Χριστόν, ότι επροκηρύχθη παρά του νόμου. Αυτός και τον ταύρον ανέστησε, τον οποίον ο Εβραίος Ζαμβρής, εθανάτωσε μεν, δεν εδυνήθη όμως να αναστήση. Εις πολλούς δε και άλλους ανθρώπους αίτιος σωτηρίας γεγονώς ο μακάριος ούτος Πατήρ, εις γήρας βαθύ προς Κύριον εξεδήμησε. (Τον κατά πλάτος Βίον τούτου όρα εις τον Νέον Παράδεισον.) Εν δε τη Μεγίστη Λαύρα, και τη Ιερά Μονή των Ιβήρων, σώζεται εις λόγος προς τον Άγιον τούτον Σίλβεστρον, ου η αρχή· «Οι μεν σεπτοί και θεόπται Απόστολοι», έστι δε ποίημα Ιωάννου του Ζωναρά. Ευρίσκεται δε και εν τη Λαύρα Βίος αυτού, ου η αρχή· «Ευσέβιος ο Παμφίλου την Εκκλησιαστικήν».

(1) Διαφωνίαν ευρίσκω μεγάλην περί του βαπτίσματος του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο μεν γαρ κύριος Μελέτιος Αθηνών, σελ. 309 του πρώτου τόμου της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, λέγει, ότι ο Άγιος ούτος Σίλβεστρος, κεκρυμμένος ων δια τον επικείμενον διωγμόν, εκατήχησε τον Μέγαν Κωνσταντίνον, και εβάπτισεν αυτόν. Όστις εξελθών από την κολυμβήθραν του Αγίου Βαπτίσματος, έγινεν υγιής, με το να έπεσον από το σώμα του ωσάν λεπίδες, τα εξανθήματα οπού είχε, και ότι, τούτο ιδών ο λαός, εβαπτίσθησαν πολλοί. Και ότι, όσοι λέγουσι, πως ο Κωνσταντίνος εβαπτίσθη εις την Νικομήδειαν, ων εγγύς του θανάτου, από τον Αρειανόν Ευσέβιον τον Επίσκοπον Νικομηδείας, ούτοι ψεύδονται, ως λέγουσιν οι πλείονες. Και μάλιστα ο Θεοφάνης και Μιχαήλ ο Γλυκάς.

Ο δε Ιεροσολύμων πολυμαθέστατος κύριος Δοσίθεος, σελ. 80 της Δωδεκαβίβλου, την εναντίαν δόξαν υπερασπίζεται, ότι δηλαδή δεν εβαπτίσθη ο Μέγας Κωνσταντίνος από τον Άγιον Σίλβεστρον εν τη Ρώμη. Αλλά εβαπτίσθη εν τινι προαστείω της Νικομηδείας από την κοινότητα των Επισκόπων κατά το τέλος της ζωής του. Φέρει δε μάρτυρας τον Ευσέβιον Νικομηδείας, βεβαιούντα τούτο εις το τέταρτον βιβλίον της ζωής Κωνσταντίνου, δηλαδή ότι ο Κωνσταντίνος συγκαλέσας τους Επισκόπους, κοινώς διελέχθη αυτοίς περί του βαπτίσματος. Και ότι ουκ εβαπτίσθη πρότερον. Διότι εβούλετο απελθείν και βαπτισθήναι εν τω Ιορδάνη ποταμώ. Ούτω γαρ επί λέξεως λέγει· «Επί προάστειον της Νικομηδέων αφικνείται πόλεως. Κανταύθα συγκαλέσας τους Επισκόπους, ώδε πη αυτοίς διελέξατο. Ούτος ην αυτός ο πάλαι μοι διψώντι και ευχομένω της εν Θεώ τυχείν σωτηρίας καιρός ελπιζόμενος. Ώρα και ημάς απολαύσαι της αθανατοποιού σφραγίδος. Ώρα του σωτηρίου σφραγίσματος μετασχείν. Επί ρείθρων Ιορδάνου ποταμού ενενόουν ποτέ, εφ’ ων και ο Σωτήρ εις ημέτερον τύπον, του λουτρού μετασχείν μνημονεύεται. Θεός δ’ άρα το συμφέρον ειδώς, εντεύθεν ήδη τούτων ημάς αξιοί» (κεφάλ. ξα’).

Ομοίως φέρει μάρτυρα και τον Θεοδώρητον λέγοντα αυτολεξεί εις το λ’ κεφ. Ι, του α’ βιβλίου της Εκκλησιαστικής Ιστορίας. «Εν Νικομηδεία δε της Βιθυνίας διάγων, ηρρώστησεν (ο Κωνσταντίνος δηλαδή), το δε της ανθρωπίνης βιότητος άδηλον επιστάμενος, του θείου Βαπτίσματος το δώρον εδέξατο. Ανεβάλλετο δε μέχρι τούδε του χρόνου, εν Ιορδάνη τω ποταμώ τούτου τυχείν ιμειρόμενος». Φέρει δε και τον Σωζόμενον λέγοντα εν κεφ. λβ’, του β’ βιβλίου· «Χαλεπώτερον δε διατεθείς, (ο Κωνσταντίνος δηλαδή), διεκομίσθη εις Νικομήδειαν. Ένθα δη εν προαστείω διάγων, εμυήθη την ιεράν Βάπτισιν». Ομοίως φέρει και τον Σωκράτην τούτο μαρτυρούντα.

Ου λέγει όμως ο Δοσίθεος, ότι εβάπτισε τον Άγιον Κωνσταντίνον ο Αρειανός Ευσέβιος. Όχι. Καθότι ουδέ αυτός ο Ευσέβιος αναφέρει τούτο. Ει γαρ αυτός εβάπτισε τον Μέγαν Κωνσταντίνον, βέβαια ήθελεν ειπή τούτο εις καύχημά του. Αλλ’ ουδέ εν Νικομηδεία εβαπτίσθη, αλλ’ εν προαστείω της Νικομηδείας, υπό της κοινότητος των Επισκόπων. Ήτις ουκ ην αιρετική, αλλ’ ορθόδοξος και ομόπιστος αυτώ. Και μάλιστα οι έγκριτοι των εν Κωνσταντινουπόλει παρευρεθέντων Επισκόπων ήσαν οι ακολουθήσαντες αυτώ. Προσθέττει δε ο αυτός Δοσίθεος, ότι η κοινή γνώμη των Εκκλησιαστικών είναι, ότι προ του βαπτίσματος εφόνευσεν ο Κωνσταντίνος την γυναίκα του Φαύσταν, την θυγατέρα Μαξιμιανού, και τον υιόν του Κρίσπον. Όθεν και εις τον αργυρούν ανδριάντα επέγραψε· «Τω ηδικημένω υιώ μου». Τον μεν γαρ Κρίσπον εθανάτωσεν αδίκως, δια την κατ’ αυτού συκοφαντίαν της Φαύστας. Την δε Φαύσταν δικαίως εφόνευσεν, ως συκοφαντήσασαν τον Κρίσπον, και γενομένην αιτίαν του εκείνου θανάτου.

Εάν ουν δώσωμεν, ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος εβαπτίσθη ύστερον, διατί επρόσμενε να βαπτισθή εις τον Ιορδάνην, τούτο ουδέν παραβλάπτει την αυτού αγιότητα. Καθότι και ο Μέγας Βασίλειος, και ο Θεολόγος Γρηγόριος, και πολλοί άλλοι Άγιοι επρόσμεναν να γένουν τριάκοντα χρόνων, και ούτω να βαπτισθούν κατά μίμησιν του Κυρίου. Και αυτός δε ο Κωνστάντιος, ο υιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εν τω καιρώ του θανάτου του εβαπτίσθη. Όθεν και ηξιώθη να ψάλλουν οι Άγιοι Άγγελοι, αφ’ ου την ψυχήν του παρέδωκεν, ως λέγει τούτο ο Θεολόγος Γρηγόριος. Ούτω γαρ εκείνος φησίν· «Επειδή τον Ταύρον (ήτοι το όρος του Ταύρου το εν τη Ανατολή κείμενον) υπερβάλλει το σώμα, προς την πατρώαν αυτώ (τω Κωνσταντίνω δηλαδή) πόλιν διασωζόμενον… Φωνή τις εκ των άκρων έστιν, οις εξηκούετο, οίον ψαλλόντων και παραπεμπόντων, αγγελικών, οίμαι, δυνάμεων, γέρας της ευσεβείας εκείνω, και αντίδοσις επιτάφιος. Και γαρ εις την ορθήν δόξαν παρακινείν έδοξεν, αλλά και τούτο της των υποδυναστευόντων σκαιότητος και κακοδοξίας το έγκλημα. Οι απλήν και απαγή εις ευσέβειαν παραλαβόντες ψυχήν, ου προορωμένην τα βάραθρα, απήγαγον, ήπερ εβούλοντο» (Λόγω β’ κατά Ιουλιανού).

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Θεαγένους (2).

Θεάγενες βλήθητι του πόντου μέσον,
Ω καν βυθισθής, ένδον εκνήξη πόλου.

Ούτος ήτον Επίσκοπος εν τη πόλει τη λεγομένη Παρίον, με το να εστάθη αύτη κτίσμα των Παρίων, ήτις ευρίσκεται μεταξύ της Κυζίκου και της Λαμψάκου. Ούτος λοιπόν διαβαλθείς εις τον τριβούνον Ζηλικίνθιον, ωμολόγησε τον Χριστόν Θεόν αληθινόν. Όθεν δέρνεται με ξύλα· έπειτα δένεται. Και μετά ταύτα ρίπτεται εις τον βυθόν της θαλάσσης. Και έτζι ετελείωσε τον δρόμον του μαρτυρίου και έλαβε παρά Κυρίου τον αμαράντινον στέφανον.

(2) Εν δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή γράφεται Θεογένους

*

Ο Άγιος Θεόπεμπτος εν ειρήνη τελειούται.

Τον Θεόπεμπτον, σαρκικής λύσαι πέδης,
Ήλθον, Θεού πέμψαντος, έμπυροι νόες.

*

Η Αγία Θεοδότη, η μήτηρ της πρώτης συζυγίας των Αγίων Αναργύρων, εν ειρήνη τελειούται (3).

Νόσω παρήλθε τον βίον Θεοδότη,
Νόσων λυτήρας η τεκούσα τω βίω.

(3) Όρα περί των τριών συζυγιών των Αναργύρων εν τη δεκάτη εβδόμη Οκτωβρίου.

*

Ο Όσιος Μάρκος ο κωφός εν ειρήνη τελειούται.

Ο Μάρκος ουκ ήκουε γηΐνων λόγων,
Και πριν λιπείν γην, ώτα γήθεν εξάγων.

*

Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Βασιλείου του εξ Αγκύρας.

Βρύχημα, χάσμα, δήγμα θηρών αγρίων,
Βασιλείου το πράον ου κατεπτόει.

Ούτος ο Άγιος Μάρτυς Βασίλειος ήτον κατά τους χρόνους του παραβάτου Ιουλιανού, εν έτει τξα’ [361], καταγόμενος από την πόλιν της Αγκύρας. Επειδή δε επίστευεν εις τον Χριστόν, δια τούτο επιάσθη. Και παρασταθείς εις τον ηγεμόνα Σατορνίλον, ωμολόγησε τον Χριστόν ενώπιον αυτού με πολλήν παρρησίαν. Όθεν κρεμασθείς καταξεσχίζεται ανελεήμονα. Έπειτα φέρεται από την Άγκυραν εις την Κωνσταντινούπολιν, και εκεί πάλιν καταξεσχίζεται. Και τόσον πολλά τεντόνεται ο αοίδιμος, ώστε οπού ευγήκαν αι αρμονίαι και κλείδωσες των χειρών και των ώμων του. Έπειτα κόπτουσι λωρία και ευγάνουν από το σώμα του. Και με σίδηρα πυρωμένα κατακεντούσι τας σάρκας του. Όλα δε ταύτα τα ανυπόφορα βάσανα ανδρείως υπέφερεν ο καρτερόψυχος. Όθεν και παρά Θεού τας αντιλήψεις και βοηθείας εδέξατο. Ριφθείς γαρ εις κάμινον πυρός, παραδόξως εφυλάχθη αβλαβής δια προσευχής του.
Μετά ταύτα στρέφεται δέσμιος εις την Καισάρειαν, και καταδικάζεται από τον εκεί άρχοντα δια να πολεμήση με τα θηρία. Προσευχηθείς λοιπόν και κτυπηθείς από μίαν λέαιναν, ετελειώθη, και έλαβε τον της αθλήσεως στέφανον. Τα δε ιερά αυτού λείψανα εσυμμάζωξαν επιμελώς μερικοί συγγενείς και ομόφυλοι, και τειλίξαντες με μύρα και σινδόνας, ενταφίασαν αυτά με την πρέπουσαν τιμήν, εις τόπον επίσημον. Ύστερον δε έκτισαν εκεί και Εκκλησίαν ιεράν εις τούτου το άγιον όνομα.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Σέργιος ξίφει τελειούται.

Ούτω τις είπεν εισιδών εις τον πέλας (4),
Όση χαρά Σέργιος ετμήθη κάραν!

(4) Εν δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή γράφεται έτζι ο στίχος ούτος· «Ουχ’ οίον ειπείν ουδέ προς γνώσιν φέρειν».

*

Ο Άγιος Μάρτυς Θεόπιστος λιθοβοληθείς τελειούται.

Κτείνει σε Θεόπιστε πιστέ τοις λίθοις,
Η των απίστων πληθύς εκ δυσβουλίας.

*

Μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Κοσμά, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Θαυματουργού, του εν τη σεβασμία Μονή της Χώρας (5).

Διπλήν έχων άνωθεν Κοσμά την χάριν,
Κόσμος μέγας πέφηνας υψηλού θρόνου.

(5) Ο Πατριάρχης ούτος Κοσμάς ανέβη εις τον θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως, από Μοναχός οπού ήτον πρότερον, κατά τους χρόνους του βασιλέως Μιχαήλ του Δούκα, ήτοι εν έτει ͵αος’ [1076], διάδοχος γενόμενος του προκατόχου αυτού Πατριάρχου Ξιφιλίνου. Ο Κοσμάς δε ούτος, ήτον μεν εστολισμένος με αρετάς πολλάς, δεν ήτον δε και με λόγους εξησκημένος. Όθεν δια τας αρετάς του ηγαπάτο από τον βασιλέα. Ούτος ο Πατριάρχης έστεψε βασιλέα Νικηφόρον τον Βοτανειάτην, όστις εβασίλευσεν εν έτει ͵αοη’ [1078]. (Όρα τον Μελέτιον, τομ. β’, σελ. 413.)

*

Ο Άγιος Νεομάρτυς Ζώρζης ο Γκιουρζής εμαρτύρησεν εν Μιτυλήνη, τελειωθείς δι’ αγχόνης εν έτει ͵αψο’ [1770] (6).

Σην χείρα καλώς αγχόνης Μάρτυς ω Ζώρζη θλίβε,
Θλίψεις γαρ ούτω δυσμενή θλίψαντά σε.

(6) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

 * * *

 


 

 

Άγιος Σίλβεστρος Πάπας ΡώμηςΤ ατ μην Β΄, μνήμη το ν γίοις Πατρς μν Σιλβέστρου Πάπα ώμης.

Ζωο νεκρν βον ασχύνων Ζαμβρν μάγον,
κα νεκρς ζν Σίλβεστρος ώμης Πάπας.

Θυμν ποπνείει Σίλβεστρος δευτέρ ο.

Οτος γιος δι τν ες τ κρον τς ρετς νάβασιν, χειροτονήθη τς πρεσβυτέρας ώμης πίσκοπος, φ’ ο κοιμήθη προκάτοχος τς ώμης πίσκοπος Μιλτιάδης. Πολλ δ θαύματα ποιήσας, τν Μέγαν ν βασιλεσι Κωνσταντνον πρς τν ες Χριστν πίστιν δήγησε. Κα δι το θείου Βαπτίσματος, τ τς ψυχς μο κα το σώματος πάθη ατο καθάρισε (1). Κα πέδειξε τν Χριστόν, τι προκηρύχθη παρ το νόμου. Ατς κα τν ταρον νέστησε, τν ποον βραος Ζαμβρς, θανάτωσε μέν, δν δυνήθη μως ν ναστήσ. Ες πολλος δ κα λλους νθρώπους ατιος σωτηρίας γεγονς μακάριος οτος Πατήρ, ες γρας βαθ πρς Κύριον ξεδήμησε. (Τν κατ πλάτος Βίον τούτου ρα ες τν Νέον Παράδεισον.) ν δ τ Μεγίστ Λαύρ, κα τ ερ Μον τν βήρων, σζεται ες λόγος πρς τν γιον τοτον Σίλβεστρον, ο ρχή· «Ο μν σεπτο κα θεόπται πόστολοι», στι δ ποίημα ωάννου το Ζωναρ. Ερίσκεται δ κα ν τ Λαύρ Βίος ατο, ο ρχή· «Εσέβιος Παμφίλου τν κκλησιαστικήν».

(1) Διαφωνίαν ερίσκω μεγάλην περ το βαπτίσματος το Μεγάλου Κωνσταντίνου. μν γρ κύριος Μελέτιος θηνν, σελ. 309 το πρώτου τόμου τς κκλησιαστικς στορίας, λέγει, τι γιος οτος Σίλβεστρος, κεκρυμμένος ν δι τν πικείμενον διωγμόν, κατήχησε τν Μέγαν Κωνσταντνον, κα βάπτισεν ατόν. στις ξελθν π τν κολυμβήθραν το γίου Βαπτίσματος, γινεν γιής, μ τ ν πεσον π τ σμά του σν λεπίδες, τ ξανθήματα πο εχε, κα τι, τοτο δν λαός, βαπτίσθησαν πολλοί. Κα τι, σοι λέγουσι, πς Κωνσταντνος βαπτίσθη ες τν Νικομήδειαν, ν γγς το θανάτου, π τν ρειανν Εσέβιον τν πίσκοπον Νικομηδείας, οτοι ψεύδονται, ς λέγουσιν ο πλείονες. Κα μάλιστα Θεοφάνης κα Μιχαλ Γλυκς.

δ εροσολύμων πολυμαθέστατος κύριος Δοσίθεος, σελ. 80 τς Δωδεκαβίβλου, τν ναντίαν δόξαν περασπίζεται, τι δηλαδ δν βαπτίσθη Μέγας Κωνσταντνος π τν γιον Σίλβεστρον ν τ ώμ. λλ βαπτίσθη ν τινι προαστεί τς Νικομηδείας π τν κοινότητα τν πισκόπων κατ τ τέλος τς ζως του. Φέρει δ μάρτυρας τν Εσέβιον Νικομηδείας, βεβαιοντα τοτο ες τ τέταρτον βιβλίον τς ζως Κωνσταντίνου, δηλαδ τι Κωνσταντνος συγκαλέσας τος πισκόπους, κοινς διελέχθη ατος περ το βαπτίσματος. Κα τι οκ βαπτίσθη πρότερον. Διότι βούλετο πελθεν κα βαπτισθναι ν τ ορδάν ποταμ. Οτω γρ π λέξεως λέγει· «π προάστειον τς Νικομηδέων φικνεται πόλεως. Κνταθα συγκαλέσας τος πισκόπους, δε πη ατος διελέξατο. Οτος ν ατς πάλαι μοι διψντι κα εχομέν τς ν Θε τυχεν σωτηρίας καιρς λπιζόμενος. ρα κα μς πολασαι τς θανατοποιο σφραγίδος. ρα το σωτηρίου σφραγίσματος μετασχεν. π είθρων ορδάνου ποταμο νενόουν ποτέ, φ’ ν κα Σωτρ ες μέτερον τύπον, το λουτρο μετασχεν μνημονεύεται. Θες δ’ ρα τ συμφέρον εδώς, ντεθεν δη τούτων μς ξιο» (κεφάλ. ξα΄).

μοίως φέρει μάρτυρα κα τν Θεοδώρητον λέγοντα ατολεξε ες τ λ΄ κεφ. Ι, το α΄ βιβλίου τς κκλησιαστικς στορίας. «ν Νικομηδεί δ τς Βιθυνίας διάγων, ρρώστησεν ( Κωνσταντνος δηλαδή), τ δ τς νθρωπίνης βιότητος δηλον πιστάμενος, το θείου Βαπτίσματος τ δρον δέξατο. νεβάλλετο δ μέχρι τοδε το χρόνου, ν ορδάν τ ποταμ τούτου τυχεν μειρόμενος». Φέρει δ κα τν Σωζόμενον λέγοντα ν κεφ. λβ΄, το β΄ βιβλίου· «Χαλεπώτερον δ διατεθείς, ( Κωνσταντνος δηλαδή), διεκομίσθη ες Νικομήδειαν. νθα δ ν προαστεί διάγων, μυήθη τν ερν Βάπτισιν». μοίως φέρει κα τν Σωκράτην τοτο μαρτυροντα.

Ο λέγει μως Δοσίθεος, τι βάπτισε τν γιον Κωνσταντνον ρειανς Εσέβιος. χι. Καθότι οδ ατς Εσέβιος ναφέρει τοτο. Ε γρ ατς βάπτισε τν Μέγαν Κωνσταντνον, βέβαια θελεν επ τοτο ες καύχημά του. λλ’ οδ ν Νικομηδεί βαπτίσθη, λλ’ ν προαστεί τς Νικομηδείας, π τς κοινότητος τν πισκόπων. τις οκ ν αρετική, λλ’ ρθόδοξος κα μόπιστος ατ. Κα μάλιστα ο γκριτοι τν ν Κωνσταντινουπόλει παρευρεθέντων πισκόπων σαν ο κολουθήσαντες ατ. Προσθέττει δ ατς Δοσίθεος, τι κοιν γνώμη τν κκλησιαστικν εναι, τι πρ το βαπτίσματος φόνευσεν Κωνσταντνος τν γυνακά του Φασταν, τν θυγατέρα Μαξιμιανο, κα τν υόν του Κρίσπον. θεν κα ες τν ργυρον νδριάντα πέγραψε· «Τ δικημέν υἱῷ μου». Τν μν γρ Κρίσπον θανάτωσεν δίκως, δι τν κατ’ ατο συκοφαντίαν τς Φαύστας. Τν δ Φασταν δικαίως φόνευσεν, ς συκοφαντήσασαν τν Κρίσπον, κα γενομένην ατίαν το κείνου θανάτου.

Ἐὰν ον δώσωμεν, τι Μέγας Κωνσταντνος βαπτίσθη στερον, διατ πρόσμενε ν βαπτισθ ες τν ορδάνην, τοτο οδν παραβλάπτει τν ατο γιότητα. Καθότι κα Μέγας Βασίλειος, κα Θεολόγος Γρηγόριος, κα πολλο λλοι γιοι πρόσμεναν ν γένουν τριάκοντα χρόνων, κα οτω ν βαπτισθον κατ μίμησιν το Κυρίου. Κα ατς δ Κωνστάντιος, υἱὸς το Μεγάλου Κωνσταντίνου, ν τ καιρ το θανάτου του βαπτίσθη. θεν κα ξιώθη ν ψάλλουν ο γιοι γγελοι, φ’ ο τν ψυχήν του παρέδωκεν, ς λέγει τοτο Θεολόγος Γρηγόριος. Οτω γρ κενός φησιν· «πειδ τν Ταρον (τοι τ ρος το Ταύρου τ ν τ νατολ κείμενον) περβάλλει τ σμα, πρς τν πατραν ατ Κωνσταντίν δηλαδή) πόλιν διασζόμενον… Φωνή τις κ τν κρων στιν, ος ξηκούετο, οον ψαλλόντων κα παραπεμπόντων, γγελικν, ομαι, δυνάμεων, γέρας τς εσεβείας κείν, κα ντίδοσις πιτάφιος. Κα γρ ες τν ρθν δόξαν παρακινεν δοξεν, λλ κα τοτο τς τν ποδυναστευόντων σκαιότητος κα κακοδοξίας τ γκλημα. Ο πλν κα παγ ες εσέβειαν παραλαβόντες ψυχήν, ο προορωμένην τ βάραθρα, πήγαγον, περ βούλοντο» (Λόγ β΄ κατ ουλιανο).

*

Τ ατ μέρ μνήμη το γίου ερομάρτυρος Θεαγένους (2).

Θεάγενες βλήθητι το πόντου μέσον,
κν βυθισθς, νδον κνήξ πόλου.

Οτος τον πίσκοπος ν τ πόλει τ λεγομέν Παρίον, μ τ ν στάθη ατη κτίσμα τν Παρίων, τις ερίσκεται μεταξ τς Κυζίκου κα τς Λαμψάκου. Οτος λοιπν διαβαλθες ες τν τριβονον Ζηλικίνθιον, μολόγησε τν Χριστν Θεν ληθινόν. θεν δέρνεται μ ξύλα· πειτα δένεται. Κα μετ τατα ίπτεται ες τν βυθν τς θαλάσσης. Κα τζι τελείωσε τν δρόμον το μαρτυρίου κα λαβε παρ Κυρίου τν μαράντινον στέφανον.

(2) ν δ τ τετυπωμέν Συναξαριστ γράφεται Θεογένους,

*

γιος Θεόπεμπτος ν ερήν τελειοται.

Τν Θεόπεμπτον, σαρκικς λσαι πέδης,
λθον, Θεο πέμψαντος, μπυροι νόες.

*

γία Θεοδότη, μήτηρ τς πρώτης συζυγίας τν γίων ναργύρων, ν ερήν τελειοται (3).

Νόσ παρλθε τν βίον Θεοδότη,
Νόσων λυτρας τεκοσα τ βί.

(3) ρα περ τν τριν συζυγιν τν ναργύρων ν τ δεκάτ βδόμ κτωβρίου.

*

σιος Μάρκος κωφς ν ερήν τελειοται.

Μάρκος οκ κουε γηΐνων λόγων,
Κα πρν λιπεν γν, τα γθεν ξάγων.

*

Μνήμη το γίου Μάρτυρος Βασιλείου το ξ γκύρας.

Βρύχημα, χάσμα, δγμα θηρν γρίων,
Βασιλείου τ προν ο κατεπτόει.

Οτος γιος Μάρτυς Βασίλειος τον κατ τος χρόνους το παραβάτου ουλιανο, ν τει τξα΄ [361], καταγόμενος π τν πόλιν τς γκύρας. πειδ δ πίστευεν ες τν Χριστόν, δι τοτο πιάσθη. Κα παρασταθες ες τν γεμόνα Σατορνλον, μολόγησε τν Χριστν νώπιον ατο μ πολλν παρρησίαν. θεν κρεμασθες καταξεσχίζεται νελεήμονα. πειτα φέρεται π τν γκυραν ες τν Κωνσταντινούπολιν, κα κε πάλιν καταξεσχίζεται. Κα τόσον πολλ τεντόνεται οίδιμος, στε πο εγκαν α ρμονίαι κα κλείδωσες τν χειρν κα τν μων του. πειτα κόπτουσι λωρία κα εγάνουν π τ σμά του. Κα μ σίδηρα πυρωμένα κατακεντοσι τς σάρκας του. λα δ τατα τ νυπόφορα βάσανα νδρείως πέφερεν καρτερόψυχος. θεν κα παρ Θεο τς ντιλήψεις κα βοηθείας δέξατο. ιφθες γρ ες κάμινον πυρός, παραδόξως φυλάχθη βλαβς δι προσευχς του.

Μετ τατα στρέφεται δέσμιος ες τν Καισάρειαν, κα καταδικάζεται π τν κε ρχοντα δι ν πολεμήσ μ τ θηρία. Προσευχηθες λοιπν κα κτυπηθες π μίαν λέαιναν, τελειώθη, κα λαβε τν τς θλήσεως στέφανον. Τ δ ερ ατο λείψανα συμμάζωξαν πιμελς μερικο συγγενες κα μόφυλοι, κα τειλίξαντες μ μρα κα σινδόνας, νταφίασαν ατ μ τν πρέπουσαν τιμήν, ες τόπον πίσημον. στερον δ κτισαν κε κα κκλησίαν ερν ες τούτου τ γιον νομα.

*

γιος Μάρτυς Σέργιος ξίφει τελειοται.

Οτω τις επεν εσιδν ες τν πέλας (4),
σ χαρ Σέργιος τμήθη κάραν!

(4) ν δ τ τετυπωμέν Συναξαριστ γράφεται τζι στίχος οτος· «Οχοον επεν οδ πρς γνσιν φέρειν».

*

γιος Μάρτυς Θεόπιστος λιθοβοληθες τελειοται.

Κτείνει σε Θεόπιστε πιστ τος λίθοις,
τν πίστων πληθς κ δυσβουλίας.

*

Μνήμη το ν γίοις Πατρς μν Κοσμ, ρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως το Θαυματουργο, το ν τ σεβασμί Μον τς Χώρας (5).

Διπλν χων νωθεν Κοσμ τν χάριν,
Κόσμος μέγας πέφηνας ψηλο θρόνου.

(5) Πατριάρχης οτος Κοσμς νέβη ες τν θρόνον τς Κωνσταντινουπόλεως, π Μοναχς πο τον πρότερον, κατ τος χρόνους το βασιλέως Μιχαλ το Δούκα, τοι ν τει ͵αος΄ [1076], διάδοχος γενόμενος το προκατόχου ατο Πατριάρχου Ξιφιλίνου. Κοσμς δ οτος, τον μν στολισμένος μ ρετς πολλάς, δν τον δ κα μ λόγους ξησκημένος. θεν δι τς ρετάς του γαπτο π τν βασιλέα. Οτος Πατριάρχης στεψε βασιλέα Νικηφόρον τν Βοτανειάτην, στις βασίλευσεν ν τει ͵αοη΄ [1078]. (ρα τν Μελέτιον, τόμ. β΄, σελ. 413.)

*

γιος Νεομάρτυς Ζώρζης Γκιουρζς μαρτύρησεν ν Μιτυλήν, τελειωθες δι’ γχόνης ν τει ͵αψο΄ [1770] (6).

Σν χερα καλς γχόνης Μάρτυς Ζώρζη θλίβε,
Θλίψεις γρ οτω δυσμεν θλίψαντά σε.

(6) Τ Μαρτύριον ατο ρα ες τ Νέον Μαρτυρολόγιον.

Τας τν σν γίων πρεσβείαις Χριστ Θες λέησον μς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

 * * *

 

 

Των Αγίων Σιλβέστρου Πάπα Ρώμης, Θεαγένους, Θεοπέμπτου, Θεοδότης, Μάρκου, Βασιλείου του εξ Αγκύρας κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.