Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου18 Ιουλίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΙΗ’, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Αιμιλιανού.
Αιμιλιανός ανθράκων βληθείς μέσον.
Ον Ησαΐας είδεν άνθρακα βλέπει.
Ογδοάτη δεκάτη καύσαν πυρί Αιμιλιανόν.
Ούτος εκατάγετο από το Δορόστολον, η οποία είναι πόλις Μοισίας της εν τη Θράκη, και ήτον δούλος ενός Έλληνος, κατά τους χρόνους Ιουλιανού του Παραβάτου, και Καπετωλίνου Βικαρίου εν έτει τξα’ [361]. Εσέβετο δε και επίστευεν εις τον Χριστόν, τα δε είδωλα απεστρέφετο. Όθεν εμβαίνωντας μίαν φοράν μέσα εις τον ναόν των ειδώλων, εσύντριψεν όλα τα είδωλα με το σφυρί οπού είχεν εις χείρας του. Επειδή δε ετραβίζοντο πολλοί εις καταδίκην δια το συμβεβηκός τούτο, και εδέρνοντο, με το να μην ήτον φανερός ο το έργον τούτο ποιήσας, τούτου χάριν ο Άγιος επήγε μόνος και εφανέρωσε τον εαυτόν του, ότι αυτός τούτο εποίησεν. Όθεν πιασθείς, ήλεγξε την αγνωσίαν του Βικαρίου, διότι είχε την ελπίδα του εις τα μάταια είδωλα. Δια τούτο εδάρθη ασπλάγχνως με βούνευρα, έπειτα ερρίφθη εις την φωτίαν, και άκαυστος διαμείνας, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, παρά του οποίου έλαβε του μαρτυρίου τον αμάραντον στέφανον. Τελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τω Ναώ αυτού τω ευρισκομένω εις τόπον καλούμενον Ράβδος (1).
(1) Περί του Αγίου Αιμιλιανού τούτου γράφει ο Θεοδώρητος, εν βιβλίω τρίτω, κεφαλ. έκτω της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, ταύτα· «Εν Δοροστόλω, πόλις δε αύτη της Θράκης επίσημος, Αιμιλιανός ο νικηφόρος αγωνιστής, υπό Καπετωλίνου του της Θράκης απάσης άρχοντος, παρεδόθη πυρά». Σημείωσαι, ότι εν τη Μεγίστη Λαύρα σώζεται το Μαρτύριον τούτου ελληνικόν, ου η αρχή· «Βασιλεύοντος του ασεβεστάτου Ιουλιανού».
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Παύλου, Ουαλεντίνης, και Θεής.
Εις τον Παύλον.
Αιγυπτιάζεις Παύλε γλώττη του γένους,
Ου μην γε πίστει· τοιγαρούν κτείνη ξίφει.
Εις την Ουαλεντίναν και Θεήν.
Ουαλεντίναν και Θεήν ηρτημένας,
Εχθροί Θεού ξαίνουσιν, ως εχθράς πλάνης.
Ούτοι οι Άγιοι ήτον αδελφοί κατά σάρκα, και εκατάγοντο από την Αίγυπτον. Φερθέντες δε εις την πόλιν Διοκαισάρειαν, επαραστάθησαν εις τον άρχοντα Φιρμιλιανόν, και ομολογήσαντες το όνομα του Χριστού, εκάηκαν εις τα δεξιά ποδάρια, και ετυφλώθησαν εις τα δεξιά ομμάτια. Η δε Αγία Ουαλεντίνα και η Θεή κρεμασθείσαι επάνω εις ξύλον, εξέσθησαν, και εθανατώθησαν με φωτίαν και σίδηρον. Ο δε Άγιος Παύλος βασανισθείς πρότερον, ευχήθη με μεγάλην φωνήν δια τους Χριστιανούς, δια τους Ιουδαίους, δια τους Σαμαρείτας, και δια να παύση ο κατά των Χριστιανών διωγμός, τόσον οπού, εκίνησεν όλους τους παρεστώτας εις σπλάγχνος και συμπάθειαν, και έτζι απεκεφαλίσθη. Όθεν έλαβον ομού και οι τρεις τους στεφάνους της αθλήσεως.
*
Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Υακίνθου του εν Αμάστριδι.
Ως οσφράδιον υακίνθινον Λόγε,
Δέξαι τον Υάκινθον αυτοίς καλάμοις.
Ούτος ο Άγιος εγεννήθη από γονείς ευσεβείς, Θεοκλήτου και Θεονίλλης καλουμένων, κατά τους χρόνους του Επισκόπου Ηρακλείδου, όστις επεσκόπευεν εις την Αμάστριδα την παραθαλασσίαν, την ευρισκομένην εις την Μαύρην Θάλασσαν. Έλαβε δε ο Άγιος ούτος το όνομα Υάκινθος, από επιφάνειαν θείου Αγγέλου. Όταν δε έγινε τριών χρόνων, ανέστησεν ένα νεκρόν παιδίον με την επικάλεσιν του ονόματος του Χριστού. Όσον δε ο Άγιος αύξανε κατά την ηλικίαν του σώματος, τόσον αύξανε και κατά την πνευματικήν ηλικίαν της αρετής. Εποίησε δε πολλά θαύματα ο μακάριος, έως οπού έφθασεν εις το γηρατείον. Βλέπωντας δε τους ειδωλολάτρας Έλληνας να προσκυνούν ένα δένδρον της καλουμένης πτελαίας, το οποίον ήτον τρυπημένον και κούφιον, τούτου χάριν ζήλω θείω κινηθείς ο αοίδιμος, επήγε και έκοψεν αυτό. Όθεν πιασθείς εφέρθη εις τον ηγεμόνα Κανστρίσιον ονόματι, και εις τους άρχοντας της πόλεως, και εδάρθη δυνατά. Είτα εξερρίζωσαν τα οδόντιά του. Μετά ταύτα δέσαντες αυτόν με σχοινία, τον έσυραν έξω της πόλεως, και τον επλήγωσαν με οξέα καλάμια. Ύστερον έβαλον αυτόν εις φυλακήν, και εκεί παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. Λέγεται δε, ότι εις την μνήμην αυτού γίνεται ένα τοιούτον θαυμάσιον. Ο τάφος του Αγίου είναι υποκάτω εις την γην, μέσα εις τον οποίον ευρίσκεται το τίμιον αυτού λείψανον. Όταν λοιπόν οι Χριστιανοί συναχθούν εις την ημέραν της εορτής του, και αρχίσουν να ψάλλουν, τότε αναβρύει αποκάτω από τον τάφον χώμα, το οποίον πέρνωντας ο Επίσκοπος εις ένα αγγείον ιερόν, διαμοιράζει αυτό εις τους Χριστιανούς, και δι’ αυτού ιατρεύονται τα πάθη της ψυχής και του σώματος.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Μάρκελλος, εν πυρακτωθέντι κραββάτω απλωθείς, τελειούται.
Ανακλιθείς Μάρκελλος εις πυρός κλίνην,
Ύπνωσεν ύπνον τον μακάριον πάνυ.
*
Οι Άγιοι Μάρτυρες Δάσιος και Μάρων ξίφει τελειούνται.
Η της κεφαλής εκτομή του Δασίου,
Τέλους ομοίου σοι Μάρων δαδουχία.
*
Ο Όσιος Παμβώ εν ειρήνη τελειούται (2).
Εαυτόν εσταύρωσε Παμβώ τω βίω,
Και σοι παρέστη Σώτερ εσταυρωμένε.
(2) Τούτου του Οσίου Παμβώ τον Βίον όρα εις το Λαυσαϊκόν. Ενωχλήθη δέ ποτε ο Όσιος ούτος από τον δαίμονα της βλασφημίας και παρεκάλει υπέρ τούτου τον Θεόν. Ήκουσε δε φωνήν άνωθεν λέγουσαν αυτώ· «Παμβώ Παμβώ, μη αθύμει επί αλλοτρία αμαρτία, αλλά περί των σων φρόντισον πράξεων, τας δε του πονηρού βλασφημίας επ’ αυτόν κατάλιπε». Και ημείς ουν αδελφοί καταφρονήσωμεν του λογισμού της βλασφημίας ως σατανικού και αλλοτρίου ημών. Και ούτω δια της εξουδενώσεως, δυνησόμεθα απαλλαγήναι αυτού, Θεού χάριτι. Ου γαρ άλλως τούτου περιγενέσθαι ισχύσομεν (σελ. 722, του Ευεργετινού). Ο αυτός δε Ευεργετινός λέγει (σελ. 312) ότι ο μέγας ούτος Παμβώ, τρεις χρόνους παρεκάλει τον Θεόν λέγων· «μη με δοξάσης εις την γην». Όθεν δια την ταπείνωσίν του ταύτην, τόσον εδόξασεν αυτόν ο Θεός, ώστε οπού δεν εδύνετό τινας να ιδή εις το πρόσωπόν του από την δόξαν και λαμπρότητα οπού είχε. Το αυτό δε χάρισμα είχε και ο Αββάς Σισώης, και ο Σιλουανός.
*
Μνήμη των εν Αγίοις πατέρων ημών Στεφάνου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του εξ Αμασείας, και Ιωάννου Μητροπολίτου Χαλκηδόνος.
Λυθέντες εκ γης οι δύω Επίσκοποι,
Πάρεισιν ήδη τω νόων Επισκόπω.
*
Τα εγκαίνια του Ναού της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου εν τοις Καλλιστράτου.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΗ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Αἱμιλιανοῦ.
Αἱμιλιανὸς ἀνθράκων βληθεὶς μέσον.
Ὃν Ἡσαΐας εἶδεν ἄνθρακα βλέπει.
Ὀγδοάτῃ δεκάτῃ καῦσαν πυρὶ Αἱμιλιανόν.
Οὗτος ἐκατάγετο ἀπὸ τὸ Δορόστολον, ἡ ὁποία εἶναι πόλις Μοισίας τῆς ἐν τῇ Θράκῃ, καὶ ἦτον δοῦλος ἑνὸς Ἕλληνος, κατὰ τοὺς χρόνους Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου, καὶ Καπετωλίνου Βικαρίου ἐν ἔτει τξα΄ [361]. Ἐσέβετο δὲ καὶ ἐπίστευεν εἰς τὸν Χριστόν, τὰ δὲ εἴδωλα ἀπεστρέφετο. Ὅθεν ἐμβαίνωντας μίαν φορὰν μέσα εἰς τὸν ναὸν τῶν εἰδώλων, ἐσύντριψεν ὅλα τὰ εἴδωλα μὲ τὸ σφυρὶ ὁποῦ εἶχεν εἰς χεῖράς του. Ἐπειδὴ δὲ ἐτραβίζοντο πολλοὶ εἰς καταδίκην διὰ τὸ συμβεβηκὸς τοῦτο, καὶ ἐδέρνοντο, μὲ τὸ νὰ μὴν ἦτον φανερὸς ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας, τούτου χάριν ὁ Ἅγιος ἐπῆγε μόνος καὶ ἐφανέρωσε τὸν ἑαυτόν του, ὅτι αὐτὸς τοῦτο ἐποίησεν. Ὅθεν πιασθείς, ἤλεγξε τὴν ἀγνωσίαν τοῦ Βικαρίου, διότι εἶχε τὴν ἐλπίδα του εἰς τὰ μάταια εἴδωλα. Διὰ τοῦτο ἐδάρθη ἀσπλάγχνως μὲ βούνευρα, ἔπειτα ἐρρίφθη εἰς τὴν φωτίαν, καὶ ἄκαυστος διαμείνας, παρέδωκε τὴν ψυχήν του εἰς χεῖρας Θεοῦ, παρὰ τοῦ ὁποίου ἔλαβε τοῦ μαρτυρίου τὸν ἀμάραντον στέφανον. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτοῦ Σύναξις καὶ ἑορτὴ ἐν τῷ Ναῷ αὐτοῦ τῷ εὑρισκομένῳ εἰς τόπον καλούμενον Ῥάβδος (1).
(1) Περὶ τοῦ Ἁγίου Αἱμιλιανοῦ τούτου γράφει ὁ Θεοδώρητος, ἐν βιβλίῳ τρίτῳ, κεφαλ. ἕκτῳ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ταῦτα· «Ἐν Δοροστόλῳ, πόλις δὲ αὕτη τῆς Θρᾴκης ἐπίσημος, Αἱμιλιανὸς ὁ νικηφόρος ἀγωνιστής, ὑπὸ Καπετωλίνου τοῦ τῆς Θρᾴκης ἁπάσης ἄρχοντος, παρεδόθη πυρᾷ». Σημείωσαι, ὅτι ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ σῴζεται τὸ Μαρτύριον τούτου ἑλληνικόν, οὗ ἡ ἀρχή· «Βασιλεύοντος τοῦ ἀσεβεστάτου Ἰουλιανοῦ».
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Παύλου, Οὐαλεντίνης, καὶ Θεῆς.
Εἰς τὸν Παῦλον.
Αἰγυπτιάζεις Παῦλε γλώττῃ τοῦ γένους,
Οὐ μήν γε πίστει· τοιγαροῦν κτείνῃ ξίφει.
Εἰς τὴν Οὐαλεντίναν καὶ Θεήν.
Οὐαλεντίναν καὶ Θεὴν ᾐρτημένας,
Ἐχθροὶ Θεοῦ ξαίνουσιν, ὡς ἐχθρὰς πλάνης.
Οὗτοι οἱ Ἅγιοι ἦτον ἀδελφοὶ κατὰ σάρκα, καὶ ἐκατάγοντο ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον. Φερθέντες δὲ εἰς τὴν πόλιν Διοκαισάρειαν, ἐπαραστάθησαν εἰς τὸν ἄρχοντα Φιρμιλιανόν, καὶ ὁμολογήσαντες τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐκάηκαν εἰς τὰ δεξιὰ ποδάρια, καὶ ἐτυφλώθησαν εἰς τὰ δεξιὰ ὀμμάτια. Ἡ δὲ Ἁγία Οὐαλεντίνα καὶ ἡ Θεὴ κρεμασθεῖσαι ἐπάνω εἰς ξύλον, ἐξέσθησαν, καὶ ἐθανατώθησαν μὲ φωτίαν καὶ σίδηρον. Ὁ δὲ Ἅγιος Παῦλος βασανισθεὶς πρότερον, εὐχήθη μὲ μεγάλην φωνὴν διὰ τοὺς Χριστιανούς, διὰ τοὺς Ἰουδαίους, διὰ τοὺς Σαμαρείτας, καὶ διὰ νὰ παύσῃ ὁ κατὰ τῶν Χριστιανῶν διωγμός, τόσον ὁποῦ, ἐκίνησεν ὅλους τοὺς παρεστῶτας εἰς σπλάγχνος καὶ συμπάθειαν, καὶ ἔτζι ἀπεκεφαλίσθη. Ὅθεν ἔλαβον ὁμοῦ καὶ οἱ τρεῖς τοὺς στεφάνους τῆς ἀθλήσεως.
*
Μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ὑακίνθου τοῦ ἐν Ἀμάστριδι.
Ὡς ὀσφράδιον ὑακίνθινον Λόγε,
Δέξαι τὸν Ὑάκινθον αὐτοῖς καλάμοις.
Οὗτος ὁ Ἅγιος ἐγεννήθη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, Θεοκλήτου καὶ Θεονίλλης καλουμένων, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἐπισκόπου Ἡρακλείδου, ὅστις ἐπεσκόπευεν εἰς τὴν Ἀμάστριδα τὴν παραθαλασσίαν, τὴν εὑρισκομένην εἰς τὴν Μαύρην Θάλασσαν. Ἔλαβε δὲ ὁ Ἅγιος οὗτος τὸ ὄνομα Ὑάκινθος, ἀπὸ ἐπιφάνειαν θείου Ἀγγέλου. Ὅταν δὲ ἔγινε τριῶν χρόνων, ἀνέστησεν ἕνα νεκρὸν παιδίον μὲ τὴν ἐπικάλεσιν τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὅσον δὲ ὁ Ἅγιος αὔξανε κατὰ τὴν ἡλικίαν τοῦ σώματος, τόσον αὔξανε καὶ κατὰ τὴν πνευματικὴν ἡλικίαν τῆς ἀρετῆς. Ἐποίησε δὲ πολλὰ θαύματα ὁ μακάριος, ἕως ὁποῦ ἔφθασεν εἰς τὸ γηρατεῖον. Βλέπωντας δὲ τοὺς εἰδωλολάτρας Ἕλληνας νὰ προσκυνοῦν ἕνα δένδρον τῆς καλουμένης πτελαίας, τὸ ὁποῖον ἦτον τρυπημένον καὶ κούφιον, τούτου χάριν ζήλῳ θείῳ κινηθεὶς ὁ ἀοίδιμος, ἐπῆγε καὶ ἔκοψεν αὐτό. Ὅθεν πιασθεὶς ἐφέρθη εἰς τὸν ἡγεμόνα Κανστρίσιον ὀνόματι, καὶ εἰς τοὺς ἄρχοντας τῆς πόλεως, καὶ ἐδάρθη δυνατά. Εἶτα ἐξερρίζωσαν τὰ ὀδόντιά του. Μετὰ ταῦτα δέσαντες αὐτὸν μὲ σχοινία, τὸν ἔσυραν ἔξω τῆς πόλεως, καὶ τὸν ἐπλήγωσαν μὲ ὀξέα καλάμια. Ὕστερον ἔβαλον αὐτὸν εἰς φυλακήν, καὶ ἐκεῖ παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν του εἰς χεῖρας Θεοῦ. Λέγεται δέ, ὅτι εἰς τὴν μνήμην αὐτοῦ γίνεται ἕνα τοιοῦτον θαυμάσιον. Ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου εἶναι ὑποκάτω εἰς τὴν γῆν, μέσα εἰς τὸν ὁποῖον εὑρίσκεται τὸ τίμιον αὐτοῦ λείψανον. Ὅταν λοιπὸν οἱ Χριστιανοὶ συναχθοῦν εἰς τὴν ἡμέραν τῆς ἑορτῆς του, καὶ ἀρχίσουν νὰ ψάλλουν, τότε ἀναβρύει ἀποκάτω ἀπὸ τὸν τάφον χῶμα, τὸ ὁποῖον πέρνωντας ὁ Ἐπίσκοπος εἰς ἕνα ἀγγεῖον ἱερόν, διαμοιράζει αὐτὸ εἰς τοὺς Χριστιανούς, καὶ δι’ αὐτοῦ ἰατρεύονται τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μάρκελλος, ἐν πυρακτωθέντι κραββάτῳ ἁπλωθείς, τελειοῦται.
Ἀνακλιθεὶς Μάρκελλος εἰς πυρὸς κλίνην,
Ὕπνωσεν ὕπνον τὸν μακάριον πάνυ.
*
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δάσιος καὶ Μάρων ξίφει τελειοῦνται.
Ἡ τῆς κεφαλῆς ἐκτομὴ τοῦ Δασίου,
Τέλους ὁμοίου σοὶ Μάρων δαδουχία.
*
Ὁ Ὅσιος Παμβὼ ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται (2).
Ἑαυτὸν ἐσταύρωσε Παμβὼ τῷ βίῳ,
Καὶ σοὶ παρέστη Σῶτερ ἐσταυρωμένε.
(2) Τούτου τοῦ Ὁσίου Παμβὼ τὸν Βίον ὅρα εἰς τὸ Λαυσαϊκόν. Ἐνωχλήθη δέ ποτε ὁ Ὅσιος οὗτος ἀπὸ τὸν δαίμονα τῆς βλασφημίας καὶ παρεκάλει ὑπὲρ τούτου τὸν Θεόν. Ἤκουσε δὲ φωνὴν ἄνωθεν λέγουσαν αὐτῷ· «Παμβὼ Παμβώ, μὴ ἀθύμει ἐπὶ ἀλλοτρίᾳ ἁμαρτίᾳ, ἀλλὰ περὶ τῶν σῶν φρόντισον πράξεων, τὰς δὲ τοῦ πονηροῦ βλασφημίας ἐπ’ αὐτὸν κατάλιπε». Καὶ ἡμεῖς οὖν ἀδελφοὶ καταφρονήσωμεν τοῦ λογισμοῦ τῆς βλασφημίας ὡς σατανικοῦ καὶ ἀλλοτρίου ἡμῶν. Καὶ οὕτω διὰ τῆς ἐξουδενώσεως, δυνησόμεθα ἀπαλλαγῆναι αὐτοῦ, Θεοῦ χάριτι. Οὐ γὰρ ἄλλως τούτου περιγενέσθαι ἰσχύσομεν (σελ. 722, τοῦ Εὐεργετινοῦ). Ὁ αὐτὸς δὲ Εὐεργετινὸς λέγει (σελ. 312) ὅτι ὁ μέγας οὗτος Παμβώ, τρεῖς χρόνους παρεκάλει τὸν Θεὸν λέγων· «μή με δοξάσῃς εἰς τὴν γῆν». Ὅθεν διὰ τὴν ταπείνωσίν του ταύτην, τόσον ἐδόξασεν αὐτὸν ὁ Θεός, ὥστε ὁποῦ δὲν ἐδύνετό τινας νὰ ἰδῇ εἰς τὸ πρόσωπόν του ἀπὸ τὴν δόξαν καὶ λαμπρότητα ὁποῦ εἶχε. Τὸ αὐτὸ δὲ χάρισμα εἶχε καὶ ὁ Ἀββᾶς Σισώης, καὶ ὁ Σιλουανός.
*
Μνήμη τῶν ἐν Ἁγίοις πατέρων ἡμῶν Στεφάνου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ ἐξ Ἀμασείας, καὶ Ἰωάννου Μητροπολίτου Χαλκηδόνος.
Λυθέντες ἐκ γῆς οἱ δύω Ἐπίσκοποι,
Πάρεισιν ἤδη τῷ νόων Ἐπισκόπῳ.
*
Τὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ἐν τοῖς Καλλιστράτου.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *