Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου17 Οκτωβρίου

Των Αγίων Ωσηέ του Προφήτου, Ανδρέου του Οσιομάρτυρος του εν τη Κρίσει κ.α.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Προφήτης ΩσηέΤω αυτώ μηνί ΙΖ’, μνήμη του Αγίου Προφήτου Ωσηέ.

Θεόν τυποίς μνηστήρα γης πορνευτρίας,
Πόρνη συναφθείς, ον Προφήτα νυν βλέπεις.

Εβδομάτη δεκάτη Ωσηέ νέκυν κτερέϊζον (ήτοι ενταφίαζον).

Ούτος ήτον από την φυλήν του Ισάχαρ υιός Βεηρεί (ή Βενιή), εκ Γαλεμώθ (ή Βαλεθώμ). Ερμηνεύεται δε ο Ωσηέ ελληνιστί σωζόμενος, ή φύλαξ, ή σκιάζων. Αφ’ ου δε ούτος επροφήτευσε πολλά κατά του Ισραήλ, έδωκε και σημείον παράδοξον, ότι θέλει έλθη ο Κύριος εις την γην, και θέλει συναναστραφή με τους ανθρώπους. Όταν δηλαδή βασιλεύη ο ήλιος εις την Σηλώμ, και μοιρασθή εις δύω μέρη. Και ότι θέλουν γένουν δώδεκα δρύες, οπού να ακολουθούν και να υπακούουν εις τον επί γης φανέντα Θεόν. Από τον οποίον θέλει σωθή όλη η γη. Αποθανών δε ούτος εν ειρήνη, ετάφη εις την γην αυτού. Προέλαβε δε την του Χριστού έλευσιν έτη ωκβ’ [822] (1).

(1) Περί του Προφήτου τούτου Ωσηέ γράφει ο Αλέξανδρος εις τα Ιουδαϊκά, ότι αυτός ήκμαζε κατά τους χρόνους Οζίου και Ιωάθαμ και Άχαζ, και Εζεκία των βασιλέων του Ιούδα, και Ιεροβοάμ δευτέρου βασιλέως Ισραήλ. Εσύγκρινε δε ούτος την ηγεμονίαν του Ισραήλ με δύω γυναίκας πόρνας και μοιχαλίδας, αι οποίαι χωρίζονται μεν, από τους γνησίους άνδρας των, ερώσι δε, άλλων. Εις δεκατέσσαρα δε κεφάλαια μοιράζεται η τούτου προφητεία, και ζήλον εν τούτοις δείχνει περί της του Θεού ημελημένης λατρείας. Ήτον δε σύγχρονος με τον Προφήτην Αμώς και Ησαΐαν. Παρέτεινε δε το έργον της προφητείας του επέκεινα των εβδομήκοντα χρόνων, κατά τον Κανόνικον Κλήμεντα. Σύντομος δε είναι κατά την φράσιν και περιεσταλμένος. Αι δώδεκα δε δρύες αι ακολουθούσαι τω φανέντι Θεώ, επροσήμαινον τους δώδεκα Αποστόλους. Και όρα εις την τριακοστήν του Ιουνίου.

*

Άγιος Ανδρέας εν ΚρίσειΤη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Οσιομάρτυρος Ανδρέου του εν τη Κρίσει.

Αμφοίν ποδών σων Ανδρέα τμηθείς ένα,
Αθλήσεως σης εκπεραίνεις τον δρόμον.

Ούτος ο αοίδιμος Ανδρέας ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου, εν έτει ψμα’ [741], γέννημα και θρέμμα της Κρήτης, της πλέον ευνομωτάτης από τας άλλας νήσους. Υιός γονέων ευσεβών και εναρέτων. Ούτος λοιπόν καλώς ανατραφείς, έγινεν εργάτης θερμός των του Θεού εντολών. Επειδή δε έβλεπε την ποίμνην του Χριστού διαφθειρομένην από την κακόφρονα αίρεσιν της εικονομαχίας, τούτου χάριν ελθών εις την Κωνσταντινούπολιν, και παραστάς εις τον βασιλέα, ήλεγχε την αυτού ασέβειαν. Και παρρησία ελάλει την αλήθειαν: ότι δηλαδή πρέπει να προσκυνούνται αι άγιαι εικόνες. Ο δε βασιλεύς μη υποφέρωντας την παρρησίαν, κόπτει τον λόγον και ομιλίαν του Αγίου, και προστάζει τους παρεστώτας να τον πιάσουν. Εκείνοι δε ορμήσαντες κατ’ επάνω του με βαρέας και φονικάς χείρας, άλλοι μεν, τον επίασαν από την κεφαλήν, άλλοι δε, από τας χείρας. Άλλοι, από το επανωφόρι και άλλοι, από το έσω φόρεμα. Και έτζι με πολλήν ύβριν και ατιμίαν, τάχα δια να κάμουν χάριν εις τον τούτους προστάξαντα τύραννον, ρίπτουσι κατά γης τον Άγιον, τον όντα υψηλόν και υπέρτερον της γης κατά την διάνοιαν. Και δεν έπαυσαν οι θηριώδεις, από το να τραβίζουν και να δέρνουν τον μακάριον, έως οπού ο βασιλεύς, αφ’ ου αρκετά εξεδικήθη την παρρησίαν του αθλητού, επρόσταξε να τον αφήσουν.

Τότε πάλιν ο Άγιος, πολλά μεν και άλλα έλεγε δια να αποδείξη, ότι πρέπει να προσκυνώνται και να τιμώνται αι άγιαι εικόνες. Επρόσθεττε δε και τούτο. Ότι ανίσως εσείς οι βασιλείς με δεινάς τιμωρίας παιδεύετε εκείνους, οπού ήθελαν ατιμάσουν τους βασιλικούς ανδριάντας σας, ωσάν να ήθελαν ατιμάσουν και εσάς τους ιδίους, πόσην άράγε θεϊκήν οργήν και παιδείαν μέλλετε να λάβετε εσείς, οπού υβρίζετε την εικόνα του Δεσπότου Χριστού; Από τα λόγια ταύτα άναψεν ο τύραννος, και παρευθύς επρόσταξε να ξεγυμνώσουν τον Άγιον. Και τεντώσαντες αυτόν δυνατά με σχοινία, να τον δέρνουν. Τούτου δε γενομένου, εκοκκίνησε το έδαφος της γης από το αίμα του Μάρτυρος. Είτα αφέθη από τον δαρμόν. Και επειδή ο γενναίος αγωνιστής δεν επείσθη, ούτε από δωρεάς και χαρίσματα, ούτε από φοβερισμούς μεγαλιτέρων βασάνων, δια τούτο πάλιν δέρνεται ο αοίδιμος με μεγάλην ωμότητα. Και σκάπτονται τα πλευρά του. Και το στόμα του τζακίζεται. Και έπειτα ρίπτεται εις την φυλακήν.

Την δε ερχομένην ημέραν, παραστέκεται πάλιν ο Άγιος εις τον τύραννον. Και επειδή με περισσοτέραν τόλμην αντιστάθη εις αυτόν, δια τούτο καταξεσχίζεται. Και διαφθείρονται η περισσότεραις σάρκες του από τας πληγάς. Τελευταίον δε, εδέθη από τους πόδας με σχοινία, και εσύρθη ο μακάριος κατά γης ανάμεσα εις όλον το παζάρι. Οι δε σύροντες αυτόν, εσπούδαζον να υπάγουν να τον ρίψουν εις τον τόπον των καταδικαζομένων κακούργων. Εν τω καιρώ δε εκείνω, εν ω εσύρετο ο Άγιος, έτυχεν ένας να πιάση οψάρια και να τα φέρη εις το παζάρι δια να τα πωλήση. Κινηθείς δε ούτος από ένα άγριον δαίμονα, άρπασε μίαν κοπίδα, με την οποίαν έκοπτον οι μακελλάριοι τα κρέατα. Και κατεβάσας αυτήν εις το μέσον του ενός ποδαρίου του Αγίου, θανατόνοι αυτόν και καταπαύει τον της αθλήσεως δρόμον του Μάρτυρος. Και ούτω πέμπει την μακαρίαν του ψυχήν εις τας αιωνίους μονάς. Το δε τίμιον αυτού λείψανον ερρίφθη εις τον τόπον των κακοποιών και φονέων ανθρώπων. Εκεί λοιπόν ευρίσκετο αυτό εις πολύν καιρόν, μεμιγμένον ομού με τα νεκρά σώματα των κακούργων. Δώδεκα δε άνθρωποι δαιμονισμένοι, όντες από διάφορα μέρη της Κωνσταντινουπόλεως, ωσάν να είχον συμφωνίαν, επήγαν ομού και επήραν το άγιον λείψανον, και ενταφίασαν αυτό εις ένα ιερόν τόπον, ο οποίος επωνομάζετο Κρίσις. Και δια μισθόν της ευρέσεως και ενταφιάσεως αυτού, ελευθερώθησαν από τα δαιμόνια. (Το πλατύτερον Συναξάριον τούτου όρα εις τον Νέον Παράδεισον. Τούτο δε ελληνιστί συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Πολλή κατά των του Χριστού Μαρτύρων». Σώζεται εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις, και προ τούτων εν τη Μεγίστη Λαύρα.)

*

Η Ανακομιδή του λειψάνου του Αγίου και δικαίου Λαζάρου.

Αίρουσα Χριστού τω φίλω πόλις πύλας,
Λάζαρε δεύρο χριστομιμήτως λέγει.

Ο μακάριος και αοίδιμος και εν βασιλεύσι σοφώτατος και πιστότατος Λέων, εν έτει ωϞ’ [890], κινηθείς από ζήλον θείον, και ωσάν από μίαν θείαν έμπνευσιν, πρώτον μεν, έκτισε μίαν Εκκλησίαν μεγαλωτάτην και ωραιοτάτην του Αγίου και δικαίου Λαζάρου, και Μοναστήριον ολόκληρον συνέστησε. Μετά ταύτα δε, έστειλε και επήρεν από την Κύπρον το άγιον αυτού λείψανον. Το οποίον ευρέθη υποκάτω εις την γην, βαλμένον μέσα εις ένα σεντούκιον μαρμαρένιον, κατά την πόλιν των Κητιαίων, ύστερα αφ’ ου επέρασαν χίλιοι χρόνοι μετά τον εκεί ενταφιασμόν του. Ήτον δε εσκαμμένα εις το μάρμαρον με άλλην γλώσσαν, τα γράμματα ταύτα. «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος Χριστού». Όταν δε εφέρθη το άγιον λείψανον εις Κωνσταντινούπολιν, έβαλεν αυτό ο βασιλεύς μέσα εις θήκην αργυράν. Και ούτως απεθησαύρισεν αυτό φιλοτίμως μέσα εις τον παρ’ αυτού κτισθέντα ανωτέρω Ναόν (2).

(2) Όρα και κατά την τετάρτην του Μαΐου, όπου συνεορτάζεται η ανακομιδή αύτη του δικαίου Λαζάρου, μετά της ανακομιδής του λειψάνου της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Σημείωσαι, ότι εις τον μακάριον τούτον Λάζαρον, εγκώμιον έπλεξεν Ιωσήφ ο Θεσσαλονίκης. (Σώζεται εν τη Ιερά Μονή του Παντοκράτορος.) Και ο Χρυσόστομος, ου η αρχή· «Σήμερον εκ νεκρών εγειρόμενος ο Λάζαρος». (Σώζεται εν τη των Ιβήρων.) Και ο Κρήτης Ανδρέας, ου η αρχή· «Λάζαρος τον παρόντα». (Σώζεται εν τη του Διονυσίου.) Και δεύτερον δε λόγον συνέγραψεν ο Χρυσόστομος, ου η αρχή· «Ώσπερ μήτηρ φιλότεκνος, επιδούσα την θηλήν τω νηπίω, τέρπεται, του παιδός εφέλκοντος» (εν τω Πρωτάτω).

 *

Εις την εν Κωνσταντινουπόλει κατάθεσιν του λειψάνου του αυτού Αγίου Λαζάρου.

Κρύπτουσα νεκρόν Λαζάρου Ρώμη νέα,
Άλλη παρ’ ημίν δείκνυται Βηθανία.

 *

Μνήμη των Αγίων πέντε Μαρτύρων και αυταδέλφων Αναργύρων, Κοσμά και Δαμιανού, Λεοντίου, Ανθίμου και Ευπρεπίου (3).

Εις τον Κοσμάν και Δαμιανόν.

Εκ του γένους Άραβας εκ δε του ξίφους,
Θείους αριστείς οίδα τους Αναργύρους

Εις τον Λεόντιον.

Λεοντίου τμηθέντος ώλετο πλάνος,
Λεοντομύρμηξ, ως Ιώβ Βίβλος λέγει.

Εις τον Άνθιμον και Ευπρέπιον.

Άνθιμος Ευπρέπιος εκτετμημένοι,
Ανθούσι λαμπρόν και πανευπρεπές μάλα.

Τρεις είναι αι συζυγίαι των Αγίων Αναργύρων, Κοσμά και Δαμιανού. Και αι τρεις ωνομάζοντο με τα αυτά ονόματα. Ήγουν εκαλούντο Κοσμάς και Δαμιανός. Και όλοι την αυτήν ιατρικήν τέχνην εμεταχειρίζοντο. Και όλοι ομοίως Ανάργυροι εκαλούντο. Και η μεν πρώτη συζυγία του Κοσμά και Δαμιανού, ήτον υιοί Θεοδότης, μιας ευλαβούς και χριστιανής γυναικός. Οίτινες εν ειρήνη εκοιμήθησαν, και ενταφιάσθησαν εις ένα τόπον καλούμενον Φερεμάν (4). Η δε δευτέρα συζυγία του Κοσμά και Δαμιανού, διέτριβον εις την Ρώμην, έχοντες ένα διδάσκαλον κακόγνωμον και φθονερόν. Ο οποίος αναβιβάσας αυτούς με δόλον επάνω εις ένα βουνόν, τάχα δια να συμμαζώξουν βότανα, εκεί ο αλιτήριος εφόνευσεν αυτούς με τας πέτρας (5). Η δε τρίτη συζυγία του Κοσμά και Δαμιανού, των οποίων η μνήμη γίνεται σήμερον, ήτον από την Αραβίαν. Ούτοι λοιπόν μεταχειριζόμενοι την ιατρικήν, επήγαιναν εις κάθε πόλιν και χώραν, και ιάτρευαν χωρίς αργύρια τους ασθενείς. Και με την πρόφασιν αυτήν της ιατρικής, εκήρυττον εις τους απίστους την πίστιν του Χριστού.

Κατά δε τους χρόνους του Διοκλητιανού και Μαξιμιανού, εν έτει σϞβ’ [292], επήγαν οι Άγιοι εις μίαν πόλιν της Λυκίας, καλουμένην Αιγαίς, ομού με τους τρεις αδελφούς των Λεόντιον, Άνθιμον, και Ευπρέπιον. Και παρασταθέντες έμπροσθεν του ηγεμόνος Λυσία, και ομολογήσαντες τον Χριστόν, τούτου χάριν εδάρθησαν, χωρίς καμμίαν ευσπλαγχνίαν, και ερρίφθησαν μέσα εις τον βυθόν της θαλάσσης. Επειδή όμως δεν επνίγησαν, αλλά δια της θείας χάριτος ευρέθησαν αβλαβείς εις την στερεάν, δια τούτο πάλιν πιάνονται από τους απίστους, και ρίπτονται μέσα εις αναμμένην κάμινον. Αλλ’ επειδή και από την κάμινον εφυλάχθησαν αβλαβείς, δια τούτο κρεμώνται επάνω εις σταυρόν. Και μετά ταύτα αποκεφαλίζονται όλοι ομού οι μακάριοι πέντε ούτοι αδελφοί και ομότροποι. Και ούτω λαμβάνουσι τους στεφάνους του μαρτυρίου (6).

(3) Εν δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή γράφεται Ευτροπίου.

(4) Η πρώτη συζυγία αύτη των Αναργύρων, εορτάζεται χωριστά εις την πρώτην του Νοεμβρίου.

(5) Η δευτέρα αύτη συζυγία των Αναργύρων, εορτάζεται χωριστά εις την πρώτην του Ιουλίου. Όθεν οι ζωγράφοι, όταν ιστορούν αυτούς, πρέπει να επιγράφουν εις τας εικόνας των, ποία συζυγία είναι, προς διάκρισιν. Πρέπει δε και να ιστορούν αυτούς διαφορετικούς κατά τον χαρακτήρα του προσώπου. Σημείωσαι δε, ότι ο εκ του Ιερού Κοινοβίου Ρωσσικού ελλογιμώτατος κυρ Βενέδικτος, συνέθετο κανόνα εις άπαντας τους Αγίους Αναργύρους.

(6) Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Μηναίοις και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, η μνήμη και το Συναξάριον των Αγίων Μαρτύρων Χρυσάνθου και Δαρείας. Ούτοι γαρ εορτάζονται κατά την δεκάτην ενάτην του Μαρτίου. Ομοίως περιττώς εδώ γράφεται η μνήμη και το Συναξάριον του Αγίου Κλαυδίου και Ιλαρίας, και Μαύρου και Ιάσωνος. Ταύτα γαρ γράφονται κατά την αυτήν δεκάτην ενάτην του Μαρτίου.

 Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

 * * *

 

 

Προφήτης ΩσηέΤῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΖ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Προφήτου Ὠσηέ.

Θεὸν τυποῖς μνηστῆρα γῆς πορνευτρίας,
Πόρνῃ συναφθείς, ὃν Προφῆτα νῦν βλέπεις.

Ἑβδομάτῃ δεκάτῃ Ὠσηὲ νέκυν κτερέϊζον (ἤτοι ἐνταφίαζον).

Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰσάχαρ υἱὸς Βεηρεῖ (ἢ Βενιή), ἐκ Γαλεμώθ (ἢ Βαλεθώμ). Ἑρμηνεύεται δὲ ὁ Ὠσηὲ ἑλληνιστὶ σῳζόμενος, ἢ φύλαξ, ἢ σκιάζων. Ἀφ’ οὗ δὲ οὗτος ἐπροφήτευσε πολλὰ κατὰ τοῦ Ἰσραήλ, ἔδωκε καὶ σημεῖον παράδοξον, ὅτι θέλει ἔλθῃ ὁ Κύριος εἰς τὴν γῆν, καὶ θέλει συναναστραφῇ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ὅταν δηλαδὴ βασιλεύῃ ὁ ἥλιος εἰς τὴν Σηλώμ, καὶ μοιρασθῇ εἰς δύω μέρη. Καὶ ὅτι θέλουν γένουν δώδεκα δρύες, ὁποῦ νὰ ἀκολουθοῦν καὶ νὰ ὑπακούουν εἰς τὸν ἐπὶ γῆς φανέντα Θεόν. Ἀπὸ τὸν ὁποῖον θέλει σωθῇ ὅλη ἡ γῆ. Ἀποθανὼν δὲ οὗτος ἐν εἰρήνῃ, ἐτάφη εἰς τὴν γῆν αὐτοῦ. Προέλαβε δὲ τὴν τοῦ Χριστοῦ ἔλευσιν ἔτη ωκβ΄ [822] (1).

(1) Περὶ τοῦ Προφήτου τούτου Ὠσηὲ γράφει ὁ Ἀλέξανδρος εἰς τὰ Ἰουδαϊκά, ὅτι αὐτὸς ἤκμαζε κατὰ τοὺς χρόνους Ὀζίου καὶ Ἰωάθαμ καὶ Ἄχαζ, καὶ Ἐζεκία τῶν βασιλέων τοῦ Ἰούδα, καὶ Ἱεροβοὰμ δευτέρου βασιλέως Ἰσραήλ. Ἐσύγκρινε δὲ οὗτος τὴν ἡγεμονίαν τοῦ Ἰσραὴλ μὲ δύω γυναῖκας πόρνας καὶ μοιχαλίδας, αἱ ὁποῖαι χωρίζονται μέν, ἀπὸ τοὺς γνησίους ἄνδρας των, ἐρῶσι δέ, ἄλλων. Εἰς δεκατέσσαρα δὲ κεφάλαια μοιράζεται ἡ τούτου προφητεία, καὶ ζῆλον ἐν τούτοις δείχνει περὶ τῆς τοῦ Θεοῦ ἠμελημένης λατρείας. Ἦτον δὲ σύγχρονος μὲ τὸν Προφήτην Ἀμὼς καὶ Ἡσαΐαν. Παρέτεινε δὲ τὸ ἔργον τῆς προφητείας του ἐπέκεινα τῶν ἑβδομήκοντα χρόνων, κατὰ τὸν Κανόνικον Κλήμεντα. Σύντομος δὲ εἶναι κατὰ τὴν φράσιν καὶ περιεσταλμένος. Αἱ δώδεκα δὲ δρύες αἱ ἀκολουθοῦσαι τῷ φανέντι Θεῷ, ἐπροσήμαινον τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους. Καὶ ὅρα εἰς τὴν τριακοστὴν τοῦ Ἰουνίου.

*

Άγιος Ανδρέας εν ΚρίσειΤῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ὁσιομάρτυρος Ἀνδρέου τοῦ ἐν τῇ Κρίσει.

Ἀμφοῖν ποδῶν σῶν Ἀνδρέα τμηθεὶς ἕνα,
Ἀθλήσεως σῆς ἐκπεραίνεις τὸν δρόμον.

Οὗτος ὁ ἀοίδιμος Ἀνδρέας ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Κωνσταντίνου τοῦ Κοπρωνύμου, ἐν ἔτει ψμα΄ [741], γέννημα καὶ θρέμμα τῆς Κρήτης, τῆς πλέον εὐνομωτάτης ἀπὸ τὰς ἄλλας νήσους. Υἱὸς γονέων εὐσεβῶν καὶ ἐναρέτων. Οὗτος λοιπὸν καλῶς ἀνατραφείς, ἔγινεν ἐργάτης θερμὸς τῶν τοῦ Θεοῦ ἐντολῶν. Ἐπειδὴ δὲ ἔβλεπε τὴν ποίμνην τοῦ Χριστοῦ διαφθειρομένην ἀπὸ τὴν κακόφρονα αἵρεσιν τῆς εἰκονομαχίας, τούτου χάριν ἐλθὼν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, καὶ παραστὰς εἰς τὸν βασιλέα, ἤλεγχε τὴν αὐτοῦ ἀσέβειαν. Καὶ παρρησίᾳ ἐλάλει τὴν ἀλήθειαν: ὅτι δηλαδὴ πρέπει νὰ προσκυνοῦνται αἱ ἅγιαι εἰκόνες. Ὁ δὲ βασιλεὺς μὴ ὑποφέρωντας τὴν παρρησίαν, κόπτει τὸν λόγον καὶ ὁμιλίαν τοῦ Ἁγίου, καὶ προστάζει τοὺς παρεστῶτας νὰ τὸν πιάσουν. Ἐκεῖνοι δὲ ὁρμήσαντες κατ’ ἐπάνω του μὲ βαρέας καὶ φονικὰς χεῖρας, ἄλλοι μέν, τὸν ἐπίασαν ἀπὸ τὴν κεφαλήν, ἄλλοι δέ, ἀπὸ τὰς χεῖρας. Ἄλλοι, ἀπὸ τὸ ἐπανωφόρι καὶ ἄλλοι, ἀπὸ τὸ ἔσω φόρεμα. Καὶ ἔτζι μὲ πολλὴν ὕβριν καὶ ἀτιμίαν, τάχα διὰ νὰ κάμουν χάριν εἰς τὸν τούτους προστάξαντα τύραννον, ῥίπτουσι κατὰ γῆς τὸν Ἅγιον, τὸν ὄντα ὑψηλὸν καὶ ὑπέρτερον τῆς γῆς κατὰ τὴν διάνοιαν. Καὶ δὲν ἔπαυσαν οἱ θηριώδεις, ἀπὸ τὸ νὰ τραβίζουν καὶ νὰ δέρνουν τὸν μακάριον, ἕως ὁποῦ ὁ βασιλεύς, ἀφ’ οὗ ἀρκετὰ ἐξεδικήθη τὴν παρρησίαν τοῦ ἀθλητοῦ, ἐπρόσταξε νὰ τὸν ἀφήσουν.

Τότε πάλιν ὁ Ἅγιος, πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα ἔλεγε διὰ νὰ ἀποδείξῃ, ὅτι πρέπει νὰ προσκυνῶνται καὶ νὰ τιμῶνται αἱ ἅγιαι εἰκόνες. Ἐπρόσθεττε δὲ καὶ τοῦτο. Ὅτι ἀνίσως ἐσεῖς οἱ βασιλεῖς μὲ δεινὰς τιμωρίας παιδεύετε ἐκείνους, ὁποῦ ἤθελαν ἀτιμάσουν τοὺς βασιλικοὺς ἀνδριάντας σας, ὡσὰν νὰ ἤθελαν ἀτιμάσουν καὶ ἐσᾶς τοὺς ἰδίους, πόσην ἆράγε θεϊκὴν ὀργὴν καὶ παιδείαν μέλλετε νὰ λάβετε ἐσεῖς, ὁποῦ ὑβρίζετε τὴν εἰκόνα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ; Ἀπὸ τὰ λόγια ταῦτα ἄναψεν ὁ τύραννος, καὶ παρευθὺς ἐπρόσταξε νὰ ξεγυμνώσουν τὸν Ἅγιον. Καὶ τεντώσαντες αὐτὸν δυνατὰ μὲ σχοινία, νὰ τὸν δέρνουν. Τούτου δὲ γενομένου, ἐκοκκίνησε τὸ ἔδαφος τῆς γῆς ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Μάρτυρος. Εἶτα ἀφέθη ἀπὸ τὸν δαρμόν. Καὶ ἐπειδὴ ὁ γενναῖος ἀγωνιστὴς δὲν ἐπείσθη, οὔτε ἀπὸ δωρεὰς καὶ χαρίσματα, οὔτε ἀπὸ φοβερισμοὺς μεγαλιτέρων βασάνων, διὰ τοῦτο πάλιν δέρνεται ὁ ἀοίδιμος μὲ μεγάλην ὠμότητα. Καὶ σκάπτονται τὰ πλευρά του. Καὶ τὸ στόμα του τζακίζεται. Καὶ ἔπειτα ῥίπτεται εἰς τὴν φυλακήν.

Τὴν δὲ ἐρχομένην ἡμέραν, παραστέκεται πάλιν ὁ Ἅγιος εἰς τὸν τύραννον. Καὶ ἐπειδὴ μὲ περισσοτέραν τόλμην ἀντιστάθη εἰς αὐτόν, διὰ τοῦτο καταξεσχίζεται. Καὶ διαφθείρονται ᾑ περισσότεραις σάρκες του ἀπὸ τὰς πληγάς. Τελευταῖον δέ, ἐδέθη ἀπὸ τοὺς πόδας μὲ σχοινία, καὶ ἐσύρθη ὁ μακάριος κατὰ γῆς ἀνάμεσα εἰς ὅλον τὸ παζάρι. Οἱ δὲ σύροντες αὐτόν, ἐσπούδαζον νὰ ὑπάγουν νὰ τὸν ῥίψουν εἰς τὸν τόπον τῶν καταδικαζομένων κακούργων. Ἐν τῷ καιρῷ δὲ ἐκείνῳ, ἐν ᾧ ἐσύρετο ὁ Ἅγιος, ἔτυχεν ἕνας νὰ πιάσῃ ὀψάρια καὶ νὰ τὰ φέρῃ εἰς τὸ παζάρι διὰ νὰ τὰ πωλήσῃ. Κινηθεὶς δὲ οὗτος ἀπὸ ἕνα ἄγριον δαίμονα, ἅρπασε μίαν κοπίδα, μὲ τὴν ὁποίαν ἔκοπτον οἱ μακελλάριοι τὰ κρέατα. Καὶ κατεβάσας αὐτὴν εἰς τὸ μέσον τοῦ ἑνὸς ποδαρίου τοῦ Ἁγίου, θανατόνοι αὐτὸν καὶ καταπαύει τὸν τῆς ἀθλήσεως δρόμον τοῦ Μάρτυρος. Καὶ οὕτω πέμπει τὴν μακαρίαν του ψυχὴν εἰς τὰς αἰωνίους μονάς. Τὸ δὲ τίμιον αὐτοῦ λείψανον ἐρρίφθη εἰς τὸν τόπον τῶν κακοποιῶν καὶ φονέων ἀνθρώπων. Ἐκεῖ λοιπὸν εὑρίσκετο αὐτὸ εἰς πολὺν καιρόν, μεμιγμένον ὁμοῦ μὲ τὰ νεκρὰ σώματα τῶν κακούργων. Δώδεκα δὲ ἄνθρωποι δαιμονισμένοι, ὄντες ἀπὸ διάφορα μέρη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὡσὰν νὰ εἶχον συμφωνίαν, ἐπῆγαν ὁμοῦ καὶ ἐπῆραν τὸ ἅγιον λείψανον, καὶ ἐνταφίασαν αὐτὸ εἰς ἕνα ἱερὸν τόπον, ὁ ὁποῖος ἐπωνομάζετο Κρίσις. Καὶ διὰ μισθὸν τῆς εὑρέσεως καὶ ἐνταφιάσεως αὐτοῦ, ἐλευθερώθησαν ἀπὸ τὰ δαιμόνια. (Τὸ πλατύτερον Συναξάριον τούτου ὅρα εἰς τὸν Νέον Παράδεισον. Τοῦτο δὲ ἑλληνιστὶ συνέγραψεν ὁ Μεταφραστής, οὗ ἡ ἀρχή· «Πολλὴ κατὰ τῶν τοῦ Χριστοῦ Μαρτύρων». Σῴζεται ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις, καὶ πρὸ τούτων ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ.)

*

Ἡ Ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου καὶ δικαίου Λαζάρου.

Αἴρουσα Χριστοῦ τῷ φίλῳ πόλις πύλας,
Λάζαρε δεῦρο χριστομιμήτως λέγει.

Ὁ μακάριος καὶ ἀοίδιμος καὶ ἐν βασιλεῦσι σοφώτατος καὶ πιστότατος Λέων, ἐν ἔτει ωϞ΄ [890], κινηθεὶς ἀπὸ ζῆλον θεῖον, καὶ ὡσὰν ἀπὸ μίαν θείαν ἔμπνευσιν, πρῶτον μέν, ἔκτισε μίαν Ἐκκλησίαν μεγαλωτάτην καὶ ὡραιοτάτην τοῦ Ἁγίου καὶ δικαίου Λαζάρου, καὶ Μοναστήριον ὁλόκληρον συνέστησε. Μετὰ ταῦτα δέ, ἔστειλε καὶ ἐπῆρεν ἀπὸ τὴν Κύπρον τὸ ἅγιον αὐτοῦ λείψανον. Τὸ ὁποῖον εὑρέθη ὑποκάτω εἰς τὴν γῆν, βαλμένον μέσα εἰς ἕνα σεντούκιον μαρμαρένιον, κατὰ τὴν πόλιν τῶν Κητιαίων, ὕστερα ἀφ’ οὗ ἐπέρασαν χίλιοι χρόνοι μετὰ τὸν ἐκεῖ ἐνταφιασμόν του. Ἦτον δὲ ἐσκαμμένα εἰς τὸ μάρμαρον μὲ ἄλλην γλῶσσαν, τὰ γράμματα ταῦτα. «Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος Χριστοῦ». Ὅταν δὲ ἐφέρθη τὸ ἅγιον λείψανον εἰς Κωνσταντινούπολιν, ἔβαλεν αὐτὸ ὁ βασιλεὺς μέσα εἰς θήκην ἀργυρᾶν. Καὶ οὕτως ἀπεθησαύρισεν αὐτὸ φιλοτίμως μέσα εἰς τὸν παρ’ αὐτοῦ κτισθέντα ἀνωτέρω Ναόν (2).

(2) Ὅρα καὶ κατὰ τὴν τετάρτην τοῦ Μαΐου, ὅπου συνεορτάζεται ἡ ἀνακομιδὴ αὕτη τοῦ δικαίου Λαζάρου, μετὰ τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ λειψάνου τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς. Σημείωσαι, ὅτι εἰς τὸν μακάριον τοῦτον Λάζαρον, ἐγκώμιον ἔπλεξεν Ἰωσὴφ ὁ Θεσσαλονίκης. (Σῴζεται ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τοῦ Παντοκράτορος.) Καὶ ὁ Χρυσόστομος, οὗ ἡ ἀρχή· «Σήμερον ἐκ νεκρῶν ἐγειρόμενος ὁ Λάζαρος». (Σῴζεται ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων.) Καὶ ὁ Κρήτης Ἀνδρέας, οὗ ἡ ἀρχή· «Λάζαρος τὸν παρόντα». (Σῴζεται ἐν τῇ τοῦ Διονυσίου.) Καὶ δεύτερον δὲ λόγον συνέγραψεν ὁ Χρυσόστομος, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὥσπερ μήτηρ φιλότεκνος, ἐπιδοῦσα τὴν θηλὴν τῷ νηπίῳ, τέρπεται, τοῦ παιδὸς ἐφέλκοντος» (ἐν τῷ Πρωτάτῳ).

Εἰς τὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει κατάθεσιν τοῦ λειψάνου τοῦ αὐτοῦ Ἁγίου Λαζάρου.

Κρύπτουσα νεκρὸν Λαζάρου Ῥώμη νέα,
Ἄλλη παρ’ ἡμῖν δείκνυται Βηθανία.

*

Μνήμη τῶν Ἁγίων πέντε Μαρτύρων καὶ αὐταδέλφων Ἀναργύρων, Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, Λεοντίου, Ἀνθίμου καὶ Εὐπρεπίου (3).

Εἰς τὸν Κοσμᾶν καὶ Δαμιανόν.

Ἐκ τοῦ γένους Ἄραβας ἐκ δὲ τοῦ ξίφους,
Θείους ἀριστεῖς οἶδα τοὺς Ἀναργύρους.

Εἰς τὸν Λεόντιον.

Λεοντίου τμηθέντος ὤλετο πλάνος,
Λεοντομύρμηξ, ὡς Ἰὼβ Βίβλος λέγει.

Εἰς τὸν Ἄνθιμον καὶ Εὐπρέπιον.

Ἄνθιμος Εὐπρέπιος ἐκτετμημένοι,
Ἀνθοῦσι λαμπρὸν καὶ πανευπρεπὲς μάλα.

Τρεῖς εἶναι αἱ συζυγίαι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ. Καὶ αἱ τρεῖς ὠνομάζοντο μὲ τὰ αὐτὰ ὀνόματα. Ἤγουν ἐκαλοῦντο Κοσμᾶς καὶ Δαμιανός. Καὶ ὅλοι τὴν αὐτὴν ἰατρικὴν τέχνην ἐμεταχειρίζοντο. Καὶ ὅλοι ὁμοίως Ἀνάργυροι ἐκαλοῦντο. Καὶ ἡ μὲν πρώτη συζυγία τοῦ Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, ἦτον υἱοὶ Θεοδότης, μιᾶς εὐλαβοῦς καὶ χριστιανῆς γυναικός. Οἵτινες ἐν εἰρήνῃ ἐκοιμήθησαν, καὶ ἐνταφιάσθησαν εἰς ἕνα τόπον καλούμενον Φερεμάν (4). Ἡ δὲ δευτέρα συζυγία τοῦ Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, διέτριβον εἰς τὴν Ῥώμην, ἔχοντες ἕνα διδάσκαλον κακόγνωμον καὶ φθονερόν. Ὁ ὁποῖος ἀναβιβάσας αὐτοὺς μὲ δόλον ἐπάνω εἰς ἕνα βουνόν, τάχα διὰ νὰ συμμαζώξουν βότανα, ἐκεῖ ὁ ἀλιτήριος ἐφόνευσεν αὐτοὺς μὲ τὰς πέτρας (5). Ἡ δὲ τρίτη συζυγία τοῦ Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, τῶν ὁποίων ἡ μνήμη γίνεται σήμερον, ἦτον ἀπὸ τὴν Ἀραβίαν. Οὗτοι λοιπὸν μεταχειριζόμενοι τὴν ἰατρικήν, ἐπήγαιναν εἰς κάθε πόλιν καὶ χώραν, καὶ ἰάτρευαν χωρὶς ἀργύρια τοὺς ἀσθενεῖς. Καὶ μὲ τὴν πρόφασιν αὐτὴν τῆς ἰατρικῆς, ἐκήρυττον εἰς τοὺς ἀπίστους τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ.

Κατὰ δὲ τοὺς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σϞβ΄ [292], ἐπῆγαν οἱ Ἅγιοι εἰς μίαν πόλιν τῆς Λυκίας, καλουμένην Αἰγαῖς, ὁμοῦ μὲ τοὺς τρεῖς ἀδελφούς των Λεόντιον, Ἄνθιμον, καὶ Εὐπρέπιον. Καὶ παρασταθέντες ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος Λυσία, καὶ ὁμολογήσαντες τὸν Χριστόν, τούτου χάριν ἐδάρθησαν, χωρὶς κᾀμμίαν εὐσπλαγχνίαν, καὶ ἐρρίφθησαν μέσα εἰς τὸν βυθὸν τῆς θαλάσσης. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐπνίγησαν, ἀλλὰ διὰ τῆς θείας χάριτος εὑρέθησαν ἀβλαβεῖς εἰς τὴν στερεάν, διὰ τοῦτο πάλιν πιάνονται ἀπὸ τοὺς ἀπίστους, καὶ ῥίπτονται μέσα εἰς ἀναμμένην κάμινον. Ἀλλ’ ἐπειδὴ καὶ ἀπὸ τὴν κάμινον ἐφυλάχθησαν ἀβλαβεῖς, διὰ τοῦτο κρεμῶνται ἐπάνω εἰς σταυρόν. Καὶ μετὰ ταῦτα ἀποκεφαλίζονται ὅλοι ὁμοῦ οἱ μακάριοι πέντε οὗτοι ἀδελφοὶ καὶ ὁμότροποι. Καὶ οὕτω λαμβάνουσι τοὺς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου (6).

(3) Ἐν δὲ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ γράφεται Εὐτροπίου.

(4) Ἡ πρώτη συζυγία αὕτη τῶν Ἀναργύρων, ἑορτάζεται χωριστὰ εἰς τὴν πρώτην τοῦ Νοεμβρίου.

(5) Ἡ δευτέρα αὕτη συζυγία τῶν Ἀναργύρων, ἑορτάζεται χωριστὰ εἰς τὴν πρώτην τοῦ Ἰουλίου. Ὅθεν οἱ ζωγράφοι, ὅταν ἱστοροῦν αὐτούς, πρέπει νὰ ἐπιγράφουν εἰς τὰς εἰκόνας των, ποία συζυγία εἶναι, πρὸς διάκρισιν. Πρέπει δὲ καὶ νὰ ἱστοροῦν αὐτοὺς διαφορετικοὺς κατὰ τὸν χαρακτῆρα τοῦ προσώπου. Σημείωσαι δέ, ὅτι ὁ ἐκ τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου Ῥωσσικοῦ ἐλλογιμώτατος κὺρ Βενέδικτος, συνέθετο κανόνα εἰς ἅπαντας τοὺς Ἁγίους Ἀναργύρους.

(6) Σημείωσαι, ὅτι περιττῶς γράφεται ἐδῶ παρὰ τοῖς Μηναίοις καὶ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ, ἡ μνήμη καὶ τὸ Συναξάριον τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Χρυσάνθου καὶ Δαρείας. Οὗτοι γὰρ ἑορτάζονται κατὰ τὴν δεκάτην ἐνάτην τοῦ Μαρτίου. Ὁμοίως περιττῶς ἐδῶ γράφεται ἡ μνήμη καὶ τὸ Συναξάριον τοῦ Ἁγίου Κλαυδίου καὶ Ἱλαρίας, καὶ Μαύρου καὶ Ἰάσωνος. Ταῦτα γὰρ γράφονται κατὰ τὴν αὐτὴν δεκάτην ἐνάτην τοῦ Μαρτίου.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

 

 

Των Αγίων Ωσηέ του Προφήτου, Ανδρέου του Οσιομάρτυρος του εν τη Κρίσει κ.α.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.