Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου14 Μαρτίου

Tων Αγίων Βενεδίκτου, Αλεξάνδρου του εν Πίδνη, Ευσχήμου Επισκόπου Λαμψάκων

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος ΒενέδικτοςΤω αυτώ μηνί ΙΔ’, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Βενεδίκτου.

Άγξας λογισμοίς ως χαλινοίς παν πάθος,
Ζωής χαλινούς Βενέδικτος εκπτύει.

Ούλυμπον Βενέδικτος έβη δεκάτη γε τετάρτη.

Ούτος ο Όσιος Βενέδικτος (το οποίον όνομα είναι λατινικόν, και ερμηνεύεται ελληνιστί, ευλογημένος) ήτον από την Νουρσίαν πόλιν, η οποία ευρίσκεται εις την Ιταλίαν, υιός γονέων ευσεβών και πλουσίων. Αφήσας δε την πατρίδα του και τους γονείς του, όταν ήτον εις πολλά μικράν ηλικίαν, επήγεν εις ένα έρημον τόπον μαζί με τον ανατροφόν τον. Εκεί λοιπόν φιλιώσας τον εαυτόν του με τον Θεόν δια μέσου της αρετής και ασκήσεως, επλουτίσθη παρ’ αυτού με δύναμιν θαυμάτων και ιαμάτων. Και τα μεν άλλα θαυμάσια, οπού εποίησε, κατά πλάτος διηγείται ο Βίος και η ιστορία αυτού (1). Νεκρούς γαρ ανάστηνε, και τα μέλλοντα επρόλεγε, και εδιαλέγετο δια τα μακράν όντα πράγματα, ωσάν να ήτον παρόντα. Εκείνο δε μόνον πρέπει να ειπούμεν εδώ ως αναγκαίον, ότι όταν ο Όσιος ούτος έμελλε να υπάγη προς Κύριον, επρόλαβε και εμήνυσε, τόσον εις τους μαθητάς οπού ευρίσκοντο εκεί κοντά του, όσον και εις τους μακράν καθημένους, ότι έχει να τελευτήση, και ότι έχει να γένη ένα σημείον, δια μέσου του οποίου θέλουν γνωρίσουν όλοι, ότι χωρίζεται από το σώμα.

Προτίτερα λοιπόν από εξ ημέρας της οσίας αυτού κοιμήσεως, επρόσταξε να ανοιχθή ο τάφος του και να ήναι έτοιμος, και ευθύς εκρατήθη από μίαν λαύραν θέρμην, από την οποίαν κατεξηράνθη το σώμα του εις ημέρας εξ. Κατά δε την έκτην ημέραν, επρόσταξε τους μαθητάς του να σηκώσουν αυτόν, και να τον υπάγουν εις την μικράν Εκκλησίαν οπού είχον. Πηγαίνωντας δε εκεί, εκοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια, στεκόμενος ανάμεσα εις τους μαθητάς του. Υπό τούτων λοιπόν βασταζόμενος και στηριζόμενος, εσήκωσε τας χείρας του εις τον Ουρανόν, και έτζι άνω βλέπων και προσευχόμενος, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. Κατ’ εκείνην δε την ώραν εφάνη μία τοιαύτη όρασις εις δύω αδελφούς, εις τον ένα μεν, ησυχάζοντα εν τω κελλίω του, εις τον άλλον δε, κατοικούντα μακρόθεν. Ήτοι είδον αυτοί οι δύω, και ιδού εφαίνετο μία στράτα θαυμαστή από το κελλίον του Οσίου Βενεδίκτου, έως του ουρανού κατά ανατολάς, στρωμένη όλη από λαμπρά και τίμια και μεταξωτά ιμάτια. Εις την στράταν δε εκείνην εστέκοντο άνδρες τινές θαυμαστοί εις το είδος και εξαίσιοι, κρατώντες λαμπάδας εις τας χείρας των, οίτινες βαστάζοντες τον Όσιον, κατά τάξιν ανέβαινον εις τον Ουρανόν. Ένας δε άλλος ασπροφόρος και φωτοφόρος, παρεστώς κοντά εις τον Όσιον, ηρώτα τους βλέποντας την οπτασίαν ταύτην Οσίους, αν γνωρίζουν τίνος είναι η θαυμαστή εκείνη στράτα, την οποίαν βλέπουσι και θαυμάζουσιν. Οι δε Όσιοι είπον, ότι δεν ηξεύρουν. Τότε ο φανείς εκείνος είπεν εις αυτούς, αύτη είναι η στράτα, δια μέσου της οποίας ο αγαπητός του Θεού Βενέδικτος, αναβαίνει εις τον Ουρανόν. Ελθόντες λοιπόν εις τον εαυτόν τους οι Όσιοι, εκατάλαβαν, ότι απήλθεν ο Άγιος, καθώς είδον αυτόν τελειούμενον. Εφανέρονε δε η οπτασία αύτη, την λαμπρότητα και δορυφορίαν, οπού ηξιώθη ο Άγιος, όταν έμελλε να εκδημήση προς Κύριον (2).

(1) Τον κατά πλάτος Βίον αυτού όρα εις το δεύτερον βιβλίον εκ των τεσσάρων του Διαλόγου, τα οποία εμεταφράσθησαν εις απλήν γλώσσαν παρά του αοιδίμου Καισαρίου Δαπόντε του Σκοπελίτου.

(2) Περί του Αγίου τούτου Βενεδίκτου γράφει ο Μελέτιος εν τω β’ τόμω της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, ότι ούτος εν έτει φκθ’ [529] ανέβη εις το Κάσσιον όρος της εν Ιταλία Καμπανίας, και εκεί κτίσας Κοινόβιον, διέταξε τάγμα Μοναχών το οποίον ονομάζεται των Βενεδικτινών. Πρώτος δε ούτος εν τη Δύσει την μοναχικήν ζωήν έδειξεν. Όθεν πρεπόντως από τον Τριθέμιον, εν τω περί Εκκλησιαστικών Συγγραφέων, και από άλλους, ονομάζεται καθηγητής και πρώτος των εν τη Δύσει Μοναχών. Εξέδωκε δε και κανόνα ή τύπον διηρημένον εις κεφάλαια ογ’, τον οποίον τούτον τύπον επιγράφει ο Ρουδόλφος, περί αρχής του Μοναχικού βίου. Το τάγμα δε τούτο των Βενεδικτινών, έμεινεν εν διαστήματι χρόνων τετρακοσίων εις τα αυτά ήθη, και εις ένα τύπον. Όθεν και ήτον εις τιμήν. Μετά ταύτα δε, εμοιράσθη εις πολλά τάγματα, τα οποία όλα, ει και διάφορά εστι κατά τα φορέματα, αλλ’ όμως δοξάζονται, ότι εξήλθον από τον Άγιον Βενέδικτον. Ετελεύτησε δε ο Άγιος ούτος εν έτει φμβ’ [542] ή φμγ’ [543], υπάρχων ετών εξήκοντα δύω.

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Αλεξάνδρου του εν Πίδνη.

Μη τους στεφάνους ζημιωθήναι φέρων,
Φέρει κεφαλής Αλέξανδρος ζημίαν.

Ούτος ο Άγιος Αλέξανδρος ευρισκόμενος μέσα εις το σκότος της πλάνης, έλαμψεν ως αστήρ πολύφωτος. Ήλεγξε γαρ την πλάνην των δυσσεβών ειδωλολατρών, τον δε νοητόν Διάβολον τον καυχώμενον εις την πλάνην, κατεπλήγωσε με τα λόγιά του ωσάν με σαΐτας. Όθεν οι πεπλανημένοι Έλληνες, μη υποφέροντες την παρρησίαν και ανδρίαν του Αγίου, εδοκίμαζον να νικήσουν την μεγαλοψυχίαν του με διαφόρους τρόπους, και κολακείας. Επειδή όμως δεν εδυνήθησαν, δια τούτο απέκοψαν την αγίαν αυτού κεφαλήν. Ο δε Θεός αντάμειψεν αυτόν με τα χαρίσματα των ιαμάτων. Το γαρ άγιον αυτού λείψανον ιατρεύει κάθε ασθένειαν εκείνων, οπού μετά πίστεως εις αυτόν προστρέχουσιν.

*

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών και Ομολογητού Ευσχήμου (3) Επισκόπου Λαμψάκων.

Προ του θανείν Εύσχημος, είπεν αν Παύλος,
Ευσχημόνως ώδευεν ως εν ημέρα.

Ούτος ο Όσιος ήτον κατά τους καιρούς των εικονομάχων. Από βρέφους δε καλώς αυξηθείς, και φθάσας εις άνδρα τέλειον, εχρημάτισε ναός του Αγίου Πνεύματος. Γενόμενος δε Μοναχός, ανέβη και εις το υψηλόν της ιερωσύνης αξίωμα, όθεν και εγέμισεν από χάριν Θεού. Επειδή γαρ ετρώθη από ζήλον θεϊκόν, τούτου χάριν κατήσχυνε τους ιερείς των αιρετικών εικονομάχων, θαυμάσια παράδοξα ενεργών. Νεκρόν γαρ βρέφος υπό της μητρός του βασταζόμενον, δια προσευχής του ανέστησε, και προς την ζωήν επανέφερε. Αλλά και εις τα θηρία φοβερός ούτος έγινε, διότι με μόνην την προσταγήν του εδίωκεν αυτά, τα οποία κατέτρωγαν τα χλοηφόρα λάχανα (4). Κλεισθείς δε μέσα εις φυλακήν από τους εικονομάχους, ως προσκυνητής των σεπτών και αγίων εικόνων, με την διδασκαλίαν του εκατάπεισε τους αυτόν φυλάσσοντας να προσκυνούσι τας αγίας εικόνας. Το δε θαυμαστόν ήτον τούτο, ότι και μόλον οπού ο Άγιος ήτον φυλακωμένος και εξόριστος, εφρόντιζεν όμως δια τους πτωχούς, και ηλέει αυτούς κατά δύναμιν. Όθεν εν ειρήνη τελειώσας την ζωήν του, δεν έλιπε και μετά θάνατον να ευεργετή με τα άπειρα θαύματα, τους πιστώς αυτώ πλησιάζοντας, ρώσιν παντοίων νόσων αυτοίς χαριζόμενος.

(3) Εν δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή γράφεται Ευσχήμονος.

(4) Όθεν το όνομα του Αγίου Ευσχήμου τούτου, πρέπει να αναφέρεται υπό του Ιερέως, όταν αυτός αναγινώσκη εν τοις κήποις τας ευχάς του Αγίου Τρύφωνος.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Άγιος ΒενέδικτοςΤῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΔ΄, μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Βενεδίκτου.

Ἄγξας λογισμοῖς ὡς χαλινοῖς πᾶν πάθος,
Ζωῆς χαλινοὺς Βενέδικτος ἐκπτύει.

Οὔλυμπον Βενέδικτος ἔβη δεκάτῃ γε τετάρτῃ.

Οὗτος ὁ Ὅσιος Βενέδικτος (τὸ ὁποῖον ὄνομα εἶναι λατινικόν, καὶ ἑρμηνεύεται ἑλληνιστί, εὐλογημένος) ἦτον ἀπὸ τὴν Νουρσίαν πόλιν, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τὴν Ἰταλίαν, υἱὸς γονέων εὐσεβῶν καὶ πλουσίων. Ἀφήσας δὲ τὴν πατρίδα του καὶ τοὺς γονεῖς του, ὅταν ἦτον εἰς πολλὰ μικρὰν ἡλικίαν, ἐπῆγεν εἰς ἕνα ἔρημον τόπον μαζὶ μὲ τὸν ἀνατροφόν τον. Ἐκεῖ λοιπὸν φιλιώσας τὸν ἑαυτόν του μὲ τὸν Θεὸν διὰ μέσου τῆς ἀρετῆς καὶ ἀσκήσεως, ἐπλουτίσθη παρ’ αὐτοῦ μὲ δύναμιν θαυμάτων καὶ ἰαμάτων. Καὶ τὰ μὲν ἄλλα θαυμάσια, ὁποῦ ἐποίησε, κατὰ πλάτος διηγεῖται ὁ Βίος καὶ ἡ ἱστορία αὐτοῦ (1). Νεκροὺς γὰρ ἀνάστηνε, καὶ τὰ μέλλοντα ἐπρόλεγε, καὶ ἐδιαλέγετο διὰ τὰ μακρὰν ὄντα πράγματα, ὡσὰν νὰ ἦτον παρόντα. Ἐκεῖνο δὲ μόνον πρέπει νὰ εἰποῦμεν ἐδῶ ὡς ἀναγκαῖον, ὅτι ὅταν ὁ Ὅσιος οὗτος ἔμελλε νὰ ὑπάγῃ πρὸς Κύριον, ἐπρόλαβε καὶ ἐμήνυσε, τόσον εἰς τοὺς μαθητὰς ὁποῦ εὑρίσκοντο ἐκεῖ κοντά του, ὅσον καὶ εἰς τοὺς μακρὰν καθημένους, ὅτι ἔχει νὰ τελευτήσῃ, καὶ ὅτι ἔχει νὰ γένῃ ἕνα σημεῖον, διὰ μέσου τοῦ ὁποίου θέλουν γνωρίσουν ὅλοι, ὅτι χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα.

Προτίτερα λοιπὸν ἀπὸ ἓξ ἡμέρας τῆς ὁσίας αὐτοῦ κοιμήσεως, ἐπρόσταξε νὰ ἀνοιχθῇ ὁ τάφος του καὶ νὰ ᾖναι ἕτοιμος, καὶ εὐθὺς ἐκρατήθη ἀπὸ μίαν λαύραν θέρμην, ἀπὸ τὴν ὁποίαν κατεξηράνθη τὸ σῶμά του εἰς ἡμέρας ἕξ. Κατὰ δὲ τὴν ἕκτην ἡμέραν, ἐπρόσταξε τοὺς μαθητάς του νὰ σηκώσουν αὐτόν, καὶ νὰ τὸν ὑπάγουν εἰς τὴν μικρὰν Ἐκκλησίαν ὁποῦ εἶχον. Πηγαίνωντας δὲ ἐκεῖ, ἐκοινώνησε τὰ ἄχραντα Μυστήρια, στεκόμενος ἀνάμεσα εἰς τοὺς μαθητάς του. Ὑπὸ τούτων λοιπὸν βασταζόμενος καὶ στηριζόμενος, ἐσήκωσε τὰς χεῖράς του εἰς τὸν Οὐρανόν, καὶ ἔτζι ἄνω βλέπων καὶ προσευχόμενος, παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν του εἰς χεῖρας Θεοῦ. Κατ’ ἐκείνην δὲ τὴν ὥραν ἐφάνη μία τοιαύτη ὅρασις εἰς δύω ἀδελφούς, εἰς τὸν ἕνα μέν, ἡσυχάζοντα ἐν τῷ κελλίῳ του, εἰς τὸν ἄλλον δέ, κατοικοῦντα μακρόθεν. Ἤτοι εἶδον αὐτοὶ οἱ δύω, καὶ ἰδοὺ ἐφαίνετο μία στράτα θαυμαστὴ ἀπὸ τὸ κελλίον τοῦ Ὁσίου Βενεδίκτου, ἕως τοῦ οὐρανοῦ κατὰ ἀνατολάς, στρωμένη ὅλη ἀπὸ λαμπρὰ καὶ τίμια καὶ μεταξωτὰ ἱμάτια. Εἰς τὴν στράταν δὲ ἐκείνην ἐστέκοντο ἄνδρες τινες θαυμαστοὶ εἰς τὸ εἶδος καὶ ἐξαίσιοι, κρατῶντες λαμπάδας εἰς τὰς χεῖράς των, οἵτινες βαστάζοντες τὸν Ὅσιον, κατὰ τάξιν ἀνέβαινον εἰς τὸν Οὐρανόν. Ἕνας δὲ ἄλλος ἀσπροφόρος καὶ φωτοφόρος, παρεστὼς κοντὰ εἰς τὸν Ὅσιον, ἠρώτα τοὺς βλέποντας τὴν ὀπτασίαν ταύτην Ὁσίους, ἂν γνωρίζουν τίνος εἶναι ἡ θαυμαστὴ ἐκείνη στράτα, τὴν ὁποίαν βλέπουσι καὶ θαυμάζουσιν. Οἱ δὲ Ὅσιοι εἶπον, ὅτι δὲν ἠξεύρουν. Τότε ὁ φανεὶς ἐκεῖνος εἶπεν εἰς αὐτούς, αὕτη εἶναι ἡ στράτα, διὰ μέσου τῆς ὁποίας ὁ ἀγαπητὸς τοῦ Θεοῦ Βενέδικτος, ἀναβαίνει εἰς τὸν Οὐρανόν. Ἐλθόντες λοιπὸν εἰς τὸν ἑαυτόν τους οἱ Ὅσιοι, ἐκατάλαβαν, ὅτι ἀπῆλθεν ὁ Ἅγιος, καθὼς εἶδον αὐτὸν τελειούμενον. Ἐφανέρονε δὲ ἡ ὀπτασία αὕτη, τὴν λαμπρότητα καὶ δορυφορίαν, ὁποῦ ἠξιώθη ὁ Ἅγιος, ὅταν ἔμελλε νὰ ἐκδημήσῃ πρὸς Κύριον (2).

(1) Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ δεύτερον βιβλίον ἐκ τῶν τεσσάρων τοῦ Διαλόγου, τὰ ὁποῖα ἐμεταφράσθησαν εἰς ἁπλῆν γλῶσσαν παρὰ τοῦ ἀοιδίμου Καισαρίου Δαπόντε τοῦ Σκοπελίτου.

(2) Περὶ τοῦ Ἁγίου τούτου Βενεδίκτου γράφει Μελέτιος ἐν τῷ β΄ τόμῳ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ὅτι οὗτος ἐν ἔτει φκθ΄ [529] ἀνέβη εἰς τὸ Κάσσιον ὄρος τῆς ἐν Ἰταλίᾳ Καμπανίας, καὶ ἐκεῖ κτίσας Κοινόβιον, διέταξε τάγμα Μοναχῶν τὸ ὁποῖον ὀνομάζεται τῶν Βενεδικτινῶν. Πρῶτος δὲ οὗτος ἐν τῇ Δύσει τὴν μοναχικὴν ζωὴν ἔδειξεν. Ὅθεν πρεπόντως ἀπὸ τὸν Τριθέμιον, ἐν τῷ περὶ Ἐκκλησιαστικῶν Συγγραφέων, καὶ ἀπὸ ἄλλους, ὀνομάζεται καθηγητὴς καὶ πρῶτος τῶν ἐν τῇ Δύσει Μοναχῶν. Ἐξέδωκε δὲ καὶ κανόνα τύπον διῃρημένον εἰς κεφάλαια ογ΄, τὸν ὁποῖον τοῦτον τύπον ἐπιγράφει Ῥουδόλφος, περὶ ἀρχῆς τοῦ Μοναχικοῦ βίου. Τὸ τάγμα δὲ τοῦτο τῶν Βενεδικτινῶν, ἔμεινεν ἐν διαστήματι χρόνων τετρακοσίων εἰς τὰ αὐτὰ ἤθη, καὶ εἰς ἕνα τύπον. Ὅθεν καὶ ἦτον εἰς τιμήν. Μετὰ ταῦτα δέ, ἐμοιράσθη εἰς πολλὰ τάγματα, τὰ ὁποῖα ὅλα, εἰ καὶ διάφορά ἐστι κατὰ τὰ φορέματα, ἀλλὅμως δοξάζονται, ὅτι ἐξῆλθον ἀπὸ τὸν Ἅγιον Βενέδικτον. Ἐτελεύτησε δὲ Ἅγιος οὗτος ἐν ἔτει φμβ΄ [542] φμγ΄ [543], ὑπάρχων ἐτῶν ἑξήκοντα δύω.

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἀλεξάνδρου τοῦ ἐν Πίδνῃ.

Μὴ τοὺς στεφάνους ζημιωθῆναι φέρων,
Φέρει κεφαλῆς Ἀλέξανδρος ζημίαν.

Οὗτος ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος εὑρισκόμενος μέσα εἰς τὸ σκότος τῆς πλάνης, ἔλαμψεν ὡς ἀστὴρ πολύφωτος. Ἤλεγξε γὰρ τὴν πλάνην τῶν δυσσεβῶν εἰδωλολατρῶν, τὸν δὲ νοητὸν Διάβολον τὸν καυχώμενον εἰς τὴν πλάνην, κατεπλήγωσε μὲ τὰ λόγιά του ὡσὰν μὲ σαΐτας. Ὅθεν οἱ πεπλανημένοι Ἕλληνες, μὴ ὑποφέροντες τὴν παρρησίαν καὶ ἀνδρίαν τοῦ Ἁγίου, ἐδοκίμαζον νὰ νικήσουν τὴν μεγαλοψυχίαν του μὲ διαφόρους τρόπους, καὶ κολακείας. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐδυνήθησαν, διὰ τοῦτο ἀπέκοψαν τὴν ἁγίαν αὐτοῦ κεφαλήν. Ὁ δὲ Θεὸς ἀντάμειψεν αὐτὸν μὲ τὰ χαρίσματα τῶν ἰαμάτων. Τὸ γὰρ ἅγιον αὐτοῦ λείψανον ἰατρεύει κάθε ἀσθένειαν ἐκείνων, ὁποῦ μετὰ πίστεως εἰς αὐτὸν προστρέχουσιν.

*

Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν καὶ Ὁμολογητοῦ Εὐσχήμου (3) Ἐπισκόπου Λαμψάκων.

Πρὸ τοῦ θανεῖν Εὔσχημος, εἶπεν ἂν Παῦλος,
Εὐσχημόνως ὥδευεν ὡς ἐν ἡμέρᾳ.

Οὗτος ὁ Ὅσιος ἦτον κατὰ τοὺς καιροὺς τῶν εἰκονομάχων. Ἀπὸ βρέφους δὲ καλῶς αὐξηθείς, καὶ φθάσας εἰς ἄνδρα τέλειον, ἐχρημάτισε ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γενόμενος δὲ Μοναχός, ἀνέβη καὶ εἰς τὸ ὑψηλὸν τῆς ἱερωσύνης ἀξίωμα, ὅθεν καὶ ἐγέμισεν ἀπὸ χάριν Θεοῦ. Ἐπειδὴ γὰρ ἐτρώθη ἀπὸ ζῆλον θεϊκόν, τούτου χάριν κατῄσχυνε τοὺς ἱερεῖς τῶν αἱρετικῶν εἰκονομάχων, θαυμάσια παράδοξα ἐνεργῶν. Νεκρὸν γὰρ βρέφος ὑπὸ τῆς μητρός του βασταζόμενον, διὰ προσευχῆς του ἀνέστησε, καὶ πρὸς τὴν ζωὴν ἐπανέφερε. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ θηρία φοβερὸς οὗτος ἔγινε, διότι μὲ μόνην τὴν προσταγήν του ἐδίωκεν αὐτά, τὰ ὁποῖα κατέτρωγαν τὰ χλοηφόρα λάχανα (4). Κλεισθεὶς δὲ μέσα εἰς φυλακὴν ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους, ὡς προσκυνητὴς τῶν σεπτῶν καὶ ἁγίων εἰκόνων, μὲ τὴν διδασκαλίαν του ἐκατάπεισε τοὺς αὐτὸν φυλάσσοντας νὰ προσκυνοῦσι τὰς ἁγίας εἰκόνας. Τὸ δὲ θαυμαστὸν ἦτον τοῦτο, ὅτι καὶ μὅλον ὁποῦ ὁ Ἅγιος ἦτον φυλακωμένος καὶ ἐξόριστος, ἐφρόντιζεν ὅμως διὰ τοὺς πτωχούς, καὶ ἠλέει αὐτοὺς κατὰ δύναμιν. Ὅθεν ἐν εἰρήνῃ τελειώσας τὴν ζωήν του, δὲν ἔλιπε καὶ μετὰ θάνατον νὰ εὐεργετῇ μὲ τὰ ἄπειρα θαύματα, τοὺς πιστῶς αὐτῷ πλησιάζοντας, ῥῶσιν παντοίων νόσων αὐτοῖς χαριζόμενος.

(3) Ἐν δὲ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ γράφεται Εὐσχήμονος.

(4) Ὅθεν τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Εὐσχήμου τούτου, πρέπει νὰ ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Ἱερέως, ὅταν αὐτὸς ἀναγινώσκῃ ἐν τοῖς κήποις τὰς εὐχὰς τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Των Αγίων Βενεδίκτου, Αλεξάνδρου του εν Πίδνη, Ευσχήμου Επισκόπου Λαμψάκων

 

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.