Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου13 Ιουνίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΙΓ’, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Ακυλίνης.
Τον παστόν ευτρέπιζε λαμπρόν Νυμφίε,
Ακυλίνα σοι τέμνεται νύμφη νέα.
Αμφί τρίτην δεκάτην κεφαλήν τμήθη Ακυλίνα.
Αύτη ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϞη’ [298] (1), καταγομένη από την Βίβλον πόλιν της Παλαιστίνης (2), θυγάτηρ ενός περιφανούς άρχοντος, Ευτολμίου ονομαζομένου. Εβαπτίσθη δε από τον Επίσκοπον Ευθάλιον, όταν ήτον πέντε χρόνων. Όταν δε έφθασεν εις τους δέκα χρόνους της ηλικίας της, εδίδασκε τας συνομηλίκους της κόρας, να απέχουν μεν, από την πλάνην των ειδώλων, να προστρέχουν δε, εις την πίστιν του Χριστού. Όθεν δια την αιτίαν ταύτην εδιαβάλθη εις τον ανθύπατον Ουλοσιανόν, από ένα κάποιον Νικόδημον, και λοιπόν εφέρθη έμπροσθεν του ηγεμόνος, και ερωτηθείσα, ωμολόγησε παρρησία το όνομα του Χριστού. Δια τούτο έδειραν αυτήν δυνατά, και σούβλας πυρωμένας διεπέρασαν από τα αυτία της, ώστε οπού εύγαινον από την μύτην της αίματα. Έπειτα λαβούσα την δια ξίφους απόφασιν, απεκεφαλίσθη, και ούτως η μακαρία έλαβε παρά Κυρίου, τον αμάραντον του μαρτυρίου στέφανον. Τελείται δε η αυτής Σύναξις και εορτή εις τον μαρτυρικόν αυτής Ναόν, ο οποίος είναι κοντά εις τον τόπον τον καλούμενον του Φιλοξένου, εν τω περιτειχίσματι.
(1) Ο δε προσθέσας τας χρονολογίας εν τοις Ωρολογίοις θέλει, ότι αύτη ήθλησεν επί Τραϊανού, εν έτει ριη’ [118].
(2) Εν δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή και τοις Μηναίοις γράφεται «Και Βίβλου άρχοντος της Παλαιστίνης», εν δε τω Συναξαριστή της του Διονυσίου Μονής Βύβλος γράφεται δια του υ ψιλού.
*
Τη αυτή ημέρα της Οσίας μητρός ημών Άννης, και του υιού αυτής Ιωάννου.
Μήτηρ και υιός Άννα και Ιωάννης,
Ώφθησαν άμφω Ουρανού οικήτορες.
*
Μνήμη του Οσίου Ιακώβου του εξ απάτης τον Αντίχριστον, ήτοι τον Διάβολον, προσκυνήσαντος.
Οιήσεως ουκ έστι τι χείρον πάθος.
Ταύτη γαρ Ιάκωβον εχθρός ηπάτα.
Ούτος ο μακάριος Ιάκωβος, επειδή ηγάπησε τον Χριστόν, δια τούτο εμίσησε τον κόσμον και απετάξατο όλα τα υπάρχοντά του, χωρίς να χρειασθή κανένα από αυτά. Μετά ταύτα όμως, τόσον υπερηφανεύθη από συνέργειαν του μισανθρώπου Διαβόλου, ώστε οπού ετόλμα και έλεγε· ποίος άλλος ηξεύρει καλλίτερα από εμένα την σωτηρίαν μου; Όθεν εμεταχειρίσθη πολλούς και μεγάλους αγώνας, όχι με την ερώτησιν των εμπείρων, καθώς διδάσκουσιν οι θείοι πατέρες, αλλά με το εδικόν του θέλημα και την αυταρέσκειαν, δια τούτο και ηπατήθη από τους δαίμονας. Ελθών γαρ εις αυτόν ένας πονηρός άγγελος, ήτοι ένας δαίμων, μετασχηματισθείς εις Άγγελον φωτός, είπεν αυτώ· καθάρισον το κελλίον σου, και ανάψας φώτα και λαμπάδας, και καπνίσας αυτό με μύρα και θυμιάματα, ευτρέπισον τον εαυτόν σου. Διότι ο Χριστός, με το να ευαρεστήθη εις την άσκησίν σου, έρχεται την νύκτα ταύτην δια να σε δώση πολλάς χάριτας. Ο δε ανόητος Ιάκωβος εξ οιήσεως απατηθείς, εποίησεν αυτά όλα. Και λοιπόν ήλθεν εις αυτόν ο Αντίχριστος με δόξαν και φαντασίαν πολλήν, εις το μέσον της νυκτός. Όθεν ανοίξας την θύραν του κελλίου του ο Ιάκωβος, επροσκύνησεν αυτόν. Ο δε Διάβολος κτυπήσας τον Ιάκωβον εις το μέτωπον, κατά θείαν οικονομίαν δεν εστάθη, αλλά εγύρισεν οπίσω και έφυγε.
Το πρωί δε θρηνώντας ο Ιάκωβος, επήγεν εις ένα Γέροντα. Ο δε Γέρων, προ του να ακούση κανένα λόγον από τον Ιάκωβον, λέγει προς αυτόν· φύγε από εδώ, ότι επεριπαίχθης από τον Σατανάν. Ο δε Ιάκωβος έκλαιε και εσύντριβε την καρδίαν του. Τότε ο Γέρων ονειδίσας αυτόν πολλά και κατηχήσας, απέστειλεν εις Κοινόβιον. Ο δε υπακούσας επήγεν εις Κοινόβιον, και εδούλευεν εις το μαγειρείον χρόνους επτά, με πολλήν ταπείνωσιν και υπακοήν. Έπειτα εκάθισεν εις κελλίον μόνος άλλους επτά χρόνους, εργαζόμενος εργόχειρον μέτριον, και φυλάττων κανόνα ακριβή. Και έτζι μαθών την απλανή στράταν του Θεού με πολλήν διάκρισιν, έγινε θαυματουργός εξαίσιος, και έτζι τελειώσας την ζωήν του, απήλθε προς Κύριον.
*
Ο Άγιος Αντίπατρος Επίσκοπος Βόστρων (3), εν ειρήνη τελειούται.
Τον Αντίπατρον πλούσιον Σώτερ δέχη,
Των αρετών φέροντα κορβανάν μέγαν.
(3) Τούτου του Αντιπάτρου ευρίσκονται εν χειρογράφοις λόγοι τινές, και δη και Εγκώμιον εις την Γέννησιν του Προδρόμου.
*
Ο Άγιος Ευλόγιος Πατριάρχης Αντιοχείας, εν ειρήνη τελειούται.
Την βασιλείαν κλήρον εύρε την άνω,
Συν Πατρός Ευλόγιος ευλογημένοις.
*
Οι Άγιοι μύριοι (ήτοι δέκα χιλιάδες) Μάρτυρες, ξίφει τελειούνται.
Νικά πεσούσα μυριάς δια ξίφους,
Πίπτουσα και γαρ η Θεού νικά φάλαγξ.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Διόδωρος ο εξ Εμέσης, σταυρωθείς τελειούται.
Ανήλθε Διόδωρος εις σταυρού ξύλον,
Τιμών Ιησούν ου πάθος Σταυρού ξύλον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΓ΄, μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Ἀκυλίνης.
Τὸν παστὸν εὐτρέπιζε λαμπρὸν Νυμφίε,
Ἀκυλίνα σοὶ τέμνεται νύμφη νέα.
Ἀμφὶ τρίτην δεκάτην κεφαλὴν τμήθη Ἀκυλίνα.
Αὕτη ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Διοκλητιανοῦ, ἐν ἔτει σϞη΄ [298] (1), καταγομένη ἀπὸ τὴν Βίβλον πόλιν τῆς Παλαιστίνης (2), θυγάτηρ ἑνὸς περιφανοῦς ἄρχοντος, Εὐτολμίου ὀνομαζομένου. Ἐβαπτίσθη δὲ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπον Εὐθάλιον, ὅταν ἦτον πέντε χρόνων. Ὅταν δὲ ἔφθασεν εἰς τοὺς δέκα χρόνους τῆς ἡλικίας της, ἐδίδασκε τὰς συνομηλίκους της κόρας, νὰ ἀπέχουν μέν, ἀπὸ τὴν πλάνην τῶν εἰδώλων, νὰ προστρέχουν δέ, εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ. Ὅθεν διὰ τὴν αἰτίαν ταύτην ἐδιαβάλθη εἰς τὸν ἀνθύπατον Οὐλοσιανόν, ἀπὸ ἕνα κᾄποιον Νικόδημον, καὶ λοιπὸν ἐφέρθη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος, καὶ ἐρωτηθεῖσα, ὡμολόγησε παρρησίᾳ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Διὰ τοῦτο ἔδειραν αὐτὴν δυνατά, καὶ σούβλας πυρωμένας διεπέρασαν ἀπὸ τὰ αὐτία της, ὥστε ὁποῦ εὔγαινον ἀπὸ τὴν μύτην της αἵματα. Ἔπειτα λαβοῦσα τὴν διὰ ξίφους ἀπόφασιν, ἀπεκεφαλίσθη, καὶ οὕτως ἡ μακαρία ἔλαβε παρὰ Κυρίου, τὸν ἀμάραντον τοῦ μαρτυρίου στέφανον. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῆς Σύναξις καὶ ἑορτὴ εἰς τὸν μαρτυρικὸν αὐτῆς Ναόν, ὁ ὁποῖος εἶναι κοντὰ εἰς τὸν τόπον τὸν καλούμενον τοῦ Φιλοξένου, ἐν τῷ περιτειχίσματι.
(1) Ὁ δὲ προσθέσας τὰς χρονολογίας ἐν τοῖς Ὡρολογίοις θέλει, ὅτι αὕτη ἤθλησεν ἐπὶ Τραϊανοῦ, ἐν ἔτει ριη΄ [118].
(2) Ἐν δὲ τῷ τετυπωμένῳ Συναξαριστῇ καὶ τοῖς Μηναίοις γράφεται «Καὶ Βίβλου ἄρχοντος τῆς Παλαιστίνης», ἐν δὲ τῷ Συναξαριστῇ τῆς τοῦ Διονυσίου Μονῆς Βύβλος γράφεται διὰ τοῦ υ ψιλοῦ.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ τῆς Ὁσίας μητρὸς ἡμῶν Ἄννης, καὶ τοῦ υἱοῦ αὐτῆς Ἰωάννου.
Μήτηρ καὶ υἱὸς Ἄννα καὶ Ἰωάννης,
Ὤφθησαν ἄμφω Οὐρανοῦ οἰκήτορες.
*
Μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἰακώβου τοῦ ἐξ ἀπάτης τὸν Ἀντίχριστον, ἤτοι τὸν Διάβολον, προσκυνήσαντος.
Οἰήσεως οὐκ ἔστι τι χεῖρον πάθος.
Ταύτῃ γὰρ Ἰάκωβον ἐχθρὸς ἠπάτα.
Οὗτος ὁ μακάριος Ἰάκωβος, ἐπειδὴ ἠγάπησε τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο ἐμίσησε τὸν κόσμον καὶ ἀπετάξατο ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του, χωρὶς νὰ χρειασθῇ κᾀνένα ἀπὸ αὐτά. Μετὰ ταῦτα ὅμως, τόσον ὑπερηφανεύθη ἀπὸ συνέργειαν τοῦ μισανθρώπου Διαβόλου, ὥστε ὁποῦ ἐτόλμα καὶ ἔλεγε· ποῖος ἄλλος ἠξεύρει καλλίτερα ἀπὸ ἐμένα τὴν σωτηρίαν μου; Ὅθεν ἐμεταχειρίσθη πολλοὺς καὶ μεγάλους ἀγῶνας, ὄχι μὲ τὴν ἐρώτησιν τῶν ἐμπείρων, καθὼς διδάσκουσιν οἱ θεῖοι πατέρες, ἀλλὰ μὲ τὸ ἐδικόν του θέλημα καὶ τὴν αὐταρέσκειαν, διὰ τοῦτο καὶ ἠπατήθη ἀπὸ τοὺς δαίμονας. Ἐλθὼν γὰρ εἰς αὐτὸν ἕνας πονηρὸς ἄγγελος, ἤτοι ἕνας δαίμων, μετασχηματισθεὶς εἰς Ἄγγελον φωτός, εἶπεν αὐτῷ· καθάρισον τὸ κελλίον σου, καὶ ἀνάψας φῶτα καὶ λαμπάδας, καὶ καπνίσας αὐτὸ μὲ μῦρα καὶ θυμιάματα, εὐτρέπισον τὸν ἑαυτόν σου. Διότι ὁ Χριστός, μὲ τὸ νὰ εὐαρεστήθη εἰς τὴν ἄσκησίν σου, ἔρχεται τὴν νύκτα ταύτην διὰ νὰ σὲ δώσῃ πολλὰς χάριτας. Ὁ δὲ ἀνόητος Ἰάκωβος ἐξ οἰήσεως ἀπατηθείς, ἐποίησεν αὐτὰ ὅλα. Καὶ λοιπὸν ἦλθεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἀντίχριστος μὲ δόξαν καὶ φαντασίαν πολλήν, εἰς τὸ μέσον τῆς νυκτός. Ὅθεν ἀνοίξας τὴν θύραν τοῦ κελλίου του ὁ Ἰάκωβος, ἐπροσκύνησεν αὐτόν. Ὁ δὲ Διάβολος κτυπήσας τὸν Ἰάκωβον εἰς τὸ μέτωπον, κατὰ θείαν οἰκονομίαν δὲν ἐστάθη, ἀλλὰ ἐγύρισεν ὀπίσω καὶ ἔφυγε.
Τὸ πρωῒ δὲ θρηνῶντας ὁ Ἰάκωβος, ἐπῆγεν εἰς ἕνα Γέροντα. Ὁ δὲ Γέρων, πρὸ τοῦ νὰ ἀκούσῃ κᾀνένα λόγον ἀπὸ τὸν Ἰάκωβον, λέγει πρὸς αὐτόν· φύγε ἀπὸ ἐδῶ, ὅτι ἐπεριπαίχθης ἀπὸ τὸν Σατανᾶν. Ὁ δὲ Ἰάκωβος ἔκλαιε καὶ ἐσύντριβε τὴν καρδίαν του. Τότε ὁ Γέρων ὀνειδίσας αὐτὸν πολλὰ καὶ κατηχήσας, ἀπέστειλεν εἰς Κοινόβιον. Ὁ δὲ ὑπακούσας ἐπῆγεν εἰς Κοινόβιον, καὶ ἐδούλευεν εἰς τὸ μαγειρεῖον χρόνους ἑπτά, μὲ πολλὴν ταπείνωσιν καὶ ὑπακοήν. Ἔπειτα ἐκάθισεν εἰς κελλίον μόνος ἄλλους ἑπτὰ χρόνους, ἐργαζόμενος ἐργόχειρον μέτριον, καὶ φυλάττων κανόνα ἀκριβῆ. Καὶ ἔτζι μαθὼν τὴν ἀπλανῆ στράταν τοῦ Θεοῦ μὲ πολλὴν διάκρισιν, ἔγινε θαυματουργὸς ἐξαίσιος, καὶ ἔτζι τελειώσας τὴν ζωήν του, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον.
*
Ὁ Ἅγιος Ἀντίπατρος Ἐπίσκοπος Βόστρων (3), ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Τὸν Ἀντίπατρον πλούσιον Σῶτερ δέχῃ,
Τῶν ἀρετῶν φέροντα κορβανᾶν μέγαν.
(3) Τούτου τοῦ Ἀντιπάτρου εὑρίσκονται ἐν χειρογράφοις λόγοι τινες, καὶ δὴ καὶ Ἐγκώμιον εἰς τὴν Γέννησιν τοῦ Προδρόμου.
*
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος Πατριάρχης Ἀντιοχείας, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Τὴν βασιλείαν κλῆρον εὗρε τὴν ἄνω,
Σὺν Πατρὸς Εὐλόγιος εὐλογημένοις.
*
Οἱ Ἅγιοι μύριοι (ἤτοι δέκα χιλιάδες) Μάρτυρες, ξίφει τελειοῦνται.
Νικᾷ πεσοῦσα μυριὰς διὰ ξίφους,
Πίπτουσα καὶ γὰρ ἡ Θεοῦ νικᾷ φάλαγξ.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Διόδωρος ὁ ἐξ Ἐμέσης, σταυρωθεὶς τελειοῦται.
Ἀνῆλθε Διόδωρος εἰς σταυροῦ ξύλον,
Τιμῶν Ἰησοῦν οὗ πάθος Σταυροῦ ξύλον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *