Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου12 Νοεμβρίου

Των Αγίων Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας του Ελεήμονος, Νείλου του Ασκητού, Μαρτίνου κ.α.

 Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Άγιος Ιωάννης ο ΕλεήμωνΤω αυτώ μηνί ΙΒ’, μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας του Ελεήμονος.

Ιωάννης πένησι δους και σκορπίσας,
Ω ποία Χριστώ νυν παρεστώς λαμβάνει!

Ώχετο ακτεάνων δυοκαιδεκάτη ελεητής.

Ούτος ο θείος Πατήρ ημών Ιωάννης, εκατάγετο από την Κύπρον, υιός ων του της Κύπρου άρχοντος Επιφανίου καλουμένου, κατά τους χρόνους Ηρακλείου βασιλέως εν έτει χιε’ [615]. Λαβών δε με γάμον γυναίκα, έγινε πατήρ παιδίων. Αφ’ ου δε η γυνή και τα τέκνα του απέθανον, εγύρισεν ο Άγιος όλην την αγάπην και επιθυμίαν της ψυχής του εις αρέσκειαν Θεού και εις προκοπήν αρετής. Όθεν δια την λαμπρότητα της ζωής του έγινεν Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Τότε λοιπόν εβάλθη, ως πυρσός και λύχνος επάνω εις την λυχνίαν της πατριαρχείας, κατά το λόγιον του Ευαγγελίου, όθεν και έλαμψεν εις όλην την οικουμένην. Διαπεράσας δε εις την πατριαρχείαν χρόνους πολλούς, εποίησε πάμπολλα θαύματα. Επειδή δε εμοίραζεν εις τους πτωχούς πλουσιοπαρόχως την ελεημοσύνην, δια τούτο έλαβε και την επίκλησιν ταύτην, το να ονομάζεται, Ελεήμων. Κατασταθείς λοιπόν ο μακάριος αιδέσιμος και σεβάσμιος έως και εις αυτούς τους απίστους και εθνικούς, καθώς τούτο δηλοί ο κατά πλάτος Βίος αυτού, προς Κύριον εξεδήμησε. (Τον κατά πλάτος Βίον τούτου, συνέγραψε μεν ελληνικά, Συμεών ο Μεταφραστής. Μετέφρασε δε ο αοίδιμος Αγάπιος, ευρίσκεται δε αυτός εις τον Παράδεισον (1).)

(1) Σημείωσαι, ότι εν τη Μεγίστη Λαύρα ευρίσκεται λόγος εις τον θείον τούτον Ιωάννην, Λεοντίου, Επισκόπου Νεαπόλεως της Κύπρου, ου η αρχή· «Ο μεν σκοπός εις εστιν, ημών τε και των προ ημών φιλοπόνων και οσίων».

*

Όσιος Νείλος ο ΑσκητήςΤη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νείλου του ασκητού.

Αίγυπτον άρδει Νείλος αλλά και κτίσιν,
Λόγω κατάρδει και θανών Νείλος μέγας.

Ούτος ήτον πολύς και θαυμάσιος εις τους λόγους, κατά τους χρόνους Μαυρικίου του βασιλέως, έπαρχος Κωνσταντινουπόλεως γνωριζόμενος, εν έτει φπδ’ [584]. Λαβών δε δια γάμου σεμνήν γυναίκα, εγέννησε δύω τέκνα, ένα αρσενικόν, και ένα θηλυκόν. Έπειτα εκατάπεισε την σύζυγόν του να αφήσουν μεν και οι δύω την Κωνσταντινούπολιν, να υπάγουν δε εις τα Μοναστήρια της Αιγύπτου. Πηγαίνοντες λοιπόν εκεί, εμοίρασαν οι δύω τα δύω τέκνα των. Και ο μεν θείος Νείλος, επήρε τον υιόν Θεόδουλον. Η δε γυνή του, επήρε την θυγατέρα. Και έτζι εχωρίσθησαν ένας από τον άλλον. Πέρνωντας δε ο Νείλος τον Θεόδουλον, επήγε κατά το Σίναιον όρος, και συνευρίσκετο με τους εκεί Πατέρας. Ελθόντες δε βάρβαροι αιφνιδίως κατά τον τόπον εκείνον, εσκλάβωσαν μαζί με άλλους Πατέρας και τον υιόν του Θεόδουλον, τον οποίον ως σκλάβον θρηνεί ο Όσιος περισσότερον από το πρέπον, υπό της φυσικής φιλοστοργίας νικώμενος, καθώς αναφέρεται ο θρήνος ούτος εν τω παρ’ αυτού συντεθέντι συγγράμματι. Αξιωθείς δε μετά ταύτα της θείας Ιερωσύνης, εσύνθεσε λόγους ασκητικούς, γεμάτους από κάθε σοφίαν και ωφέλειαν. Ομοίως συνέγραψε και επιστολάς και κεφάλαια πάμπολλα. Και πολλούς δια μέσου αυτών επαρακίνησε να συζούν με τον θείον έρωτα του Χριστού. Ούτω λοιπόν πολιτευσάμενος, εν ειρήνη ετελειώθη. Λέγουσι δε μερικοί, ότι το λείψανον του Οσίου τούτου και του υιού του Θεοδούλου, ομού με άλλων ασκητών λείψανα, ευρίσκονται εις τον εν Κωνσταντινουπόλει σεβάσμιον Ναόν των Αγίων Αποστόλων εν τω Ορφανοτροφείω, υποκάτωθεν του θυσιαστηρίου (2). Τα οποία κατετέθησαν εκεί από τον φιλόχριστον βασιλέα Ιουστίνον. (Όρα περί του Αγίου τούτου Νείλου, και Θεοδούλου του υιού του, εις την δεκάτην τετάρτην του Ιαννουαρίου.)

(2) Το υποκάτωθεν του θυσιαστηρίου νοείται, όχι πως ήτον εντός του αγίου Βήματος υποκάτω της αγίας Τραπέζης τα άγια λείψανα ταύτα. Πώς γαρ ήτον δυνατόν τόσα λείψανα να χωρήσουν εκεί; Αλλά νοείται τούτο, ότι, καθώς παρέδωκαν εις ημάς οι τους παλαιούς Ναούς ιστορήσαντες, όπισθεν του αγίου Βήματος υποκάτω του εδάφους, ήτον τόπος κατεσκευασμένος ωσάν κοιμητήριον, δια να αποτίθενται εκεί, τα τίμια λείψανα των Αγίων. Καθώς και εις τα κοιμητήρια των του Αγίου Όρους Μοναστηρίων, υποκάτωθεν του ναού του κοιμητηρίου, είναι τόπος καμαροειδώς εκτισμένος επίτηδες, δια να κατατίθενται εκεί μετά την ανακομιδήν, τα κόκκαλα των τελευτησάντων αδελφών.

*

Ο Όσιος Νείλος, ο ασκήσας εν τοις ορίοις της Μεγίστης Λαύρας του Άθω, ο μετά θάνατον μυροβλύσας και δια τούτο μυροβλύτης καλούμενος, εν ειρήνη τελειούται.

Ο Νείλος ώφθη ουχί ύδωρ εκρέων,
Μύρον δε εύπνουν, ου μυρεψός η χάρις.

*

Όσιος ΜαρτίνοςΜνήμη του Οσίου Πατρός ημών Μαρτίνου του Θαυματουργού Επισκόπου Φραγγίας.

Ουκ ην ο κόσμος άξιός σου Μαρτίνε,
Ον και λιπών ανήλθες εις κόσμον μέγαν.

Ούτος ο θαυμάσιος Μαρτίνος ήτον κόμης την αξίαν, κατά τους χρόνους Τραϊανού του βασιλέως, εν έτει Ϟη’ [98] (3). Κατασταθείς δε αρχιστράτηγος από τον βασιλέα, επέμφθη εις τον κατά των βαρβάρων πόλεμον. Βλέπωντας δε πως ήτον πολύ το πλήθος των εχθρών, εφοβήθη, καθώς και ήτον πρέπον να φοβηθή. Λαβών δε θάρρος από μίαν θεϊκήν οπτασίαν, οπού εφάνη κατά το όνειρόν του, η οποία υπέσχετο εις αυτόν, ότι θέλει νικήσει τους εχθρούς: τούτου χάριν πολεμήσας, ενίκησεν αυτούς. Δια την νίκην δε ταύτην έλαβε μεγάλην δεξίωσιν και τιμήν από τον βασιλέα. Αλλ’ ο Άγιος ευχαρίστει περισσότερον τον βασιλέα του Ουρανού Κύριον, επειδή και εχάρισεν εις αυτόν την νίκην έξω από κάθε ελπίδα, δια την ολίγην ευεργεσίαν οπού έκαμε. Προτίτερα γαρ από το να κτυπήση τον πόλεμον, επήγεν εις αυτόν ένας πτωχός, κλαίωντας την συμφοράν του και ζητών ελεημοσύνην. Ο δε Άγιος συμπονέσας την συμφοράν του, έσχισε μέρος τι από την χλαμύδα του, ήτοι από το αξιωματικόν και πολύτιμον ένδυμα οπού εφόρει, και ένδυσεν αυτόν. Ομοίως εχόρτασεν αυτόν πεινώντα και επότισε διψώντα. Όθεν του εφάνη ότι είδε τον Κύριον εις τον ύπνον του παρασταθέντα και λέγοντα. Επειδή πεινασμένον με έθρεψες και διψασμένον επότισες και γυμνόν ένδυσες, δια τούτο θέλω είμαι με εσένα και θέλω σε ενδυναμώσω και να σοι χαρίσω την κατά των εχθρών νίκην.

Όθεν ευχαριστώντας ο Άγιος εις τον Θεόν, αρνήθη όλον τον κόσμον και τα του κόσμου, και επροτίμησε την μοναχικήν πολιτείαν. Αφ’ ου δε εγυμνάσθη εις την άσκησιν χρόνους επτά και εμελέτησε τας θείας Γραφάς, τότε έγινεν Επίσκοπος της Κωνσταντίνης πόλεως, ήτις ευρίσκεται εις την Γαλλίαν: ήτοι την νυν καλουμένην Φράνσαν. Ούτος με την του Χριστού χάριν ανάστησε νεκρούς, εθανάτωσε δράκοντας, μετέβαλεν εις χρυσάφι μίαν ζωντανήν περιστεράν, δια να βοηθήση εις την χρείαν ενός πτωχού. Και πάλιν απεκατέστησεν αυτήν περιστεράν, καθώς ήτον το πρότερον. Και άλλα δε πολλά θαύματα ποιήσας, εν ειρήνη προς Κύριον εξεδήμησεν.

(3) Εν δε τω Νέω Εκλογίω, όπου γράφεται ο κατά πλάτος Βίος του Αγίου τούτου, αναφέρεται, ότι ούτος ήτον κατά τους χρόνους Γρατιανού και Ουαλεντιανού των βασιλέων Ρώμης, εν έτει τος’ [376]. Η δε τούτου μνήμη εκεί αναφέρεται, ότι είναι εις τας δέκα του Νοεμβρίου, και ουχί εις τας δώδεκα.

*

Ο Άγιος Προφήτης Αχιά εν ειρήνη τελειούται.

Ότι Προφήτης Αχιά πριν τεθνάναι,
Ιεροβοάμ μάρτυς υιός Σαρίρα (4).

Ούτος ο Προφήτης Αχιά ήτον από την Σηλώμ, η οποία ήτον πόλις του Ιερέως Ηλεί, όπου ευρίσκετο παλαιά η σκηνή του Μωϋσέως. Ούτος είπε δια τον Σολομώντα, ότι θέλει αμαρτήσει εις τον Κύριον, και ότι αι γυναίκες θέλουν χωρίσουν αυτόν από τον Θεόν. Ήλεγξε δε και τον Ιεροβοάμ, ότι με δόλον πολιτεύεται μετά του Κυρίου. Και προείπεν εις αυτόν, ότι μέλλει να βασιλεύση εις τας δέκα φυλάς του Ισραήλ (5). Αυτός είδε και ένα ζεύγος βοδίων, τα οποία επάτουν τον Ναόν της Ιερουσαλήμ, και έτρεχον επάνω εις τους Ιερείς. Τούτο δε έλαβε τέλος, διατί όταν οι Βαβυλώνιοι εσκλάβωσαν τα Ιεροσόλυμα, κατακαύσαντες τον Ναόν, αροτρίασαν αυτόν με τους βόας. Ταύτα δε προφητεύσας, απέθανεν εν ειρήνη, και ετάφη κοντά εις την δρυν του Σηλώμ.

(4) Κατά λάθος εδώ εγράφη το Σαρίρα. Καθότι η Σαρίρα ή Σαριρά, δεν ήτον μήτηρ του Ιεροβοάμ, αλλά ήτον όνομα της γης της εν όρει Εφραίμ. Ως βεβαιοί η θεία Γραφή. «Κατευθύνει Ιεροβοάμ και έρχεται εις την πόλιν αυτού εις την γην Σαριρά, την εν όρει Εφραΐμ» (Γ’ Βασιλ. ια’, 43). Και πάλιν· «Και Ιεροβοάμ υιός Ναβάτ ο Εφραθί εκ της Σαριρά, υιός γυναικός χήρας δούλος Σαλωμών» (αυτόθι 26). Όθεν κάλλιον είναι να γραφή αντί του Σαρίρα, Ναβάτου.

(5) Όρα τα λόγια οπού είπεν εις τον Ιεροβοάμ εν κεφ. ια’ της Γ’ των Βασιλειών.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών Μαρτίνος Επίσκοπος Ταρακίνης, εν ειρήνη τελειούται.

Κλέος κράτιστον εκ Θεού ο Μαρτίνος,
Είληφεν ως έλεον ενδεδυμένος.

Ούτος εκατάγετο από Σαβωρίαν την Ταφωνίαν, λαμπρός κατά το γένος και μέγας γνωριζόμενος κοντά εις τους Ιλλυριείς, ήτοι τους νυν Σλαβούνους. Στολισμένος δε ώντας με αποστολικά αξιώματα, επιβουλεύθη από τους Αρειανούς. Και πολλαίς φοραίς δαρθείς δημοσίως από αυτούς, εδιώχθη. Πηγαίνωντας δε εις τα Μεδιόλανα, έπαθε τα ίδια από τον εκεί Επίσκοπον Αυξέντιον, Αρειανόν υπάρχοντα. Όθεν αναγκαζόμενος ο αοίδιμος, έφυγε και επήγεν εις την έρημον και ακατοίκητον νήσον Ταλάρειαν. Η οποία πλησιάζει εις το Τυρρηνικόν πέλαγος, το κατά την Τουσκίαν την εν Ιταλία ευρισκομένην. Εκεί δε ησυχάζων, έτρωγε μόνον από τας ρίζας των βοτανών, ύστερον δε έγινεν Επίσκοπος της εν Ταρακίνη Εκκλησίας. Τόσον δε έλαμψε και επρόκοψεν εις την φιλοπτωχείαν ο αοίδιμος, εις τρόπον ότι, πρώτον μεν εμοίρασεν όλα του τα υπάρχοντα εις τους πτωχούς. Ύστερον δε, ανίσως και ετύχαινε να φορή ένα και μόνον φόρεμα, έπειτα έβλεπε κανένα πτωχόν κρυόνοντα, έκοπτε το φόρεμα εκείνο από τα γόνατά του, και το έδιδεν εις τον πτωχόν. Ούτος ο Άγιος βλέπωντας μίαν φοράν ένα νεκρόν, τον οποίον επήγαιναν να ενταφιάσουν, ένας δε συκοφάντης δεν άφινε να τον θάψουν, λέγωντας ψευδώς, ότι του χρεωστεί τόσα άσπρα· τούτο λέγω βλέπωντας, τον μεν νεκρόν εκείνον ανέστησε. Τον δε συκοφάντην ψεύστην αποδειχθέντα, επρόσταξε να αποθάνη αντί του νεκρού. Με τοιούτον λοιπόν τρόπον θεαρέστως και θαυμαστώς ζήσας ο τρισόλβιος, εν ειρήνη εκοιμήθη.

*

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Αντωνίου, Ζεβινά, Γερμανού, Νικηφόρου, και Μαραθώ (6) της Παρθένου.

Ξίφος Ζεβινάν, Γερμανόν, Νικηφόρον,
Συν Αντωνίω δεικνύει νικηφόρους.

Εις την Μαραθώ.

Βληθείσα εις πυρ Μαραθώ η παρθένος,
Νυν ταις φρονίμοις συγχορεύει παρθένοις.

Ούτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του Μαξιμιανού, εν έτει σϞη’ [298]. Και ο μεν Αντώνιος, ήτον γέρων κατά την ηλικίαν, ο δε Νικηφόρος και Ζεβινάς, και Γερμανός, ήτον νέοι. Πιασθέντες δε εις την Καισάρειαν, και ομολογήσαντες παρρησία τον Χριστόν Θεόν αληθινόν, απεκεφαλίσθησαν. Μαραθώ δε η παρθένος, η καταγομένη από την Σκυθόπολιν, η οποία ευρίσκετο εν τη Κοίλη Συρία, Νύσσα και Μέθορα καλουμένη, και με θρόνον μητροπολίτου τιμημένη υπό τον Ιεροσολύμων, και αυτή λέγω η παρθένος πιασθείσα δια την ευσέβειαν, επομπεύθη γυμνή εις όλην την πόλιν. Έπειτα παρεδόθη εις το πυρ και ετελειώθη. Και έτζι έλαβον όλοι τους στεφάνους του μαρτυρίου.

(6) Εν δε τοις Μηναίοις Μαναθώ γράφεται.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Αρσάκιος ξίφει τελειούται.

Έχαιρεν Αρσάκιος εις ξίφος βλέπων,
Συν τω ξίφει γαρ, ην βλέπων και το στέφος.

*

Ο εν Αγίοις Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Λέων εν ειρήνη τελειούται (7).

Εναερίους δαίμονας σοβεί Λέων,
Βίου εξελθών ως λέων εκ καλάμου.

(7) Ο Λέων ούτος φαίνεται ότι ήτον ο επικαλούμενος Στύππης. Όστις ήκμαζε κατά τους χρόνους του βασιλέως Ιωάννου του Κομνηνού εν έτει 1134, κατά τον Μελέτιον, σελ. 17 του γ’ τόμου.

*

Ο Άγιος Νεομάρτυς Σάββας ο Νιγδελής και σαμολαδάς, ο εν Κωνσταντινουπόλει μεν μαρτυρήσας, εν τω Κουτζούκ δε Καραμάνι ενταφιασθείς κατά το έτος ͵αψκς’ [1726], ξίφει τελειούται.

Τμηθείς κεφαλήν Σάββα Μαρτύρων κλέος,
Χριστώ συνάπτη τη κεφαλή των όλων.

*

Μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος Νικολάου, του εν Κωνσταντινουπόλει μεν μαρτυρήσαντος, εν έτει ͵αψλβ’ [1732], εκ της ενορίας δε όντος των εξ Μαρμάρων.

Νικάς τον εχθρόν τη αθλήσει σου μάκαρ,
Ω Νικόλαε και βραβεία λαμβάνεις.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Άγιος Ιωάννης ο ΕλεήμωνΤῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΒ΄, μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας τοῦ Ἐλεήμονος.

Ἰωάννης πένησι δοὺς καὶ σκορπίσας,
Ὢ ποῖα Χριστῷ νῦν παρεστὼς λαμβάνει!

ᾬχετο ἀκτεάνων δυοκαιδεκάτῃ ἐλεητής.

Οὗτος ὁ θεῖος Πατὴρ ἡμῶν Ἰωάννης, ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν Κύπρον, υἱὸς ὢν τοῦ τῆς Κύπρου ἄρχοντος Ἐπιφανίου καλουμένου, κατὰ τοὺς χρόνους Ἡρακλείου ἐν ἔτει χιε΄ [615]. Λαβὼν δὲ μὲ γάμον γυναῖκα, ἔγινε πατὴρ παιδίων. Ἀφ’ οὗ δὲ ἡ γυνὴ καὶ τὰ τέκνα του ἀπέθανον, ἐγύρισεν ὁ Ἅγιος ὅλην τὴν ἀγάπην καὶ ἐπιθυμίαν τῆς ψυχῆς του εἰς ἀρέσκειαν Θεοῦ καὶ εἰς προκοπὴν ἀρετῆς. Ὅθεν διὰ τὴν λαμπρότητα τῆς ζωῆς του ἔγινεν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας. Τότε λοιπὸν ἐβάλθη, ὡς πυρσὸς καὶ λύχνος ἐπάνω εἰς τὴν λυχνίαν τῆς πατριαρχείας, κατὰ τὸ λόγιον τοῦ Εὐαγγελίου, ὅθεν καὶ ἔλαμψεν εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην. Διαπεράσας δὲ εἰς τὴν πατριαρχείαν χρόνους πολλούς, ἐποίησε πάμπολλα θαύματα. Ἐπειδὴ δὲ ἐμοίραζεν εἰς τοὺς πτωχοὺς πλουσιοπαρόχως τὴν ἐλεημοσύνην, διὰ τοῦτο ἔλαβε καὶ τὴν ἐπίκλησιν ταύτην, τὸ νὰ ὀνομάζεται, Ἐλεήμων. Κατασταθεὶς λοιπὸν ὁ μακάριος αἰδέσιμος καὶ σεβάσμιος ἕως καὶ εἰς αὐτοὺς τοὺς ἀπίστους καὶ ἐθνικούς, καθὼς τοῦτο δηλοῖ ὁ κατὰ πλάτος Βίος αὐτοῦ, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησε. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον τούτου, συνέγραψε μὲν ἑλληνικά, Συμεὼν ὁ Μεταφραστής. Μετέφρασε δὲ ὁ ἀοίδιμος Ἀγάπιος, εὑρίσκεται δὲ αὐτὸς εἰς τὸν Παράδεισον (1).)

(1) Σημείωσαι, ὅτι ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ εὑρίσκεται λόγος εἰς τὸν θεῖον τοῦτον Ἰωάννην, Λεοντίου, Ἐπισκόπου Νεαπόλεως τῆς Κύπρου, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὁ μὲν σκοπὸς εἷς ἐστιν, ἡμῶν τε καὶ τῶν πρὸ ἡμῶν φιλοπόνων καὶ ὁσίων».

*

Όσιος Νείλος ο ΑσκητήςΤῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Νείλου τοῦ ἀσκητοῦ.

Αἴγυπτον ἄρδει Νεῖλος ἀλλὰ καὶ κτίσιν,
Λόγῳ κατάρδει καὶ θανὼν Νεῖλος μέγας.

Οὗτος ἦτον πολὺς καὶ θαυμάσιος εἰς τοὺς λόγους, κατὰ τοὺς χρόνους Μαυρικίου τοῦ βασιλέως, ἔπαρχος Κωνσταντινουπόλεως γνωριζόμενος, ἐν ἔτει φπδ΄ [584]. Λαβὼν δὲ διὰ γάμου σεμνὴν γυναῖκα, ἐγέννησε δύω τέκνα, ἕνα ἀρσενικόν, καὶ ἕνα θηλυκόν. Ἔπειτα ἐκατάπεισε τὴν σύζυγόν του νὰ ἀφήσουν μὲν καὶ οἱ δύω τὴν Κωνσταντινούπολιν, νὰ ὑπάγουν δὲ εἰς τὰ Μοναστήρια τῆς Αἰγύπτου. Πηγαίνοντες λοιπὸν ἐκεῖ, ἐμοίρασαν οἱ δύω τὰ δύω τέκνα των. Καὶ ὁ μὲν θεῖος Νεῖλος, ἐπῆρε τὸν υἱὸν Θεόδουλον. Ἡ δὲ γυνή του, ἐπῆρε τὴν θυγατέρα. Καὶ ἔτζι ἐχωρίσθησαν ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. Πέρνωντας δὲ ὁ Νεῖλος τὸν Θεόδουλον, ἐπῆγε κατὰ τὸ Σίναιον ὄρος, καὶ συνευρίσκετο μὲ τοὺς ἐκεῖ Πατέρας. Ἐλθόντες δὲ βάρβαροι αἰφνιδίως κατὰ τὸν βασιλέως τόπον ἐκεῖνον, ἐσκλάβωσαν μαζὶ μὲ ἄλλους Πατέρας καὶ τὸν υἱόν του Θεόδουλον, τὸν ὁποῖον ὡς σκλάβον θρηνεῖ ὁ Ὅσιος περισσότερον ἀπὸ τὸ πρέπον, ὑπὸ τῆς φυσικῆς φιλοστοργίας νικώμενος, καθὼς ἀναφέρεται ὁ θρῆνος οὗτος ἐν τῷ παρ’ αὐτοῦ συντεθέντι συγγράμματι. Ἀξιωθεὶς δὲ μετὰ ταῦτα τῆς θείας Ἱερωσύνης, ἐσύνθεσε λόγους ἀσκητικούς, γεμάτους ἀπὸ κάθε σοφίαν καὶ ὠφέλειαν. Ὁμοίως συνέγραψε καὶ ἐπιστολὰς καὶ κεφάλαια πάμπολλα. Καὶ πολλοὺς διὰ μέσου αὐτῶν ἐπαρακίνησε νὰ συζοῦν μὲ τὸν θεῖον ἔρωτα τοῦ Χριστοῦ. Οὕτω λοιπὸν πολιτευσάμενος, ἐν εἰρήνῃ ἐτελειώθη. Λέγουσι δὲ μερικοί, ὅτι τὸ λείψανον τοῦ Ὁσίου τούτου καὶ τοῦ υἱοῦ του Θεοδούλου, ὁμοῦ μὲ ἄλλων ἀσκητῶν λείψανα, εὑρίσκονται εἰς τὸν ἐν Κωνσταντινουπόλει σεβάσμιον Ναὸν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ, ὑποκάτωθεν τοῦ θυσιαστηρίου (2). Τὰ ὁποῖα κατετέθησαν ἐκεῖ ἀπὸ τὸν φιλόχριστον βασιλέα Ἰουστῖνον. (Ὅρα περὶ τοῦ Ἁγίου τούτου Νείλου, καὶ Θεοδούλου τοῦ υἱοῦ του, εἰς τὴν δεκάτην τετάρτην τοῦ Ἰαννουαρίου.)

(2) Τὸ ὑποκάτωθεν τοῦ θυσιαστηρίου νοεῖται, ὄχι πῶς ἦτον ἐντὸς τοῦ ἁγίου Βήματος ὑποκάτω τῆς ἁγίας Τραπέζης τὰ ἅγια λείψανα ταῦτα. Πῶς γὰρ ἦτον δυνατὸν τόσα λείψανα νὰ χωρήσουν ἐκεῖ; Ἀλλὰ νοεῖται τοῦτο, ὅτι, καθὼς παρέδωκαν εἰς ἡμᾶς οἱ τοὺς παλαιοὺς Ναοὺς ἱστορήσαντες, ὄπισθεν τοῦ ἁγίου Βήματος ὑποκάτω τοῦ ἐδάφους, ἦτον τόπος κατεσκευασμένος ὡσὰν κοιμητήριον, διὰ νὰ ἀποτίθενται ἐκεῖ, τὰ τίμια λείψανα τῶν Ἁγίων. Καθὼς καὶ εἰς τὰ κοιμητήρια τῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους Μοναστηρίων, ὑποκάτωθεν τοῦ ναοῦ τοῦ κοιμητηρίου, εἶναι τόπος καμαροειδῶς ἐκτισμένος ἐπίτηδες, διὰ νὰ κατατίθενται ἐκεῖ μετὰ τὴν ἀνακομιδήν, τὰ κόκκαλα τῶν τελευτησάντων ἀδελφῶν.

*


Ὁ Ὅσιος Νεῖλος, ὁ ἀσκήσας ἐν τοῖς ὁρίοις τῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἄθω, ὁ μετὰ θάνατον μυροβλύσας καὶ διὰ τοῦτο μυροβλύτης καλούμενος, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Ὁ Νεῖλος ὤφθη οὐχὶ ὕδωρ ἐκρέων,
Μῦρον δὲ εὔπνουν, οὗ μυρεψὸς ἡ χάρις.

*

Όσιος ΜαρτίνοςΜνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Μαρτίνου τοῦ Θαυματουργοῦ Ἐπισκόπου Φραγγίας.

Οὐκ ἦν ὁ κόσμος ἄξιός σου Μαρτῖνε,
Ὃν καὶ λιπὼν ἀνῆλθες εἰς κόσμον μέγαν.

Οὗτος ὁ θαυμάσιος Μαρτῖνος ἦτον κόμης τὴν ἀξίαν, κατὰ τοὺς χρόνους Τραϊανοῦ τοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει Ϟη΄ [98] (3). Κατασταθεὶς δὲ ἀρχιστράτηγος ἀπὸ τὸν βασιλέα, ἐπέμφθη εἰς τὸν κατὰ τῶν βαρβάρων πόλεμον. Βλέπωντας δὲ πῶς ἦτον πολὺ τὸ πλῆθος τῶν ἐχθρῶν, ἐφοβήθη, καθὼς καὶ ἦτον πρέπον νὰ φοβηθῇ. Λαβὼν δὲ θάρρος ἀπὸ μίαν θεϊκὴν ὀπτασίαν, ὁποῦ ἐφάνη κατὰ τὸ ὄνειρόν του, ἡ ὁποία ὑπέσχετο εἰς αὐτόν, ὅτι θέλει νικήσει τοὺς ἐχθρούς: τούτου χάριν πολεμήσας, ἐνίκησεν αὐτούς. Διὰ τὴν νίκην δὲ ταύτην ἔλαβε μεγάλην δεξίωσιν καὶ τιμὴν ἀπὸ τὸν βασιλέα. Ἀλλ’ ὁ Ἅγιος εὐχαρίστει περισσότερον τὸν βασιλέα τοῦ Οὐρανοῦ Κύριον, ἐπειδὴ καὶ ἐχάρισεν εἰς αὐτὸν τὴν νίκην ἔξω ἀπὸ κάθε ἐλπίδα, διὰ τὴν ὀλίγην εὐεργεσίαν ὁποῦ ἔκαμε. Προτίτερα γὰρ ἀπὸ τὸ νὰ κτυπήσῃ τὸν πόλεμον, ἐπῆγεν εἰς αὐτὸν ἕνας πτωχός, κλαίωντας τὴν συμφοράν του καὶ ζητῶν ἐλεημοσύνην. Ὁ δὲ Ἅγιος συμπονέσας τὴν συμφοράν του, ἔσχισε μέρος τι ἀπὸ τὴν χλαμύδα του, ἤτοι ἀπὸ τὸ ἀξιωματικὸν καὶ πολύτιμον ἔνδυμα ὁποῦ ἐφόρει, καὶ ἔνδυσεν αὐτόν. Ὁμοίως ἐχόρτασεν αὐτὸν πεινῶντα καὶ ἐπότισε διψῶντα. Ὅθεν τοῦ ἐφάνη ὅτι εἶδε τὸν Κύριον εἰς τὸν ὕπνον του παρασταθέντα καὶ λέγοντα. Ἐπειδὴ πεινασμένον μὲ ἔθρεψες καὶ διψασμένον ἐπότισες καὶ γυμνὸν ἔνδυσες, διὰ τοῦτο θέλω εἶμαι μὲ ἐσένα καὶ θέλω σὲ ἐνδυναμώσω καὶ νὰ σοὶ χαρίσω τὴν κατὰ τῶν ἐχθρῶν νίκην.

Ὅθεν εὐχαριστῶντας ὁ Ἅγιος εἰς τὸν Θεόν, ἀρνήθη ὅλον τὸν κόσμον καὶ τὰ τοῦ κόσμου, καὶ ἐπροτίμησε τὴν μοναχικὴν πολιτείαν. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐγυμνάσθη εἰς τὴν ἄσκησιν χρόνους ἑπτὰ καὶ ἐμελέτησε τὰς θείας Γραφάς, τότε ἔγινεν Ἐπίσκοπος τῆς Κωνσταντίνης πόλεως, ἥτις εὑρίσκεται εἰς τὴν Γαλλίαν: ἤτοι τὴν νῦν καλουμένην Φράνσαν. Οὗτος μὲ τὴν τοῦ Χριστοῦ χάριν ἀνάστησε νεκρούς, ἐθανάτωσε δράκοντας, μετέβαλεν εἰς χρυσάφι μίαν ζωντανὴν περιστεράν, διὰ νὰ βοηθήσῃ εἰς τὴν χρείαν ἑνὸς πτωχοῦ. Καὶ πάλιν ἀπεκατέστησεν αὐτὴν περιστεράν, καθὼς ἦτον τὸ πρότερον. Καὶ ἄλλα δὲ πολλὰ θαύματα ποιήσας, ἐν εἰρήνῃ πρὸς Κύριον ἐξεδήμησεν.

(3) Ἐν δὲ τῷ Νέῳ Ἐκλογίῳ, ὅπου γράφεται ὁ κατὰ πλάτος Βίος τοῦ Ἁγίου τούτου, ἀναφέρεται, ὅτι οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Γρατιανοῦ καὶ Οὐαλεντιανοῦ τῶν βασιλέων Ῥώμης, ἐν ἔτει τος΄ [376]. Ἡ δὲ τούτου μνήμη ἐκεῖ ἀναφέρεται, ὅτι εἶναι εἰς τὰς δέκα τοῦ Νοεμβρίου, καὶ οὐχὶ εἰς τὰς δώδεκα.

*

Ὁ Ἅγιος Προφήτης Ἀχιὰ ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Ὅτι Προφήτης Ἀχιὰ πρὶν τεθνάναι,
Ἱεροβοὰμ μάρτυς υἱὸς Σαρίρα (4).

Οὗτος ὁ Προφήτης Ἀχιὰ ἦτον ἀπὸ τὴν Σηλώμ, ἡ ὁποία ἦτον πόλις τοῦ Ἱερέως Ἠλεί, ὅπου εὑρίσκετο παλαιὰ ἡ σκηνὴ τοῦ Μωϋσέως. Οὗτος εἶπε διὰ τὸν Σολομῶντα, ὅτι θέλει ἁμαρτήσει εἰς τὸν Κύριον, καὶ ὅτι αἱ γυναῖκες θέλουν χωρίσουν αὐτὸν ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἤλεγξε δὲ καὶ τὸν Ἱεροβοάμ, ὅτι μὲ δόλον πολιτεύεται μετὰ τοῦ Κυρίου. Καὶ προεῖπεν εἰς αὐτόν, ὅτι μέλλει νὰ βασιλεύσῃ εἰς τὰς δέκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ (5). Αὐτὸς εἶδε καὶ ἕνα ζεῦγος βοδίων, τὰ ὁποῖα ἐπάτουν τὸν Ναὸν τῆς Ἱερουσαλήμ, καὶ ἔτρεχον ἐπάνω εἰς τοὺς Ἱερεῖς. Τοῦτο δὲ ἔλαβε τέλος, διατὶ ὅταν οἱ Βαβυλώνιοι ἐσκλάβωσαν τὰ Ἱεροσόλυμα, κατακαύσαντες τὸν Ναόν, ἀροτρίασαν αὐτὸν μὲ τοὺς βόας. Ταῦτα δὲ προφητεύσας, ἀπέθανεν ἐν εἰρήνῃ, καὶ ἐτάφη κοντὰ εἰς τὴν δρῦν τοῦ Σηλώμ.

(4) Κατὰ λάθος ἐδῶ ἐγράφη τὸ Σαρίρα. Καθότι ἡ Σαρίρα ἢ Σαριρά, δὲν ἦτον μήτηρ τοῦ Ἱεροβοάμ, ἀλλὰ ἦτον ὄνομα τῆς γῆς τῆς ἐν ὄρει Ἐφραίμ. Ὡς βεβαιοῖ ἡ θεία Γραφή. «Κατευθύνει Ἱεροβοὰμ καὶ ἔρχεται εἰς τὴν πόλιν αὑτοῦ εἰς τὴν γῆν Σαριρά, τὴν ἐν ὄρει Ἐφραΐμ» (Γ΄ Βασιλ. ια΄, 43). Καὶ πάλιν· «Καὶ Ἱεροβοὰμ υἱὸς Ναβὰτ ὁ Ἐφραθὶ ἐκ τῆς Σαριρά, υἱὸς γυναικὸς χήρας δοῦλος Σαλωμών» (αὐτόθι 26). Ὅθεν κάλλιον εἶναι νὰ γραφῇ ἀντὶ τοῦ Σαρίρα, Ναβάτου.

(5) Ὅρα τὰ λόγια ὁποῦ εἶπεν εἰς τὸν Ἱεροβοὰμ ἐν κεφ. ια΄ τῆς Γ΄ τῶν Βασιλειῶν.

*

Ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Μαρτῖνος Ἐπίσκοπος Ταρακίνης, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Κλέος κράτιστον ἐκ Θεοῦ ὁ Μαρτῖνος,
Εἴληφεν ὡς ἔλεον ἐνδεδυμένος.

Οὗτος ἐκατάγετο ἀπὸ Σαβωρίαν τὴν Ταφωνίαν, λαμπρὸς κατὰ τὸ γένος καὶ μέγας γνωριζόμενος κοντὰ εἰς τοὺς Ἰλλυριεῖς, ἤτοι τοὺς νῦν Σλαβούνους. Στολισμένος δὲ ὤντας μὲ ἀποστολικὰ ἀξιώματα, ἐπιβουλεύθη ἀπὸ τοὺς Ἀρειανούς. Καὶ πολλαῖς φοραῖς δαρθεὶς δημοσίως ἀπὸ αὐτούς, ἐδιώχθη. Πηγαίνωντας δὲ εἰς τὰ Μεδιόλανα, ἔπαθε τὰ ἴδια ἀπὸ τὸν ἐκεῖ Ἐπίσκοπον Αὐξέντιον, Ἀρειανὸν ὑπάρχοντα. Ὅθεν ἀναγκαζόμενος ὁ ἀοίδιμος, ἔφυγε καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν ἔρημον καὶ ἀκατοίκητον νῆσον Ταλάρειαν. Ἡ ὁποία πλησιάζει εἰς τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος, τὸ κατὰ τὴν Τουσκίαν τὴν ἐν Ἰταλίᾳ εὑρισκομένην. Ἐκεῖ δὲ ἡσυχάζων, ἔτρωγε μόνον ἀπὸ τὰς ῥίζας τῶν βοτανῶν, ὕστερον δὲ ἔγινεν Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Ταρακίνῃ Ἐκκλησίας. Τόσον δὲ ἔλαμψε καὶ ἐπρόκοψεν εἰς τὴν φιλοπτωχείαν ὁ ἀοίδιμος, εἰς τρόπον ὅτι, πρῶτον μὲν ἐμοίρασεν ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα εἰς τοὺς πτωχούς. Ὕστερον δέ, ἀνίσως καὶ ἐτύχαινε νὰ φορῇ ἕνα καὶ μόνον φόρεμα, ἔπειτα ἔβλεπε κᾀνένα πτωχὸν κρυόνοντα, ἔκοπτε τὸ φόρεμα ἐκεῖνο ἀπὸ τὰ γόνατά του, καὶ τὸ ἔδιδεν εἰς τὸν πτωχόν. Οὗτος ὁ Ἅγιος βλέπωντας μίαν φορὰν ἕνα νεκρόν, τὸν ὁποῖον ἐπήγαιναν νὰ ἐνταφιάσουν, ἕνας δὲ συκοφάντης δὲν ἄφινε νὰ τὸν θάψουν, λέγωντας ψευδῶς, ὅτι τοῦ χρεωστεῖ τόσα ἄσπρα· τοῦτο λέγω βλέπωντας, τὸν μὲν νεκρὸν ἐκεῖνον ἀνέστησε. Τὸν δὲ συκοφάντην ψεύστην ἀποδειχθέντα, ἐπρόσταξε νὰ ἀποθάνῃ ἀντὶ τοῦ νεκροῦ. Μὲ τοιοῦτον λοιπὸν τρόπον θεαρέστως καὶ θαυμαστῶς ζήσας ὁ τρισόλβιος, ἐν εἰρήνῃ ἐκοιμήθη.

*

Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Ἀντωνίου, Ζεβινᾶ, Γερμανοῦ, Νικηφόρου, καὶ Μαραθὼ (6) τῆς Παρθένου.

Ξίφος Ζεβινᾶν, Γερμανόν, Νικηφόρον,
Σὺν Ἀντωνίῳ δεικνύει νικηφόρους.

Εἰς τὴν Μαραθώ.

Βληθεῖσα εἰς πῦρ Μαραθὼ ἡ παρθένος,
Νῦν ταῖς φρονίμοις συγχορεύει παρθένοις.

Οὗτοι οἱ Ἅγιοι ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σϞη΄ [298]. Καὶ ὁ μὲν Ἀντώνιος, ἦτον γέρων κατὰ τὴν ἡλικίαν, ὁ δὲ Νικηφόρος καὶ Ζεβινᾶς, καὶ Γερμανός, ἦτον νέοι. Πιασθέντες δὲ εἰς τὴν Καισάρειαν, καὶ ὁμολογήσαντες παρρησίᾳ τὸν Χριστὸν Θεὸν ἀληθινόν, ἀπεκεφαλίσθησαν. Μαραθὼ δὲ ἡ παρθένος, ἡ καταγομένη ἀπὸ τὴν Σκυθόπολιν, ἡ ὁποία εὑρίσκετο ἐν τῇ Κοίλῃ Συρίᾳ, Νύσσα καὶ Μέθορα καλουμένη, καὶ μὲ θρόνον μητροπολίτου τιμημένη ὑπὸ τὸν Ἱεροσολύμων, καὶ αὐτὴ λέγω ἡ παρθένος πιασθεῖσα διὰ τὴν εὐσέβειαν, ἐπομπεύθη γυμνὴ εἰς ὅλην τὴν πόλιν. Ἔπειτα παρεδόθη εἰς τὸ πῦρ καὶ ἐτελειώθη. Καὶ ἔτζι ἔλαβον ὅλοι τοὺς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου.

(6) Ἐν δὲ τοῖς Μηναίοις Μαναθὼ γράφεται.

*

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀρσάκιος ξίφει τελειοῦται.

Ἔχαιρεν Ἀρσάκιος εἰς ξίφος βλέπων,
Σὺν τῷ ξίφει γάρ, ἦν βλέπων καὶ τὸ στέφος.

*

Ὁ ἐν Ἁγίοις Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Λέων ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται (7).

Ἐναερίους δαίμονας σοβεῖ Λέων,
Βίου ἐξελθὼν ὡς λέων ἐκ καλάμου.

(7) Ὁ Λέων οὗτος φαίνεται ὅτι ἦτον ὁ ἐπικαλούμενος Στύππης. Ὅστις ἤκμαζε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἰωάννου τοῦ Κομνηνοῦ ἐν ἔτει 1134, κατὰ τὸν Μελέτιον, σελ. 17 τοῦ γ΄ τόμου.

*

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Σάββας ὁ Νιγδελῆς καὶ σαμολαδάς, ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει μὲν μαρτυρήσας, ἐν τῷ Κουτζοὺκ δὲ Καραμάνι ἐνταφιασθεὶς κατὰ τὸ ἔτος ͵αψκς΄ [1726], ξίφει τελειοῦται.

Τμηθεὶς κεφαλὴν Σάββα Μαρτύρων κλέος,
Χριστῷ συνάπτῃ τῇ κεφαλῇ τῶν ὅλων.

*

Μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Νικολάου, τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει μὲν μαρτυρήσαντος, ἐν ἔτει ͵αψλβ΄ [1732], ἐκ τῆς ἐνορίας δὲ ὄντος τῶν ἓξ Μαρμάρων.

Νικᾷς τὸν ἐχθρὸν τῇ ἀθλήσει σου μάκαρ,
Ὦ Νικόλαε καὶ βραβεῖα λαμβάνεις.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας του Ελεήμονος, Νείλου του Ασκητού, Μαρτίνου κ.α.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.