![](https://www.koinoniaorthodoxias.org/wp-content/uploads/2025/02/250208.png)
Να έχουμε ευλάβεια στον ναό. Αλλά βέβαια το πρώτο είναι να πάμε στον ναό!
Πολλά τα εμπόδια. Αντικειμενικοί και υποκειμενικοί παράγοντες. Κατόρθωσαν τα ξένα κέντρα να καταργήσουν πολλές αργίες εορταζομένων μεγάλων αγίων, οπότε οι εργαζόμενοι στερούνται τη δυνατότητα να συμμετέχουν στις ακολουθίες προς τιμή τους.
Σε μας τα τελευταία χρόνια τελούνται – δόξα τω Θεώ! – συχνά σε αρκετές ενορίες αγρυπνίες, έστω και σύντομες, ώστε οι ευσεβείς να μη χάνουν τις εξαίσιες πανηγύρεις και συγχρόνως να έχουν έπειτα μερικές ώρες για να ξεκουρασθούν πριν πάνε στις δουλειές τους.
Αν μη τι άλλο, τουλάχιστον ας μη χάνουμε τους εσπερινούς. Ας τους ξανανακαλύψουμε! Τα μελίρρυτα τροπάριά τους συγκροτούν, συμ-φωνούν, την καλύτερη εισαγωγή της εορτής. Και μάλιστα αν είσαι γνώστης των γεγονότων της εορτής ή του Βίου του εορταζομένου αγίου, δεν χάνεις τίποτε από την Υμνολογία. Παρακολουθείς και καρπώνεσαι τα πάντα!
Ας μη θυσιάζουμε την αργία της Κυριακής και το κεντρικό της σημείο, τον εκκλησιασμό. Δεν νοείται χριστιανός ξεκομμένος από τον ναό. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι Οικουμενική Σύνοδος, η Έκτη εν Κωνσταντινουπόλει, αφορίζει (= ξεχωρίζει, αποκόπτει) με τον 80ό κανόνα της όσους εκτός βαρυτάτης ανάγκης (λ.χ. ασθενείας) και ενώ βρίσκονται σε πόλεις (όπου δηλαδή υπάρχουν ναοί) επί «τρεις Κυριακές ημέρες σε τρεις εβδομάδες» απουσιάζουν από τη Λειτουργία.
* * *
Το πρώτο αδρό χαρακτηριστικό γνώρισμα του πιστού είναι η φιλακολουθία, η προσέλευσή του στις ακολουθίες και ιδιαζόντως στα Μυστήρια και ιδιαζόντως στη Λειτουργία. «Είναι της εκκλησίας», σου λέει ο άλλος. Αδυνατεί ν’ ανιχνεύσει τα βάθη της καρδιάς, βλέπει όμως το εξωτερικό, τον εκκλησιασμό, κάτι το πολύ ορατό, την αλφαβήτα και βάση της ευσεβείας. Είναι αδιανόητο να διαθέτει κάποιος υψηλή τάχα πνευματικότητα και να μη πατάει στον ναό, όπως είναι αδιανόητο να έχει ήλιο ένα κατάκλειστο μπουντρούμι χωρίς παράθυρα ή να βάλει φωτιά κανείς και να ανάψει τη θάλασσα. Αναγκαιότατη η λατρεία.
Γι’ αυτό ο σατανάς πολεμάει να μας δένει με σχοινιά ώστε να μη προσερχόμαστε στη λατρευτική σύναξη.
Εκμεταλλεύεται και προβάλλει ο δόλιος και υποκειμενικές μας αδυναμίες-εμπόδια.
Μας δένει στο κρεβάτι το πρωί της Κυριακής με χίλιες-δυο δικαιολογίες.
Σκαρώνει και σερβίρει ο διάβολος δυσκολίες ένα σωρό, και μας κάνει κλοιό και μας δένει με παλαμάρι κοντό για να μη φθάνουμε στο ναό. Ή τουλάχιστον προσπαθεί να μη φθάνουμε έγκαιρα. Χάνουμε τον όρθρο, που όπως και ο εσπερινός διαπραγματεύεται σε βάθος και άκρως ψυχωφέλιμα την εορτή. Χάνουμε την εισαγωγή, το κλίμα και φθάνουμε στη Λειτουργία, για να μη πούμε ότι φθάνουμε ενίοτε όταν έχει προχωρήσει η Μυσταγωγία. Αυτή είναι το επιστέγασμα της εορτής. Δίχως την οικοδομή-υποδομή η Λειτουργία εξακολουθεί βέβαια ν’ αποτελεί το μέγιστο Μυστήριο, μα ξεκομμένο από την εορτή γίνεται για μας μια συνηθισμένη Λειτουργία· ξεθωριάσαμε την εορτή και την Κυριακή – και η Κυριακή είναι η μέγιστη εορτή, η εορτή της Αναστάσεως. Τα εωθινά (ορθρινά) ευαγγέλια, τα αναγνώσματα και τα ψάλματα είναι γλέντι! Κάθε Κυριακή ξαναζούμε τη χαρά του Πάσχα.
Όλα αυτά ας γίνονται ξυπνητήρι, για ν’ αφυπνιζόμαστε από τον πνευματικό και σωματικό ύπνο, ώστε να τρέχουμε στη σύναξη.
Ιερομόναχος Ιουστίνος