Μη δώσεις την ακοή σου στη γλώσσα αυτού που καταλαλεί, ούτε τη γλώσσα σου στην ακοή του φιλοκατήγορου, λέγοντας ή ακούγοντας με ευχαρίστηση κατηγορίες σε βάρος του συνανθρώπου, για να μη χάσεις τη θεία αγάπη και αποξενωθείς από την αιώνια ζωή.
Να μη δέχεσαι υβριστικό λόγο εναντίον του πνευματικού σου πατέρα, ούτε να δώσεις με τη στάση σου προθυμία σε εκείνον που τον βρίζει, για να μην οργιστεί ο Κύριος με αυτά που κάνεις και σε εξολοθρεύσει από τη χώρα της ζωής.
Να κλείνεις το στόμα εκείνου που κακολογεί κάποιον μπροστά σου, για να μην κάνεις μαζί του διπλή αμαρτία: η μία είναι ότι συνηθίζεις τον εαυτό σου σε ένα ολέθριο πάθος, και η άλλη ότι δεν σταματάς εκείνον από το να φλυαρεί εναντίον του συνανθρώπου.
Εκείνος που λέει χωρίς πάθος κάποιο αμάρτημα ενός αδελφού, το κάνει για δύο αιτίες: ή για να διορθώσει τον ίδιο ή για να ωφελήσει άλλον. Αν όμως δεν το λέει γι’ αυτές τις αιτίες είτε στον ίδιο είτε σε άλλον, τότε το λέει για να τον προσβάλει ή για να τον διασύρει. Και δεν θα αποφύγει την εγκατάλειψή του από τον Θεό, αλλά σίγουρα θα πέσει είτε στο ίδιο είτε σε άλλο σφάλμα, οπότε θα ελεγχθεί και θα χλευαστεί από άλλους και θα καταντροπιαστεί.
Εκείνος που περιεργάζεται τις αμαρτίες των άλλων ή από κάποια υπόνοια κατακρίνει τον αδελφό του, δεν έβαλε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε ερευνά να γνωρίσει αληθινά τις δικές του αμαρτίες, που είναι βαρύτερες από πολλούς τόνους μολύβι, ούτε κατάλαβε από τι γίνεται ο άνθρωπος σκληρόκαρδος, τέτοιος που να αγαπά τα μάταια και να θέλει το ψέμα (πρβ. Ψαλμ. 4:3). Γι’ αυτό σαν ανόητος και σαν να βαδίζει στο σκοτάδι αφήνει τις δικές του αμαρτίες και φέρνει στον νου του τις αμαρτίες των άλλων – είτε πραγματικές είτε φανταστικές, σύμφωνα με τις υποψίες του.
Δεν πρέπει να νιώσουμε φρίκη και να σαστίσουμε και να χάσουμε τον νου μας που ο Θεός και Πατέρας δεν κρίνει κανέναν, αλλά όλη την εξουσία του Κριτή την έδωσε στον Υιό (Ιω. 5:22), και ο Υιός του τονίζει: «Μην κρίνετε, για να μην κριθείτε» (Ματθ. 7:1), και ο Παύλος λέει παρόμοια: «Μη βιάζεστε να κρίνετε, ωσότου έρθει ο Κύριος» (Α’ Κορ. 4:5) και: «Με τον τρόπο που κρίνεις τον άλλο, καταδικάζεις τον ίδιο τον εαυτό σου» (Ρωμ. 2:1), και παρ’ όλα αυτά οι άνθρωποι, αφήνοντας τις αμαρτίες τους, πήραν την κρίση από τον Υιό και σαν αναμάρτητοι κρίνουν οι ίδιοι και καταδικάζουν τους άλλους; Ο ουρανός έμεινε κατάπληκτος γι’ αυτό, η γη έφριξε, αυτοί όμως δεν ντρέπονται και μένουν αναίσθητοι.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Β’, σελ. 395 και τόμος Γ’, σελ. 20, 36. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη.
Το ολέθριο πάθος της κατάκρισης