Ο μέγας Παχώμιος, βλέποντας ότι ο μαθητής του Θεόδωρος ήταν σε όλα συνετός και, ενώ ήταν νέος, όχι μόνο δεν είχε τη νοοτροπία των νέων, αλλά στήριζε και άλλους πιο αδύνατους στην άσκηση, χαιρόταν πολύ γι’ αυτό.
Υπήρχε η συνήθεια στο μοναστήρι να συγκεντρώνονται κάθε απόγευμα όλοι σε έναν χώρο και να ακούν τη διδασκαλία του μεγάλου Παχωμίου.
Κάποτε που συγκεντρώθηκαν όλοι γι’ αυτόν τον σκοπό, πρόσταξε εκείνος τον Θεόδωρο, που ήταν νέος, όπως είπαμε, και δεν είχε περάσει τα είκοσι χρόνια, να πει στους αδελφούς τον λόγο του Θεού. Αυτός αμέσως, χωρίς καμία αντιλογία ή παρακοή, άνοιξε το στόμα του και τους είπε πολλά ωφέλιμα.
Μερικοί λοιπόν από τους πιο παλιούς γέροντες, όταν το είδαν αυτό, δεν θέλησαν να τον ακούσουν, λέγοντας μεταξύ τους: «Επειδή μας διδάσκει αυτός ο αρχάριος, δεν θα τον ακούσουμε». Και αφήνοντας τη συγκέντρωση, πήγε ο καθένας στο κελλί του.
Μόλις τελείωσε η διδαχή, ο μέγας Παχώμιος έστειλε και τους φώναξε. Όταν ήρθαν, τους ρώτησε: «Για ποιον λόγο αφήσατε τη διδαχή και πήγατε στα κελλιά σας;» Εκείνοι απάντησαν: «Καλά, ένα παιδί έβαλες για δάσκαλο τόσων γερόντων, οι οποίοι έφτασαν στα γεράματα μένοντας στη μονή;»
Όταν το άκουσε αυτό, αναστέναξε βαθιά, έγινε σκυθρωπός και τους είπε: «Ξέρετε από πού μπήκε η αρχή των κακών στον κόσμο;» «Από πού;» ρώτησαν.
«Από την υπερηφάνεια», απάντησε. «Εξαιτίας της έπεσε από τον ουρανό ο Εωσφόρος, το άστρο της αυγής (Ησ. 14:12), και τσακίστηκε στη γη. Εξαιτίας της κατοίκησε μαζί με τα θηρία ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας (Δαν. 4:25-30). Δεν ακούσατε αυτό που λέει η Γραφή, ότι είναι σιχαμερός στον Θεό κάθε υπερήφανος (Παροιμ. 16:5) και ότι καθένας που υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί και όποιος ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί; (Λουκ. 14:11) «
» Επειδή λοιπόν τα αγνοήσατε αυτά, νικηθήκατε από τον διάβολο και χάσατε όλη σας την αρετή, γιατί η υπερηφάνεια είναι μητέρα και αρχή όλων των κακών. Δεν είναι ότι αφήσατε τον Θεόδωρο και φύγατε, αλλά, αποφεύγοντας τον λόγο του Θεού, χωριστήκατε από το άγιο Πνεύμα. Αληθινά, είστε αξιολύπητοι. Πώς δεν καταλάβατε ότι ο σατανάς ήταν που σας παρέσυρε σε τούτο; «
» Τι μεγάλο παράδοξο! Ο Θεός ταπείνωσε τον εαυτό του και έκανε υπακοή μέχρι θανάτου (Φιλιπ. 2:8) για χάρη μας, και εμείς, ενώ είμαστε από τη φύση μας ένα τίποτε, υπερηφανευόμαστε. Ο Θεός, από τη φύση του υψηλός και άπειρος, έσωσε τον κόσμο με την ταπείνωσή του, ενώ μπορούσε με ένα βλέμμα να κάψει τα σύμπαντα· και εμείς, που είμαστε χώμα και στάχτη και ό,τι άλλο πιο τιποτένιο, φουσκώνουμε, και δεν καταλαβαίνουμε ότι έτσι πηγαίνουμε στα κατάβαθα της γης.«
» Δεν είδατε εμένα, που άκουγα με πολλή προσοχή; Σας βεβαιώνω ότι ωφελήθηκα πάρα πολύ που τον άκουσα. Γιατί δεν τον έβαλα να μιλήσει για να σας δοκιμάσω, αλλά επειδή περίμενα και εγώ να ωφεληθώ. Πόσο περισσότερο λοιπόν εσείς έπρεπε να τον ακούσετε με πολλή ταπεινοφροσύνη; Ειλικρινά σας λέω ότι εγώ, ο πνευματικός πατέρας σας, τον άκουγα σαν να ήμουν ένας ανίδεος.«
» Σας λέω λοιπόν, μπροστά στον Θεό, ότι αν δεν δείξετε πολύ μεγάλη μετάνοια γι’ αυτό το σφάλμα, ώστε να σας συγχωρηθεί το παράπτωμα, είστε χαμένοι, και αφού έγινε σ’ εσάς αυτή η τόσο κακή αρχή, δεν θα σταματήσετε, μέχρι να γίνετε άξιοι για τη χειρότερη καταδίκη».
Με τα λόγια αυτά καυτηρίασε αρκετά το έλκος της υπερηφάνειας και ανακούφισε το νόσημά τους και τους γιάτρεψε όσο έπρεπε. Γιατί ήταν και απότομος, όταν χρειαζόταν, αλλά και ήπιος, όταν το καλούσε η περίσταση, ελέγχοντας εκείνους που αμάρταναν και παρακινώντας τους στο καλό.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Α’, Υπόθεση ΛΗ’ (38), σελ. 353. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2001.