Αδελφοί, είμαστε πνευματικοί έμποροι, και μοιάζουμε με τους εμπόρους που ενδιαφέρονται για τα υλικά αγαθά. Καθημερινά λογαριάζει ο έμπορος το κέρδος και τη ζημία· και αν έχει ζημία, ενδιαφέρεται και φροντίζει πώς θα ανακτήσει αυτό που έχασε. Έτσι και συ, αγαπητέ, καθημερινά, και βράδυ και πρωί, με ακρίβεια πρόσεξε, όσον καιρό καταγίνεσαι με τις εμπορικές σου δραστηριότητες.
Το βράδυ μπες μέσα στην καρδιά σου, αναλογίσου και πες στον εαυτό σου· «Άραγε, μήπως σε κάτι παρόργισα τον Θεό; Μήπως είπα ανώφελο λόγο; Μήπως έδειξα αδιαφορία; Μήπως παρόργισα τον αδελφό μου; Μήπως κατηγόρησα κάποιον; Άραγε, μήπως το στόμα μου έψελνε, ενώ η σκέψη μου βρισκόταν με τη φαντασία στα κοσμικά ενδιαφέροντα; Άραγε, μήπως μου επιτέθηκε κάποια σαρκική επιθυμία και τη δέχθηκα με ευχαρίστηση; Μήπως υποχώρησα στις γήινες φροντίδες;». Αν ζημιώθηκες σ’ αυτά, φρόντισε να τα ανακτήσεις· στέναξε, κλάψε, για να μην ξαναπέσεις σ’ αυτά.
Και το πρωί, πάλι, στοχάσου και πες· «Άραγε, πώς πέρασε αυτή η νύχτα; Εκμεταλλεύθηκα, μέσα σ’ αυτή, την πνευματική μου εργασία; Άραγε, έμεινε άγρυπνη η ψυχή μου μαζί με το σώμα; Έχυσαν δάκρυα τα μάτια μου; Μήπως κατά τη γονυκλισία βυθίσθηκα στον ύπνο; Μήπως μου επιτέθηκαν πονηροί λογισμοί, και με ευχαρίστηση έδειξα γι’ αυτούς ενδιαφέρον;». Αν υποχώρησες σ’ αυτά, φρόντισε να θεραπευθείς, και βάλε φύλακα στην καρδιά σου, για να μην πάθεις τα ίδια.
Αν δείξεις τέτοια φροντίδα, θα σώσεις την πνευματική σου εργασία, και θα γίνεις έτσι αρεστός στον Κύριο σου, και θα ωφελήσεις τον εαυτό σου. Να προσέχεις επίσης, μην τυχόν παραδώσεις τον εαυτό σου στην οκνηρία· διότι αρχή της καταστροφής είναι η κυριαρχία της οκνηρίας.
Μη λοιπόν ραθυμήσεις, μη λοιπόν σε κυριεύσει η έγνοια για τα γήινα πράγματα, και μην εγκαταλείψεις τον εαυτό σου στην απελπισία. Γιατί ο Θεός χάρη στην ευσπλαχνία του σε περιμένει και σε προστατεύει, και όλους επίσης εκείνους που τον ποθούν με όλη την καρδιά τους. Πήγαινε λοιπόν κοντά του χωρίς ντροπή, πέσε στα πόδια του, στέναξε, κλάψε, και πες του:
«Κύριέ μου, ο Σωτήρας μου, γιατί με εγκατέλειψες; Λυπήσου με, διότι εσύ μονάχα είσαι φιλάνθρωπος· σώσε με τον αμαρτωλό, διότι εσύ μονάχα είσαι αναμάρτητος· προφύλαξέ με από τον βόρβορο των αμαρτιών μου, για να μη βυθισθώ σ’ αυτόν, στους απέραντους αιώνες· γλύτωσέ με από το στόμα του Εχθρού, διότι νάτος, σαν λιοντάρι ουρλιάζει, θέλοντας να με καταπιεί· βάλε σε ενέργεια την ακατανίκητη δύναμή σου και έλα να με σώσεις· στείλε την αστραπή σου και διασκόρπισε τη δύναμή του. Ας φοβηθεί και ας διαλυθεί από την παρουσία του προσώπου σου, γιατί είναι αδύνατος να σταθεί μπροστά σου, και αντιμέτωπος σ’ αυτούς που σε αγαπούν· διότι βλέπει το σημείο της χάριτός σου (το σημείο του Σταυρού), και σε φοβάται, και ντροπιασμένος απομακρύνεται απ’ αυτούς. Και τώρα, Δέσποτα, σώσε με, διότι ζήτησα καταφύγιο σ’ εσένα».
Αν έτσι προσευχηθείς σ’ αυτόν, και τον καλέσεις σε βοήθεια με όλη την καρδιά σου, αμέσως, ως πατέρας αγαθός και εύσπλαχνος, στέλνει τη χάρη του για να σε βοηθήσει, και εκπληρώνει όλα τα θελήματά σου.
Αγαπητέ μου, ναι, πήγαινε κοντά του και μην αδιαφορήσεις, και μάλιστα μην προσέξεις εμένα τον οκνηρό. Γιατί εμένα μου φθάνει η προσωπική μου ντροπή, επειδή λέω και δεν εκτελώ, συμβουλεύω και δε συνετίζομαι. Απεναντίας, γίνε μιμητής των τελείων και πνευματικών πατέρων.
Από το βιβλίο: Οσίου Εφραίμ του Σύρου Έργα, τ. Α’, Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 151, 157.