Κάποιος από τους πατέρες ρώτησε τον αββά Σισώη: «Αν, καθώς κάθομαι στην έρημο, έρθει ένας βάρβαρος θέλοντας να με σκοτώσει και τον εξουδετερώσω, να τον σκοτώσω;» Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Όχι, αλλά παράδωσέ τον στον Θεό. Γιατί όποιος πειρασμός και αν έρθει, ο άνθρωπος πρέπει να λέει· “Αυτό μου συνέβη για τις αμαρτίες μου”. Αν πάλι του έρθει κάποιο καλό, να λέει ότι είναι οικονομία Θεού».
Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη: «Τι να κάνω, αββά, που έπεσα;» «Σήκω πάλι», του απάντησε ο γέροντας. «Σηκώθηκα», είπε ο αδελφός, «και πάλι έπεσα». «Σήκω ξανά και ξανά», του είπε ο γέροντας, και ο αδελφός ρώτησε: «Ως πότε;»
Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Ώσπου να σε βρει ο θάνατος, είτε στο καλό είτε στην πτώση. Γιατί σε όποιο βρεθεί ο άνθρωπος, μ’ εκείνο και φεύγει».
Είπε ο αββάς Σισώης: «Ζήτα τον Θεό και μη ζητάς πού κατοικεί».
Επίσης είπε: «Η ντροπή (των ανθρώπων) και η αφοβία (του Θεού) πολλές φορές φέρνουν την αμαρτία».
Είπε ο αββάς Σισώης: «Δέξου την εξουδένωση, πέταξε πέρα το θέλημά σου και γίνε αμέριμνος. Έτσι θα έχεις ανάπαυση».
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη: «Τι να κάνω με τα πάθη;» Και ο γέροντας είπε: «Ο καθένας μας μπαίνει σε πειρασμό από τη δική του επιθυμία (Ιακ. 1:14)».
Έλεγαν για τον αββά Σισώη ότι κάποτε αρρώστησε, και καθώς κάθονταν γύρω του γέροντες, αυτός μίλησε προς κάποιους. «Τι βλέπεις, αββά;» τον ρώτησαν οι γέροντες, και αυτός τους απάντησε: «Βλέπω κάποιους που ήρθαν για εμένα και τους παρακαλώ να με αφήσουν λίγο, για να μετανοήσω».
Του είπε τότε ένας από τους γέροντες: «Και αν σε αφήσουν, μπορείς τώρα να κάνεις κάτι από τα έργα της μετάνοιας;» Ο γέροντας του απάντησε: «Αν και δεν μπορώ να κάνω, ωστόσο θα στενάξω λίγο για την ψυχή μου και αυτό μου φτάνει».
Έλεγαν για τον αββά Σισώη ότι, όταν ήρθε στο Κλύσμα, αρρώστησε· και καθώς καθόταν μαζί με τον μαθητή του στο κελλί, ακούστηκε χτύπημα στην πόρτα. Ο γέροντας κατάλαβε και είπε στον μαθητή του Αβραάμ: «Πες σε αυτόν που χτύπησε: Εγώ είμαι Σισώης στο όρος, εγώ Σισώης και στο στρώμα». Μόλις το άκουσε εκείνος, έγινε άφαντος.
Από το βιβλίο: Το Γεροντικό, τόμος Α’, μετάφραση. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 319 (Αββάς Σισώης 34, 38, 40, 41, 43, 44, 49, 50).