Το πάθος του Χριστού το ήξερε όλο ο κόσμος: Τον κρέμασαν σε ψηλό ικρίωμα, μέρα μεσημέρι, μέσα στην πρωτεύουσα και στην πιο μεγάλη γιορτή, τότε που κανένας δεν ήταν δυνατό ν’ απουσιάζει.
Την Ανάσταση όμως δεν την είδε κανείς από τους άλλους. Κι αυτό δεν ήταν μικρό εμπόδιο για να τους πείσουν. Πώς λοιπόν οι απόστολοι θα μπορούσαν να βεβαιώσουν στεριά και θάλασσα για την Ανάσταση; Και γιατί, πες μου, αφού σώνει και καλά ήθελαν να το κάνουν αυτό, δεν εγκατέλειπαν την Ιουδαία αμέσως, να πάνε στις ξένες χώρες; Αλλά δεν θαυμάζεις που έπεισαν πολλούς και μέσα στην Ιουδαία;
Είχαν την τόλμη να παρουσιάσουν τα τεκμήρια της Αναστάσεως στους ίδιους τους φονιάδες, σ’ εκείνους που Τον σταύρωσαν και Τον έθαψαν, στην ίδια την πόλη όπου αποτολμήθηκε το φοβερό κακούργημα. Ώστε και όλοι οι έξω ν’ αποστομωθούν. Γιατί όταν οι σταυρωτές γίνονται πιστοί, τότε και η παρανομία της σταυρώσεως βεβαιώνεται και η απόδειξη της Αναστάσεως λάμπει.
Για να πιστεύουν τα πλήθη, σημαίνει πως οι μαθητές έκαναν θαύματα. Αν όμως δεν αναστήθηκε και έμεινε νεκρός, πώς οι απόστολοι θαυματουργούσαν στ’ όνομά Του; Πώς πάλι, αν δεν έκαναν θαύματα, έπειθαν; Και αν μεν έκαναν – και βέβαια έκαναν – είχαν Θεού δύναμη. Αν όμως δεν έκαναν, και μολαταύτα κυριαρχούσαν παντού, αυτό θα ήταν θαύμα ακόμα πιο αξιοθαύμαστο. Θα ήταν το μέγιστο θαύμα, αν χωρίς θαύματα διέσχιζαν και κυρίευαν την οικουμένη δώδεκα φτωχοί κι αγράμματοι άνθρωποι.
Ασφαλώς, ούτε με τα πλούτη ούτε με τη σοφία τους επικράτησαν οι ψαράδες. Ώστε, και χωρίς να θέλουν, κηρύσσουν, ότι μέσα τους ενεργούσε η θεία δύναμη της Αναστάσεως. Γιατί είναι τελείως αδύνατο, ανθρώπινη δύναμη να κατορθώσει ποτέ τέτοια εκπληκτικά πράγματα.
Προσέξτε με πολύ εδώ, γιατί αυτά είναι αναμφισβήτητες αποδείξεις της Αναστάσεως. Γι’ αυτό και θα επαναλάβω πάλι: Αν δεν αναστήθηκε, πώς έγιναν αργότερα στ’ όνομά Του μεγαλύτερα θαύματα; Κανείς, βέβαια, δεν κάνει μετά το θάνατό του μεγαλύτερα θαύματα απ’ όσα όταν ζούσε. Ενώ εδώ, μετά το θάνατο του Χριστού, γίνονται θαύματα μεγαλύτερα και ως προς τον τρόπο και ως προς τη φύση:
Ως προς τη φύση ήταν μεγαλύτερα, γιατί ποτέ η σκιά του Χριστού δεν θαυματούργησε. Ενώ οι σκιές των αποστόλων έκαναν πολλά θαύματα. Ως προς τον τρόπο πάλι ήταν μεγαλύτερα, επειδή τότε μεν ο ίδιος ο Κύριος πρόσταζε και θαυματουργούσε, μετά τη Σταύρωση όμως και την Ανάστασή Του, οι δούλοι Του, επικαλούμενοι απλά το σεβάσμιο και άγιο όνομά Του, μεγαλύτερα και εκπληκτικότερα επιτελούσαν. Έτσι δοξαζόταν κι ακτινοβολούσε πιο πολύ η δύναμή Του.
Γι’ αυτό οι άγιοι Πατέρες όρισαν να διαβάζονται, αμέσως μετά το Σταυρό και την Ανάστασή Του, οι «Πράξεις», που περιγράφουν τα θαύματα των αποστόλων και κατεξοχήν επικυρώνουν την Ανάσταση, για να έχουμε σαφή και αναμφισβήτητη της Αναστάσεως την απόδειξη: Δεν Τον είδες αναστημένο με τα μάτια του σώματος; Αλλά Τον βλέπεις με τα μάτια της πίστεως. Δεν Τον είδες ούτε με τα μάτια τούτα; Θα Τον δεις με τα θαύματα εκείνα. Των θαυμάτων η επίδειξη σε χειραγωγεί στης Αναστάσεως την απόδειξη.
Από το βιβλίο: Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, τόμος Α’, Ι. Μ. Παρακλήτου, σελ. 88.
Τα τεκμήρια της Αναστάσεως