Καλό είναι ένας νέος –το ίδιο και μια νέα– να μη σπεύσει να έλθει εις γάμου κοινωνίαν, εάν δεν είναι ώριμος διανοητικά, βουλητικά, συναισθηματικά και γενικότερα ψυχικά ή ψυχολογικά.
Πού όμως οφείλεται η έλλειψη της ψυχικής ωριμότητος; Επιτρέψτε μου να πω πρώτα ότι, εξ όσων εγώ γνωρίζω και έχω καταλάβει μέχρι σήμερα –παρά το ότι ορισμένοι ψυχολόγοι δεν το πολυδέχονται– η πρώτη αιτία που δεν φθάνει κανείς σε κάποια ωριμότητα είναι η ίδια η δομή της προσωπικότητός του.
Η δομή αυτή παίζει σπουδαιότατο ρόλο στη ζωή του ανθρώπου. Οι καταβολές, δηλαδή τα στοιχεία εκείνα που από την πρώτη στιγμή συνθέτουν τον άνθρωπο, και ο εν γένει τρόπος της συναρμολογήσεως αυτών των στοιχείων είναι η δομή της προσωπικότητος, είναι η δομή κάθε ανθρώπου, και αυτή παίζει σπουδαιότατο ρόλο. Μπορεί η δομή ενός ανθρώπου να παρουσιάζει μια ελαττωματικότητα, μπορεί να είναι κάπως ελλειπτική, ή, αν θέλετε, μπορεί να είναι τέτοια, που η προσωπικότητα να είναι ελλειπτική, η προσωπικότητα να είναι σε μια κατάσταση που να μην έχει τη δύναμη εκείνη που χρειάζεται, για να αντιμετωπίσει σωστά τις διάφορες επιδράσεις που θα δεχθεί ο άνθρωπος, όταν ακόμη κυοφορείται, και πολύ περισσότερο μετά τη γέννησή του.
Ίσως θα είμαστε πιο κοντά στην αλήθεια και πιο ακριβείς, εάν πούμε ότι η δομή ορισμένων ανθρώπων, κι αν ακόμη δεν παρουσιάζει μια ελαττωματικότητα, μια έλλειψη, όμως έχει προδιάθεση για τη δημιουργία μιας ελαττωματικότητος, ορισμένων ελλείψεων, για τη δημιουργία μιας ελλειπτικής, μιας κολοβωμένης, αν θέλετε να πω έτσι, προσωπικότητος.
Βέβαια, άλλο είναι η δομή να είναι ελλειπτική, ελαττωματική και άλλο να έχει προδιάθεση για κάτι τέτοιο. Και σήμερα οι ψυχολόγοι τείνουν να παραδεχθούν ότι γενικά –εκτός από τις περιπτώσεις που έχουμε οργανικές παθήσεις, που είναι κάτι άλλο– δεν έχουμε ελαττωματικές δομές, αλλά προδιάθεση για τη δημιουργία τέτοιων καταστάσεων.
Όταν ένας άνθρωπος έρχεται σ’ αυτόν τον κόσμο με μια προδιάθεση για να αναπτυχθεί μέσα του μια ελλειπτική ή ελαττωματική προσωπικότητα, αυτός ο άνθρωπος, καθώς μεγαλώνει, δεν θα αντιμετωπίζει σωστά τη ζωή. Όλα εκείνα τα οποία θα δει και θα ζήσει μέσα στην οικογένεια και έξω από την οικογένεια, στο σχολείο, στη γειτονιά, όλα εκείνα τα οποία θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει και να υποστεί στις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους, δεν θα τα αντιμετωπίσει σωστά, και η εν γένει στάση του θα είναι εσφαλμένη.
Γενικά δηλαδή εκείνος του οποίου η προσωπικότητα έχει τέτοιες προδιαθέσεις, δεν αντιμετωπίζει σωστά τη ζωή, δεν αντιμετωπίζει σωστά την πραγματικότητα, και επομένως η εν γένει ψυχική-ψυχολογική δομή του δεν μπορεί να αναπτυχθεί σωστά, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να φθάσει στην ωριμότητα. Αυτός ποτέ δεν αντιμετωπίζει την πραγματικότητα όπως είναι, αλλά τη βλέπει σε άλλες διαστάσεις· σε διαστάσεις φανταστικές, εξωπραγματικές, σε διαστάσεις που του προκαλούν φόβο. Μια τέτοια προσωπικότητα, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει στην ψυχική ωριμότητα.
Εφόσον, κατά τη σύγχρονη ψυχολογία, ο άνθρωπος έχει προδιάθεση για ελαττωματική προσωπικότητα και όχι ότι η δομή της προσωπικότητός του είναι ελαττωματική, τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα από ό,τι θα ήταν, εάν επρόκειτο περί ελαττωματικής δομής. Για να το καταλάβουμε καλύτερα, να πάμε στην καθαρώς σωματική σφαίρα. Ένας έχει προδιάθεση να γίνει φυματικός, ενώ κάποιος άλλος δεν έχει. Αυτός όμως που έχει, δεν είναι υποχρεωτικό να γίνει φυματικός. Και δεν θα γίνει, όταν αφ’ ενός το ξέρει αυτό, καθώς θα του πουν: «Πρόσεξε· έχεις προδιάθεση να γίνεις φυματικός», και αφ’ ετέρου λαμβάνει τα μέτρα του. Δηλαδή προσέχει πού πηγαίνει, σε τι περιβάλλον ζει, πώς διατρέφεται.
Έτσι λοιπόν και από ψυχολογικής πλευράς, όταν κάποιος, καθώς μεγαλώνει, βοηθηθεί να καταλάβει ότι έχει προδιάθεση, η οποία θα συντελέσει στο να είναι η προσωπικότητά του ελαττωματική, ελλειπτική, μπορεί να προλάβει να μη γίνει αυτό το κακό· ή, αν υποθέσουμε ότι έγινε μέχρις ενός ορισμένου σημείου αυτό το κακό, θα μπορεί να το διορθώσει. Όπως εκείνος ο οποίος παρουσίασε φυματίωση μπορεί να θεραπευθεί, φθάνει να γίνει σωστή διάγνωση, και να υποβληθεί στην κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.
Η πρώτη αιτία λοιπόν που δεν μπορεί να φθάσει κανείς στην ψυχική ωριμότητα είναι η εν γένει δομή, η εν γένει κατασκευή της προσωπικότητος. Οι καταβολές δηλαδή που απαρτίζουν την προσωπικότητα και ο τρόπος που την απαρτίζουν είναι μια αιτία που φθάνει ή δεν φθάνει κανείς στην ψυχική ωριμότητα. Και θα λέγαμε ότι αυτή είναι η βασικότερη, η σπουδαιότερη αιτία, διότι οι άλλες αιτίες, τρόπον τινά, εξαρτώνται από αυτήν, καθώς από αυτή την πρώτη αιτία ξεκινάει ο δρόμος για να επιδράσουν κι εκείνες.
Αλλά και η οικογένεια εν γένει μέσα στην οποία μεγαλώνει το παιδί μπορεί επίσης καθόλου να μην το βοηθήσει, ώστε να φθάσει σε μια ψυχική ωριμότητα. Αυτό συμβαίνει, π.χ., όταν οι γονείς, ό,τι κάνουν, το κάνουν, ακριβώς για να στραγγαλίσουν την προσωπικότητα του παιδιού, άσχετα εάν το καταλαβαίνουν ή όχι, άσχετα εάν το θέλουν αυτό ή όχι. Το θέμα είναι ότι βλέπουμε στο παιδί τα αποτελέσματα του τρόπου ενεργείας τους. Αυτό δεν είναι καθόλου σπάνιο να συμβεί. Και όταν οι γονείς φέρονται πολύ αυστηρά, και όταν φέρονται με πολλή επιείκεια στο παιδί, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, μπορεί να επιφέρουν μεγάλη ζημιά στην προσωπικότητα του παιδιού. Όταν ένας γονέας είναι προθυμότατος να κάνει αρκετά από αυτά που θα μπορούσε να κάνει το ίδιο το παιδί μόνο του, τότε δεν το αφήνει να εκδηλώσει την αυτενέργειά του, και έτσι δεν το αφήνει να αναπτύξει την προσωπικότητά του.
Γενικά, ο άνθρωπος που ζει μέσα σε ένα περιβάλλον, όπου στραγγαλίζεται, τρόπον τινά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η προσωπικότητά του –και μάλιστα όταν αυτή συμβαίνει να είναι κάπως ελλειπτική, υπερευαίσθητη, αδύνατη, δειλή, αλλά κι αν ακόμη δεν είναι έτσι– αυτός δεν μπορεί να αυξηθεί, να αναπτυχθεί, δεν μπορεί να εξελιχθεί. Το αποτέλεσμα είναι ότι μπορεί να φθάσει κανείς στην ηλικία των είκοσι ή και των τριάντα ετών και ψυχολογικά να είναι ακόμη ένα παιδί. Έχουμε παραδείγματα ανθρώπων που, ενώ είναι γεροντάκια, από πλευράς ωριμότητος είναι παιδιά. Μάλιστα, καμιά φορά τους καμαρώνουμε που είναι παιδιά, ενώ ο απόστολος Παύλος λέει: «τη κακία νηπιάζετε» (Α’ Κορ. 14:20) και όχι «ταις φρεσί». Ως προς την ψυχική ωριμότητα πρέπει να είναι κανείς άνδρας τέλειος, ενώ ως προς την κακία παιδί.
Πάντως, η ωριμότητα δεν συμβαδίζει υποχρεωτικά με τις πολλές γνώσεις. Όχι μόνο η συναισθηματική, η βουλητική ωριμότητα, αλλά και αυτή ακόμη η διανοητική, επιτρέψτε μου να πω, ωριμότητα δεν ταυτίζεται με τις πολλές γνώσεις. Γνωρίζω ανθρώπους –και όλοι το βλέπουμε αυτό– οι οποίοι είναι πολύ ψηλά από απόψεως γνώσεων και οι οποίοι πράγματι είναι επιστήμονες κύρους στον τομέα τους, αλλά από άλλη πλευρά είναι τελείως ανώριμοι. Δεν εννοώ ότι είναι ανώριμοι πνευματικά, χριστιανικά, αλλά εννοώ ότι είναι τελείως ανώριμοι από την ψυχολογική πλευρά. Μπορεί κάποιος να έχει πολλές γνώσεις, αλλά να μην έχει κοινό νου· ούτε δηλαδή διανοητικά να μην είναι ώριμος.
Μπορεί επομένως ο ίδιος ο εαυτός μας να αποτελεί την πρώτη αιτία που δεν φθάνουμε σε ψυχική ωριμότητα. Άλλες αιτίες είναι επίσης η οικογένεια, όπως είπαμε, και γενικά η κοινωνία.
Δεν κατηγορούμε την κοινωνία. Δική μας είναι, μέσα σ’ αυτή ζούμε, είμαστε κι εμείς μέλη της. Αλλά από την άλλη πλευρά, η κοινωνία, με τον ανταγωνισμό που υπάρχει, με την ένταση που επικρατεί –μη μας περάσουν οι άλλοι, μην πάνε πιο μπροστά από μας, μη βρεθούμε κάτω από αυτούς– δημιουργεί αγωνία, άγχος, και οπωσδήποτε όλα αυτά δεν συντελούν στην ωρίμανση.
Βέβαια, συντελούν κιόλας. Όποιος μπορεί και τα βγάζει πέρα μέσα σ’ αυτή την κοινωνία, αυτός ωριμάζει νωρίτερα· και ωριμάζει, θα έλεγε κανείς, πιο πολύ. Όπως δηλαδή εκείνος ο οποίος ετοιμάζεται για ένα άθλημα, όσο πιο πολύ προπονείται, έστω κι αν κουράζεται, τόσο καλύτερα ετοιμάζεται και φθάνει τελικά στην επίδοση που θέλει να φθάσει. Στη σύγχρονη λοιπόν κοινωνία, που έχει τόσες απαιτήσεις, που δημιουργεί τόσες δυσκολίες, και έχει να αντιμετωπίσει κανείς τόσες αντιξοότητες και να ξεπεράσει τόσα εμπόδια, μπορεί να φθάσει κανείς στην ωριμότητα νωρίτερα, καλύτερα και πιο συγκροτημένα.
Αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι μέσα σ’ αυτή τη σύγχρονη κοινωνία τελικά λίγα είναι τα παλικάρια εκείνα που φθάνουν στην ωριμότητα για την οποία συζητούμε. Με τους πολλούς συμβαίνει κάπως έτσι: μερικοί πέφτουν εδώ, άλλοι πέφτουν πιο κάτω· κάποιοι τραυματίζονται εδώ, άλλοι τραυματίζονται παραπέρα. Ορισμένοι καταποντίζονται εδώ, άλλοι καταποντίζονται εκεί. Έτσι, μπορώ να πω ότι τελικά το πνεύμα και η όλη κατάσταση της κοινωνίας μας είναι τέτοια, που καθόλου δεν συμβάλλει στην ωρίμανση του ανθρώπου, παρά τα πολλά καλά που έχει, παρά την πρόοδο που έχει πετύχει και τα πολλά μέσα που διαθέτει.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Εφηβεία, γάμος, αγαμία”, τόμος Β’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 2004, σελ. 36 (αποσπάσματα).