«Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ’ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν».
Στην αρχή-αρχή της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, αγαπητοί αδελφοί, γίνεται αναφορά στον σταυρό, στον προσωπικό σταυρό, που πρέπει ο καθένας μας να σηκώσει, για τη σωτηρία της αθάνατης ψυχής μας, ώστε να συσχετισθεί η περικοπή με την πρόσφατη εορτή του Σταυρού, της Ύψωσής Του.
Η σύντομη περικοπή αυτή είναι γεμάτη βαθύ πνευματικό νόημα, καθότι εδώ καθορίζεται η βαθύτερη πνευματική ζωή του πιστού, πώς πρέπει δηλαδή, με ποιο φρόνημα πρέπει να βιώνει την πίστη. Για να κατανοήσουμε όμως καλύτερα τους λόγους αυτούς του Κυρίου, πρέπει να εξετάσουμε από πού πήρε αφορμή, για να ομιλήσει έτσι.
Βλέπουμε λοιπόν, πως λίγο πριν είχε διδάξει τους μαθητές Του, ότι έπρεπε να παραδώσει τον εαυτό Του στα εκούσια πάθη και τον θάνατο, για τη σωτηρία των ανθρώπων. Κι ο απόστολος Πέτρος, ζωηρός στο πνεύμα και έτοιμος πάντα να μιλήσει πρώτος, τον παρεμποδίζει: «να μη σου γίνει τούτο». Τότε ο Χριστός, αφού πρώτα τον επιτίμησε και τον ονόμασε «σατανά», δηλαδή αντικείμενο, αντίθετο (γι’ αυτό και ο διάβολος ονομάζεται έτσι στη Γραφή, ως αντίθετος στον Θεό και τη σωτηρία των ανθρώπων), κι αφού του είπε ελεγκτικά, ότι δεν «φρονείς τα του Θεού, αλλά τα των ανθρώπων», προσκάλεσε τον όχλο και τους μαθητές Του, και τους απεύθυνε τη βαρυσήμαντη διδασκαλία, που περιέχει το σημερινό Ευαγγέλιο: «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι».
* * *
Ποιο λοιπόν ήταν το σφάλμα του Πέτρου; Προέτρεψε τον Χριστό, να λυπηθεί τη ζωή του, να διαφυλάξει τον εαυτό του και να παραβλέψει έτσι το μέγιστο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων. Να αγαπήσει δηλαδή πάνω από τον Θεό Πατέρα και το θέλημά Του, καθώς και πάνω από τους ανθρώπους, τον εαυτό Του, τουτέστιν να γίνει φίλαυτος. Και, ποιο φάρμακο προβάλλει ο Χριστός στον πειρασμό της φιλαυτίας: την αυταπάρνηση, την άρνηση του εαυτού μας.
Γιατί το «αράτω τον σταυρόν αυτού», σύμφωνα με τους αγίους Πατέρες, δεν σημαίνει ο κάθε πιστός να κατασκευάσει ένα ξύλινο σταυρό και να τον περιφέρει στους ώμους του, αλλά να ακολουθήσει στα ίχνη του Εσταυρωμένου, απαρνούμενος τον κόσμο, δηλαδή τα πάθη, τις αμαρτίες, το κοσμικό και γήινο φρόνημα. Ή, όπως εξαίρετα το ορίζει ο Θεολόγος Ιωάννης, «την επιθυμίαν των οφθαλμών, την επιθυμίαν της σαρκός και αλαζονείαν του βίου», δηλαδή τα τρία περιεκτικά πάθη, κατά την ομόφωνη διδασκαλία των Θεοφόρων Πατέρων μας: Τη φιληδονία, τη φιλαργυρία και τη φιλοδοξία.
* * *
Ο Θεός, αγαπητοί αδελφοί, εμφύτευσε βεβαίως στη φύση των ανθρώπων την αγάπη, ως αναγκαία για τη διατήρηση του καθενός μας, αλλά και όλου του ανθρωπίνου γένους, καθώς και της άψυχης δημιουργίας. Αλλ’ έθεσε δύο όρους. Κι όσο η αγάπη στέκει μέσα στους όρους αυτούς, αποβαίνει ωφέλιμη και σωτήρια. Όταν όμως τους υπερβεί, τότε γίνεται βλαβερή και ολέθρια.
Πρώτος όρος της αγάπης είναι, να αγαπάς τον Θεό περισσότερο απ’ όλα τα επίγεια και επουράνια πράγματα, αλλά ακόμη πάνω κι από τον εαυτό σου, δηλαδή την ίδια τη ζωή σου. Δεύτερος όρος της αγάπης είναι, να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου.
Εμείς όμως οι άνθρωποι πολύ εύκολα και, σχεδόν ανεπαίσθητα, καταφρονούμε ή τον ένα ή τον άλλο ή και τους δύο μαζί όρους της αγάπης. Απ’ αυτήν δε την καταφρόνηση γεννάται η φιλαυτία, η οποία δεν είναι άλλο, παρά η υπερβολική αγάπη του εαυτού μας. Αλλά βλέπουμε φανερά, ότι κανείς φίλαυτος δεν μπορεί να γίνει αληθινός, γνήσιος μαθητής του Χριστού. Γιατί η φιλαυτία είναι η μητέρα όλων των θανασίμων αμαρτημάτων, όλων των παθών.
* * *
Για τούτο και αμέσως στη συνέχεια διδάσκει ο Κύριος: «Ος αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν». Εδώ πρέπει να προσέξουμε τη διπλή έννοια, που έχει η λέξη ψυχή. Όταν ο Χριστός λέει: «Ος αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι», και, «ος δ’ αν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου», εννοεί τη φυσική ζωή, τη ζωή των αισθήσεων. Αντίθετα, όταν λέει στον πρώτο στίχο «απολέσει αυτήν» και στον δεύτερο «ούτος σώσει αυτήν», εννοεί την αιώνια και αληθινή ζωή.
Όποιος λοιπόν θυσιάζει τις ηδονές, την καλοπέραση, τη νομιζόμενη ευτυχία του κόσμου τούτου για την αγάπη του Χριστού και του Ευαγγελίου Του, όποιος δηλαδή σταυρώνεται, νεκρώνεται ως προς την αμαρτία και ακολουθεί έτσι τον Εσταυρωμένο, βαστάζοντας τον σταυρό του, αυτός θα απολαύσει την αιώνια ζωή. Κι όποιος καταντά φίλαυτος, και θέλει μόνο να καλοπερνά μέσα στις θανατηφόρες ηδονές και τα πάθη, δεν υπάρχει άλλη περίπτωση: θα χαθεί αιωνίως, θα απολέσει την αιώνια και αληθινή ζωή. Γι’ αυτό και τονίζει στη συνέχεια ο Κύριος: «Τι θα ωφεληθεί ένας άνθρωπος, ακόμη κι αν κερδίσει τον κόσμο όλο, αλλά ζημιωθεί, χάσει την ψυχή του;»
* * *
Ο κόσμος τούτος, η παρούσα ζωή, αδελφοί, δεν αυτονομείται, δεν αυτοκαταξιώνεται, δεν αποτελεί αυτοσκοπό! Παρέρχεται! Ο Θεός έπλασε τον κόσμο και τους ανθρώπους σ’ αυτόν με ένα σκοπό: για να προετοιμασθούν για την άλλη, την αιώνια, τη μη παρερχόμενη ζωή. Ή, όπως το ορίζει ο Μέγας Βασίλειος, η παρούσα ζωή αποτελεί «παιδευτήριον θεογνωσίας», δηλαδή σχολείο, τόπο και τρόπο γνώσης του Θεού.
Η εδώ ζωή μόνο τότε αποκτά νόημα και αξία: όταν έχει προοπτική την αιώνια ζωή. Και τούτο επιτυγχάνεται μόνο μέσω του Σταυρού του Χριστού, του δικού μας σταυρού, δηλαδή το να ζούμε με φρόνημα σταυρικό – απονέκρωση ως προς την αμαρτία – και, ταυτόχρονα, αναστάσιμο, προσδοκώντας την Ανάσταση.
Μόνο έτσι μας αναμένει, χάριτι του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Χριστού, η ανάσταση, η αιώνια ζωή, όπου ο δεύτερος θάνατος, η αιώνια απώλεια, δεν έχει θέση. Της οποίας είθε να αξιωθούμε, με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και πάντων των αγίων. Αμήν!
Από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου