Ένα παιδί άρρωστο, που δεν μπορούσαν να βρουν οι γιατροί τι έχει, το πήγαν μία ημέρα στον όσιο, που τους είπε: «Αυτό το παιδί τίνος είναι; Καλά, μάνα και πατέρα δεν έχει;». Το ίδιο επανέλαβε τρεις φορές. Στο τέλος είπε με πόνο και πικρία: «Ώσπου θα υπάρχουν μάγοι και μάγισσες αυτός ο κόσμος πολλά θα υποφέρει…». Έστειλε τον άρρωστο να φέρει νερό από το ρέμα, να κόψει ξύλα και μετά τον ρώτησε: «Θα σε πω κάτι, αλλά θα το κάνεις;». «Και βέβαια θα το κάνω», απάντησε. «Θα πας στον Τίμιο Πρόδρομο στις Σέρρες και εκεί θα βρεις τη θεραπεία σου» και τον συμβούλεψε τι να κάνει.
Πριν να φύγουν, ο όσιος σηκώθηκε, ενώ ήταν αρκετά άρρωστος και ο ίδιος και πιάνοντας τοίχο-τοίχο, σιγά-σιγά μπήκε στο εκκλησάκι του και μέσα από το ιερό έβγαλε ένα χάλκινο σκεύος με αγίασμα. Τον έβαλε να σκύψει και του έριξε όλο τον αγιασμό επάνω του. «Από αυτή τη στιγμή έγινες καλά, αλλά εκείνο που σε είπα να το κάνεις», τόνισε ο χαρισματούχος όσιος. Πράγματι θεραπεύθηκε τελείως και ο νέος αυτός.
Μία μητέρα είχε ένα παιδί αρκετά άρρωστο. Πήγαινε στο σχολείο, αλλά συχνά και απροειδοποίητα λιποθυμούσε, έπεφτε κάτω και μελάνιαζε. Όταν του πήγαν το παιδί, ο όσιος Γεώργιος τους είπε: «Σταματήστε έξω». Το παιδί το φώναξε πλησίον του, το χάϊδεψε στο κεφάλι και μονολόγησε: «Κάνουν οι γονείς και βρίσκουν τα παιδιά…». Η μητέρα διαμαρτυρήθηκε δικαιολογούμενη: «Τι να κάνω, είμαι μοδίστρα και δουλεύω και γιορτές και Κυριακές». «Αυτό δεν πειράζει, δουλεύεις για το ψωμί των παιδιών σου, άλλη είναι η αμαρτία…».
Ήθελε ο ακριβής όσιος οι γονείς να είναι σε όλα σύμφωνοι κατά το δυνατόν με όλα όσα παραγγέλλει στους πιστούς η αγία Εκκλησία μας. «Θα πας στον Άγιο Αντώνιο Βεροίας, να προσκυνήσετε και θα γίνει καλά». Δεν ήθελε ο ταπεινόφρων να φαίνεται ότι αυτός θεραπεύει. Έστελνε τους ασθενείς στα προσκυνήματα και τα αγιάσματα των αγίων και της Παναγίας. Έτσι έγινε και τώρα, το παιδί θεραπεύθηκε, μεγάλωσε κι έκανε καλή οικογένεια.
Από το βιβλίο: (†) Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Ο Όσιος Γεώργιος της Δράμας. Έκδοσις Ι. Μ. Αναλήψεως του Σωτήρος, Ταξιάρχες (Σίψα) Δράμα 2016, σελ. 288, 351, 356 (αποσπάσματα).