Με αφορμή τον βίο της αγίας Μαρίνης θα μπορούσαμε να πούμε πράγματα που τα έχουμε πει και άλλη φορά. Κυρίως, να τονίσουμε εδώ το ότι, όπως βλέπουμε, όλοι οι μάρτυρες έπαθαν πολλά σ’ αυτόν τον κόσμο, εωσότου έλθει η ώρα να παραδώσουν την ψυχή τους στον Θεό. Γνωρίζουμε όλοι μας και πιστεύουμε ότι ο Θεός μπορούσε να τους απαλλάξει απ’ αυτά τα παθήματα. Όμως δεν το έκανε και δεν το κάνει μέχρι σήμερα. Όπως εκείνος πρώτος έπαθε, έτσι αφήνει να παθαίνουν οι μάρτυρες, να παθαίνουν οι όσιοι, να παθαίνουν όλοι οι δικοί του.
Αυτό ως χριστιανοί πρέπει ιδιαίτερα να το προσέξουμε και να το πάρουμε ως δεδομένο, ότι «δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού» (Πραξ. 14:22) και δια πολλών βασάνων και πολλών παθημάτων. Να το πάρουμε ως δεδομένο, να το πάρουμε απόφαση και να μην προσπαθούμε ούτε να θέλουμε να ξεφύγουμε. Ούτε επίσης, καθώς, θέλουμε δεν θέλουμε, έρχονται τα διάφορα παθήματα, ακριβώς γιατί είμαστε χριστιανοί, να απογοητευόμαστε, να απελπιζόμαστε ή ακόμη και να νομίζουμε ότι, για να μας συμβαίνουν αυτά, μας άφησε ο Θεός. Αυτά είναι ευλογία από τον Θεό και είναι η φυσική κατάσταση του ανθρώπου του Θεού.
Θα πείτε: «Δεν μπορούμε εμείς να τα καταλάβουμε». Ε, αυτό να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε πόσο είμαστε σε κατάσταση που δεν καταλαβαίνουμε. Ένας άγιος τα καταλαβαίνει αυτά, τα δέχεται και τα επιζητεί. Ένας χριστιανός που ζει συμβατική χριστιανική ζωή, ένας ψευτοχριστιανός –όπως είμαστε εμείς– δεν τα καταλαβαίνει αυτά, τρομάζει, φοβάται. Αλλά σε τελική ανάλυση, βαθύτερα δεν τα δέχεται, και γι’ αυτό όλο και προσπαθεί να τα αποφεύγει και να ξεφεύγει από δω κι από κει.
Το τονίζω ακόμη μια φορά, όπως κι άλλες φορές το έχουμε πει, ότι η άγνοια μάς κάνει να μην μπορούμε να τα καταλάβουμε τα πράγματα, όπως τα καταλάβαιναν οι άγιοι και όπως τα έπαιρναν οι άγιοι. Αυτό δείχνει πόσο μακριά είμαστε από την αγιότητα, πόσο άρρωστη είναι η ψυχή μας πνευματικά, πόσο δεν έχουμε βρει ακόμη τον δρόμο του Θεού και είμαστε σ’ άλλο δρόμο, άσχετα εάν θεωρητικά είμαστε κάπως χριστιανοί. Βιωματικά, στην πράξη, δεν είμαστε καθόλου χριστιανοί. Διότι αν ήμασταν χριστιανοί, κι εμείς έτσι θα νιώθαμε, έτσι θα τα καταλαβαίναμε και έτσι θα τα επιζητούσαμε.
Αν αυτά που λέμε αυτή τη στιγμή έχουν δόση αληθείας, καταλαβαίνετε πόσο πρέπει ν’ ανησυχήσουμε, που ζούμε σε εντελώς άλλη πραγματικότητα και σε άλλες καταστάσεις. Πρέπει ν’ ανησυχήσουμε πολύ και να ξυπνήσουμε σαν από ύπνο και να παρακαλέσουμε τον Θεό να μας φωτίσει και να μας ενδυναμώσει, για να βρούμε τον δρόμο του και να ζήσουμε κατά το θέλημά του.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Θέλεις να αγιάσεις;”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 347.