Tο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα αποτελεί συνέχεια εκείνου που ακούσαμε την περασμένη Κυριακή, με το οποίο ο ευαγγελιστής Ματθαίος μας είχε εξιστορήσει το θαύμα της διατροφής των πεντακισχιλίων. Σήμερα ακούσαμε για τον περίπατο του Κυρίου πάνω στα νερά της λίμνης. Αλλ’ ας δούμε τα συμβάντα λεπτομερέστερα και με τη σειρά τους.
Ο Κύριος στη Γαλιλαία πολλαπλασίασε θαυματουργικά, με τη θεϊκή του δύναμη, τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια. Έφαγαν και με αυτά χόρτασαν όλοι οι παρευρισκόμενοι που θα πρέπει να ήταν πάνω από 10.000. Ο κόσμος καθώς είδε το πραγματικά καταπληκτικό αυτό θαύμα θέλησε να ανακηρύξει τον Χριστό βασιλέα επίγειο, πράγμα που δεν είχε καμιά σχέση με τον πραγματικό χαρακτήρα της παρουσίας και του έργου του. Γι’ αυτό υποχρέωσε τους μαθητές του να μπουν στο πλοίο και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι ακτή, αυτός δε διέλυσε τα πλήθη. Κατόπιν ανέβηκε μόνος στο κοντινό βουνό για να προσευχηθεί.
Ο Κύριος μας όχι μόνο στην περίπτωση αυτή αλλά και σε πολλές άλλες, ιδίως σε κρίσιμες και σημαντικές ώρες της επίγειας ζωής του, κατέφευγε στην προσευχή. Και το παράδειγμά του μπορεί και πρέπει ο καθένας μας να μιμηθεί. Πρέπει να είμαστε, και αν δεν είμαστε να γίνουμε, άνθρωποι προσευχής.
Γι’ αυτό η Εκκλησία μας έχει την δημόσια λατρεία με τις πάμπολλες ακολουθίες της. Γι’ αυτό υπάρχουν τα ποικίλα προσευχητάρια για τις κατ’ ιδίαν προσευχές, το πρωί, το βράδυ, πριν και μετά το φαγητό και σε πολλές άλλες περιστάσεις, γι’ αυτό υπάρχει στην ορθόδοξη παράδοσή μας η «ευχή», το « Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».
Χρειάζεται δε να τονιστεί, ότι η προσευχή δεν θα πρέπει να είναι μια ευκαιριακή εκδήλωση της θρησκεύουσας ψυχής, κάτι δηλαδή που θα γίνεται μόνο σε κάποιες τακτές ώρες ή όταν το καλούν κάποιες ιδιαίτερες περιστάσεις. Η προσευχή ως κοινωνία με τον Θεό πρέπει να είναι συνεχής. Δεν είναι καθόλου σχήμα υπερβολής το «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (να προσεύχεσαι χωρίς διακοπή) του αποστόλου Παύλου ή το «μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον» (αναγκαιότερη η μνήμη του Θεού από την αναπνοή) του αγίου Γρηγορίου Θεολόγου· για τον απλό λόγο ότι η διακοπή της προσευχής, η απομάκρυνση του νου από τον Θεό, την πηγή της ζωής, είναι απομάκρυνση από τη ζωή, πορεία προς τον πνευματικό θάνατο.
Εύλογα όμως θα ρωτήσει κάποιος: είναι δυνατόν συνέχεια να απασχολώ το νου μου με την προσευχή; Ή μπορώ να προσεύχομαι και ταυτοχρόνως να ασχολούμαι με τα συχνά δύσκολα προβλήματα της καθημερινής ζωής;
Ναι. Ανθρωπίνως αυτό είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο. Είναι όμως δυνατόν, όταν με τις κατάλληλες προϋποθέσεις έλθει το άγιο Πνεύμα και προσεύχεται αυτό αδιαλείπτως στην καρδιά μας. Η προσευχή αυτή, επειδή ακριβώς την κάνει μέσα μας το άγιο Πνεύμα, ούτε εμποδίζει ούτε εμποδίζεται από οποιαδήποτε άλλη απασχόληση, ούτε και από τον ύπνο. Όμως το θέμα χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση, η οποία ξεφεύγει από τα στενά όρια του σημερινού μας κηρύγματος. Ίσως την επιχειρήσομε σε κάποια άλλη ευκαιρία. Τώρα την αντιπαρερχόμαστε για να προχωρήσουμε στην ευαγγελική διήγηση.
Βράδιασε και καθόλη τη νύκτα το πλοίο με τους μαθητές, στη μέση της λίμνης, υπό την επίδραση αντίθετου ανέμου, «ην βασανιζόμενον υπό των κυμάτων». Ο Χριστός τους πλησιάζει περπατώντας πάνω στα νερά. Οι μαθητές νομίζουν ότι είναι φάντασμα, τρομάζουν και βάζουν τις φωνές. Ο Κύριος τους καθησυχάζει: «Έχετε θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάστε». Και ο Πέτρος: «Κύριε, αν είσαι εσύ, δώσε μου εντολή να έλθω κοντά σου περπατώντας πάνω στα νερά».
Και πράγματι αυτός με το «έλα» του Χριστού αρχίζει να περπατά στην επιφάνεια της λίμνης. Καθώς όμως βλέπει δυνατό τον άνεμο φοβάται, και καθώς φοβάται αρχίζει να βυθίζεται και τότε φωνάζει: «Κύριε, σώσε με». Ο Χριστός τον πιάνει, τον γλυτώνει και του λέγει: «Ολιγόπιστε, γιατί δίστασες; Γιατί σ’ έπιασε η αμφιβολία;»
Ο Πέτρος λοιπόν ενόσω προσέχει στον Χριστό, βασίζεται, εμπιστεύεται σ’ αυτόν, είναι ανοικτός και δεκτικός στη δύναμη, στη χάρη του Χριστού. Και αυτή η θεϊκή δύναμη τον κρατά και δεν βυθίζεται. Όταν όμως με την αμφιβολία απομακρύνεται από το Χριστό, όταν στρέφει την προσοχή και την ελπίδα του σε κάτι άλλο και βασικά στη δική του αδυναμία, τότε εγκαταλείποντας τη χάρη δικαίως εγκαταλείπεται από αυτή και έτσι βουλιάζει.
Και εμείς που διαπλέουμε το πέλαγος της παρούσας ζωής και μάλιστα στη δύσκολη συγκυρία, ενόσω με την ζωντανή πίστη και παρά τις οποιεσδήποτε δυσκολίες διατηρούμε την κοινωνία μας με τον Χριστό, δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε. Το άγχος θα είναι ξένο για μας. Είμαστε δικοί του, μέλη του σώματός του, είναι δυνατόν να μας αφήσει να χαθούμε; Αδύνατον.
Όχι ότι όλα θα είναι ρόδινα. Προβλήματα θα υπάρχουν. Αν όμως τα βλέπουμε με την πίστη, δηλαδή ότι ο Θεός και αυτά τα γνωρίζει και αυτά τα επιτρέπει για το καλό μας και έτσι τα σηκώνουμε με υπομονή και ευχαριστία, τότε τα μεταβάλουμε σε ευλογίες. Αυτά που άλλους τους απομακρύνουν από το Θεό, εμάς θα μας ενώνουν περισσότερο με το Χριστό. Έτσι η πίστη θα γίνει γνώση βέβαιη και εκ πείρας πλέον θα ομολογούμε για το Χριστό, όπως οι μαθητές του στο πλοιάριο, «Αληθώς Θεού Υιός ει». Αμήν.
Αρχιμ. Λουκάς Τσιούτσικας