«ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού;» (Λκ 17:17)
Καθώς ο Χριστός, μας διηγήθηκε σήμερα ο άγιος Ευαγγελιστής Λουκάς, έμπαινε σε κάποιο χωριό, τον συνάντησαν δέκα λεπροί, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά και με μεγάλη φωνή του είπαν: «Ιησού, κύριε, ελέησέ μας, θεράπευσέ μας». Ο Κύριος τους απάντησε: «Πηγαίνετε και δείξατε τους εαυτούς σας στους ιερείς». Καθώς εκείνοι πήγαιναν, καθαρίστηκαν από τη λέπρα. Ένας δε από αυτούς, όταν είδε ότι θεραπεύτηκε, γύρισε δοξάζοντας με δυνατή φωνή το Θεό, έπεσε στα πόδια του Χριστού και τον ευχαρίστησε. Και αυτός ήταν Σαμαρείτης. Ο Κύριος τότε είπε: «Δεν θεραπεύτηκαν και οι δέκα; Οι άλλοι εννέα πού είναι; Κανένας τους δε βρέθηκε να γυρίσει και να δοξάσει το Θεό παρά μόνο αυτός ο αλλοεθνής;» Και είπε στον θεραπευμένο: «Σήκω και πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε».
Μεγάλο και εντυπωσιακό το θαύμα. Ας περιοριστούμε σήμερα και ας σταθούμε στην ερώτηση του Χριστού: «ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού;» Από αυτό, και τα παρακάτω, φαίνεται ότι ο Κύριος θέλει ο άνθρωπος να είναι ευγνώμων. Και δεν το θέλει για τον εαυτό του. Ως Θεός δεν έχει ανάγκη από τίποτε. Ούτε από τις δικές μας ευχαριστίες, ούτε τις δοξολογίες, ούτε από τα δώρα ή τις θυσίες μας. «Των αγαθών μου ου χρείαν έχεις» λέει ο ψαλμωδός. Ο Χριστός ζητά ο άνθρωπος να είναι ευγνώμων για τον ίδιο τον άνθρωπο. Για το καλό του ανθρώπου.
Η ευγνωμοσύνη είναι αρετή. Δείχνει ότι ο άνθρωπος σκέπτεται και αισθάνεται σωστά. Ενεργεί σωστά. Δηλαδή δεν είναι πωρωμένος. Είναι φυσιολογικός. Βλέπει και αναγνωρίζει την αλήθεια, την πραγματικότητα, το καλό που του κάνουν. Και στην αγάπη που του δείχνουν δεν κωφεύει αλλά ανταποκρίνεται με τη δική του αγάπη. Είναι φιλότιμος. Και αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία.
Ο φιλότιμος και ευγνώμων μας είναι ιδιαίτερα συμπαθής και αγαπητός και το φιλότιμο και η ευγνωμοσύνη μας προτρέπουν σε μεγαλύτερη ευεργεσία. Και αν αυτό συμβαίνει με εμάς, πόσο περισσότερο με το Θεό;
Αρχικά ο Θεός δίνει ένα κάτι στον άνθρωπο και περιμένει την ανταπόκρισή του. Όταν ο άνθρωπος φανεί ευγνώμων, ο Θεός του δίνει κάτι παραπάνω. Και όταν ο άνθρωπος αγαπήσει περισσότερο, δέχεται ακόμα μεγαλύτερη δωρεά που αποτελεί ερέθισμα για ακόμη μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη και αγάπη. Έτσι ο ευγνώμων, με τη χάρη του Θεού, προοδεύει και ωριμάζει στην αγάπη, πλησιάζοντας όλο και περισσότερο στην αγάπη του Χριστού. Έτσι αποκτά τη ζωή του Χριστού και γίνεται πραγματικό και ζωντανό μέλος του.
Ο Θεός λοιπόν δίνει όλο και περισσότερο σε αυτούς που με έμπρακτη ευγνωμοσύνη δέχονται τις δωρεές του. Γι’ αυτό θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ευγνωμοσύνη και οι εκδηλώσεις της αποτελούν ταυτοχρόνως και την καλύτερη αίτηση. Για να φανούμε δε ευγνώμονες προς τον Θεό υπάρχουν πολλοί, πάρα πολλοί λόγοι. Το ότι ήρθαμε και μένουμε στη ζωή αυτή απολαμβάνοντας πλείστα όσα αγαθά τα οποία θεωρούμε αυτονόητα ενώ δεν είναι, όπως το νερό και το οξυγόνο και πολλά άλλα, τι άλλο παρά ευεργεσίες του Θεού είναι; Όμως εκείνο που έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία, και για το οποίο ιδιαίτερα πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό, είναι το ότι για τη σωτηρία μας από το διάβολο και την αμαρτία και τη θέωσή μας, έστειλε και έγινε άνθρωπος, σταυρώθηκε και αναστήθηκε ο μονογενής του Υιός, το ότι μας έκανε παιδιά του, αδελφούς και συγκληρονόμους του Χριστού, μέλη τίμια του Σώματός του.
Μπορούμε λοιπόν και πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό για πάρα πολλά. Για όλα όσα επιτρέπει να έλθουν στη ζωή μας. Και τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα. Προπαντός για τα δυσάρεστα· τις αρρώστιες, τις αποτυχίες, τα βάσανα. Διότι αυτά, αν και δεν τα δημιούργησε ο Θεός αλλά είναι αποτελέσματα της αμαρτίας, ο σοφός και καλός Πατέρας μας τα επιτρέπει και τα χρησιμοποιεί ως φάρμακα για τη θεραπεία της ψυχής μας. Με τις πικρές θλίψεις να μάθουμε μαθήματα που δεν μπορούμε να μάθουμε με τις γλυκές ευεργεσίες.
Πώς μπορούμε δε να εκδηλώνουμε την ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεό;
Βεβαίως ο πρώτος, ο πιο εύκολος και πρόχειρος τρόπος, είναι με τον λόγο. Με την προσευχή. Με λόγια ευχαριστίας και δοξολογίας. Αλλά και το να εκπληρώσουμε κάποιο τάμα ή να κάνουμε κάποια αφιέρωση ή κάτι παρόμοιο, και αυτά μπορεί να είναι εκδηλώσεις ευγνωμοσύνης. Αλίμονο όμως αν μένουμε μόνο σε αυτά, αν κάνοντας αυτά τα εξωτερικά νομίζουμε ότι ξοφλήσαμε, τακτοποιήσαμε τη σχέση μας με το Θεό.
Ο Θεός ζητά την καρδιά μας. «Δος μοι, υιέ, σην καρδίαν». Ζητά την αγάπη μας. Την ολοκληρωτική αγάπη. Τα χρήματα, ο χρόνος, ο κόπος που τυχόν προσφέρουμε στο Θεό γίνονται δεκτά μόνο εφόσον συνοδεύουν το δόσιμο του εαυτού μας, όλης μας της ζωής. Και αυτό, το δόσιμο δηλαδή του εαυτού και της ζωής μας στο Θεό, γίνεται κατεξοχήν με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Με την προσφορά των βασικών ειδών διατροφής, του άρτου και του οίνου, που ο Θεός μας έχει δώσει και εμείς έχουμε επενδύσει με τον κόπο μας, προσφέρουμε σε Αυτόν την ύπαρξή μας. Και εκείνος τα δέχεται, τα αγιάζει και τα αντιπροσφέρει. Και εμείς τα ξαναπαίρνομε ως Σώμα και Αίμα του, αγιαζόμαστε με αυτά και στη συνέχεια, φεύγοντας από το ναό, με ευγνωμοσύνη, με φιλότιμο δινόμαστε στο Θεό και τους αδελφούς για να συνεχιστεί ο κύκλος και να μεγαλώσει η δύναμη της αγάπης.
Ας αγαπήσουμε και εμείς την μεγάλη αυτή αρετή της ευγνωμοσύνης και ας την καλλιεργούμε ευκαίρως ακαίρως, εκδηλώνοντάς την και προς τους ανθρώπους και, προπαντός, προς τον Θεό: «Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον και μη επιλανθάνου πάσας τας ανταποδόσεις αυτού». Είναι κάτι που επιβάλλεται για λόγους δικαιοσύνης, αλλά και μας καθιστά άξιους για όλο και μεγαλύτερες δωρεές του δωρεοδότου αγίου Τριαδικού Θεού, στον οποίο πραγματικά ταιριάζει κάθε δόξα και οφείλουμε παντοτινή ευχαριστία. Αμήν.
Αρχιμ. Λουκάς Τσιούτσικας
Η θεραπεία των δέκα λεπρών – Κυριακή ιβ΄ Λουκά