Οι γονείς του Ιωάννου του Προδρόμου είχαν το μεγάλο όνειδος της ατεκνίας, το οποίο κατά τα τότε κρατούντα ήταν αβάσταχτο. Και αυτοί το σηκώνουν με υπομονή, με ταπείνωση, ευλογούντες και δοξάζοντες τον Θεό και ελπίζοντες σ’ αυτόν. Και γι’ αυτό και αυτοί λαμβάνουν τη μεγάλη ευλογία να γεννήσουν τον Πρόδρομο, ο οποίος είναι «εν γεννητοίς γυναικών μείζων», όπως είπε ο ίδιος ο Κύριος (Ματθ. 11:11). Δηλαδή δεν γεννήθηκε άλλος μεγαλύτερος από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, που αξιώθηκε να γίνει προφήτης και ο πρόδρομος της παρουσίας του Κυρίου.
Από κάποια πλευρά καθένας, έτσι ή αλλιώς, έχει να σηκώσει ένα όνειδος, έχει να βαστάσει κάτι ανεπιθύμητο, έχει να βαστάσει έναν σταυρό. Και ο καθένας μας, καθώς γνωρίζουμε την ιστορία του Θεού μέσα στον κόσμο, καθώς γνωρίζουμε την ιστορία της Εκκλησίας, τη ζωή της Εκκλησίας, τη ζωή των αγίων, οφείλουμε όχι απλώς να υπομένουμε, όχι απλώς να βαστάζουμε καρτερικά τον οποιονδήποτε σταυρό εναποθέτει επάνω μας ο Κύριος, αλλά να πιστεύουμε και να ελπίζουμε ότι εκεί κρύβεται μεγάλη ευλογία. Μην πει κανένας: «Πώς να πιστέψω; Πώς να περιμένω κάτι τέτοιο; Πού να ξέρω;» Τέτοια ερωτήματα δεν έχουν θέση.
Πρέπει ως χριστιανοί να μάθουμε τις υποσχέσεις του Θεού και να κρατούμε καλά τις υποσχέσεις του, διότι ό,τι θα γίνει στην ψυχή μας, θα γίνει με βάση αυτές. Δεν θα γίνει ούτε με τους κόπους μας ούτε με το οποιοδήποτε έργο μας. Όλη η αποκάλυψη και η διδασκαλία της Εκκλησίας αυτό λέει: πίσω από κάθε σταυρό, πίσω από κάθε όνειδος, πίσω από καθετί που καλούμαστε να σηκώσουμε, κρύβεται ευλογία.
Οφείλουμε να το πιστεύουμε αυτό. Αν δεν το πιστεύουμε, κατ’ αρχήν αμαρτάνουμε, διότι είμαστε χριστιανοί και πρέπει να το γνωρίζουμε αυτό και επομένως να το πιστεύουμε, αλλά και ταλαιπωρούμαστε και επιπλέον πηγαίνουν χαμένοι οι κόποι μας, ο πόνος και η οποιαδήποτε ταλαιπωρία μας.
Είναι απορίας άξιον πώς αντέχουμε να είμαστε κατά τέτοιον τρόπο χριστιανοί. Ο χριστιανός έχει τον σταυρό του, έχει το οποιοδήποτε όνειδος και τις οποιεσδήποτε ταλαιπωρίες, που θα αφήσει επάνω του ο Κύριος, αλλά αυτά δεν είναι απλώς κάποια δύσκολα πράγματα, που πέφτουν επάνω του και τον βαραίνουν. Είναι τα προμηνύματα των ευλογιών του Θεού, είναι εκείνα μέσα από τα οποία θα έρθουν οι ευλογίες του Θεού.
Όποιος τα παίρνει έτσι, όσο δυσβάσταχτα κι αν είναι, όχι απλώς τα σηκώνει, αλλά τα σηκώνει με χαρά. Όταν δεν τα παίρνει έτσι, η ζωή του είναι πολύ άχαρη, πολύ δύσκολη και αβάσταχτη. Απορεί λοιπόν κανείς αφ’ ενός πώς τα παίρνουμε έτσι στραβά τα πράγματα και αφ’ ετέρου πώς αντέχουμε.
Βλέπει κανείς χριστιανούς να ταλαιπωρούνται, να παιδεύονται, να χτυπιούνται από δω, να χτυπιούνται από κει, να βαραίνουν διάφορα δύσκολα πράγματα επάνω τους, και αυτά όλα, θέλουν δεν θέλουν, τα σηκώνουν, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια ελπίδα, κάποιο φως, και χωρίς να περιμένουν κάτι.
Καθώς οι χριστιανοί, οι τέτοιου είδους χριστιανοί, χωρίς παρηγορία και χωρίς ελπίδα σηκώνουν όλα αυτά τα οποία πέφτουν επάνω τους –και από κάποια πλευρά έχουν μια πείρα να βαστάζουν αβάσταχτα πράγματα, και η οποία πείρα είναι άσκοπη και δεν βγάζει πουθενά– απορεί κανείς πώς δεν έμαθαν ακόμη να κύπτουν τον αυχένα και να σηκώνουν ευχαρίστως και ευγνωμονώντας τον Θεό, με ελπίδα και με πίστη, το οποιοδήποτε όνειδος, την οποιαδήποτε ταλαιπωρία και δοκιμασία βάζει επάνω τους ο Κύριος. Διότι αυτά μετά γίνονται ελαφρότατα.
Το διαβεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος, ο οποίος είπε: «Ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστιν» (Ματθ. 11:30), όπως επίσης και ο μαθητής του, που έχει μέσα του τον Κύριο: «Αι εντολαί αυτού βαρείαι ουκ εισίν» (Α’ Ιω. 5:3). Αλλά το διαβεβαιώνουν και η Εκκλησία και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Το διαβεβαιώνουν όλοι αυτοί που βάσταξαν το κάθε όνειδος και τον κάθε σταυρό και το κάθε βάρος, αλλά τα βάσταξαν με ελπίδα, με πίστη, τα βάσταξαν προσβλέποντες στο φως του Κυρίου· και έτσι τα βάσταξαν, σαν να ήταν παιχνίδι.
Εκείνος ο οποίος βαστάζει επί χρόνια, μια ζωή ολόκληρη, χωρίς αυτή την ελπίδα που κάνει ελαφρό τον ζυγό και το φορτίο, και γι’ αυτό είναι καταπονημένος, θα έλεγε κανείς ότι αυτός είναι πολύ δοκιμασμένος. Αυτός φθάνει να βρει το μυστικό που κρύβουν τα λόγια του Χριστού και αμέσως θα αποφασίσει εκουσίως και ευγνωμόνως, όπως είπαμε, να βαστάξει τον ζυγό του Κυρίου.
Η περίπτωση των γονέων του Ιωάννου του Προδρόμου και των γονέων της Παναγίας αλλά και η περίπτωση όλων των αγίων της Εκκλησίας ας μας γίνουν παράδειγμα και σ’ αυτό το σημείο, και ας τους μιμηθούμε. Όλοι εμείς, άλλος έτσι, άλλος αλλιώς, οπωσδήποτε έχουμε έναν καημό που βαραίνει μέσα μας. Μπορούμε να φύγουμε ανάλαφροι απόψε από δω, καθώς μάλιστα τώρα θα λειτουργηθούμε, και από δω και πέρα να είναι τέτοια η ζωή μας, που να είμαστε σαν τα πουλάκια, που είναι ανάλαφρα και πετούν και δεν νιώθουν βάρος. Και θα περιμένουμε την ευλογία. Ο Θεός ξέρει πότε. Και μόνο που θα το νιώσει κανείς έτσι το βάρος και το όνειδος, είναι ευλογία, αλλά θα έρθει και η ευλογία, όταν θα θελήσει ο Κύριος, όπως και όσο θα θελήσει ο Κύριος.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Θέλεις να αγιάσεις;”, Σεπτέμβριος, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2017, σελ. 260, 266.