Έκλεισε ήδη η Διακαινήσιμη εβδομάδα, η επιφανέστερη του ετησίου κύκλου. Με την Ανάσταση, την κορωνίδα της ανθρώπινης Ιστορίας, «ιδού γέγονε καινά τα πάντα» (Β’ Κορ. 5.17). Γι’ αυτό και η κατ’ εξοχήν καινούργια εβδομάδα, η Διακαινήσιμη, λογίζεται ολόκληρη σαν μια μέρα, την ίδια τη μέρα του Πάσχα!
Πράγματι οι ακολουθίες ήσαν οι αναστάσιμες και καθημερινά διαβάζαμε το συναξάρι του Πάσχα σαν να επρόκειτο απαράλλακτα για την Κυριακή του Πάσχα. Εξάλλου από πλευράς τροφής γινόταν «κατάλυσις εις πάντα» ακόμη και την Τετάρτη και την Παρασκευή.
Ακόμη από σήμερα αρχίζει η αλληλοδιαδοχή κατά σειρά και ανά εβδομάδα των οχτώ ήχων της Οκταήχου. Κάθε χρόνο, του Θωμά έχουμε ήχο πρώτο.
Λοιπόν «μεθ’ ημέρας οκτώ» από την έγερση του Ζωοδότη συνέβη η «ιδίαις χερσί» του Θωμά πιστοποίηση του μέγιστου θαύματος. Η σοφία του Θεού πολλά αρνητικά τα μετασκευάζει σε θετικά και κάνει να καταλήγουν σε αγαθό αποτέλεσμα. Ας θυμηθούμε την παρουσία της κουστωδίας στον πανάγιο Τάφο. Απέκλεισε την υποψία οποιασδήποτε τυχόν ανθρωπίνης παρεμβάσεως που θα απέβλεπε στην περίθαλψη και προσπάθεια αναβιώσεως του Εσταυρωμένου. Στην ουσία διακήρυξε την Ανάστασή Του σαν καθαρό θαύμα, επικυρωμένο και από τους εχθρούς Του! (Μαθ. 27.65-66). Επίσης ο Καϊάφας προφήτευε ακούσια την εξιλαστήρια θυσία (Ιω. 11.49-52).
Έτσι «την απιστία του Θωμά μάς την ανέδειξες γεννήτρια πίστεως, γιατί Συ δια της σοφίας Σου προνοείς τα πάντα προς το συμφέρον [μας], Χριστέ» (Τροπάριο Ε’ ωδής).
Με τέτοιες «προδιαγραφές» η Υμνολογία αναφωνεί: «Ω καλή απιστία του Θωμά, τις καρδιές των πιστών τις οδήγησε στην επίγνωση» της Αναστάσεως (Εσπέριο).
Ο νοσηρός ορθολογισμός και ο σκεπτικισμός του, καθώς και η θεραπεία τους είναι ένα επιπλέον πειστήριο του ζωηφόρου γεγονότος. Αν έλειπε η απιστία του, εκείνος μεν θα ήταν ωφελημένος, οι γενεές όμως των αιώνων θα είχαν στερηθεί ένα γλαφυρό «μεταναστασιακό» περιστατικό, αλλά και ισχυρό τεκμήριο της Εγέρσεως. Καίτοι ο απόστολος δεν συνιστά πρότυπο προς μίμηση σε αυτή τη σημαδιακή στιγμή της ζωής του, εμείς όμως του χρωστάμε ευγνωμοσύνη! Τελικά καλά έκανε, «δεν δίστασε μάταια ο Θωμάς για την Ανάσταση… Έσπευδε να την αποδείξει αναμφίλεκτη… σε όλα τα έθνη», όπως προσυπογράφει και επαυξάνει ο μελωδός (Τροπάριο Ζ’ ωδής).
Για να μην αδικούμε τον απόστολο, οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι πίστευε στον Ιησού, μα με διαλείψεις, καθώς φαίνεται. Η άκρα νοησιοκρατία του τον απέκοπτε από την πίστη, παρότι ήταν γενικά αφοσιωμένος στον μέγα Διδάσκαλο. Την προαίρεσή του να Του είναι προσκολλημένος μέχρι θανάτου μαρτυρεί μια προτροπή του.
Όταν δηλαδή ο Μεσσίας πορευόταν προς την Ιουδαία, περιοχή υπό άμεση επιτήρηση των εχθρών Του Φαρισαίων και του Συνεδρίου όλου, είπε ο «Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος τοις συμμαθηταίς· άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιω. 11.16).
Μάλλον πίστευε στο σωτήριο Πάθος του Θεανθρώπου, πλην απιστούσε στην Ανάστασή Του. Για να πεισθεί χρειάσθηκε να τον καλέσει μειλίχια ο συγκαταβατικός Χριστός: «Φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε». Χρειάσθηκε ν’ απλώσει το χέρι και να ψηλαφήσει «τον τύπον των ήλων» και τη λογχευμένη πλευρά, ή ενδεχομένως δεν χρειάσθηκε ν’ απλώσει το χέρι, αφού η όραση, το «ίδε», είναι αξιοπιστότερη από όλες τις αισθήσεις.
Επισημαίνουμε σχετικά ότι η παράδοση της Εκκλησίας δέχθηκε –καίτοι η Γραφή δεν το επιβεβαιώνει ρητά– πως ο Θωμάς έψαυσε τις πληγές, τα αποδεικτικά στοιχεία του θανατωμένου, μα και αναστημένου, υπαρκτού σώματος του Ιησού.
Κάλεσε ο Θριαμβευτής τον Θωμά να Τον δει και να Τον αποδεχθεί ως αναστημένο Θεό όχι τόσο με την εξωτερική όραση και αφή, όσο κυρίως με την εσωτερική διάθεση – «και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός». Τον κάλεσε να Τον αισθανθεί βιωματικά ως νικητή του θανάτου και Θεό, πηγή και πάροχο της ζωής.
Η εκ των υστέρων πίστη του αποστόλου δεν έχει θέση, δεδομένου ότι η πίστη όπως και η ελπίδα που βλέπονται, δεν είναι πια πίστη ή ελπίδα. «Ο γαρ βλέπει τις, τι και ελπίζει;» (Ρωμ. 8.24)
Καλεί ο Κύριος στην πίστη τον δύσπιστο, για να προεκτείνει την κλήση σε μας: «Μακάριοι [όχι «οι μη ψηλαφήσαντες», αλλά] οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».
Ιερομόναχος Ιουστίνος
Η καλή απιστία του Θωμά