Απόψε, απόδοση της εορτής της Αναστάσεως, είναι μια καλή ευκαιρία να δούμε το θέμα της Αναστάσεως του Κυρίου και από μια άλλη σκοπιά και να προσπαθήσουμε να πούμε αυτή την ώρα ο,τι ο Κύριος δώσει και ο,τι μας φωτίσει.
Όλα είναι δικά του. Η Εκκλησία είναι δική του, οι πιστοί είναι δικοί του, όλοι μας είμαστε δικοί του και οι εορτές είναι δικές του. Εκείνος δίνει τη Χάρι, εκείνος δίνει το φως, τον φωτισμό, εκείνος δίνει τη δύναμη, εκείνος αποκαλύπτει την αλήθειά του. Εκείνος κάνει τα πάντα, για να σωθούμε. Κάνει τα πάντα, για να μας κάνει πολίτες της ουρανίου βασιλείας του, αρχίζοντας βέβαια από δω, από τον κόσμο αυτό.
Και ακριβώς ευθύς εξαρχής να τονίσουμε αυτό το θέμα. Ο Κύριος έκαμνε λόγο στους μαθητάς του για την Ανάστασή του –μιλούσε για τα πάθη του βέβαια, αλλά πάντοτε τελείωνε με την Ανάστασή του– ότι την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί, και αυτό αντί να έρχεται, φαινόταν να μακραίνει. Και σχεδόν και οι μαθηταί του δεν πίστευαν, δεν καταλάβαιναν καλά-καλά τι θα γίνει, και ότι θά ‘ρθει η ώρα της Αναστάσεως. Και πέρασαν, όπως γνωρίζουμε, μεγάλο πειρασμό τις ημέρες, θα λέγαμε, της Μεγάλης Εβδομάδος, τις ημέρες που προηγήθηκαν της Αναστάσεως, τις ημέρες που ο Κύριος πια για τελευταία φορά ανέβηκε στα Ιεροσόλυμα, για να πάθει, εν γνώσει του ότι θα πάθει. Μιλούσε λοιπόν ο Κύριος για όλα αυτά που θα προηγούνταν, και ότι στο τέλος θα αναστηθεί, και δεν φαινόταν ότι θα γίνει, αλλά έγινε, έγινε.
Πέρασε από πολλά εμπόδια, πέρασε από πολλές δυσκολίες ο Κύριος, τρόπον τινά έδειξαν τα πράγματα ότι απέτυχε το έργο του. Κι όμως ο Κύριος απέθανε και ανέστη. Όπως σ’ αυτή την περίπτωση ή, αν θέλετε, στη μοναδική αυτή περίπτωση του Κυρίου, που εγίνετο λόγος περί Αναστάσεως και δεν εφαίνετο Ανάσταση, καθώς δεν εφαίνοντο και όλα τα παθήματα που θα προηγούνταν της Αναστάσεως, και όταν εφάνησαν, ακόμη περισσότερο συνετέλεσαν, ώστε να μην ελπίζουν στην Ανάσταση, κι όμως ο Κύριος ανεστήθη, η Ανάσταση ήρθε. Έτσι –παρακαλώ να το προσέξουμε και να το καταλάβουμε καλά– σ’ αυτόν τον κόσμο εδώ, ενόσω ζούμε, άσχετα τι θα μας συμβεί, άσχετα από πού θα περάσουμε, πόσο θα απογοητευθούμε, άσχετα πόσο θα ελπίσουμε, πόσο θα κινδυνεύσουμε, τελικά και η δική μας η ανάσταση, όσο μπορεί να γίνει στον άνθρωπο κατά χάριν, γίνεται σ’ αυτόν τον κόσμο. Θα συμβεί σ’ αυτόν τον κόσμο, ενόσω είμαστε ακόμη σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ο Κύριος ανέστη και ανελήφθη στους ουρανούς. Και κάθε πιστός, άσχετα από πού θα περάσει, θα αναστηθεί σ’ αυτόν τον κόσμο και όταν έρθει η ώρα του, θα ανέλθει στους ουρανούς. Μαζί με τον Χριστό πορεύεται ο πιστός· με τον Χριστό, τρόπον τινά, μπήκε μέσα στην κολυμβήθρα, με τον Χριστό βγήκε από την κολυμβήθρα, με τον Χριστό πορεύεται σ’ όλη του τη ζωή, με τον Χριστόν πάσχει, κινδυνεύει, αποθνήσκει, με τον Χριστό ανίσταται και με τον Χριστό αναλαμβάνεται στους ουρανούς.
Ούτε να διανοηθούμε ότι ο Κύριος δεν ήταν αναμάρτητος. Αναμάρτητος ήταν. Όμως μπαίνει μέσα στην αμαρτία του ανθρωπίνου γένους και αποθνήσκει, για να θανατωθεί η αμαρτία και να λυτρωθούν οι άνθρωποι από την αμαρτία, να συγχωρηθούν και να αγιασθούν. Αναμάρτητος είναι ο Κύριος, αλλά περνάει μέσα απ’ όλα, σαν να είναι αυτός ο αμαρτωλός, ενώ είναι αναμάρτητος. Και σταυρώνεται τελικά όχι για άλλο λόγο, αλλά φέρει τις αμαρτίες όλων και οδυνάται πάνω στον Σταυρό, κατά τον προφήτη Ησαΐα, ακριβώς για τις αμαρτίες όλων, ενώ είναι αναμάρτητος. Και έτσι θανατώνεται το σώμα της αμαρτίας.
Ενώ λοιπόν ο Κύριος είναι απολύτως-απολύτως υπάκουος στον ουράνιο Πατέρα, απολύτως υπάκουος, όμως μαθαίνει τρόπον τινά την υπακοή αυτή μέσα από τα παθήματα. Με την έννοια ότι δείχνει την υπακοή του –που έτσι κι αλλιώς είναι υπάκουος και τη δείχνει αυτή την υπακοή του– όχι χωρίς δυσκολίες και περνώντας καλά, αλλά καθώς παθαίνει όσα παθαίνει.
Και γίνεται αυτό ακριβώς για να το καταλάβουμε καλά-καλά εμείς, ότι, αφού ο Κύριος που είναι αναμάρτητος, αλλά χάριν ημών παθαίνει και μαθαίνει έτσι την υπακοή, εμείς δεν μπορούμε από άλλον δρόμο να πάμε στη σωτηρία· κι έτσι ο θάνατος του Κυρίου να γίνει και δικός μας θάνατος και η υπακοή του Κυρίου να γίνει και δική μας υπακοή και η Ανάσταση του Κυρίου να γίνει και δική μας ανάσταση. Δεν μπορούμε να πάμε από άλλον δρόμο, αλλά θα πάμε από τον δρόμο αυτόν, των παθημάτων.
Καλούμεθα κι εμείς να πάθουμε, να περάσουμε από τον ίδιο δρόμο, να περάσουμε από τα ίδια παθήματα, που αν περάσουμε μόνοι μας, ουδέ έναν καρπό θα έχουμε. Δεν θα έχουμε σωτηρία, δεν θα συγχωρηθούν οι αμαρτίες μας. Τις αμαρτίες μας τις συγχωρεί ο Κύριος. Την ψυχή μας την ανασταίνει ο Κύριος, την ψυχή μας τη σώζει ο Κύριος, αλλά καθώς και εμείς θα πάθουμε όπως εκείνος και θα μάθουμε όπως εκείνος την υπακοή, μέσα απ’ αυτά που θα πάθουμε.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Σταυροαναστάσιμα”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1998, σελ. 260.