
Η προσευχή είναι η αναπνοή της ψυχής. Και όπως το σώμα έχει ανάγκη συνεχώς να αναπνέει, έτσι και η ψυχή έχει ανάγκη συνεχώς να προσεύχεται. Ο απόστολος Παύλος τονίζει την αλήθεια αυτή με τον σπουδαίο εκείνο λόγο: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α’ Θεσ. 5:17).
Ψυχή που προσεύχεται είναι ζωντανή. Ψυχή που δεν προσεύχεται είναι νεκρή. Ας μη φανεί αυτό υπερβολικό. Όταν ένας νέος αισθάνεται μέσα του αγάπη και έρωτα αγνό για μια κοπέλα, την σκέφτεται διαρκώς, μέρα και νύχτα. Μπορεί να κάνει οτιδήποτε. Το μυαλό του όμως είναι συνεχώς προσκολλημένο στο πρόσωπο που αγαπά. Τι το παράξενο λοιπόν για μια ψυχή, που αγαπά το Χριστό και αισθάνεται “θείον έρωτα”, να θέλει συνεχώς να σκέφτεται και να συνομιλεί μ’ Αυτόν;
Μια σύντομη, εύκολη και περιεκτική προσευχή που μας παρέδωσαν οι Πατέρες, με την οποία προσεύχονται πολλοί χριστιανοί, είναι το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Η αδιάλειπτη επανάληψη της προσευχής αυτής φωτίζει τον νου, θερμαίνει την καρδιά, ενισχύει την θέληση και διώχνει τον διάβολο και όλες τις πονηρές, μάταιες και βλάσφημες σκέψεις που μας φέρνει.
Αφού λοιπόν η προσευχή είναι τόσο σπουδαίο έργο και μητέρα όλων των αρετών, ας προσπαθήσουμε να την αυξήσουμε και να την κάνουμε θερμότερη. Και ας μη φέρνουμε δικαιολογία τις πολλές μας ασχολίες· γιατί τίποτα δεν είναι ανώτερο απ’ αυτήν. Εξάλλου υπάρχουν άνθρωποι με πολύ περισσότερες φροντίδες που αφιερώνουν πολύ χρόνο στην προσευχή.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του βασιλιά Δαβίδ. Όπως παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος:
«Ενώ ήταν βασιλιάς, με τόσες φροντίδες, κυβερνούσε λαούς και πόλεις, τον απασχολούσαν αναρίθμητες υποθέσεις που δεν τον άφηναν ούτε μια στιγμή να αναπνεύσει, πόλεμοι, επαναστάσεις, ανταρσίες…, εν τούτοις αυτός όχι μόνο τις μέρες αλλά και τις νύχτες πρόσθετε στις προσευχές του. “Μεσονύκτιον εξηγειρόμην του εξομολογείσθαι σοι επί τα κρίματα της δικαιοσύνης σου” (Ψαλμ. 118:62).
» Αν λοιπόν αυτός, με όλες τις φροντίδες, ούτε νύκτα δεν ησύχαζε αλλά έκανε τις προσευχές του με μεγαλύτερη προθυμία και προσοχή από τους μοναχούς που ζουν στα όρη, ποια δικαιολογία έχουμε εμείς που, ενώ ζούμε με άνεση, όχι μόνο τη νύχτα δεν προσευχόμαστε, αλλά ούτε και την ημέρα δεν κάνουμε όπως πρέπει τις προσευχές μας;».
Από το τεύχος: Αρχιμ. Επιφανίου Χατζηγιάγκου, “Θέματα πνευματικής οικοδομής”. Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, σελ. 31.