Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου του 1880 στο χωριό Τσούλκοβο της επαρχίας Ριαζάν. Ήταν γιος του αγρότη Τροφίμου Πριάχιν και κατά τη βάπτισή του έλαβε το όνομα Ιωάννης.
Μόλις δεκαεπτά χρονών, έχοντας τη φλογερή επιθυμία να υπηρετήσει τον Χριστό, πήγε στη Μονή του Σωτήρος, που βρισκόταν κοντά στην πόλη Προνσκ, κι έγινε δόκιμος μοναχός. Εκεί, για αρκετά χρόνια εργάστηκε με προθυμία στα μοναστηριακά αγροκτήματα, ενώ κατά τις ώρες των ακολουθιών έψαλλε στον εκκλησιαστικό χορό της μονής.
Στις 21 Απριλίου του 1913 εκάρη μοναχός με το όνομα Φιλάρετος και το επόμενο έτος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος.
Στη Μονή του Σωτήρος ήταν θησαυρισμένη μια εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της «Εγγυήτριας των Αμαρτωλών», την οποία τιμούσαν ιδιαίτερα όχι μόνο οι πατέρες της μονής αλλά και οι κάτοικοι της γύρω περιοχής. Με τη χαριτόβρυτη αυτή εικόνα οι μοναχοί έκαναν κατά καιρούς λιτανευτικές περιοδείες στα κοντινά χωριά, παίρνοντας μαζί τους και τον ευλαβή π. Φιλάρετο για την τέλεση Παρακλήσεων.
Το 1919 οι σοβιετικές αρχές έκλεισαν το μοναστήρι και έδιωξαν τους μοναχούς. Τότε ο π. Φιλάρετος μετέφερε την ιερή εικόνα στον ναό του χωριού Σρέζνεβο της επαρχίας Ριαζάν, όπου εγκαταστάσθηκε και άρχισε να ιερουργεί. Ο αρχιεπίσκοπος Ριαζάν Βενιαμίν του έδωσε ευλογία να περιοδεύει με την εικόνα στα χωριά της επαρχίας, όπως έκανε παλαιότερα στο μοναστήρι του, και να τελεί Παρακλήσεις. Ορίστηκε, επίσης, η 11η Ιουνίου ως ημέρα της ετήσιας εορτής της εικόνας. Για το πανηγύρι αυτό μαζεύονταν στο χωριό κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές και λειτουργούσαν είκοσι περίπου ιερείς. Η Παναγία η Εγγυήτρια, τα δύσκολα εκείνα χρόνια, ήταν για όλους αυτούς αποκούμπι και παρηγοριά.
Στα μέσα Ιουνίου του 1930 οι επικεφαλής της ΓκεΠεΟυ του Ριαζάν, ανήσυχοι για όσα συνέβαιναν στο Σρέζνεβο, έστειλαν στους προϊσταμένους τους στη Μόσχα σχετική αναφορά, στην οποία ανέφεραν μεταξύ άλλων:
«Στο χωριό Σρέζνεβο προσήλθαν για το πανηγύρι στις 11 Ιουνίου πολυάριθμοι προσκυνητές, γύρω στα οκτώ χιλιάδες άτομα. Εξακριβώσαμε ότι η μεγάλη αυτή προσέλευση οφείλεται στη δραστηριότητα κάποιου παπα-Φιλαρέτου, που υπηρετεί στο χωριό… Από την έρευνα που διενεργήσαμε, διαπιστώσαμε ότι ο Φιλάρετος, έχοντας μια δήθεν θαυματουργή εικόνα, τελεί Παρακλήσεις και άλλες ακολουθίες, στις οποίες συμμετέχουν ιερείς, μοναχοί, μοναχές και λαϊκοί. Στο φετινό πανηγύρι της 11ης Ιουνίου βρίσκονταν ίσαμε είκοσι ιερείς και διακόσιοι μοναχοί και μοναχές. Τρία εικοσιτετράωρα κράτησαν οι πανηγυρικές ακολουθίες… Παρατηρήσαμε ότι οι αγρότες της περιοχής, που προσήλθαν μαζικά στο χωριό Σρέζνεβο, μετά τη συνάντησή τους με τον Φιλάρετο, είτε δεν γίνονταν μέλη των κολχόζ, είτε, αν είχαν ήδη γίνει, αποχωρούσαν. Το περιφερειακό τμήμα της ΓκεΠεΟυ θα λάβει άμεσα μέτρα για την καταστολή της δράσης του Φιλαρέτου…».
Ο π. Φιλάρετος είχε αντιληφθεί πως οι αρχές τον παρακολουθούσαν συστηματικά. Γνωρίζοντας ότι παντού γίνονταν συλλήψεις ιερέων, μοναχών και λαϊκών πιστών, καταλάβαινε ότι πλησίαζε και η δική του σύλληψη, για την οποία προειδοποιούσε όλους όσοι έρχονταν στον ναό. Περιμένοντάς την, είχε πάντοτε κρεμασμένο πίσω από την πόρτα του ένα σακίδιο με λίγα απαραίτητα ρούχα.
Συνελήφθη στις 31 Μαΐου του 1931 και οδηγήθηκε αμέσως στον ανακριτή. Απαντώντας σε ερωτήματά του, είπε μεταξύ άλλων:
– Είκοσι χρόνια ζούσα στη Μονή του Σωτήρος του Προνσκ… Το 1919 οι αρχές έκλεισαν το μοναστήρι μας, το λεηλάτησαν και δήμευσαν την περιουσία του. Στα κτίριά του εγκατέστησαν διάφορες υπηρεσίες… Όλοι οι μοναχοί και οι δόκιμοι σκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη, άλλοι εδώ κι άλλοι εκεί… Και τα γυναικεία μοναστήρια, όπως τα ανδρικά, κλείστηκαν. Οι μοναχοί και οι μοναχές, μένοντας πιστοί στον Χριστό, εγκαταστάθηκαν κοντά σε εκκλησίες… Είμαι αντίθετος με τη σοβιετική εξουσία, επειδή αυτή πολεμάει σταθερά την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Στις 12 Νοεμβρίου του 1931 η τρόικα της ΓκεΠεΟυ καταδίκασε τον π. Φιλάρετο σε εγκλεισμό πέντε ετών σε Σωφρονιστικό Στρατόπεδο Εργασίας. Για ένα διάστημα τον έστειλαν να δουλέψει στην κατασκευή της διώρυγας Λευκής Θάλασσας-Βαλτικής.
Το 1936, μετά την έκτιση της ποινής του, ο π. Φιλάρετος, καταβεβλημένος και γερασμένος από τις βάναυσες συνθήκες του στρατοπέδου, επέστρεψε στο Ριαζάν. Ο αρχιεπίσκοπος Ιουβενάλιος τον συμβούλεψε να φύγει από την πόλη, γιατί πιθανότατα θα τον συνελάμβαναν πάλι, και να πάει στο Τβερ, όπου ήταν άγνωστος στις τοπικές αρχές. Πήγε, πράγματι, στο Τβερ, όπου και παρέμεινε τρία περίπου χρόνια χωρίς να τον ενοχλήσει κανείς.
Το 1939 εκκλησιαζόταν στον ναό του κοιμητηρίου Βολίνσκ, τον μοναδικό ναό που είχε απομείνει ανοιχτός σ’ όλη την επαρχία Τβερ. Εκεί ιερουργούσε ο επίσκοπος Τβερ Παλλάδιος. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους άνδρες της ΝιΚαΒεΝτε συνέλαβαν τον επίσκοπο Παλλάδιο. Λίγες μέρες αργότερα συνέλαβαν και τον π. Φιλάρετο, τον οποίο έκλεισαν στη φυλακή του Τβερ. Τον ανέκριναν για τρεις μήνες, ασκώντας επάνω του αφόρητη ψυχοσωματική πίεση. Εκείνος σε κάθε ανάκριση αρνιόταν κατηγορηματικά να παραδεχθεί την ενοχή του για αντισοβιετική δραστηριότητα. Τελικά οι ανακριτές του παρουσίασαν αποσπάσματα της καταθέσεως του επισκόπου Παλλαδίου, ο οποίος, όπως φάνηκε, είχε λυγίσει κατά την ανάκριση και είχε δεχθεί να συνεργαστεί με τις σοβιετικές αρχές. Στην κατάθεσή του, λοιπόν, είχε πειθαναγκαστεί να ομολογήσει ότι ο ίδιος ήταν αρχηγός και ο π. Φιλάρετος μέλος αντισοβιετικής φιλομοναρχικής ομάδας κληρικών.
– Τι έχετε να πείτε τώρα; Ομολογείτε την ενοχή σας; ρώτησε ο ανακριτής τον π. Φιλάρετο.
– Παραδέχομαι, απάντησε εκείνος, ότι έχω κάποιες αντισοβιετικές απόψεις, τις οποίες κατά καιρούς διατύπωνα στον επίσκοπο Παλλάδιο. Του έλεγα πως η σοβιετική εξουσία καταπιέζει την Εκκλησία και καταδιώκει τον κλήρο, γι’ αυτό και την αποκαλούσα εξουσία του Αντιχρίστου. Ωστόσο, ποτέ δεν υπήρξα μέλος αντισοβιετικής φιλομοναρχικής ομάδας κληρικών. Καμιά συμβουλή δεν έδινα και καμιά υπόδειξη δεν έκανα στους πιστούς, που έρχονταν στην εκκλησία, για αντισοβιετική δραστηριότητα, ούτε δεχόμουν από άλλους τέτοιες συμβουλές και υποδείξεις. Ο επίσκοπος Παλλάδιος δεν με παρακίνησε ποτέ σε αντισοβιετικές ενέργειες. Δεν γνώριζα καν αν ήταν αρχηγός φιλομοναρχικής ομάδας. Εκτός από τον επίσκοπο, σε κανέναν άλλο δεν εξέφρασα ποτέ αντισοβιετικές απόψεις. Δεν άσκησα καμιάν αντισοβιετική δραστηριότητα. Δεν παραδέχομαι, λοιπόν, πως είμαι ένοχος για όσα με κατηγορείτε.
Στις 4 Μαρτίου του 1940 η τρόικα της ΝιΚαΒεΝτε καταδίκασε τον π. Φιλάρετο σε φυλάκιση τριών ετών στο Σωφρονιστικό Στρατόπεδο Εργασίας Νοβοϊβάνοφσκι. Εκεί πέθανε από τις κακουχίες στις 7 Μαρτίου του 1942, και κατατάχθηκε στην ουράνια στρατιά των αγίων ομολογητών της Εκκλησίας. Δεν είναι γνωστός ο τόπος της ταφής του.
Από το βιβλίο: Ηγουμένου Δαμασκηνού (Ορλόφσκι), ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ. Ρώσοι ιερομάρτυρες και ομολογητές του 20ού αιώνα. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014, σελ. 332.