Ένας καθολικός ο Ερρίκος, από μάννα καθολική και πατέρα Ορθόδοξο, χλιαρός όμως στην πίστη, ακούγοντας για τον γέροντα Πορφύριο, πήγε να τον δη. Όντως γνωρίστηκαν και ο Γέροντας του μιλούσε με πολλή αγάπη, ανέλυε τον χαρακτήρα του, του μιλούσε για τις σπουδές του και, όταν η ψυχή του γλυκάθηκε, η συνοδός του από παρόρμηση ρώτησε τον Γέροντα αν θα ‘πρεπε να τον βαπτίσουν ορθόδοξο. Τότε ο Γέροντας, απάντησε: “Όχι, άσε πρώτα να μιλήση η Χάρις, και να το ζητήση ο ίδιος όταν θα είναι έτοιμος”. Πράγματι, όταν πια “έπιασε” μέσα του ο Χριστός, ζήτησε να βαπτισθή και μετά την βάπτιση έλεγε πόσο αναγεννημένος αισθάνονταν.
Ο π. Απόστολος, που επί πολλά χρόνια συναντούσε το ζεύγος Ιωάννου και Φωτεινής Χριστοδουλάκη στα λουτρά Αιδηψού και είχαν αποκτήσει ιδιαίτερη φιλία, μαρτυρεί: «Ο κ. Ιωάννης μου διηγήθηκε τα εξής: “Είχα μάνδρα με οικοδομικά υλικά στην Αθήνα και ο άγιος Πορφύριος επισκέφθηκε την μάνδρα για να αγοράση κάποια υλικά. Ο Άγιος (χωρίς εγώ να του πω τίποτα) μου ανέφερε προσωπικά μου γεγονότα. Μου μίλησε για την γενέτειρά μου την Κρήτη και για το χωριό μου. Συγκεκριμένα μου είπε ότι στην είσοδο του χωριού υπάρχει ναός του αγίου Χαραλάμπους. Όταν κατέβηκα στην Κρήτη, ρώτησα τους γεροντότερους, αλλά κανείς δεν γνώριζε να υπάρχη ναός στην είσοδο του χωριού. Όσους κι αν ρώτησα, η απάντηση ήταν αρνητική. Δύο ή τρία χρόνια αργότερα, όμως, η Αρχαιολογία έφερε στην επιφάνεια παλαιό ναό και οι αρχαιολόγοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο ναός ανήκει στον άγιο Χαράλαμπο. Βρέθηκαν εκεί παλαιές εικόνες του αγίου Χαραλάμπους”.
» Ο κ. Ιωάννης δεν έκανε πνευματική ζωή, ενώ η κυρία Φωτεινή εκκλησιαζόταν τακτικά, νήστευε και ζούσε πιο πνευματικά. Το ζευγάρι δεν είχε παιδιά και άρχισαν να επισκέπτωνται τον Άγιο στην Πολυκλινική στον Άγιο Γεράσιμο και να εξομολογούνται και οι δύο μαζί. Στις ερωτήσεις τους αν θα αποκτήσουν παιδί ο Άγιος σιωπούσε. Το ίδιο έπραττε και όταν του ζητούσαν ευλογία για να υιοθετήσουν κάποιο παιδάκι. Εκοιμήθησαν άτεκνοι».
Μαρτυρία ανωνύμου: «Πήγαμε με τον φίλο μου Γιώργο να επισκεφτούμε τον Γέροντα για πρώτη φορά. Ήταν κόσμος πολύς, μια ουρά μεγάλη που περίμενε. Έπρεπε να προλάβουμε το “δελφίνι” για Αίγινα και ήταν αδύνατον να περιμένουμε δύο και τρεις ώρες. Είπαμε να φύγουμε, χωρίς να προλάβουμε να το ανακοινώσουμε ο ένας στον άλλον. Και στην στιγμή, έρχεται μία αδελφή και φωνάζει: “Είπε ο Γέροντας να περάση ο Γιώργος με τον Δημήτρη που θέλουν να πάνε στην Αίγινα!”».
Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)». Α’. Μαρτυρίες. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», σελ. 120, 124, 190.