Δικαιούσαι τόση χάρι, όσο μέγεθος πειρασμού μπορείς να βαστάσης με ευχαριστία.
Έλεγε συχνά: «Χριστέ μου, τα κουλούρια σου είναι πολύ νόστιμα, αλλά τα πουλάς πολύ ακριβά», εννοώντας την απόκτηση της χάριτος.
Η Χάρι δεν στηρίζεται στα γέλια και στις χαρές. Στις θλίψεις και στις δοκιμασίες στηρίζεται η Χάρις.
Όλος ο κόπος είναι να μη λυπήσουμε την Χάρι που πήραμε στο Βάπτισμα είτε με το κρυφό είτε με την αμέλεια, όταν δεν κάνουμε τα καθήκοντά μας. Τότε ελαττώνεται η θερμότης, ο ζήλος στα πνευματικά, οπότε κατόπιν αφοπλιζόμαστε.
Ο λόγος που βγαίνει από την Χάρι και την πείρα, έχει δύναμη.
Όταν ήμουν υποτακτικός ήμουν αετός, τώρα (που έγινα Γέροντας με συνοδεία) έγινα χελώνα.
Δεν πρέπει ο υποτακτικός να εξαναγκάζη τον Γέροντα να του δώση ευλογία να κάνη το θέλημά του.
Ρώτησε Κοινοβιάτη που τον επισκέφθηκε:
– Πώς πάει ο αγώνας στο Μοναστήρι.
– Πώς να πάη, Γέροντα, τρέχουμε και δεν προλαβαίνουμε ούτε τον κανόνα μας να κάνουμε καλά-καλά.
– Μη στενοχωριέσαι γι’ αυτό. Έτσι πρέπει να είναι ο μοναχός. Να μην προλαβαίνη να προσευχηθή όσο θέλει, ώστε, όταν πηγαίνη για προσευχή, να τρέχη σαν την διψώσα έλαφο. Να προσεύχεται, να προσεύχεται και να μη χορταίνη τον Κύριο.
Οι προσευχές ποτέ δεν πάνε χαμένες, αν και στην αρχή φαίνεται ότι δεν πιάνουν, ότι δεν μας ακούει ο Θεός.
Ο γερω-Παΐσιος πρέπει να είχε ειδικό χάρισμα από τον Θεό. Εγώ μόλις αναλώνομαι στην ομιλία, η προσευχή μου είναι σε κατάσταση υφέσεως. Σιγουρα ο Θεός ευλογεί κάτι ιδιαίτερο σ’ αυτόν τον άνθρωπο.
Κάποιος ρώτησε τον παπα-Εφραίμ για τους κεκοιμημένους γονείς του, σε τι κατάσταση βρίσκονται. Έκανε προσευχή και του είπε: «Η μάννα σου σώθηκε. Ο πατέρας σου (Ιερέας) αγίασε».
Του ανέφερε Κοινοβιάτης ότι στο Μοναστήρι τους έρχονται πολλοί προσκυνητές, κάνουν θόρυβο και ο ίδιος αγανακτεί μερικές φορές. Ο Γέροντας απάντησε: «Να μην αγανακτής, γιατί η δική σας γενεά από αυτό θα σωθή. Σήμερα ο κόσμος τρέχει στα Μοναστήρια, γιατί δεν βρίσκει πουθενά αλλού ανάπαυση η ψυχή του. Έρχονται σε σας και αναπαύονται. Για κάθε ψυχή που αναπαύεται παίρνετε μισθό από τον Θεό. Και μπορεί να μην προλαβαίνετε να κάνετε πολλή προσευχή, αλλά τον λίγο αγώνα σας τον πολλαπλασιάζει ο Θεός. Μπορεί εσείς να βλέπετε ότι μερικοί έρχονται για τουρισμό, αλλά όλοι παίρνουν κάτι. Όπως λένε και οι Πατέρες, μία φορά να βάλης μύρο στο δοχείο, η μυρωδιά θα μείνει κι ας μην έχη μέσα τίποτε. Έτσι συμβαίνει και με αυτούς. Αυτό το λίγο που θα πάρουν από δω, όταν έρθη η ώρα, θα το χρησιμοποιήσει ο Θεός για να τους σώση και ο δικός σας μισθός θα είναι μεγάλος».
Κάποτε στην Μεγάλη είσοδο ο παπα-Εφραίμ είδε τον εαυτό του υπερυψωμένο και αισθανόταν ότι πατούσε πάνω σε φλόγες. Μόλις έφθασε κάτω από τον πολυέλεο είπε μέσα του, «Παναγία μου, Χριστέ μου», και σιγά-σιγά πάτησε και μπήκε από την Ωραία Πύλη. Τότε κατενόησε το ψαλμικό, «ο ποιών τους Αγγέλους Αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς Αυτού πυρός φλόγα» (Ψαλμ. 103:4).
Κάποτε είδε το άκτιστο φως και το περιγράφει ως εξής: «Αυτό το φως που έβλεπα μέσα μου μού έλυνε διάφορα προβλήματα, με κατηχούσε, με δίδασκε. Έβλεπα μέσα μου το συκώτι, τα έντερα, όλα τα έβλεπα. Ο γερω-Ιωσήφ μου είχε πει: “Παπά, σε φοβάμαι”. “Γιατί, Γέροντα;”. “Διότι είναι άνθρωποι που έχουν 30-40 χρόνια στην καλογερική και δεν έχουν φθάσει εκεί που έφθασες εσύ σε 3-4 χρόνια. Φοβάμαι μήπως σκοντάψης, πέσης και μείνης εκεί”.
»Και όπως είπε έτσι έγινε. Και έχουν περάσει τόσα χρόνια τώρα και δεν είδα πάλι αυτό το φως μέσα μου. Μόνο μία φορά στον ύπνο μου είδα αυτό το φως και αισθάνθηκα χαρά. Προσευχή που βρήκα τότε!».
Θέλεις να αποκτήσης κατάσταση πνευματική; Βίασε τον εαυτό σου πρώτα στην υπακοή, ύστερα στην ευχή και σε όλα.
Από το βιβλίο: Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορειτική παράδοση, Άγιον Όρος 2011, σελ. 537 (επιλογή).
Λόγοι γέροντος Εφραίμ Κατουνακιώτη