Ο όσιος Αντώνιος γεννήθηκε το 1477 σε ένα χωριό κοντά στο Αρχαγγέλσκ και από την παιδική του ηλικία αφοσιώθηκε στην μελέτη των ιερών Γραφών και την αγιογραφία. Μετά τον θάνατο των γονέων του εισήλθε στην υπηρεσία ενός πλούσιου αριστοκράτη του Νόβγκοροντ και νυμφεύθηκε την κόρη του. Μόλις έναν χρόνο αργότερα χήρευσε και μπόρεσε έτσι να πραγματοποιήσει τον ενδόμυχο πόθο του· μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και μόνο με τα ρούχα που φορούσε έφυγε για να γίνει μοναχός στην μονή που ίδρυσε ο άγιος Παχώμιος († 1515) [31 Ιαν.], κοντά στον ποταμό Κιένα της περιοχής Ολούετς.
Με ζήλο υπηρετούσε τον Κύριο και τους συμμοναστές αδελφούς του· έτρωγε πολύ λίγο, μέρα παρά μέρα, προσευχόταν ολονυχτίς και μόνο το απόγευμα αναπαυόταν για λίγο, αναλάμβανε τις πιο κοπιαστικές γεωργικές εργασίες και επιπλέον υπηρετούσε με αγάπη τους αρρώστους στο νοσοκομείο της μονής. Σύντομα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και η ιερωσύνη αποτέλεσε αφετηρία νέων ασκητικών σκληραγωγιών.
Μετά από μερικά χρόνια έλαβε την ευλογία του ηγουμένου και μαζί με δύο άλλους αδελφούς αποσύρθηκε για να ζήσει στην ησυχία (1513). Τους κυνήγησαν οι κάτοικοι της περιοχής όπου είχαν εγκατασταθεί και κατέφυγαν στις έρημες, ανθυγιεινές και αφιλόξενες περιοχές κοντά στην Λευκή Θάλασσα, και εγκαταστάθηκαν στο στόμιο του ποταμού Σίγια στην λίμνη Μιχαήλωφ, σε μια τοποθεσία όπου, κατά τα λεγόμενα, ακούγονταν μυστηριακές κωδωνοκρουσίες. Στερούνταν τα πάντα, εργάζονταν σκληρά και έτρωγαν μόνο μανιτάρια και βατόμουρα.
Ο Αντώνιος ήταν τότε σαράντα επτά ετών (1524)· συγκέντρωσε γύρω του νέους μαθητές και χάρις στις δωρεές του μεγάλου ηγεμόνα της Μόσχας ίδρυσε μοναστήρι και οικοδόμησε ναό αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα. Ο ναός αργότερα κάηκε σε μια πυρκαγιά, αλλά η εικόνα της Αγίας Τριάδος που φιλοτέχνησε ο άγιος έμεινε άθικτη και επιτέλεσε κατόπιν πολλά θαύματα. Δίχως να αποθαρρυνθεί ο άγιος συνέχισε το έργο του· έχτισε άλλους ναούς και επί πολλά χρόνια διεύθυνε το κοινόβιο, δίνοντας παντού και πάντα το παράδειγμα της μοναχικής τελειότητας.
Ποθώντας πάντα να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην νοερά προσευχή, που αδιαλείπτως φλόγιζε την καρδιά του, και επιθυμώντας να αποφύγει τον έπαινο των ανθρώπων, αποσύρθηκε αρχικά σε ένα νησί κοντά στο μοναστήρι και κατόπιν σε τόπο απρόσιτο της λίμνης Παδούν που προστατευόταν από τον κόσμο από πυκνά δάση και υψηλά βουνά.
Μετά από τις αδιάκοπες παρακλήσεις των πνευματικών του τέκνων, δέχθηκε μετά από κάποια χρόνια να αναλάβει εκ νέου την ηγουμενία της μονής, παρά την προχωρημένη ηλικία του. Προαισθανόμενος την επικείμενη εκδημία του, συνέταξε μια πνευματική διαθήκη για τους μαθητές του, υπενθυμίζοντάς τους ότι με την αγάπη, την υπακοή, την ταπεινοφροσύνη και την επιμονή στην άσκηση και στην προσευχή ο μοναχός ακολουθεί τον Χριστό και καθίσταται ναός κατοικία του Αγίου Πνεύματος.
Παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο στις 7 Δεκεμβρίου 1556, ζητώντας να ρίξουν την σορό του στην λίμνη. Η εντολή αυτή ήταν η μόνη που οι μαθητές του αρνήθηκαν να πραγματοποιήσουν. Πολλά θαύματα επιτελέσθηκαν στον τάφο του. Ο άγιος Αντώνιος τιμάται ως ένας από τους προστάτες των αγιογράφων.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος τέταρτος, Δεκέμβριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 77.
Ο όσιος Αντώνιος ο εν Σίγια