Ο άγιος Νεκτάριος κατέκτησε κυριολεκτικά την καρδιά όλου του κόσμου. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην τον σέβεται και να μην τον αγαπάει. Πώς το κατάφερε αυτό ο άγιος; Το μυστικό του είναι απλό: Η βαθειά του ταπείνωση. Άντεξε του κόσμου τις συκοφαντίες χωρίς να βγάζει μιλιά. Ακολούθησε τα ίχνη του Χριστού. «Λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει». Παρέδιδε τον εαυτό του απόλυτα στον Θεό που κρίνει δίκαια.
Οι συκοφαντίες πάντα βαρειές απέναντί του. Επαναστάτης-σφετεριστής (εποφθαλμιούσε δήθεν τον θρόνο του γηραιού Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου) και ανήθικος! Διωγμένος από την Αλεξάνδρεια χωρίς να δικασθεί ποτέ, ήλθε στην Αθήνα. Μα οι συκοφάντες του φρόντιζαν, όπου κι αν πήγαινε, να προτρέχουν οι συκοφαντίες. Και οι πόρτες μπροστά του βρισκόντουσαν παντού κλειστές. Βρέθηκε στην έσχατη πενία. Η ευσπλαχνία μόνο της αγαθής σπιτονοικοκυράς του δεν του επέτρεψε να πεθάνει από την πείνα. Διαισθανόμενη την αθωότητά του, η φτωχιά γυναίκα τού έδινε καθημερινά ένα πιάτο φαγητό.
Με τα πολλά κατάφερε να εξασφαλίσει, ολόκληρος δεσπότης, μια θέση απλού ιεροκήρυκα στη Μητρόπολη Χαλκίδας. Αλλά εκεί τον περίμενε άλλος Γολγοθάς. Όλοι απέναντί του προκατειλημμένοι! Στη Μητρόπολη, πρωτοσύγκελλος και κληρικοί, τον υποδέχτηκαν ψυχρότατα. Μα το χειρότερο δεν είχε έλθει ακόμα. Ταγμένος να μιλήσει την Κυριακή στον μητροπολιτικό ναό, αντιμετώπισε την έμπρακτη αποδοκιμασία του λαού, που απουσίασε επιδεικτικά από τη Θεία Λειτουργία. Βρέθηκε μπροστά σε ελάχιστο εκκλησίασμα και αυτό αρνητικά φορτισμένο εναντίον του. Μίλησε με τον συνήθη ήρεμο, γλυκύ, ταπεινό, εύγλωττο τρόπο του, αγνοώντας τις ειρωνικές και προσβλητικές εκδηλώσεις των ακροατών του. Την άλλη Κυριακή συνεχίστηκε το ίδιο μοτίβο. Μα ο άγιος δεν απελπίστηκε. Επέρριψε στον Κύριο τον εαυτό του.
Και να, που ο Θεός μίλησε. Άνοιξε σιγά-σιγά τον δρόμο και σε άλλες ειδήσεις, διαφορετικές. Που ανέτρεπαν τις συκοφαντίες και μιλούσαν για την αθωότητα του αγίου. Τα καλά νέα μαθεύτηκαν γρήγορα. Οι άνθρωποι μετάνιωσαν για τη σκληρή τους στάση απέναντί του. Την επόμενη φορά γέμισαν ασφυκτικά την εκκλησία. Άκουσαν με βαθειά κατάνυξη τον χαριτόβρυτο λόγο του. Στο τέλος, αν και πράγμα ανοίκειο μέσα σε ναό, ξέσπασαν αυθόρμητα σε θερμά χειροκροτήματα. Άνοιξαν από κει και πέρα την αγκαλιά τους στον κατατρεγμένο άγιο.
Η πραότητα, η ταπεινοσύνη του επισκόπου κέρδισε τελικά τις ψυχές. Πόσο απλό (μα ξεχασμένο) μυστικό! Και τί υπέροχο! «Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην».
«Αντιύλη». Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, Πρέβεζα.