Ο όσιος Θεοδώρητος, μία από τις σημαντικότερες μορφές των αγίων ιεραποστόλων της Ρωσίας, γεννήθηκε περί το 1490 στο Ροστώφ. Σε ηλικία δεκατριών ετών εισήλθε στην Μονή Σολοφκί και ετέθη υπό την καθοδήγηση ενός μαθητή του αγίου Ζωσιμά [17 Απρ.], που ονομαζόταν επίσης Ζωσιμάς.
Μετά από διακονία δεκαπέντε ετών χειροτονήθηκε διάκονος και, αφού πέρασε ακόμη ένα έτος κοντά στον πνευματικό πατέρα του, ξεκίνησε για προσκύνημα σε διάφορα μοναστήρια. Αφού πέρασε κάποιο διάστημα κοντά στον άγιο Αλέξανδρο του Σβιρ [30 Αυγ.] και δύο χρόνια στην Μονή του Αγίου Κυρίλλου της Λευκής Λίμνης, αποσύρθηκε για να ζήσει ως ερημίτης κοντά στο μοναστήρι που ίδρυσε ο Πορφύριος, ηγούμενος της Αγίας Τριάδος του Αγίου Σεργίου (1521-1525).
Κατά την περίοδο αυτή συντάχθηκε με τους οπαδούς του αγίου Νείλου του Σόρα [7 Μαΐου] που αντιτάχθηκαν στην μεγάλες μοναστηριακές ιδιοκτησίες και κατόπιν επέστρεψε κοντά στον πνευματικό του πατέρα για να τον βοηθά μέχρι την μακαρία κοίμησή του.
Διψώντας πάντα για έναν τόπο πρόσφορο για ησυχαστικό βίο, αποσύρθηκε βορειότερα, στην περιοχή του ποταμού Κόλα, την οποία κατοικούσαν Λάπωνες, και βρήκε έναν ερημίτη ονόματι Μητροφάνη, κοντά στον οποίο εγκαταστάθηκε, τηρώντας όμως αυστηρό βίο σιωπής και προσευχής.
Μετά από είκοσι χρόνια, ο Θεοδώρητος κλήθηκε στο Νόβγκοροντ, όπου ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Έμεινε δύο χρόνια στην μεγαλούπολη αυτή, ως εξομολόγος του αρχιεπισκόπου και πνευματικός σύμβουλος των αρχόντων. Είχε λάβει από τον Θεό την δύναμη να θεραπεύει ασθένειες και ιδιαίτερα να ελευθερώνει τους αμαρτωλούς από τα δίκτυα του διαβόλου και να τους οδηγεί στην οδό της μετανοίας.
Αφού συγκέντρωσε αρκετές δωρεές αναχώρησε για τον Βορρά μαζί με μερικούς μοναχούς και ίδρυσε κοντά στον ποταμό Κόλα μία εκκλησία και μία μονή αφιερωμένες στην Αγία Τριάδα. Οργάνωσε την αδελφότητα με τρόπο κοινοβιακό συνιστώντας στους μοναχούς του να απαρνηθούν αυστηρά κάθε υλικό αγαθό και να τρέφονται με την εργασία των χεριών τους.
Παράλληλα με την ίδρυση της μονής, ανέλαβε τότε ιεραποστολική δραστηριότητα στο ανατολικό τμήμα της χερσονήσου του Κόλα, ανάμεσα στους Λάπωνες, που ήσαν ακόμη ειδωλολάτρες.
Κηρύττοντας στους αυτόχθονες στην δική τους γλώσσα, που είχε μάθει στο Σολοφκί, και με την ακτινοβολία της αγιότητάς του προσείλκυε με ακαταμάχητο τρόπο τις ψυχές στην πίστη. Βάπτισε μάλιστα δύο χιλιάδες Λάπωνες σε μία ημέρα.
Μετέφρασε επίσης ορισμένα κείμενα της Αγίας Γραφής στην λαπωνική γλώσσα και προσανατόλισε τους πιο φλογερούς μεταξύ των νεοφύτων προς τον μοναχικό βίο.
Αναγκάστηκε όμως να εγκαταλείψει το μοναστήρι του, ίσως εξαιτίας της αντίθεσης ορισμένων μοναχών, και πέρασε δύο χρόνια ως ηγούμενος ενός μικρού μοναστηριού στην περιοχή του Νόβγκοροντ (1547-1549).
Ορίστηκε κατόπιν από τον τσάρο Ιβάν Δ’ αρχιμανδρίτης της Μονής του Σωτήρος και του Αγίου Ευθυμίου στο Σουζντάλ. Ήρθε όμως σε σύγκρουση εκεί με τους μοναχούς, που ζούσαν κατά το δοκούν και αντιτίθεντο στις αρχές της ακτημοσύνης που δίδασκαν οι άγιοι Πατέρες. Οι αντίπαλοί του μάλιστα έφθασαν στο σημείο να τον κατηγορήσουν για «λουθηρανική αίρεση».
Όταν ο στάρετς Αρτέμιος και άλλοι «ακτήμονες» μοναχοί καταδικάστηκαν από μία σύνοδο για την υποστήριξή τους στον αιρετικό Ματθαίο Μπασκίν (1554), ο επίσκοπος του Σουζντάλ επωφελήθηκε της περίστασης για να κατηγορήσει τον όσιο Θεοδώρητο για συμπαιγνία με τους αιρετικούς.
Ο Αρτέμιος εξορίσθηκε τότε στην Μονή Σολοφκί και ο Θεοδώρητος εκτοπίστηκε στην Μονή του Αγίου Κυρίλλου της Λευκής Λίμνης, όπου υπέστη κακομεταχείριση εκ μέρους κακόβουλων μοναχών. Τέλος, με την παρέμβαση του ηγεμόνα Κούρμπσκυ, ο μητροπολίτης Μακάριος Μόσχας [30 Δεκ.] φρόντισε να μεταφερθεί στην Μονή του Σωτήρος του Ιαροσλάβ.
Το 1557, ηλικιωμένος και άρρωστος, ο όσιος στάλθηκε από τον Ιβάν Δ’ στην Κωνσταντινούπολη για να εξασφαλίσει από τον οικουμενικό πατριάρχη την επίσημη επικύρωση του τίτλου του τσάρου, που ο μέγας ηγεμόνας της Μόσχας είχε υιοθετήσει από το 1547.
Η αποστολή αυτή στέφθηκε με επιτυχία και ο όσιος επέστρεψε στην Ρωσία συνοδευόμενος από τον μητροπολίτη Κυζίκου, που κόμιζε πατριαρχικό έγγραφο επικυρωτικό της ίδρυσης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ως διαδόχου του Βυζαντίου.
Αφού τιμήθηκε γενναιόδωρα από τον τσάρο, ο όσιος Θεοδώρητος έσπευσε να μοιράσει στους φτωχούς τα δώρα που του είχαν δοθεί και κατόπιν αποσύρθηκε στην Μονή του Σωτήρος του Βολογκντά. Παρά την ηλικία του ανέλαβε ακόμη δύο ταξίδια στην μονή του στον Κόλα. Εκοιμήθη εν ειρήνη στις 17 Αυγούστου 1571 (*).
(*) Σύμφωνα με άλλους φέρεται να τον έπνιξαν μετά από εντολή του Ιβάν του Τρομερού, εξαιτίας της φιλίας του με τον ηγεμόνα Κούρμπσκυ.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος δωδέκατος, Αύγουστος, σελ. 188. Ίνδικτος, Αθήναι 2009.