Ο όσιος Παφνούτιος γεννήθηκε στο χωριό Κουντίνοφ που απέχει πέντε χιλιόμετρα από την πόλη Μπορόφσκ (περιοχή Καλούγκα). Σε ηλικία είκοσι ετών εισήλθε στην Μονή της Αγίας Σκέπης στο Μπορόφσκ και έγινε πνευματικό τέκνο του στάρετς Νικήτα, μαθητού του αγίου Σεργίου του Ραντονέζ. Μετά την αναχώρηση του Νικήτα για την μονή του, ο Παφνούτιος έλαμψε δια των αρετών του μέσα στην αδελφότητα και σύντομα εξελέγη ηγούμενος.
Επί δεκατρία έτη έδωσε το παράδειγμα της ταπεινοφροσύνης, της εργατικότητας και της αδιάλειπτης προσευχής. Επειδή όμως αρρώστησε βαριά, παραιτήθηκε από το αξίωμά του και έλαβε το Μέγα Σχήμα για να αφιερωθεί αποκλειστικά στην πνευματική ζωή. Άφησε το μοναστήρι και εγκαταβίωσε μαζί με έναν μαθητή του στην αριστερή όχθη του ποταμού Ιστέρβα.
Καθ’ ολοκληρίαν αφιερωμένος στον Θεό, δεν άργησε να προσελκύσει κι άλλους μαθητές που έκτισαν κελλιά γύρω από το ερημητήριο του αγίου. Για τις λειτουργικές ανάγκες ανηγέρθη ξύλινος ναός που αφιερώθηκε στο Γενέθλιο της Θεοτόκου από τον μητροπολίτη Ιωνά (1448).
Ο όσιος Παφνούτιος ήταν για τους μοναχούς του ένα πρότυπο ασκητικής πολιτείας και ζήλου για την διακονία της αδελφότητος. Το κελλί του ήταν το πτωχότερο της μονής. Δευτέρα και Παρασκευή δεν λάβαινε καθόλου τροφή και την Τετάρτη δεν γευόταν παρά μόνο ψωμί. Τις υπόλοιπες ημέρες έτρωγε με τους αδελφούς, αλλά με μεγάλη λιτότητα.
Θεωρώντας την ελεημοσύνη ως την μέγιστη χριστιανική αρετή, όταν κάποτε ενέσκηψε λιμός, παρείχε συσσίτιο σε περισσότερους από χίλιους ανθρώπους καθημερινά και τους διένειμε όλες τις προμήθειες της μονής. Διηγιόταν ότι ένας φιλόπτωχος είχε πεθάνει και δεν κατάφερνε να περάσει το πύρινο ποτάμι που τον χώριζε από τον Παράδεισο. Τότε οι φτωχοί που είχαν ελεηθεί από εκείνον ξάπλωσαν και σχημάτισαν γέφυρα χάρη στην οποία μπόρεσε να περάσει στην Βασιλεία του Θεού.
Όσο επιεικής και γλυκύς ήταν απέναντι στους αδυνάτους, άλλο τόσο αυστηρός και απαιτητικός έδειχνε ο όσιος έναντι των τρανών του κόσμου τούτου, και στο τέλος της ζωής του ομολόγησε ότι οι σχέσεις με τους ισχυρούς αποτελούσαν μια δοκιμασία για την ψυχή, χωρίς καμμία ωφέλεια.
Μία ημέρα, ο ηγεμόνας Βασίλειος Γιαροσλάβιτς του Μπορόφσκ, που είχε οργισθεί με τον όσιο, έστειλε έναν Τάταρο να κάψει το μοναστήρι. Αλλά ο άνθρωπος του Θεού δέχτηκε τον κακοποιό με τόσην πραότητα που εκείνος εγκατέλειψε το σχέδιό του και μετανόησε.
Όταν ο ηγεμόνας, αιχμάλωτος των Τατάρων, κατόρθωσε να διαφύγει (1445), έμαθε ότι ο όσιος είχε προσευχηθεί γι’ αυτόν κατά την αιχμαλωσία του. Πήγε τότε να τον επισκεφτεί με την καρδιά συντετριμμένη από την μετάνοια και έδειξε μεγάλο θαυμασμό για το πρόσωπό του σε όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Η σχέση αυτή του οσίου με τον ηγεμόνα έγινε σύντομα γνωστή και σε άλλες ηγεμονικές οικογένειες της Ρωσίας και πολλοί ήσαν οι μεγάλοι άρχοντες που προσέρχονταν σ’ αυτόν για πνευματικές συμβουλές. Οι μοναχοί πλήθυναν έκτοτε και ανηγέρθη ένας μεγάλος, πέτρινος ναός, τον οποίο εκόσμησαν με τοιχογραφίες οι καλύτεροι αγιογράφοι της εποχής (1466).
Στην καθοδήγηση των μαθητών του, μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν ο άγιος Ιωσήφ του Βολοκολάμσκ (9 Σεπτ.), ο όσιος Παφνούτιος επέδειξε σπάνια χαρίσματα διακρίσεως και διορατικότητος· τους δίδασκε να υπομένουν αγόγγυστα στις θλίψεις και να έχουν την ελπίδα τους μόνο στον Θεό.
Ένας μοναχός που το ένα του μάτι είχε προσβληθεί από σοβαρή ασθένεια ήλθε να βρει τον όσιο, ο οποίος του συνέστησε να πει χίλιες φορές την μονολόγιστο ευχή. Εκείνος δεν πρόλαβε να πει τις μισές από αυτές και θεραπεύτηκε. Επέστρεψε, λοιπόν, να ευχαριστήσει τον ευεργέτη του, αλλά εκείνος τον διέκοψε και του έδωσε εντολή να πάει να αποτελειώσει τον κανόνα που του είχε ορίσει.
Αφού προήγγειλε την εκδημία του μία εβδομάδα πριν, ο όσιος Παφνούτιος προέτρεψε τους αδελφούς να ζουν με ταπεινότητα και να εργάζονται για την σωτηρία τους εν φόβω Θεού. Τελείωσε με μια προσευχή ζητώντας από τον Χριστό να τον ευσπλαγχνισθεί, ώστε η ψυχή του να μην κατακρατηθεί από τα πνεύματα του σκότους, και κατόπιν εκοιμήθη εν ειρήνη (1477).
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος ένατος, Μάιος, σελ. 23. Ίνδικτος, Αθήναι 2007.
Ο όσιος Παφνούτιος του Μπορόφσκ