Η Ξένια Γρηγόριεβνα Πετρόβα ήταν σύζυγος λαμπρού συνταγματάρχη του τσαρικού στρατού, ο οποίος ήταν επίσης και ψάλτης στα ανάκτορα. Ζούσε άνετη και κοσμική ζωή εν μέσω της αριστοκρατίας της πρωτεύουσας.
Ο αιφνίδιος θάνατος του συζύγου της, όταν εκείνη δεν ήταν παρά είκοσι έξι ετών, την αναστάτωσε βαθιά και της φανέρωσε την ματαιότητα κάθε επίγειου δεσμού. Προσπάθησε έκτοτε να ελευθερωθεί από κάθε τι που την συνέδεε με τον κόσμο, ώστε να βαδίσει προς την Βασιλεί α των ουρανών μέσω της στενής και πλέον χαλεπούς οδού: εκείνης της δια Χριστόν σαλότητας.
Η συμπεριφορά της άλλαξε ολότελα· βλέποντάς την οι συγγενείς να μοιράζει την περιουσία της σε ελεημοσύνες, νόμισαν ότι το πένθος την έκανε να χάσει τα λογικά της.
Φορούσε την στρατιωτική στολή του συζύγου της και δεν αποκρινόταν παρά μονάχα αν της απευθύνονταν με το όνομα του μακαρίτη αξιωματικού. Χωρίς κατάλυμα, ανυπόδητη, φορώντας χειμώνα-καλοκαίρι τα ίδια κουρελιασμένα ρούχα, τριγυρνούσε στις φτωχογειτονιές, προσφέροντας τον εαυτό της με πραότητα και αγόγγυστα – κατά μίμησιν του Πάσχοντος Χριστού – στις λοιδορίες και στους εμπαιγμούς του όχλου.
Δεχόταν ελεημοσύνη, μονάχα για να την ξαναμοιράσει την ίδια στιγμή στους πτωχούς, έτρωγε που και που, όταν επισκεπτόταν καμιά γνωστή της οικογένειας, και πήγαινε να περάσει την νύχτα σ’ ένα χωράφι έξω από την πόλη, όπου προσευχόταν γονατιστή ως την ανατολή.
Οι ευσεβείς παρατήρησαν σιγά-σιγά ότι η παράξενη συμπεριφορά της έκρυβε άγια βιοτή, ότι τα αινιγματικά και μεταφορικά της λόγια δεν στερούνταν σοφίας και ότι συχνά πίσω από αυτά προλέγονταν μέλλοντα γεγονότα.
Η ευλογία του Θεού την συνόδευε όπου κι αν πήγαινε. Όταν έμπαινε σε ένα μαγαζί, η είσπραξη της ημέρας αυξανόταν σημαντικά. Όταν ένας αμαξάς την ανέβαζε στην άμαξα, πλήθαιναν οι πελάτες του. Όταν αγκάλιαζε ένα άρρωστο παιδί, εκείνο σύντομα θεραπευόταν. Ο οίκτος που της έδειχναν μεταμορφώθηκε σύντομα σε ευλάβεια όλων των κατοίκων της πόλεως, της οποίας κατέστη αληθινός φύλακας άγγελος.
Αφού έφερε τον σταυρό της εκούσιας σαλότητας για την αγάπη του Χριστού επί σαράντα πέντε ολόκληρα χρόνια, η οσία Ξένη εκοιμήθη εν Κυρίω σε ηλικία εβδομήντα ενός ετών (μεταξύ 1794 και 1806).
Ο τάφος της κατέστη αμέσως αντικείμενο τιμής και ευλάβειας και σύντομα αποτέλεσε τόπο προσκυνήματος. Θαύματα, ιάσεις, προφητείες, φανερώσεις της αγίας δεν έπαυσαν εδώ και δυo αιώνες να επιτελούνται παρά τον τάφο της, πηγή ζωής και ευλογίας.
Ο λαός συνωστιζόταν προσευχόμενος για να δεχθεί την πανσθενουργό αρωγή τής παρρησίας της αγίας, η οποία τιμάται ως προστάτιδα της Πετρούπολης, παίρνοντας ο καθένας λίγο χώμα από τον τάφο της και λίγο λάδι από την ακοίμητη κανδήλα.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος πέμπτος, Ιανουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 301.