Σήμερα εορτάζουμε την αγία Θεοδώρα την εν Θεσσαλονίκη, η οποία εκοιμήθη στις 29 Αυγούστου. Αλλά μετεφέρθη η εορτή της στις 3 Αυγούστου –ημερομηνία ανακομιδής των λειψάνων της– ώστε να μην επικαλύπτεται η δική της εορτή από την εορτή του Τιμίου Προδρόμου την 29η Αυγούστου.
Λέει το συναξάρι: «Αύτη η μακαρία ώρμητο εξ Αιγίνης εξ ευγενών και ευσεβών προελθούσα γεννητόρων, Αντωνίου και Χρυσάνθης καλουμένων, εν έτει οκτακοσιοστώ δεκάτω δευτέρω (812) από Χριστού γεννηθείσα. Συχνών επιδρομών των της Άγαρ δυσσεβών απογόνων τοις εν Αιγίνη ποιούντων…» Δηλαδή εκεί στην Αίγινα κινδύνευαν από τους Αγαρηνούς, οι οποίοι έκαναν συχνές επιδρομές εναντίον των κατοίκων της, και έφυγε από την Αίγινα η αγία Θεοδώρα.
«Ανεχώρησεν εκείθεν συν τω εαυτής μνηστήρι. Μεμνήστευται γαρ υπό του πατρός δια το ασφαλές, της μητρός μεταστάσης των τήδε». Είχε πεθάνει η μητέρα της· και ο πατέρας, για να ασφαλίσει την κόρη του, την εμνήστευσε. Έφυγε λοιπόν με τον μνηστήρα της από κει.
«Και ελθούσα παρώκησεν εν Θεσσαλονίκη, ένθα συζευχθείσα και τρεις θυγατέρας τέξασα…» Εδώ στη Θεσσαλονίκη, μόλις ήρθε, παντρεύτηκε και νέα πολύ ακόμη γέννησε τρεις θυγατέρες· οι δύο απ’ αυτές «απήλθον, λέει, εις την άνω ζωήν» και την τρίτη, που είναι η Θεοπίστη, την προσέφερε δώρο στον Θεό σε κάποιον παρθενώνα εδώ στη Θεσσαλονίκη με όλη την ευχαρίστηση της ψυχής της «εξαέτιδα ούσαν». Ήταν έξι χρονών η κόρη της, όταν την αφιέρωσε στον Θεό σ’ αυτόν τον παρθενώνα, που ήταν κάπου εδώ στη Θεσσαλονίκη.
Η ίδια η αγία Θεοδώρα, που έγινε αργότερα μοναχή, ασφαλώς ήθελε να γίνει εξαρχής μοναχή, αλλά εφόσον όμως και ο πατέρας της είχε την γνώμη να τη μνηστεύσει, αλλά και γενικότερα έτσι έδειχναν τα πράγματα, εδέχθη να μνηστευθεί, και όχι μόνο να μνηστευθεί, αλλά και να παντρευθεί και να γεννήσει τρεις θυγατέρες. Και πάλι αυτή η ίδια, ασφαλώς συμφωνούντος και του συζύγου της, αφιέρωσαν το τρίτο παιδί στον Θεό, καίτοι τα δύο παιδιά τους έφυγαν απ’ αυτόν τον κόσμο.
«Μετά τινα χρόνον κοιμηθέντος και του συζύγου…» Όχι βέβαια ότι ο Θεός επενέβη και σαν να θανάτωσε τον σύζυγο· μέσα στην όλη πρόνοια του Θεού, όπως παντού συμβαίνει αυτό, κάποιος πεθαίνει νωρίς. Έτσι λοιπόν ο σύζυγός της εκοιμήθη νωρίς, και αμέσως η αγία Θεοδώρα έγινε μοναχή. Πρέπει να ήταν τότε περίπου εικοσιπέντε χρονών· τόσο νέα.
«Μετά τινα χρόνον, κοιμηθέντος και του συζύγου, προσήλθε τη του αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου μονή». Προσήλθε στην μονή του αγίου Στεφάνου «ούση εν Θεσσαλονίκη». Αυτή η μονή ήταν εκεί που είναι τώρα η μονή της Αγίας Θεοδώρας. Και θα ξέρετε οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, ότι στη μονή της Αγίας Θεοδώρας κάτω από τον ναό που είναι στην επιφάνεια υπάρχει ο ναός του Αγίου Στεφάνου. Αυτή η μονή λοιπόν ήταν στη Θεσσαλονίκη και τη βλέπουμε και την ξέρουμε, γνωρίζουμε τη θέση της.
«Και εγένετο μοναχή, εκπληρωθείσης ούτω της διακαούς αυτής εφέσεως, ην πάλαι είχε εν τη καρδία, και απεδύσατο μετά θερμοτάτου ζήλου τοις ασκητικοίς αγώσι και σκάμμασι». Κι έτσι εκπληρώθηκε ο διακαής πόθος, που είχε από παλιά στην καρδιά της, και απεδύθη με θερμό ζήλο στους ασκητικούς αγώνας και τα ασκητικά σκάμματα.
«Τις δύναται φράσαι ους ήνυσε πόνους η μακαρία! Ως γαρ άσαρκος ωράτο εν πάση ιδέα ασκητικής αρετής». Ποιος μπορεί να διηγηθεί τους πόνους και τους κόπους και τις ασκήσεις που έκανε η μακαρία! Σαν να μην είχε σώμα. Αυτό που είπε ο ίδιος ο Κύριος, «το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής», το βλέπουμε σ’ όλες τις περιπτώσεις· η σαρξ είναι ασθενής. Έχουμε όμως και αγίους οι οποίοι ασκήθηκαν σαν να ήταν άσαρκοι.
«Και εν ταπεινώσει και υπακοή και προθυμία παρευδοκιμήσασα, πλείστων χαρίτων παρά Θεού ηξίωται και εν προβεβηκυία ηλικία μετέστη εις τας ουρανίους μονάς, ληψομένη τα γέρα των καμάτων παρά Κυρίου». Με ταπείνωση και με υπακοή και με προθυμία πρόκοψε, και καθώς πρόκοψε, «ηξιώθη πλείστων χαρίτων παρά Θεού», και έφθασε σε μεγάλη ηλικία –πρέπει να πέθανε ογδόντα χρονών.
Αρρώστησε μερικές μέρες τον Αύγουστο μήνα, προέβλεψε τον θάνατό της και εκοιμήθη εν Κυρίω. Και πήρε εκεί τα βραβεία και την ουράνια αμοιβή των κόπων της παρά Κυρίου. Ήδη πριν κοιμηθεί, είχε γίνει μοναχή η κόρη της η Θεοπίστη, η οποία αφιερώθηκε μικρούλα έξι ετών, και πολύ αργότερα έγινε και ηγουμένη στη μονή όπου ήταν μοναχή η μητέρα της η Θεοδώρα. Στον κατά πλάτος βίο γίνεται ιδιαίτερος λόγος για την υπακοή που είχε η αγία Θεοδώρα γενικώς, αλλά και στην ηγουμένη, που ήταν η κόρη της η Θεοπίστη.
«Ο δε τάφος αυτής πηγή θαυμάτων και θείας ευωδίας γέγονε, νόσους θεραπεύων και δαίμονας διώκων· η δε νεύσει αυτής χρωματουργηθείσα εικών έλαιον ευώδες και μύρον ανέβλυζεν». Από την εικόνα της δηλαδή, που με τη συναίνεσή της –αφού εκοιμήθη βέβαια– ζωγραφίστηκε, ανέβλυζε μύρον θείον και αρωματικόν έλαιον, «ώστε εξίστασθαι πάντας, ως εν πλάτει ιστορούνται εν τη βιογραφία αυτής». Και όλοι θαύμαζαν, όπως όλα αυτά γράφονται εκεί στον εν πλάτει βίο της. Και γι’ αυτό λέγεται και μυροβλύτιδα.
Αυτός είναι ο βίος της αγίας Θεοδώρας εν συντομία. Κάποτε θα πάρουμε τον εν πλάτει βίο και θα τον διαβάσουμε, για να μυηθούμε καλύτερα στην αγία ζωή, όπως είπαμε και χθες, καθώς γιορτάζαμε την ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Στεφάνου. Διότι δεν υπάρχει άλλη χριστιανική ζωή· η αγία ζωή είναι η χριστιανική ζωή, και η χριστιανική ζωή είναι η αγία ζωή.
Από την ιστοσελίδα: www.agia-triada-panorama.gr/text/agiologika/
Κείμενο υπ’ αριθμ. 65 (απόσπασμα)
Η αγία Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη