Η αγία Κλοτίλδη ήταν θυγατέρα του Χιλπέριχου που μοιραζόταν με τους δύο αδελφούς του το βασίλειο των Βουργουνδών, από τα όρη του Ιούρα μέχρι τον ποταμό Ντυράνς. Γεννήθηκε περί το 475, την εποχή που, μετά την κατάρρευση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι βάρβαροι λαοί, Βουργουνδοί, Βησιγότθοι, Φράγκοι και Αλαμανοί, ανταγωνίζονταν για την μοιρασιά της Γαλατίας. Ορθόδοξη εκ μητρός, ενώ όλοι οι άλλοι Βουργουνδοί ηγεμόνες είχαν προσχωρήσει στον αρειανισμό, χρειάστηκε να εκπατριστεί μετά την δολοφονία των γονέων της από τον θείο της και ζούσε με ευσέβεια στην Γενεύη.
Η νεαρή και όμορφη πριγκήπισσα δεν πέρασε απαρατήρητη από τους πρέσβεις του Χλοδοβίκου, βασιλιά των Φράγκων, ο οποίος και την ζήτησε σε γάμο, για να σφραγίσει την συμμαχία του λαού του με τους Βουργουνδούς (περί το 492). Με την πραότητα και το παράδειγμα της ενάρετης βιοτής της, η βασίλισσα απέκτησε μεγάλη επιρροή επάνω στον Χλοδοβίκο, ο οποίος δέχθηκε να βαπτισθεί το άρρωστο παιδί τους, το οποίο και έγινε καλά με τις προσευχές της μητρός του.
Ο Χλοδοβίκος όμως από την μεριά του κώφευε στις παραινέσεις της συμβίας του, έως την ημέρα που πριν αντιμετωπίσει τους Αλαμανούς στο Τολμπιάκ, πέραν του Ρήνου (496), τρομοκρατημένος από την υπεροχή του αντιπάλου του επικαλέστηκε τον «Θεό της Κλοτίλδης» και υποσχέθηκε να λάβει το άγιο Βάπτισμα αν του χάριζε την νίκη.
Μετά τον θρίαμβο των Φράγκων, ο βασιλιάς κράτησε την υπόσχεσή του και αφού κατηχήθηκε από τον άγιο Βαάστ (6 Φεβρ.) έλαβε το άγιο Βάπτισμα από τον άγιο Ρεμίγιο, επίσκοπο της Ρενς (1 Οκτ.), ανήμερα τα Χριστούγεννα του 496. Η βάπτιση αυτή του Χλοδοβίκου, και μαζί με αυτόν τριών χιλιάδων και πλέον Φράγκων ευγενών και στρατιωτών, άνοιξε τον δρόμο για την μεταστροφή του λαού του, προοριζόμενου να γίνει ένα πολλά υποσχόμενο χριστιανικό έθνος.
Η βασίλισσα Κλοτίλδη συνέχισε να εμπνέει στον ηγεμόνα την επιείκεια έναντι των εχθρών του και τον σεβασμό στους θεσμούς της Εκκλησίας. Με την φροντίδα της κτίστηκε στο Παρίσι, την πρωτεύουσά τους, μία βασιλική αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους (η σημερινή Αγία Γενευιεύη), όπου ενταφιάσθηκαν τα λείψανα της αγίας Γενευιεύης (3 Ιαν.), την οποία η Κλοτίλδη τιμούσε με μεγάλο ζήλο.
Μετά τον θάνατο του Χλοδοβίκου, η βασίλισσα, ηλικίας μόλις σαράντα ετών, αποσύρθηκε στην Τουρώνη κοντά στην βασιλική του Αγίου Μαρτίνου (11 Νοεμ.), την τιμή του οποίου ενεθάρρυνε επίσης, και πέρασε το υπόλοιπο του βίου της με θεάρεστα έργα. Διαθέτοντας τεράστια περιουσία, μοίρασε τις αγαθοεργίες της σε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια.
Ο άγιος Γρηγόριος Τουρώνης έγραψε γι’ αυτήν: «Τους χρόνους εκείνους θεωρούνταν όχι βασίλισσα, αλλά προσωπική δούλη του Θεού … Δεν αφέθηκε στην σαγήνη της δύναμης του βασιλείου των υιών της, ούτε του πλούτου, ούτε της φιλοδοξίας του αιώνος τούτου, αλλά έφθασε στην χάρη δια της ταπεινοφροσύνης».
Χάρισε τόσο πολλά, έλεγαν, που όταν πέθανε δεν είχε απομείνει τίποτε να μοιράσει. Μετά το σκληρό πλήγμα που δέχτηκε με την απώλεια του μεγάλου γιου της Κλοδομίρου στον πόλεμο κατά των Βουργουνδών, δέχτηκε τα τρία νεαρά παιδιά του στην Τουρώνη. Όταν οι άλλοι δύο γιοι της, ο Κλοθάριος και ο Χιλδεβέρτος, της ζήτησαν να τους στείλει τα ορφανά στο Παρίσι για να τα αναβιβάσουν στον θρόνο, υπάκουσε με εμπιστοσύνη, αλλά έμαθε μετά από λίγο με φρίκη ότι είχαν δολοφονηθεί άγρια από τους θείους τους, εκτός από τον μικρότερο, τον Κλοδοάλδο ή Κλου, που είχε καταφέρει να καταφύγει σε ένα μοναστήρι.
Την ίδια εποχή έχασε επίσης την θυγατέρα της, την οποία είχαν δώσει σύζυγο στον σκληρό και βίαιο βασιλιά των Βησιγότθων Αμαλάριχο. Στερημένη τότε από κάθε επίγεια παραμυθία, η Κλοτίλδη αφιέρωσε όλη την ζωή της στην τιμή του αγίου Μαρτίνου. Όταν οι δύο γιοι της ήλθαν σε πόλεμο μεταξύ τους, το 534, έσπευσε στον τάφο του αγίου για να τον ικετεύσει να μεσιτεύσει, οπότε μία καταιγίδα ήλθε θαυματουργικά να χωρίσει τους δύο στρατούς, παρακινώντας τα δύο αδέλφια να συμφιλιωθούν.
Συναισθανόμενη το επικείμενο τέλος της, η αγία Κλοτίλδη κάλεσε κοντά της τον Κλοθάριο και τον Χιλδεβέρτο και τους παρότρυνε να πολιτεύονται σύμφωνα με την χριστιανική αγάπη, και αφού τους προείπε πράγματα που έμελλε να συμβούν, παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή της στον Θεό, στις 3 Ιουνίου 545, ομολογώντας την Αγία Τριάδα.
Υπόδειγμα για τις χριστιανές χήρες και βασίλισσες, η αγία Κλοτίλδη τιμήθηκε ως ιδρύτρια και προστάτις της γαλλικής μοναρχίας. Σύμφωνα με μία παράδοση, μετά από αποκάλυψη αγγέλου, όπλισε τον Χλοδοβίκο για την μάχη με μία ασπίδα την οποία κοσμούσαν τρεις κρίνοι –σύμβολο της Αγίας Τριάδος– που έγιναν το έμβλημα των βασιλέων της Γαλλίας.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος δέκατος, Ιούνιος. Ίνδικτος, Αθήναι 2008.