Το λαμπρό αυτό άστρο της ευσεβείας ανέτειλε τα σκοτεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας για να σκορπίσει την θεία ευσπλαχνία στον σκλαβωμένο λαό της Αθήνας και να φέρει στην ευθεία οδό της αρετής πλήθος ψυχών που κινδύνευαν.
Γεννήθηκε το 1528 από την αρχοντική και πλούσια οικογένεια των Μπενιζέλων εις απάντησιν των μακρόχρονων και καρτερικών προσευχών της μητέρας της. Από νεαρή ηλικία επέδειξε θαυμαστή κλίση προς τον ασκητικό βίο και την προσευχή. Νύφη πολύφερνη και περιζήτητη, νυμφεύτηκε παρά την θέλησή της σε ηλικία δώδεκα ετών με έναν σκληρό και βίαιο άνδρα, τα άγρια ξεσπάσματα και την κακομεταχείριση του οποίου υπέμεινε καρτερικά, προσευχόμενη για την μεταστροφή του.
Μετά από τρία χρόνια, ελευθερώθηκε από τους δεσμούς του γάμου, με τον θάνατο του τυραννικού αυτού συζύγου και αντιστεκόμενη σε όλες τις πιέσεις να παντρευτεί για δεύτερη φορά, αφιερώθηκε αποκλειστικά στον Κύριο, με νηστεία και προσευχή, παραμένοντας, ωστόσο, στο πατρικό της σπίτι. Όταν πέθαναν οι γονείς της, δέκα χρόνια αργότερα, χρησιμοποίησε την μεγάλη περιουσία της για την ίδρυση μιας μονής εις τιμήν του Αποστόλου Ανδρέα, ο οποίος της ανέθεσε την αποστολή αυτή σε ένα όραμα. (*)
Δεν έκτισε μόνο κελλιά και ό,τι είναι αναγκαίο για την λειτουργία ενός μοναστηριού, αλλά ίδρυσε επίσης κοντά και μία ολόκληρη σειρά φιλανθρωπικών ιδρυμάτων: νοσοκομείο, πτωχοκομείο και γηροκομείο, διάφορα εργαστήρια και κυρίως σχολεία στα οποία τα παιδιά της Αθήνας μπορούσαν να λάβουν χριστιανική μόρφωση. Προίκισε εξάλλου το καθίδρυμά της με κτήματα και μετόχια για να του εξασφαλίσει πόρους και να μοιράζει γενναιόδωρα ελεημοσύνες, έτσι ώστε η μονή της αγίας Φιλοθέης έγινε σύντομα για την Αθήνα πηγή θείων ευλογιών, λιμήν καταφυγής των θλιβομένων και εστία όπου μπορούσε να αναζωπυρωθεί η παράδοση του ελληνικού λαού.
Μόλις αποπερατώθηκαν τα πρώτα κτίρια, η μακαρία ενεδύθη πρώτη το μοναχικό Σχήμα, με το όνομα Φιλοθέη, μαζί με τις υπηρέτριές της και πολλά νέα κορίτσια της αριστοκρατίας, αλλά και ταπεινής καταγωγής, που είχαν απαρνηθεί τα θέλγητρα της κοσμικής ζωής για να ακολουθήσουν υπό την καθοδήγησή της την στενή οδό που οδηγεί στην Βασιλεία των Ουρανών.
Όλες οι αδελφές, με κοινό φρόνημα, αγωνίζονταν να μιμηθούν τις αρετές της πνευματικής τους μητέρας, η οποία δεν είχε τον όμοιό της στην αγάπη και την συμπόνια προς τους φτωχούς και τους αρρώστους που επισκεπτόταν και φρόντιζε η ίδια. Μοίραζε αλογάριαστα ελεημοσύνες, σε σημείο που κάποτε η μονή βρέθηκε σε εσχάτη ανάγκη και ορισμένες αδελφές άρχισαν να παραπονούνται εναντίον της αγίας. Η Φιλοθέη τότε τις προέτρεψε να κάνουν υπομονή και να αναζητούν πρώτα απ’ όλα την Βασιλεία των Ουρανών. Και πράγματι, λίγες ημέρες αργότερα, δύο ευγενείς έκαναν μία σημαντική δωρεά που έσωσε το μοναστήρι από την σιτοδεία.
Ελαυνόμενη από πίστη και συμπόνια, η οσία Φιλοθέη είχε προσφέρει άσυλο στο μοναστήρι, περιφρονώντας τους κινδύνους για αντίποινα, σε ορισμένους αιχμαλώτους χριστιανούς που είχαν δραπετεύσει από τους κυρίους τους για να διαφυλάξουν την πίστη και την αρετή τους. Αυτό στάθηκε η ευκαιρία για τους Τούρκους να περικυκλώσουν την μονή, να επιπέσουν σαν άγρια θηρία πάνω στην αγία που ήταν άρρωστη και να την σύρουν με σκληρότητα μπροστά στον δικαστή, ο οποίος την έρριξε σε σκοτεινή φυλακή.
Την κάλεσαν επιτακτικά να απαρνηθεί τον Χριστό ή να θανατωθεί· ομολόγησε τότε με απερίγραπτη χαρά, ότι ο βαθύτερος πόθος της ήταν ακριβώς να ολοκληρώσει το μαρτύριό της για την αγάπη του Χριστού. Δεν ήταν όμως τούτο το θέλημα του Θεού· και χάρις στην επέμβαση των Ελλήνων προκρίτων της πόλεως, αφέθηκε ελεύθερη.
Ενδυναμωμένη από την δοκιμασία αυτή, διπλασίασε έκτοτε τον ζήλο της στα αποστολικά της έργα και στους ασκητικούς κόπους. Φθάνοντας στην τελειότητα έλαβε την χάρη των θαυμάτων και ιάσεων και προσείλκυε κοντά της όλο και περισσότερες μαθήτριες, σε σημείο που χρειάστηκε να ιδρύσει νέο μοναστήρι, κοντά στο οποίο βρισκόταν μικρό σπήλαιο, όπου η αγία αρεσκόταν να αποσύρεται για να προσεύχεται.
Η ακτινοβολία της στον λαό προκάλεσε το μίσος των Τούρκων, οι οποίοι κατέφθασαν στην νέα μονή κατά την διάρκεια μιας αγρυπνίας και κακοποίησαν τόσο απάνθρωπα την αγία κτυπώντας την με ραβδιά, ώστε την άφησαν ημιθανή στο χώμα. Η οσία Φιλοθέη υπέμεινε τις συνέπειες των τραυμάτων της με θαυμαστή καρτερία και παρέδωσε στον Κύριο την μαρτυρική ψυχή της στις 19 Φεβρουαρίου 1589.
Είκοσι μόλις ημέρες αργότερα, ο τάφος της άρχισε να αναδίδει μιαν ευωδία θαυμάσια και το τίμιο λείψανό της, που τιμάται σήμερα στον καθεδρικό ναό των Αθηνών, παρέμεινε άφθορο εις δόξαν Θεού και παραμυθία του χριστιανικού πληρώματος.
(*) Το μοναστήρι αυτό βρισκόταν στην θέση του σημερινού μητροπολιτικού ναού της Αθήνας.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος έκτος, Φεβρουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 219.
Η αγία Φιλοθέη η Αθηναία