Ο Μέγας Παΐσιος, αιγύπτιος ασκητής και δεινός νηστευτής, γεννήθηκε γύρω στο 300 από ευσεβείς γονείς, κι ήταν το έβδομο και τελευταίο παιδί της οικογένειας.
Η μητέρα του έμεινε χήρα και η μέριμνα τόσων παιδιών την έκανε συχνά να λυγίζει. Μια νύχτα παρουσιάζεται άγγελος Κυρίου και της λέει:
– Μ’ έστειλε ο Θεός, ο πατέρας των ορφανών, να σε ρωτήσω γιατί ταράζεσαι τόσο με τη φροντίδα των παιδιών σου. Μόνη σου τα φροντίζεις; Δεν μεριμνά γι’ αυτά κι ο Θεός; Μη λυπάσαι λοιπόν. Αφιέρωσε μάλιστα ένα αγόρι σου στο Θεό, για να δοξάσει το πανάγιο όνομά Του.
– Όλα τα παιδιά μου είναι δικά Του. Ας διαλέξει όποιο θέλει, είπε η μητέρα.
– Αυτός είναι ευάρεστος στο Θεό, είπε ο άγγελος, πιάνοντας τον Παΐσιο απ’ το χέρι.
– Αυτός δεν είναι ικανός. Πάρε καλύτερα έναν από τους μεγάλους.
– Καλή μου γυναίκα, λες πως ο Παΐσιος δεν είναι ικανός να υπηρετήσει τον Κύριο, επειδή είναι ανήλικος. Να ξέρεις όμως, ότι η δύναμη του Θεού συνήθως φανερώνεται στους αδύνατους. Τούτος εδώ, ο μικρότερος, είναι ο εκλεκτός του Θεού και πρόκειται να Τον ευαρεστήσει.
Αυτά είπε ο άγγελος κι έγινε άφαντος. Μεγαλώνοντας ο μικρός αλλά και εκλεκτός του Θεού, πόθησε τη μοναχική πολιτεία. Εγκατέλειψε τον κόσμο και πήγε στην έρημο, κοντά στον αββά Παμβώ, που τον έκειρε μοναχό.
Ο πόθος του για την τελειότητα τον οδήγησε σε μεγάλες ασκήσεις. Νήστευε όλη τη εβδομάδα και μόνο το Σάββατο έτρωγε ψωμί κι αλάτι. Αργότερα άρχισε να νηστεύει για δύο εβδομάδες.
Αιχμαλωτισμένος από τον έρωτα της ησυχίας, προσευχήθηκε στο Θεό να του αποκαλύψει το θέλημά Του. Και μια νύχτα, την ώρα του όρθρου, φανερώνεται άγγελος και του λέει:
– Ο Θεός προστάζει ν’ αναχωρήσεις από δω και να πορευθείς στο δυτικό μέρος της ερήμου. Εκεί θα συναχθεί για χάρη σου αναρίθμητος λαός, θα γίνει μοναστήρι και θα δοξάζεται ο Θεός.
Έφυγε ο όσιος προς το δυτικό μέρος, σύμφωνα με τη θεϊκή εντολή, κατοίκησε σ’ ένα σπήλαιο και τόσο συμφιλιώθηκε με το Θεό για την υπερβολική του καθαρότητα, ώστε ο ίδιος ο Χριστός φανερωνόταν συχνά και τον οδηγούσε στο δρόμο της τελειώσεως.
Κάποτε ήρθε σε έκσταση και απολαμβάνοντας την τρυφή του παραδείσου, αξιώθηκε να λάβει το χάρισμα της ασιτίας. Από τότε έζησε εβδομήντα χρόνια νηστικός μεταλαβαίνοντας μόνο κάθε Κυριακή τα άχραντα Μυστήρια!
Σύμφωνα με το σχέδιο και την εντολή του Θεού, ο μέγας Παΐσιος έγινε επιστάτης και διδάσκαλος σε πλήθος μοναχών. Τόσο ο ίδιος όσο και οι υποτακτικοί του απολάμβαναν την προστασία των αγίων αγγέλων.
Κάποια φορά που βρισκόταν στην έρημο, έλαμψε φως μπροστά του και είδε μέσα σ’ αυτό τάγματα αγγελικά που γέμιζαν την περιοχή! Απόρησε ο όσιος, αλλά την ίδια ώρα ο φύλακας άγγελός του τού εξήγησε το φαινόμενο:
– Είτε είσαι εδώ, Παΐσιε, είτε λείπεις, εμείς φυλάμε τους μοναχούς που κατοικούν σ’ αυτή την έρημο.
Άλλη φορά βοηθήθηκε ο όσιος στη διαπαιδαγώγηση ενός μοναχού από άγιο άγγελο. Ο αδελφός αυτός, αρχάριος και υποδουλωμένος στο δαίμονα της πορνείας και της κενοδοξίας, ζήτησε τη βοήθεια του αγίου. Εκείνος προσευχήθηκε στο Θεό, κι αμέσως άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε μπροστά του έχοντας το διάβολο δεμένο με αλυσίδες.
– Σου τον παραδίνω, είπε ο άγγελος, και τιμώρησέ τον όπως θέλεις, τον αλιτήριο. Δεμένο σου τον φέρνω, αυτόν που έχει τόσους ανθρώπους δέσει με τις πανουργίες του.
Από τότε ο νεαρός μοναχός δεν ηττήθηκε πια απ’ τον πονηρό.
Αλλά και ο ίδιος ο όσιος βρισκόταν κάτω από την προστασία αγίου αγγέλου: Ένας μοναχός που πήγε κάποτε να τον επισκεφθεί, τον βρήκε να κοιμάται, έχοντας πλάι του φύλακα ένα αστραπόμορφο άγγελο. Θαύμασε ο αδελφός και μονολόγησε: “Πραγματικά, ο Θεός φυλάει όσους ελπίζουν σ’ Αυτόν!”
Από το βιβλίο: ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2013, σελ. 109.
Η αγγελική ζωή του μεγάλου Παϊσίου