Ο ευλαβέστατος πατέρας Σπαις έχτισε διάφορα μοναστήρια σε κάποιον τόπο που λεγόταν Κάμπλε. Αυτόν ο παντοδύναμος και σπλαχνικός Θεός τον γλίτωσε από τα αιώνια βάσανα με το να τον παιδαγωγήσει στην εδώ ζωή· έδειξε δηλαδή σε μέγιστο βαθμό και την αυστηρότητα και την ευσπλαχνία της οικονομίας του.
Πόσο τον αγαπούσε, όταν τον μαστίγωνε, το έδειξε ύστερα, με το να τον θεραπεύσει ολοκληρωτικά. Γιατί επί σαράντα ολόκληρα χρόνια τύφλωσε με διαρκές σκοτάδι τα μάτια του, χωρίς να του αφήσει ούτε ίχνος όρασης.
Τέτοια μάστιγα κανείς δεν μπορεί να υποφέρει, αν ο σπλαχνικός Πατέρας, που δίνει τη δοκιμασία, δεν χαρίσει υπομονή· γιατί σε μερικούς, λόγω της ανυπομονησίας τους, η παιδαγωγία αυτή προσθέτει αμαρτία και όχι ωφέλεια. Για τον λόγο αυτό ο Θεός, που ξέρει την αδυναμία μας, στις μάστιγές του αναμειγνύει και υπομονή, ώστε και όταν παιδαγωγεί τα εκλεκτά παιδιά του να φανεί δίκαιος, και δίκαια έπειτα να τα σπλαχνιστεί.
Γι’ αυτό και τον τόσο ευλαβή αυτόν άνθρωπο, αν και τον τύλιξε με το εξωτερικό σκοτάδι, ποτέ δεν τον άφησε χωρίς εσωτερικό φως, αλλά όσον καιρό αυτός βασανιζόταν με τη σωματική μάστιγα, είχε παρηγοριά στην καρδιά του με τη σκέπη του αγίου Πνεύματος.
Όταν συμπλήρωσε σαράντα χρόνια στην τύφλωση, πάλι του έδωσε το φως του ο Κύριος και του φανέρωσε ότι πλησιάζει ο θάνατός του· επίσης, τον πρόσταξε να κηρύξει τον λόγο της ζωής στα μοναστήρια που είχε χτίσει, ώστε αυτός που ξαναβρήκε το φως του σώματος να ανοίξει στους αδελφούς το φως της καρδιάς τους.
Υπάκουσε, πράγματι, στην εντολή του Κυρίου και περιόδευσε τα κοινόβια των αδελφών και τους κήρυξε τις εντολές της ζωής, τις οποίες είχε μάθει με την πράξη.
Μετά από δεκαπέντε μέρες γύρισε από το κήρυγμα στο μοναστήρι του και κάλεσε τους αδελφούς στην εκκλησία. Στάθηκε ανάμεσά τους, μετέλαβε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου και έψαλε μαζί τους πνευματικούς ύμνους και ψαλμούς.
Ενώ οι αδελφοί έψαλλαν ακόμη, αυτός βυθισμένος στην προσευχή παρέδωσε την ψυχή, και όλοι οι παρόντες είδαν να βγαίνει από το στόμα του ένα περιστέρι. Άνοιξε τότε η στέγη της εκκλησίας μπροστά στα μάτια των αδελφών και το περιστέρι ανέβηκε στον ουρανό.
Με τη μορφή αυτού του περιστεριού ο παντοδύναμος Θεός έδειξε σε αυτούς με ποια ακεραιότητα καρδιάς τον υπηρέτησε αυτός ο άνθρωπος.
Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Γ’, Υπόθεση ΙΗ’ (18), σελ. 143. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2006.