Σε έναν πλεονέκτη απευθύνεται το ερώτημα: «Α δε ητοίμασας τίνι έσται;» (Λουκ. 12: 21). Επάνω σε μια ευφορία εκπληκτική των κτημάτων του και ενώ η προοπτική ήταν εξαίρετη για το οικονομικό μέλλον του και την άνεση της ζωής του, ήρθε αιφνίδια ο θάνατος.
Άλλες προβλέψεις έκανε ο πλεονέκτης πλούσιος, καθώς μας αναφέρει η ευαγγελική περικοπή, και διαφορετικά ήρθαν τα πράγματα. Αυτός λογάριαζε και σχεδίαζε το μέλλον του προσέχοντας μόνο τον εαυτό του. Τις απολαβές του. Τις απολαύσεις του. Ούτε τους άλλους γύρω του ανθρώπους σκεπτόταν ούτε, πολύ περισσότερο, το Θεό υπολόγιζε. Μα ούτε στο ενδεχόμενο του θανάτου στάθηκε καθόλου η σκέψη του. Μοναδικός του σκοπός η εξασφάλιση της περιουσίας, η αξιοποίηση των εισοδημάτων, η καλοπέραση, η ηδονή.
Γι’ αυτό και το ερώτημα τον προσγειώνει ανώμαλα. Αλήθεια όλοι οι κόποι και οι αγωνίες σου, όλες οι φροντίδες και οι αγρύπνιες, οι υπολογισμοί και τα σχέδιά του για ποιον έγιναν; Για τον εαυτό του; Μα αυτός πεθαίνει. «Α δε ητοίμασας τίνι έσται;». Αυτά που απέκτησε και συγκέντρωσε σε ποιον θα ανήκουν τώρα; Για ποιον εργαζόταν και τα ετοίμαζε τόσα χρόνια;
Έτσι καθώς τον περιγράφει τον τύπο του άφρονος πλουσίου ο Κύριος, πόσο άραγε απέχει από τον τύπο του συνηθισμένου ανθρώπου της εποχής μας; Θα έπρεπε να μας απασχολήσει αυτό. Αν σήμερα, ξαφνικά, έρθει ο θάνατος, θα προκύψει αμείλικτο και για μας το ερώτημα: «Α δε ητοίμασας τίνι έσται;».
Εργάστηκες στη ζωή σου, είχες χρόνο στη διάθεσή σου, απέκτησες χρήματα, περιουσία ή άλλα αγαθά. Ακόμη ίσως προσπάθησες και απέκτησες δόξα, διακρίσεις, γνώσεις. Για ποιον όλα αυτά; Τώρα πια –μετά το θάνατο– δε χρειάζονται. Ποιος θα τα απολαύσει; Για ποιον κοπίαζες και παιδευόσουνα σ’ όλη σου τη ζωή;
Αλλά δεν είναι ανάγκη, αδερφοί μου, να έρθει του θανάτου η ώρα. Τότε θα είναι αργά. Τι το όφελος; Τότε θα έχει αξία μόνον ό,τι θα μπορούσε κανείς να πάρει μαζί του φεύγοντας από τον κόσμο αυτό. Τότε μόνο ο κόπος που θα ‘χει καταβάλει για την ψυχή του θα έχει αξία.
Η αρετή, οι αγαθοεργίες, η πίστη, ο αγώνας για την αγνότητα και την ψυχική καλλιέργεια θα είναι τα μοναδικά που μπορούν να ωφελήσουν εκείνον που τα επεδίωξε στη ζωή του. Γι’ αυτό θα έχει πολύ μεγάλη σημασία αν σήμερα αφήσουμε ν’ ακουστεί το τρομερό και σωτήριο ταυτόχρονα ερώτημα: «Α δε ητοίμασας τίνι έσται;».
Μην το παίρνουμε επιπόλαια. Οι απερισκεψίες πάντα πληρώνονται. Ας σκεφτούμε σοβαρά. Ας αντικρίσουμε κατάματα την αλήθεια. Προσγειωμένα και χωρίς στενομυαλιά. Ό,τι κάνουμε στη ζωή μας γιατί το κάνουμε; Ό,τι επιδιώκουμε να αποκτήσουμε ή ό,τι έχουμε κιόλας αποκτήσει γιατί κουραστήκαμε να το εξασφαλίσουμε; Η εργασία, τα σχέδια, τα όνειρα, οι προσπάθειές μας σε τι αποβλέπουν; Έχουν αντοχή στο χρόνο; Θα διαρκέσουν; Ωφελούν; Θα έχουν καμιά αξία και σαν τελειώσει η ζωή μας; Κι αν άλλοι τα κληρονομήσουν, θα είναι γι’ αυτούς ωφέλιμα;
Μην περιορίζουμε τις σκέψεις και τις ενέργειές μας δουλεύοντας μόνο στης στιγμής που ζούμε την ικανοποίηση. Τούτη η ώρα είναι η προηγούμενη των υπολοίπων ωρών του βίου μας. Και δεν είναι ξεκάρφωτη και ασύνδετη. Οι επόμενες μέρες μας θα είναι αδιάσπαστα δεμένες με τη σημερινή. Ό,τι κάνουμε τώρα είναι προϋπόθεση και ετοιμασία για το μέλλον.
Ας δούμε και μ’ αυτό το πρίσμα το καθετί που μας συμβαίνει. Το καθετί που επιτελούμε. Να οραματιστούμε το σημερινό μας έργο, τις σημερινές μας αποφάσεις, τις τωρινές μας αντιδράσεις με την προοπτική του μέλλοντος. Να εξετάσουμε τι συνέπειες θα έχει η ικανοποίηση τώρα μιας επιθυμίας μας. Πού μας οδηγεί καθεμιά μας απόφαση.
Μόνο να αντικρίσουμε τις συνέπειες αυτές υπεύθυνα. Με τη διάθεση να διακρίνουμε την αλήθεια. Την πραγματικότητα. Όχι επιπόλαια. Με σύνεση.
«Άφρων» χαρακτηρίστηκε ο πλούσιος της παραβολής του Κυρίου για τον τρόπο που σκεπτόταν. Ενώ εκ πρώτης όψεως φαινόταν έξυπνος και ότι επεδίωκε το συμφέρον του, αποδείχτηκε ότι ήταν επιπόλαιος, απερίσκεπτος και μόνο το συμφέρον του, το πραγματικό του συμφέρον δε λογάριαζε.
Έβλεπε πολύ περιορισμένα, εγωιστικά και υλιστικά και τον εαυτό του και το μέλλον του. Απέρριπτε τη σκέψη πως και η ψυχή έχει απαιτήσεις. Η ζωή θα τέλειωνε εδώ αλλά, εντούτοις, θα συνεχιζόταν. Κι ο Θεός είναι μια πραγματικότητα. Μα τι λέω; Η μοναδική πραγματικότητα. Η αλήθεια. Γι’ αυτό και ο πλούσιος απέτυχε.
Σ’ αυτό λοιπόν έγκειται η εξυπνάδα. Από αυτό εξαρτάται η επιτυχία. Από τη σωστή αντίληψη της πραγματικότητας. Από την ορθή αξιολόγηση των παραγόντων της ζωής. Από τη θέση που θα πάρουμε μπρος στα μεγάλα προβλήματα. Από τον τρόπο που θ’ αντιμετωπίσουμε την αλήθεια. Από τη διάθεση που θα μας διακρίνει στο αντίκρισμά της.
Αν δούμε με ειλικρίνεια και χωρίς προκαταλήψεις το καθετί που αφορά τον εαυτό μας και τον κόσμο, θα είναι και ο προσανατολισμός μας σωστός. Αν ανοίξουμε τα μάτια και ατενίσουμε χωρίς φόβο και στρουθοκαμηλισμούς το μέλλον, θα το κερδίσουμε.
Ας δούμε την κάθε μας πράξη, το κάθε μας πρόγραμμα, κάτω από το πρίσμα της αιωνιότητας. Αυτό είναι η πραγματική σοφία, η πραγματική σύνεση. Τότε αποβλέπουμε αληθινά στο συμφέρον μας. Δε θα μετανιώσουμε ποτέ για τίποτε. Η κάθε στιγμή της ζωής μας θα εντάσσεται τότε σ’ ένα ευτυχισμένο σύνολο. Η κάθε μέρα μας θα είναι η προϋπόθεση ή η συνέπεια μιας άλλης στην προσπάθεια οικοδομής του χαρακτήρα μας, της ζωής μας.
Ολόκληρη η ζωή μας θα αποβεί ένα καλλιτέχνημα. Μια ολοζώντανη, χαρούμενη, ειρηνική δημιουργική πραγματικότητα χωρίς τέλος. Χωρίς όριο προόδου. Χωρίς τέλος χρονικό. Αρκεί να είναι πάντα ζωηρό στη σκέψη μας τώρα –για να μην απογοητευτούμε αύριο– το εξής: αυτό που ζεις, αυτό που σκέπτεσαι, αυτό που κάνεις σε τι αποβλέπει;
Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Β’.
«Α ητοίμασας τίνι έσται;» – Κυριακή Θ’ Λουκά