Στις 17 Δεκεμβρίου 1989 –διηγείται η κ. Ολυμπία Παγώνη από το Χαλάνδρι Αθηνών– η μητέρα μου Κλεονίκη εισήλθε στον Ερυθρό Σταυρό με λοίμωξη στο αναπνευστικό και στις 19 Δεκεμβρίου εισήλθε και ο πατέρας μου Αναστάσιος με υψηλό πυρετό, γιατί και όλη η υγεία του ήταν επιβαρυμένη. Εάν και δεν επέτρεπαν το ζευγάρι να είναι μαζί στο ίδιο δωμάτιο, η μητέρα μου επέμενε και έτσι το επόμενο βράδυ βρεθήκαμε όλη η οικογένεια στον θάλαμο αυτό του νοσοκομείου.
Κάποια στιγμή είπε η μητέρα μου: «Βρε, Τάσο, τώρα που είμαστε όλοι εδώ μαζεμένοι, δώσε την ευχή σου στα παιδιά». Ο πατέρας μου εγκάρδια και με συγκίνηση είπε: «Την ευχή μου να έχετε, παιδιά μου».
Ξημέρωνε 21 Δεκεμβρίου, ημέρα που γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, ο Νικόλαος, το οποίο τριών μηνών εκοιμήθη, προσβληθέν από την Ασιατική γρίππη. Εκείνη την ημέρα εκοιμήθη και ο πατέρας μου. Η μητέρα μου βγήκε από το νοσοκομείο και συγκεντρωθήκαμε συγγενείς και φίλοι του πατέρα μου, περίπου 70 άτομα, στο σπίτι και τον θρηνούσαμε. Κάποια στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο και μία συγγενής φώναξε την μητέρα μου «Κλεονίκη, σε θέλει ο Γέροντας». Εκείνη μας έκανε νεύμα να σιωπήσουμε, ενώ έδειχνε να τα “έχη χαμένα”. Ο Γέροντας έλεγε και εκείνη επαναλάμβανε.
– Κλεονίκη, μην κλαίτε. Θέλω να σου πω τι μου είπε ο Αναστάσιος. Να μην κλαίτε, διότι βρίσκεται στο ανέσπερο φως του Θεού.
– Ποιο είναι αυτό το φως, Γέροντα;
– Το φως που δεν σβήνει ποτέ. Να ψάλλετε όλοι μαζί τρεις φορές το Χριστός Ανέστη, γιατί ο Αναστάσιος αναστήθηκε.
Και έκλεισε το τηλέφωνο. Έτσι όλοι μαζί σταματήσαμε τον θρήνο και ψάλλαμε το Χριστός Ανέστη.
* * *
Τα διάφορα θαυμαστά που γίνονταν η μητέρα μου τα έλεγε πρώτα στους συγγενείς και κατόπιν δεν μπορούσε να μην τα αναφέρη και σε συζητήσεις με τρίτους. Επειδή κάποια στιγμή αισθάνθηκε μικρή ενοχή, το ανέφερε στον Άγιο.
– Πειράζει, Γέροντα, που τα λέω στον κόσμο;
– Δεν πειράζει. Να τα λες, μόνο που πάντα θα λες ότι ο Πορφύριος είναι ένας απλός παπάς, που προσεύχεται να τον ελεήση και αυτόν ο Θεός. Τα θαύματα τα κάνει ο Χριστός μας και η Παναγία και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Πάντα να το λες αυτό.
* * *
Το καλοκαίρι του 1991 η μητέρα μου δέχτηκε ένα τηλεφώνημα περίπου 10 με 11 η ώρα το βράδυ από τον Άγιο:
– Κλεονίκη, αύριο πρωί-πρωί φεύγω για το Άγιον Όρος.
– Γέροντα, τι λέτε; θα μας αφήσετε μόνους; θα φύγετε;
Λυπημένη η μητέρα μου προσπάθησε να του πη διάφορα, αλλά εκείνος την διέκοψε λέγοντας:
– Τώρα θα είμαστε πιο κοντά, θα επικοινωνούμε με την προσευχή μας κάθε στιγμή και όλα θα πάνε καλά… Σας αγαπώ και εύχομαι.
Και έκλεισε το τηλέφωνο.
Εκείνο το βράδυ ο Άγιος τηλεφωνούσε στα πνευματικά του παιδιά και τα αποχαιρετούσε, διότι δεν ήθελε να φύγη κρυφά. Ήταν το τελευταίο του τηλεφώνημα.
Η ανηψιά του Αγίου, σήμερα γερόντισσα Φεβρωνία, Ηγουμένη στην Μονή, λέγει πως ο Άγιος τους έλεγε: «Μόλις με καλέσετε, θα έρχωμαι αμέσως εδώ, εδώ μπροστά σας και θα σας ακούω. Θα είμαι μπροστά σας, αλλά δεν θα με βλέπετε, θα σας μιλώ, αλλά δεν θα με ακούτε. Θα με ακούτε μέσα σας και θα σας κατευθύνω για ό,τι ανάγκη ή πρόβλημα θα έχετε. Μέσα από την προσευχή σας θα σας μιλώ και θα σας βοηθώ».
Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)». Α’. Μαρτυρίες. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», σελ. 144.
Άγιος Πορφύριος: Τα θαύματα τα κάνει ο Χριστός