Ο παράλυτος που κοιτόταν πεταγμένος στην κολυμβήθρα της Βηθεσθά, έπασχε όχι ένα-δυο χρόνια, μα τριάντα οχτώ γεμάτα χρόνια. Διαπίστωνε και διατύπωνε πονεμένα «Άνθρωπον ουκ έχω». Εξωτερίκευσε στον Μεσσία και «δημοσίευσε» μια «μικρή αγγελία»: «Ζητείται άνθρωπος».
«Ζητείται άνθρωπος» από πολλούς ανθρώπους. Καλά, πού ζούμε και δεν βρίσκουμε άνθρωπο; στην άκρη του κόσμου; στη Σαχάρα; στον Άρη; Πολλές φορές λίγα τετραγωνικά, όσα χρειάζεται μια πολυκατοικία, είναι αρκετά να στεγάζουν –και όχι μόνο να δεχθούν «περιπατητικά»– δεκάδες ή και εκατοντάδες ενοίκους, χωριό ολόκληρο.
«Ζητείται άνθρωπος». Αλλά θα πάρουμε κιάλια να ψάξουμε μέρα-μεσημέρι για άνθρωπο μέσα στην πολυκοσμία μας;
«Ζητείται άνθρωπος». Η μικρή αγγελία που φανερώνει μεγάλη πληγή, τη μοναξιά. Τι είναι μοναξιά; Γνωστό τοις πάσι. Ίσως κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι είναι άγευστος αυτής της άχαρης ψυχικής και ψυχολογικής καταστάσεως, έστω και για μικρά χρονικά διαστήματα. Υπήρξαν στιγμές που όλοι μας νιώσαμε μοναξιά.
Άγνωστοι συχνά μεταξύ τους οι συν-άνθρωποι, απόντες ο ένας για τον άλλο, και ας ζουν όχι στην ίδια πολυκατοικία, αλλά στο ίδιο πάτωμα…
Έτσι έφθασε να γίνει λόγος για «ερημία των πόλεων» (Μωυσέως Μοναχού Αγιορείτου, Η κοινωνία της ερήμου και η ερημία των πόλεων, εκδ. Τήνος, Αθήναι) παρά τη συνωστισμένη διαβίωση σε πυκνοκατοικημένες πόλεις, με το αδιαχώρητο. Ζητείται κάτω από τέτοιες συνθήκες άνθρωπος (!) κάτι το αδιανόητο για τις μικρές κοινωνίες του παρελθόντος, για τα χωριά, όπου η ζωή συνυφαινόταν και συμπορευόταν κοινωνικά.
Υπάρχουν λοιπόν πλήθος περιπτώσεων όπου ο άνθρωπος ομοιώνεται ψαλμικά «με πελεκάνο ερημικό… σαν νυχτοπούλι [που κλαυθμυρίζει] σε ερείπια … σαν στρουθίο μοναχικό σε στέγη» (101. 7-8). Μαραίνεται, και η καρδιά του ξηραίνεται, και ξεχνάει να φάει, και από τους αναστεναγμούς του κολλάει το οστό του στη σάρκα του, επέρχεται η απίσχνανση και του φεύγει ο ύπνος, όπως θρηνεί ο ίδιος Ψαλμός (στ. 5-6,8).
Σέρνει τα πόδια του ή κείται σαν ανήμπορος. Η έλλειψη επικοινωνίας τον κάνει να νομίζει πως είναι καλαμιά στον κάμπο, χωρίς στήριγμα, εκτεθειμένη στις δυσκολίες.
Μαστίζεται από ψυχοσωματική κάμψη και κλείνεται στον εαυτό του. Δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον για τη ζωή, για πρόοδο. «Εις τι ο αγών; Απέτυχα, τέλειωσαν τα πάντα, ξόφλησα. Κανείς δεν μου δίνει σημασία»… Μια τέτοιου είδους βαριά μορφή μοναξιάς μεταβάλλεται σε πολύ κακό σύμβουλο. Αλλοτριώνεται από το περιβάλλον, αποκόπτεται. «Μόνος κι έρημος», κρατάει απελπιστικά στην άκρη του δρόμου, στην άκρη της ζωής την πινακίδα-«μικρή αγγελία» «Ζητείται άνθρωπος», Σαμαρείτης καλός (Λουκ. 10.33), χωρίς μάλιστα να δαπανήσει χρήμα, που ωστόσο θα σκύψει με ενδιαφέρον. Ζητείται Κυρηναίος (Ματθ. 27.32) χωρίς μάλιστα να ιδροκοπήσει, που ωστόσο θα συμμερισθεί.
Στην αποτυχία σου, στην αντιξοότητά σου και στην απελπισία σου μην κλεισθείς στον εαυτό σου, μη στεγανοποιηθείς – θα πάθεις ασφυξία. Μονολόγησε μαζί με τον Δαβίδ – δεν είσαι καλύτερός του: «Γιατί είσαι περίλυπη, ω ψυχή μου; Και γιατί με συνταράσσεις;» (Ψαλμ. 41.12). Γύρισε και σπεύσε στον τέλειο φίλο σου. Βρίσκεται και περιμένει να σε συναντήσει στη Βηδεσθά Του, στον οίκο του (θείου) ελέους, που είναι η Εκκλησία Του, η θεραπεύτρια παθών χρονίων και μη. Πάψε να είσαι “στρουθίο σε έρημο” (Θρήνοι Ιερ. 4.3) και να θρηνείς σαν Ιερεμίας τη μοναξιά σου ανώφελα. “Ισχύστε, χέρια χαλαρωμένα και γόνατα παραλυμένα… Οι λιγόψυχοι στον λογισμό ισχύστε, μη φοβάσθε. Να ο Θεός μας” (Ησ. 35.3-4) Χριστός».
Κανείς δεν είναι μόνος αφού υπάρχει Αυτός. «Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι»! Αμήν!
Ιερομόναχος Ιουστίνος
Ζητείται άνθρωπος- Κυριακή του Παραλύτου