Για τη Στεφανία, που είχε καρκίνο
- Ένα από τα θαύματα είναι και η παράδοξη ίαση της Στεφανίας και κανείς σας μην απιστήσει από τη διήγηση, υπολογίζοντας τη δύναμη των αγίων και τη χάρη που έλαβαν από το Θεό, ώστε να μπορούν και να θεραπεύουν οποιοδήποτε νόσημα σε όσους με πίστη προσέρχονται σ’ αυτούς.
Η Στεφανία λοιπόν είχε μια αρρώστια βαριά και ανίατη, που ονομάζεται καρκίνος (= κάβουρας), λόγω του ότι μοιάζει στη συμπεριφορά της με τον κάβουρα. Ο Ιπποκράτης και ο Γαληνός έχουν ομολογήσει την ήττα τους από αυτή την αρρώστια και δεν ντρέπονται να παραιτούνται από κάθε προσπάθεια για τη θεραπεία αυτού του νοσήματος. Είναι δε τόσο σκληρό και μη αντιμετωπίσιμο αυτό το νόσημα, που ούτε ένα καλά προετοιμασμένο φάρμακο, ούτε το γαλβιανό έμπλαστρο, ούτε το λεγόμενο αντίδοτο του Φίλωνα, ούτε κάποιο άλλο φυσικό υλικό ή μαντζούνι μπορεί μέχρι σήμερα να το κατευνάσει. Τέτοια αγριότητα έχει αυτό το νόσημα, που φοβίζει οποιονδήποτε προσπαθήσει να το τιθασεύσει ή να το κυνηγήσει…
Μαθαίνοντας την αγριότητα της ασθένειας αυτής η Στεφανία και την ανικανότητα της ιατρικής, την οποία οι εκπρόσωποί της την δηλώνανε μάλιστα και την ομολογούσανε, και ότι μόνον στο Θεό και στους μάρτυρες αυτή η ασθένεια υποκλίνεται και υποχωρεί και στις διαταγές τους πείθεται και υπακούει, προς τους υπηρέτες του Χριστού Κύρο και Ιωάννη καταφεύγει ζητώντας άσυλο.
Οι δε άγιοι επιβράβευσαν την πίστη τη μεγάλη, που είχε προς αυτούς, θεράπευσαν δε τη γυναίκα αυτή όχι με φάρμακα αόρατα, όπως συνήθιζαν γενικά, αλλά αγγίζοντας με τα ορατά χέρια την αρρώστια της. Γιατί κάποια στιγμή, που στέκονταν εμπρός από τη μαρτυρικό μνήμα τους και ικέτευε θερμά, με δάκρυα και στεναγμούς, να τύχει της θεραπείας, τον καρκίνο απέβαλε από το σώμα της και μαζί με αυτόν και κάθε βλάβη, που είχε δημιουργηθεί από αυτόν.
Και πολλοί μεν τον είδαν με τα μάτια τους, γιατί έτυχε να ‘ναι μέρα, να πέφτει από το κορμί της, αλλά και πολλοί άλλοι τον έβλεπαν τις επόμενες μέρες, γιατί τον είχαν κρεμασμένο εμπρός από το μνήμα των αγίων σε υψηλό τόπο, να φαίνεται σε όλους. Κι εμείς που τα ακούσαμε από αυτούς, που ήταν εκεί εκείνη την ώρα και τα διασταυρώσαμε και από άλλους, τα διακηρύσσουμε σήμερα, προτρέποντας όσους έχουν ανίατες ασθένειες, να προστρέξουν στη χάρη αυτών των αγίων για να θεραπευθούν.
Για τη Μαρία, που ‘χε τον ύδρωπα
- Όπως και η Στεφανία, έτσι κι η Μαρία έπασχε από μία ανίατη ασθένεια, που δεν θεραπευόταν. Ονομάζεται ύδερος (υδρωπικία) και είναι από εκείνες τις αρρώστιες, που οι γιατροί δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, όπως κάνουν σε άλλες, που μειώνουν τους πόνους ή τις θεραπεύουν μερικές ή τονώνουν ψυχολογικά τους ασθενείς και τους απαλλάσσουν από κάποια από τα συμπτώματά τους. Αυτήν την ασθένεια έχοντας η Μαρία, έφτασε στο τελευταίο βήμα από το θάνατο, έχοντας πρηστεί υπερβολικά και αποτελώντας ένα παράξενο και φρικτό θέαμα.
Όταν λοιπόν την απέλπισαν οι γιατροί και τη διαβεβαίωσαν ότι πλησιάζει ο θάνατος, με υπερπροσπάθεια και πολλούς κινδύνους πήγε μέχρι το ναό των αγίων κι εκεί έπεσε όπως μπορούσε στο έδαφος, στενάζοντας από τους φρικτούς πόνους και μη μπορώντας να μιλήσει από τις οδύνες. Αλλά και η αρρώστια την πίεζε πολύ και την στεναχωρούσε η υπερβολική διόγκωση του σώματος. Οι αναβλύζοντες έλεος μάρτυρες, αφού της εμφανιστήκανε στον ύπνο της, της χάρισαν τη ζωή, που δεν έλπιζε πια, και της είπαν το φάρμακο και την πρόσταξαν να το κάνει το ταχύτερο δυνατόν.
Παξιμάδι ήταν το φάρμακο, που της είπαν να το πάρει από ένα κοντινό χωριό, την Ηράκλεια, όπου υπήρχε άφθονο και πράγματι της το έφεραν, και κατά τις εντολές, αφού το έβρεξαν με νερό, μ’ αυτό το μείγμα τής κάλυψαν όλο το σώμα από τη κεφαλή μέχρι τα πόδια της. Κι όταν αυτό στέγνωσε, άρχισε να απορροφά όλη την υγρότητα, που είχε το σώμα της, που το μίγμα των αγίων την απορροφούσε σαν σφουγγάρι, μαζί δε με την υγρότητα πήρε και εξαφάνισε και το θάνατο, που αυτή κυοφορούσε.
Έτσι η Μαρία, που κινδύνευε να χάσει τη ζωή της, εύκολα διέφυγε το θάνατο, με τη μαρτυρική δύναμη, που ήταν ανώτερη απ’ τη δύναμη του νοσήματος και την αιτία που το προκάλεσε.
Από το βιβλίο: Αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων, Αββάκυρος. Ο ισάγγελος βίος και τα παράδοξα θαύματα των Αγίων Άμπακίρ (Κύρου) και Αμπαγιοχάνα (Ιωάννου). Εισαγωγή, μετάφραση και σχόλια από τον Γιάννη Φουρτούνα, Θεολόγο. Εκδόσεις ΚΕ.Π.Ε., Αθήνα, σελ. 129.