Παίρνουμε την περίπτωση που κάποιος έχει νεύρωση. Δεν μπορώ εγώ να πω ότι αυτός είναι αμαρτωλότερος από έναν άλλο που δεν έχει νεύρωση. Δεν μπορώ να το πω. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι εγκληματίες, οι οποίοι κάνουν φοβερά εγκλήματα, όμως έχουν σχετικά νορμάλ ψυχολογική κατάσταση· δεν έχουν δηλαδή καμιά νεύρωση, με την έννοια αυτή τη χτυπητή, που βλέπουμε έναν άλλο να έχει. Και ένας άλλος, ο οποίος μάλιστα έχει φόβο Θεού, εκκλησιάζεται κτλ., μπορεί να πάσχει από νεύρωση. Να πούμε ότι είναι αμαρτωλότερος αυτός; Δεν μπορώ να το πω.
Ας πάρουμε το εξής παράδειγμα: Έχουμε δύο αδέλφια, δίδυμα μάλιστα. Μένουν στο ίδιο σπίτι, ζουν κάτω από τις ίδιες συνθήκες και με τις ίδιες προϋποθέσεις, αλλά το ένα έχει μια προσωπικότητα ασθενική, δηλαδή το όλο σκαρί του έχει κάτι το αρρωστημένο. Μια μέρα, καθώς βρίσκονται τα δύο τους κάπου, ορμάει επάνω τους ένα σκυλί. Και τα δύο φοβήθηκαν. Το ένα παιδί, αυτό που δεν έχει αρρωστημένη προσωπικότητα, φοβήθηκε μεν, αλλά σιγά-σιγά το ξεπέρασε, σαν να μη συνέβη τίποτε. Ψυχολογικά, την όλη τρομάρα, το όλο βίωμα του φόβου που δοκίμασε, θα έλεγε κανείς, το αφομοίωσε. Το αφομοίωσε, και τέλειωσε.
Το παιδί όμως το οποίο, θα έλεγα εγώ, έχει ελλειπτική προσωπικότητα –δεν είναι θέμα αμαρτίας, με την έννοια ότι έκανε κάποια συγκεκριμένη αμαρτία· άλλο τώρα ότι η κάθε αρρώστια που υπάρχει στον όποιο άνθρωπο υπάρχει, διότι είναι αμαρτωλή η ανθρώπινη φύση– το παιδί λοιπόν με την ελλειπτική προσωπικότητα όχι μόνο φοβήθηκε πολύ, αλλά, επειδή ακριβώς η προσωπικότητά του δεν λειτουργεί πολύ φυσιολογικά, δεν μπορεί να αντέξει το βίωμα αυτό. Όμως, τι να το κάνει; Ούτε μπορεί να το αντέξει ούτε μπορεί να το πετάξει· και έτσι το απωθεί. Το απωθεί βαθιά μέσα του, και από την απώθηση δημιουργείται η νεύρωση.
Αργότερα, το παιδί αυτό θα παρουσιάσει νεύρωση. Αφήνουμε τις άλλες περιπτώσεις που είναι ψυχώσεις. (Στο σημείο αυτό να πούμε ότι τα απωθημένα βιώματα οπωσδήποτε δημιουργούν κάποιο πρόβλημα στον άνθρωπο και πριν ακόμη εκδηλωθούν.) Μπορεί λοιπόν ο άνθρωπος αυτός να φθάσει στα είκοσί του χρόνια, μπορεί να φθάσει στα 30, στα 35, στα 40, και να εκδηλωθεί τότε αυτή η κατάσταση. Μάλιστα, αυτός ο άνθρωπος μπορεί να έζησε ευσεβέστερα από τον αδελφό του, που αισθάνεται άνετα.
Δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτός που δεν έχει νεύρωση είναι λιγότερο αμαρτωλός. Μάλιστα θα μπορούσε κανείς να πει ότι ίσως έχει κάνει πιο πολλές συνειδητές αμαρτίες. Με καταλαβαίνετε έως εδώ;
Ίσως θα έχετε ακούσει και από αγιορείτες ότι αυτές οι ασθένειες είναι ασθένειες της ψυχής, και την ψυχή τη γιατρεύει ο Χριστός, και γι’ αυτό δεν χρειάζονται φάρμακα. Και το σώμα το γιατρεύει ο Χριστός. Δεν μπορούμε να πούμε δηλαδή ότι ο Θεός γιατρεύει μόνο την ψυχή και δεν γιατρεύει το σώμα. Δεν τα ξεχωρίζει ο Θεός. Ο όλος άνθρωπος είναι ενώπιον του Θεού και ο όλος άνθρωπος είναι παιδί του Θεού. Όμως, ο Θεός αφήνει τις αρρώστιες του σώματος, και για να παιδευτεί ο άνθρωπος και γιατί και μόνος του ο άνθρωπος μπορεί να βρει φάρμακα, μπορεί να κάνει εγχειρήσεις κτλ. Άλλωστε ο Θεός έδωσε την επιστήμη της ιατρικής (βλ. Σοφ. Σειρ. 38:1,12).
Η ψυχή ως πνεύμα και το σώμα δένονται λειτουργικά. Αυτή η λειτουργικότητα αρρωσταίνει, θα έλεγα, όπως αρρωσταίνει και το σώμα. Και όπως μπορεί ένας γιατρός να επέμβει στο σώμα, μπορεί να επέμβει και στη λειτουργικότητα αυτή. Βέβαια, τι θα κάνει ο γιατρός; Ο γιατρός δεν μπορεί να θεραπεύσει πλήρως. Μπορεί να ανακουφίσει, μπορεί να βοηθήσει να ξεπεραστεί η κρίση, μπορεί να βοηθήσει τον άρρωστο αυτό να σταθεί λίγο στα πόδια του, από κει που είχε φθάσει σε μια κατάσταση άγχους, ώστε να ειρηνεύσει κάπως, να ηρεμήσει κάπως, και έτσι να μπορεί να συζητήσει μαζί του. Αλλά να θεραπευθεί πλήρως… Όχι. Γιατί; Διότι, για να θεραπευθεί, χρειάζεται να αλλάξει η όλη στάση της προσωπικότητος. Αυτό δεν είναι θέμα φαρμάκων. Και σ’ αυτό το σημείο έρχεται η Εκκλησία.
Ωστόσο, εγώ δεν μπορώ να αποκλείσω ότι ένας γιατρός θα μπορούσε να βοηθήσει έναν πάσχοντα από νευρωτικές καταστάσεις και μάλιστα όχι απλώς και μόνο με τα φάρμακα που δίνει. Είπαμε, τα φάρμακα ως ένα σημείο κάτι κάνουν. Στο παράδειγμα που αναφέραμε, τον νευρωτικό αδελφό θα μπορούσε να τον βοηθήσει με τον διάλογο. «Ναι, παιδί μου, κάποτε σου συνέβη αυτό το γεγονός και έπαθες αυτό που έπαθες. Αλλά, ξέρεις, το έπαθες, επειδή εσύ το πήρες αλλιώς, και όχι όπως το πήρε ο αδελφός σου. Τότε ήσουν μικρός, δεν καταλάβαινες και, ήθελες δεν ήθελες, επηρεάστηκες, καθώς τέτοια είναι η όλη ψυχοσύνθεσή σου. Δεν φταις σε τίποτε. Αλλά τώρα όμως που είσαι μεγάλος, θα μπορέσεις –θα σε βοηθήσω κι εγώ– όχι απλώς αυτό το βίωμα να το αντιμετωπίσεις κατά τρόπο που να το αφομοιώσεις, όπως έκανε ο αδελφός σου, και να πάψει να σε βασανίζει, αλλά και γενικότερα να παίρνεις σωστότερη στάση απέναντι σε παρόμοια γεγονότα, και να μη σε επηρεάζουν όπως σε επηρεάζουν».
Και νομίζω ότι συνεννοούμαστε, όταν λέω ότι αυτός που έχει νεύρωση δεν είναι αμαρτωλότερος από έναν άλλο που δεν έχει. Πολλές φορές μπορεί εκείνος που δεν έχει νεύρωση να είναι πιο αμαρτωλός. Και μάλιστα σ’ εκείνον μπορεί να δημιουργηθεί κάτι άλλο, που είναι χειρότερο: η απώθηση της ηθικής συνειδήσεως. Διότι ο κάθε άνθρωπος έχει ηθική συνείδηση μέσα του.
Αυτό που γίνεται με τον σημερινό άνθρωπο γενικότερα είναι ότι δεν λογαριάζει ούτε τον Θεό ούτε την ηθική συνείδηση. Ζει σαν να μην υπάρχει αμαρτία: «Τι θα πει αμαρτία;», σαν να λέει. Αλλά όπως κι αν έχει το πράγμα, ο άνθρωπος ενώπιον του Θεού είναι όπως τον έφτιαξε ο Θεός. Και ο Θεός τον έφτιαξε με την ηθική συνείδηση, για να καταλαβαίνει ο άνθρωπος ότι τώρα αμαρτάνει, τώρα δεν αμαρτάνει, τώρα είναι εντάξει με τον Θεό, τώρα δεν είναι εντάξει. Όταν αυτά τα ισοπεδώνει, απωθεί την ηθική συνείδηση.
Το κακό που πάει να γίνει σήμερα, καθώς απωθείται η ηθική συνείδηση, είναι ότι γενικά ο άνθρωπος θα γίνει αγνώριστος. Δεν ξέρουμε τι άλλα συμπτώματα θα έχει, αλλά πάει να γίνει αγνώριστος. Σαν να μην είναι άνθρωπος. Σαν να χάνει την ανθρωπιά του. Αυτό λίγο πολύ το ζούμε κάθε μέρα. Και το καταλαβαίνεις αυτό καλύτερα, άμα βρεις έναν άνθρωπο –όχι άνθρωπο άγιο· ας το αφήσουμε αυτό– έναν απλοϊκό άνθρωπο, έναν χωρικό, που έχει την ευσέβειά του και δεν τον έχει επηρεάσει η νοοτροπία των σημερινών ανθρώπων. Αυτός μοιάζει περισσότερο με αληθινό άνθρωπο, και μπορείς να του έχεις εμπιστοσύνη και τελικά ξέρεις ότι θα σου πει την αλήθεια.
Χρειάζεται προσοχή να μην παρασυρθούμε από αυτό το ισοπεδωτικό πνεύμα.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “…πάντα συνεργεί εις αγαθόν”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2014, σελ. 164.
Αμαρτία και νεύρωση