Μαρτυρία και διδαχή

Παραβολή του άφρονος πλουσίου - Κυριακή Θ' Λουκά
Παραβολή του άφρονος πλουσίου – Κυριακή Θ’ Λουκά

«α δε ητοίμασας τίνι έσται;» (Λκ 12:20)

Το σημερινό Ευαγγέλιο μάς κάνει λόγο για την πλεονεξία. Μας μιλά για κάποιον έξυπνο. Έξυπνο όμως σε εισαγωγικά, διότι όπως έδειξαν τα πράγματα και όπως ο ίδιος ο Κύριος τον χαρακτήρισε, ήταν άφρων, δηλαδή άμυαλος, ανόητος.

Κάποιος από τους ακροατές του Χριστού τον πλησίασε και του ζήτησε να λύσει τις κληρονομικές διαφορές που είχε με τον αδελφό του. Να μοιράσει την κληρονομιά τους. Ο Κύριος όμως του απάντησε: «Άνθρωπέ μου, ποιος με έβαλε δικαστή για να κάνω αυτή τη μοιρασιά; Προσέχετε από την πλεονεξία· διότι τα υλικά αγαθά δεν δίνουν την αιώνια και αληθινή ζωή στον άνθρωπο». Στη συνέχεια δε είπε την παραβολή που ακούσαμε σήμερα· του άφρονος πλουσίου.

Κάποιου τα χωράφια έδωσαν καρπό πολύ. Τόσο που δεν τον χωρούσαν οι αποθήκες. Και αυτό του δημιούργησε πρόβλημα. Πού να τον βάλει. Σκέφτηκε, ξανασκέφτηκε, ώσπου βρήκε τη λύση: «Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου», είπε, «και θα κτίσω μεγαλύτερες. Εκεί θα βάλω όλα μου τα αγαθά και θα πω· ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά. Λοιπόν, “αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου”. Απόλαυσε τα αγαθά σου».

Όμως, κατά το κοινώς λεγόμενο, έκανε λογαριασμό χωρίς τον ξενοδόχο· τον Κύριο της ζωής και του θανάτου. Διότι ο Θεός του είπε: «Άφρων, άμυαλε, αυτή τη νύκτα ζητούν την ψυχή σου. Αυτή τη νύκτα πρόκειται να φύγεις από τη ζωή αυτή. Όσα μάζεψες σε ποιον θα ανήκουν; Θα τα πάρεις μαζί σου;»

Και κατέληξε συμπερασματικά ο Κύριος: «Έτσι θα πάθουν όσοι φροντίζουν να πλουτίσουν για τον εαυτό τους με υλικά αγαθά και όχι κατά Θεόν, με πνευματικά αγαθά».

Άφρων λοιπόν, άμυαλος χαρακτηρίστηκε ο πλούσιος της σημερινής παραβολής. Γιατί; Διότι ενώ ευλογήθηκε από το Θεό και απόκτησε πολλά αγαθά, τελικά έφυγε με άδεια τα χέρια.

Αν ήταν μυαλωμένος τι θα έκανε; Πρώτα-πρώτα θα έλεγε· δόξα σοι ο Θεός, θα ευχαριστούσε το Θεό για τα αγαθά που του χάρισε. Μετά θα προσπαθούσε να τα χρησιμοποιήσει κατά Θεόν. Δηλαδή ένα μέρος θα τα χρησιμοποιούσε για τις δικές του ανάγκες και το υπόλοιπο θα το έδινε για να θρέψει πεινασμένους, να ενισχύσει φτωχούς και αρρώστους, να στηρίξει χήρες, ορφανά. Έτσι, ενώ δεν θα στερούνταν τα αναγκαία για την παρούσα ζωή του, θα πλούτιζε πνευματικά. Θα επένδυε όχι στο επισφαλές επίγειο χρηματιστήριο αλλά στο ουράνιο, όπου τα κέρδη όχι μόνο σίγουρα είναι αλλά και ασύγκριτα ανώτερα. Δίνει κανείς τα επίγεια και αποκτά τα ουράνια. Δίνει τα πρόσκαιρα και κερδίζει τα αιώνια. Δίνει τα φθαρτά και απολαμβάνει τα άφθαρτα.

Αυτός όμως τι έκανε; Αγνόησε το Θεό και το θέλημά του. Κοίταξε να καλοπεράσει σ’ αυτή τη ζωή και δεν φρόντισε καθόλου να αποκτήσει την αιώνια ζωή. Σύνθημα και σκοπό της ζωής του έκανε το «αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου».

Κατ’ αρχάς και μέχρι ένα σημείο, το «αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου» δεν είναι κακό. Και θα φάει ο άνθρωπος και θα πιει (αλλιώς δε γίνεται), και το να ξεκουραστεί μετά τον κόπο της ημέρας δεν είναι κακό, και το να ευφρανθεί κάπου-κάπου και με μέτρο δεν είναι μεμπτό· στην προσευχή μετά το δείπνο λέμε: «Εύφρανας ημάς, Κύριε, εν τοις ποιήμασί σου και εν τοις έργοις των χειρών σου ηγαλλιασάμεθα». Αλλά αυτά είναι απλά στηρίγματα, απλά μέσα για να περάσουμε τη ζωή αυτή. Δεν είναι αυτά ο σκοπός της ζωής μας.

Σκοπός της ζωής μας είναι το να αποκτήσουμε τη βασιλεία του Θεού. Αφού αποκτήσουμε τις αρετές και έτσι επανέλθουμε στο κατ’ εικόνα, στη φυσιολογική κατάσταση, περαιτέρω να έλθουμε στην υπέρ φύση κατάσταση της θεώσεως· να αποκτήσουμε τη ζωή του Θεού, τη ζωή που δημιουργεί μέσα στον άνθρωπο το Άγιο Πνεύμα. Αυτό είναι ο παράδεισος, αυτό είναι η σωτηρία· αυτό πρέπει οπωσδήποτε να επιτύχουμε.

Δυστυχώς οι άνθρωποι αυτά ή τα αγνοούν ή τα ξεχνούν ή τα μπερδεύουν και σκοπό κάνουν τα μέσα. Σύνθημα της ζωής τους κάνουν το σύνθημα του άφρονος πλουσίου: αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. Οι επιδιώξεις, η ζωή τους , περιορίζονται και εξαντλούνται σε αυτά. Τι κρίμα! Τι αποτυχία! Τι καταστροφή! Διότι οι υλικές, οι σωματικές αναπαύσεις και ηδονές όχι μόνο είναι κατώτερες από τις πνευματικές, αυτές που χαρίζει το Πνεύμα του Θεού, αλλά είναι και πρόσκαιρες, προσωρινές.

Όταν κανείς στέκεται σ’ αυτές, τελικά φεύγει με άδεια τα χέρια. Πίσω του αφήνει τα πάντα, ακόμη και το σώμα του, το οποίο δεν μπορεί πλέον να απολαμβάνει τα σαρκικά, ενώ η ψυχή μένει χωρίς τη χαρά και ευφροσύνη που δίνει η αγάπη προς το Θεό και τον άνθρωπο και προπαντός με την πικρή γεύση των τύψεων της συνειδήσεως.

Εμείς όμως ας ενεργούμε σωστά και μυαλωμένα, όσο είναι καιρός, όσο έχουμε τα μάτια μας ανοικτά. Να μη γεμίζουμε τις γήινες αλλά τις πνευματικές και ουράνιες αποθήκες. Ας μη μας ενδιαφέρει ο δείκτης του χρηματιστηρίου αλλά το πνευματικό θερμόμετρο της ψυχής μας· το βάθος της ταπεινώσεως και το μέγεθος της αγάπης. Ας φροντίζουμε να γίνουμε πλούσιοι όχι σε υλικά αγαθά αλλά σε αρετές και χάρη Θεού.

Αυτά, οι αρετές και η χάρη του Θεού, είναι θησαυρός που δεν κινδυνεύει ούτε από τους κλέφτες ούτε από τη σκουριά ή τη φωτιά ούτε από το χρόνο ούτε ακόμη και από το θάνατο, διότι συνοδεύουν τον άνθρωπο και πέραν του τάφου. Δημιουργούν την πραγματική και ατελεύτητη, την αιώνια ζωή, την οποία είθε όλοι μας να αποκτήσουμε με τις πρεσβείες της Παναγίας Μητέρας μας και όλων των Αγίων. Αμήν.

 

 

Αρχιμ. Λουκάς Τσιούτσικας

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Παραβολή του άφρονος πλουσίου – Κυριακή Θ’ Λουκά

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.