Πνευματικό τέκνο τού οσίου Γεωργίου Καρσλίδη τον άκουσε να λέει: «Τσόφα (Σοφία), όταν έρθεν μία γυναίκα στον φούρνο στη Ρωσία και εζήτ’ σε ψωμί, εσύ την έδιωξες». Η Σοφία απόρησε: «Γέροντα ήμουν μικρό παιδί», απάντησε «αλλά εγώ το ξέχασα και δεν το έχω πει σε κανένα. Πώς το ξέρεις;». Μετά απευθύνθηκε σε άλλη κυρία: «Κέρεκη (Κυριακή), εσύ σον άλλο κόσμο πώς θα χωρίζ’ το νερό από το γάλα;» Η Κυριακή νόθευε το γάλα με το νερό. Ενώ όλοι απορούσαμε με τα λεγόμενα του Γέροντα, εγώ απορροφημένος, αναρωτιόμουν πώς τα γνώριζε όλα αυτά;
Μία φορά που βρέθηκα κοντά στον Γέροντα – διηγείται μία προσκυνήτρια– σε μία θεία λειτουργία, σκέφτηκα μέσα μου. Για ποιο λόγο πηγαίνουν κάτω από το Ευαγγέλιο και γιατί πάλι όταν βγαίνουν τα “άγια”, ξαπλώνουν και περνούν από πάνω τους τα “άγια”; Τι ωφελούν αυτά; Μήπως δεν πρέπει; Όταν τελείωσε η Θεία Λειτουργία ο θεοφόρος Γέροντας, που διάβασε τη σκέψη μου κι έπρεπε να λύσει την απορία μου, με πήρε και καθίσαμε κάτω από το καμπαναριό και μου διηγήθηκε ένα περιστατικό: «Ήταν μία μάνα και έφερε εδώ το παιδί της, που ήταν άρρωστο. Όταν διαβαζόταν το Ευαγγέλιο, του είπε: “Πήγαινε, παιδί μου, κάτω από το Ευαγγέλιο”. Εκείνο αντέδρασε έντονα: “Μάνα, τι με έφερες εδώ, στον γιατρό πάνε με, να γίνω καλά· το Ευαγγέλιο τι θα με κάνει;” Μετά, όταν περνούσαν τα “άγια”, το παρακάλεσε πάλι να ξαπλώσει, για να περάσουν από πάνω του τα “άγια” και να γίνει καλά. Τότε θυμωμένο είπε· “Όχι, να με πας στον γιατρό”. Φεύγοντας ο Γέροντας είπε: “Κομμένα θα είναι τα χρόνια του”. Πράγματι όταν πήγε στο σπίτι, δεν πρόλαβε να πάει στον γιατρό, πέθανε.
Η ευλαβέστατη μοναχή Άννα, με ιδιαίτερη συγκίνηση διηγείτο ότι κάποτε ο όσιος Γέροντας ζήτησε από τα πνευματικά του τέκνα, που έμεναν στη Θεσσαλονίκη, να τελέσουν μία αγρυπνία κατά την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Πράγματι συνάχθηκαν αρκετά πνευματικά του τέκνα στον ιερό ναό του Αγίου Μηνά Θεσσαλονίκης. Κατά την ώρα της Θείας λειτουργίας η μοναχή Άννα, καθώς και άλλοι, είδαν τον όσιο Γέροντα να συλλειτουργεί στο άγιο Βήμα με τον εφημέριο του ναού. Όταν στο τέλος της αγρυπνίας διαπίστωσαν από τον ιερέα ότι δεν υπήρχε άλλος ιερεύς στο άγιο βήμα εκτός του ίδιου, γέμισαν θαυμασμό και χαρά για τη μυστική παρουσία κι ενίσχυση του οσίου πατρός προς τ’ αγρυπνούντα τέκνα του.
Όταν αργότερα η μοναχή Άννα επισκέφθηκε τον όσιο και του εξιστόρησε το γεγονός, εκείνος αρκέσθηκε σ’ ένα απλό μειδίαμα, που σήμαινε όμως πολλά, ότι γνώριζε καλά τι είχε συμβεί. Της είπε μάλιστα: «Αυτό που έγινε, έγινε για να συμμορφώσω τα τέκνα σου. Τα τέκνα της συνοδείας σου δεν είναι εντάξει. Άλλη είναι ως Φαρισαίος, ό,τι κάνει το κάνει για να το καυχηθεί. Άλλη δίνει ελεημοσύνη φανερά, της οποίας τον μισθό χάνει αμέσως. Άλλη είναι ζηλόφθονη κι επιθυμεί ό,τι δει στην άλλη. Άλλη είναι απελπισμένη στο κάθε τι. Να τις καλέσεις και να τις πεις, η αγρυπνία έγινε για όλες. Να τους τα πεις καθαρά· αν τους τα έλεγα εγώ, δεν θα με άκουγαν, αυστηρός θα έλεγαν είναι. Δεν είμαι αυστηρός. Τα πουλάκια, να τους πεις, ούτε σπέρνουν ούτε θερίζουν και δεν χάνονται.. Ο Θεός φροντίζει για όλους. Η απελπισία είναι σχεδόν απιστία…».
Από το βιβλίο: (†) Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Ο Όσιος Γεώργιος της Δράμας. Έκδοσις Ι. Μ. Αναλήψεως του Σωτήρος, Ταξιάρχες (Σίψα) Δράμα 2016, σελ. 64, 90 (αποσπάσματα).