«Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού» (Λκ. 8:5).
Καθώς βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς, ο Κύριος και η Εκκλησία του παίρνοντας αφορμή από την κατά την εποχή αυτή σπορά του σιταριού, έρχονται με τρόπο παραστατικό να μας καταδείξουν τους κινδύνους μιας κακής και τις προϋποθέσεις μιας καλής πνευματικής καρποφορίας, παρουσιάζοντάς μας την παραβολή του σπορέως, καθώς και την ερμηνεία της, την οποία έκανε ο Χριστός στους μαθητές του.
Βγήκε λοιπόν ο σποριάς για να σπείρει στο χωράφι του. Και καθώς σκορπούσε το σπόρο ένα μέρος του έπεσε στο δρόμο, όπου καταπατήθηκε και τον έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι σπόροι έπεσαν στις πέτρες και όταν φύτρωσαν ξεράθηκαν διότι δεν υπήρχε υγρασία. Άλλοι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και όταν φύτρωσαν πνίγηκαν από αυτά· και τέλος άλλοι έπεσαν στο χώμα το καλό και γόνιμο, φύτρωσαν και έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο.
Κατόπιν, όταν ο Κύριος ρωτήθηκε από τους μαθητές του, είπε ότι η παραβολή αυτή σημαίνει τα εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Η περίπτωση του σπόρου που έπεσε στο δρόμο είναι εκείνοι που άκουσαν μεν λόγο Θεού, έρχεται όμως ο διάβολος και τον παίρνει από τις καρδιές τους για να μη πιστέψουν και σωθούν. Η άλλη περίπτωση, του σπόρου που έπεσε στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που όταν ακούν τον λόγο του Θεού τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα· πιστεύουν για λίγο, και όταν έλθει ο πειρασμός, η δοκιμασία απομακρύνονται. Το μέρος του σπόρου που έπεσε στα αγκάθια μας παρουσιάζει εκείνους που ακούνε το λόγο του Θεού, συμπορεύονται όμως με τις μέριμνες, τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται από αυτά και δεν καρποφορούν. Τέλος με το σπόρο που έπεσε στο καλό έδαφος εννοούνται εκείνοι που ακούν τον λόγο, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή.
Μετά την ερμηνεία της παραβολής την οποία έκανε ο Κύριος, εμείς μόνο κάποιες επισημάνσεις ας κάνουμε.
Πρώτον. Σποριάς είναι ο Θεός, είναι ο Χριστός, ο οποίος διδάσκει με πολλούς τρόπους και κατ’ αρχήν με την κτίση. Στα κτίσματα οι καλοπροαίρετοι μπορούν να δουν τη σοφία, τη δύναμη, την αγάπη του Θεού.
Κατόπιν, η διδασκαλία γίνεται με τα λόγια. Μέσα στο ναό ακούγεται το Ευαγγέλιο, τα Αποστολικά και άλλα αναγνώσματα, ακούονται τα τροπάρια, γίνεται το κήρυγμα ή και τα κατηχητικά μαθήματα. Εκτός του ιερού ναού προσφέρονται για μελέτη η Αγία Γραφή («Μακάριος ανήρ, ος… εν τω νόμω αυτού μελετήσει ημέρας και νυκτός»), έργα πατερικά, βίοι αγίων, μπορούμε να διαβάσουμε εκκλησιαστικά περιοδικά και εφημερίδες, ή να ακούσουμε ψυχωφελείς ομιλίες και συζητήσεις.
Πολύς λοιπόν ο σπόρος και ειδικά στην εποχή μας, πολλές οι δυνατότητες πνευματικής τροφοδοσίας. Αρκεί να αξιοποιήσουμε αυτές τις δυνατότητες. Να δείξουμε ενδιαφέρον, να νοιώσουμε την πνευματική τροφοδοσία ως ανάγκη. Να φροντίσουμε να βρούμε και να προσφέρουμε στη ψυχή μας γνήσιο λόγο Θεού και όχι σκουπίδια και δηλητήρια όπως αυτά της τηλεοράσεως, αν δε είναι δυνατόν αυτή την πνευματικά ωφέλιμη τροφή να την προσφέρουμε και σε άλλους.
Δεύτερον. Δεν αρκεί να σκορπιστεί ο σπόρος αλλά πρέπει και να μπει μέσα στο χώμα, να γίνει δεκτός από το έδαφος. Αυτή η δεκτικότητα είναι η πίστη. Χρειάζεται να πιστέψουμε ότι ο Χριστός είναι η ζωή μας, η σωτηρία μας και ο λόγος του λόγος αλήθειας, η οποία επιβεβαιώνεται από τα πολυάριθμα παραδείγματα των αγίων της Εκκλησίας μας.
Τρίτον. Τα αγκάθια που πνίγουν και δεν αφήνουν το λόγο του Θεού να καρποφορήσει και τα οποία επεσήμανε ο Κύριος, οι πολλές και παραπανίσιες μέριμνες, ο αγώνας για πλουτισμό και οι ποικίλες, ιδίως οι σαρκικές ηδονές, δυστυχώς αφθονούν στην εποχή μας, εποχή ιδιαίτερα αντιπνευματική. «Με όποιο τρόπο», μας λέει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, «βάζοντας κάποιος χώμα στη φλόγα αναμμένου φούρνου τον σβήνει, με τον ίδιο τρόπο και οι βιοτικές μέριμνες και κάθε προσκόλληση έστω και σε ένα μικρό πράγμα, εξαφανίζουν τη θέρμη της καρδιάς που ανάφθηκε στην αρχή». Χρειάζεται ο σημερινός χριστιανός, εντελώς ιδιαίτερα να προσέξει τους αρνητικούς αυτούς παράγοντες και όλο του τον πόθο να τον στρέψει από τις μέριμνες και τον πλούτο και τις ηδονές προς το Χριστό και την απόκτηση, κατά τρόπο αισθητό, του Αγίου Πνεύματος.
Τέλος, το πότισμα με την υπομονή και η λίπανση με την επιμονή είναι απαραίτητα. Ο Κύριος επισημαίνει ότι αυτοί που καρποφορούν, «καρποφορούσιν εν υπομονή». Και αλλού «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε (θα σώσετε) τας ψυχάς υμών»· και ο απόστολος Παύλος προτρέπει: «Δι’ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα».
Χρειάζεται λοιπόν να υπομένουμε. Να μένουμε υπό. Δηλαδή κάτω από το θέλημα του Θεού, όπως αυτό εκφράζεται ως εντολή ή ως κάποιο γεγονός που επιτρέπει ο Θεός να έλθει στη ζωή μας. Υπομονή στον κόπο και στον πόνο. Στον κόπο και τον πόνο που απαιτεί η θεραπεία της ψυχής μας. Αυτή η υπομονή είναι η πίστη στην πράξη. Η πίστη που σώζει.
Υπομονή, αλλά μέχρι πού ή μέχρι πότε; «Γίνου πιστός άχρι θανάτου, και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής». Όχι μέχρι εκεί που εμείς νομίζουμε ότι αντέχουμε, αλλά μέχρι εκεί που επιτρέπει ο Θεός. Αυτό το στεφάνι της ζωής, της αιωνίου ζωής, της ζωής που δίνει το Άγιο Πνεύμα είναι ο καρπός τον οποίο ήλθε να φέρει, και θέλει και σήμερα να φέρει ο Χριστός.
Αυτόν τον καρπό ποθεί βαθύτερα κάθε άνθρωπος, διότι γι’ αυτόν είμαστε πλασμένοι. Αυτόν είθε και εμείς να αποκτήσουμε, δεχόμενοι με πίστη το λόγο του Χριστού, προφυλάσσοντάς τον από όλα εκείνα που μας αποπροσανατολίζουν και μας απομακρύνουν από το Θεό, και μένοντας σταθερά κοντά του με πολλή-πολλή υπομονή. Αμήν.
Αρχιμ. Λουκάς Τσιούτσικας