Όποιος δεν απομακρύνεται, με τη θέλησή του, από τα αίτια των παθών, χωρίς να το θέλει σέρνεται από την αμαρτία. Τα αίτια λοιπόν της αμαρτίας είναι αυτά: ο οίνος, οι γυναίκες, ο πλούτος και η ευεξία του σώματος. Όχι ότι αυτά είναι αμαρτίες από τη φύση τους, αλλά η ανθρώπινη φύση επηρεάζεται απ’ αυτά και κλίνει εύκολα προς τα πάθη της αμαρτίας. Γι’ αυτό οφείλει κάθε άνθρωπος να προφυλάγεται απ’ αυτά με ιδιαίτερη φροντίδα. (19)
Αυτός που φοβάται την αμαρτία, θα διαβεί τον επικίνδυνο δρόμο της ζωής του χωρίς προσκόμματα και, όταν αρχίζει να βλέπει σκοτάδι μέσα του ή μπροστά του, θα δει φως ιλαρό. Όταν ένας άνθρωπος φοβάται τις αμαρτίες, ο Κύριος φυλάει τα βήματά του και, όταν γλιστράει στην αμαρτία, τον προλαβαίνει το έλεος του Θεού. Όποιος θεωρεί τα παραπτώματά του μικρά και ασήμαντα, πέφτει σε άλλα, μεγαλύτερα και χειρότερα, και θα τιμωρηθεί επτά φορές περισσότερο, έτσι που κάνει. (20)
Είπε ο άγιος Εφραίμ ότι το καλοκαίρι δεν πολεμάς τον καύσωνα με χειμωνιάτικα ρούχα. Καθε αρρώστια λοιπόν γιατρεύεται με τα δικά της φάρμακα. Και συ, αν τυχόν κυριεύεσαι από φθόνο, γιατί προσπαθείς να πολεμήσεις τον ύπνο;
Όσο το παράπτωμα είναι μικρό και τρυφερό, ξερίζωσέ το, προτού να απλωθεί και ωριμάσει. Μην αμελήσεις, όσο μικρό και να σου φαίνεται το ελάττωμα, γιατί, με τον καιρό, θα το βρεις επάνω σου να σε βασανίζει σαν απάνθρωπος τύραννος, και θα τρέχεις μπροστά του σαν δούλος αιχμάλωτος. Όποιος όμως πολεμάει το πάθος μόλις παρουσιασθεί, γρήγορα το νικάει. (20)
Όποιος είναι άρρωστος και ξέρει ποια είναι η αρρώστιά του, οφείλει να ζητάει την κατάλληλη θεραπεία. Αν λέει στο γιατρό από τι πόνο υποφέρει, είναι κοντά στη θεραπεία του, και θα τη βρει εύκολα. Αν όμως είναι πεισματάρης και δε λέει τίποτε, τότε δυναμώνουν οι πόνοι και, όσο αντιστέκεται στο γιατρό, τόσο περισσότερο τυραννιέται. Κατι ανάλογο συμβαίνει και με τον πόνο της αμαρτίας.
Δεν υπάρχει ασυγχώρητη αμαρτία παρά μόνο η αμετανόητη. Ούτε κανένα χάρισμα του Θεού παραμένει χωρίς προσθήκη, παρά μόνο όταν δεν ευχαριστούμε το Θεό για ό,τι έχουμε. (126-7)
Θυμήσου πόσοι δυνατοί και ενάρετοι άνθρωποι έπεσαν, και ταπεινώσου για τις αρετές που έχεις. Θυμήσου τους παλιούς, που έπεσαν σε βαριά αμαρτήματα και μετάνοιωσαν, και τι υψηλή τιμή αξιώθηκαν, ύστερα, από το Θεό, και θα πάρεις θάρρος στη μετάνοιά σου. (127)
Αυτός που συναισθάνεται τις αμαρτίες του, είναι ανώτερος από κείνον που ανασταίνει νεκρούς με την προσευχή του μέσα στον κόσμο. Αυτός που στενάζει μία ώρα για την ψυχή του, είναι ανώτερος από κείνον που ωφελεί όλο τον κόσμο με τη διδασκαλία του. Αυτός που αξιώθηκε να δει την πραγματική πνευματική του κατάσταση, είναι ανώτερος από κείνον που αξιώθηκε να δει τους Αγγέλους· γιατί αυτός βλέπει με τους νοερούς οφθαλμούς της ψυχής, ενώ εκείνος βλέπει με τους σωματικούς οφθαλμούς. (153)
Αν όλοι είμαστε αμαρτωλοί, και αν κανείς δεν είναι ελεύθερος από πειρασμούς, άρα καμιά αρετή δεν είναι ανώτερη από τη μετάνοια· διότι το έργο της δεν μπορεί ποτέ να τελειώσει μέχρι να πεθάνουμε. Και οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί, όλοι μας, πρέπει πάντα να είμαστε σε μετάνοια, εφόσον θέλουμε να σωθούμε. Και δεν υπάρχει κανένα όριο στην τελείωσή μας, διότι η τελειότητα, και των τελείων ακόμη είναι ατελής. Γι’ αυτό το λόγο και η μετάνοια δεν μπορεί να περιορισθεί ούτε σε ορισμένα χρονικά πλαίσια, ούτε σε ορισμένες πράξεις, μέχρι την ώρα του θανάτου. Να θυμάσαι ότι σε κάθε ηδονή ακολουθεί η αηδία και η πικρότητα. (220)
Από το βιβλίο: Κωνσταντίνου Καρακόλη, Ανθολόγιο από την ασκητική εμπειρία του Αγίου Ισαάκ του Σύρου. Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», σελ. 42.
(Οι αριθμοί στο τέλος κάθε λήμματος αντιστοιχούν στις σελίδες του ελληνικού κειμένου: «Του Οσίου Πατρός ημών Ισαάκ, Επισκόπου Νινευΐ, του Σύρου, Τα Ευρεθέντα Ασκητικά», Λειψία 1770, Ανατυπούμενα επιμελεία Ιωακείμ Σπετσιέρη, Ιερομονάχου. Αθήναι.)