Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου22 Ιουνίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΚΒ’, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Ευσεβίου Επισκόπου Σαμοσάτων.
Κέραμος Ευσέβιε Μάρτυς Κυρίου,
Ευθύς δε και στέφανος εν τη ση κάρα.
Εικάδι δευτερίη κεφαλήν θλάσαν Ευσεβίοιο.
Ούτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Κωνσταντίου υιού του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εν έτει τλη’ [338], εχρημάτισε δε ζηλωτής διάπυρος της Ορθοδόξου πίστεως. Όθεν με πολλήν ανδρίαν ψυχής, και με υπεροψίαν των παρόντων, εσπούδαζε πώς να έλθη εις αύξησιν η ευσέβεια και Ορθοδοξία, και μόλον οπού ο βασιλεύς Κωνστάντιος ήτον ενάντιος, ως άλλος ουδείς, επειδή και ήτον Αρειανιστής. Όθεν όταν μίαν φοράν εφοβέρισεν ο βασιλεύς να κόψη το δεξιόν χέρι του Αγίου, ανίσως δεν δώση το υπό του Μελετίου γενόμενον ψήφισμα (1), τότε ο Άγιος εξάπλωσε και τα δύω του χέρια θέλωντας να δείξη, ότι μετά χαράς δέχεται και των δύω την εκκοπήν, πάρεξ να προδώση το ζητούμενον ψήφισμα, και ομού με εκείνο να προδώση και την ευσέβειαν. Τούτον τον Άγιον πατέρα ημών Ευσέβιον, ύστερα από τον Κωνστάντιον και Ιουλιανόν, εξώρισεν ο Ουάλης από τον θρόνον του, και κατεδίκασεν αυτόν να περιπατή εξόριστος, κατά τον ποταμόν Δούναβιν. Αφ’ ου δε απέθανεν ο Ουάλης, τότε επανεγύρισεν ο Άγιος εις την επισκοπήν του τα Σαμόσατα, τα οποία ευρίσκονται εις την Συρίαν πλησίον του Εφράτου ποταμού υπό τον Εδέσσης Μητροπολίτην, κοινώς Σεμψάθ ονομαζόμενα. Ύστερα δε από τους πολλούς αγώνας και νίκας, οπού εποίησεν ο αοίδιμος έτι ζων υπέρ της Ορθοδοξίας, ηξιώθη και τέλους μαρτυρικού. Διότι μία γυνή κακόδοξος, η οποία εφρόνει την του Αρείου αίρεσιν, επήρεν ένα κεραμίδι από μίαν στέγην, και εκτύπησεν εις την κεφαλήν του Αγίου, από δε το κτύπημα αυτό, εθανατώθη ο του Χριστού ιεράρχης. Προ του δε να αποθάνη, εσυγχώρησε την φονεύσασαν αυτόν γυναίκα, μιμούμενος τον εδικόν του Δεσπότην Χριστόν, και τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον. Τελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή, εις τον Ναόν του Αγίου Ιωάννου πλησίον Αρκαδιανών (2).
(1) Ίσως του Αντιοχείας.
(2) Σημείωσαι, ότι ο Θεολόγος Γρηγόριος γράφων επιστολήν προς τον Ευσέβιον τούτον, ονομάζει αυτόν στύλον και εδραίωμα της αληθείας, φωστήρα εν κόσμω, και Κανόνα πίστεως.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Ζήνωνος, και Ζηνά του οικέτου αυτού.
Δούλος σύναθλος τω συνάθλω Δεσπότη,
Άμφω δε δούλοι του Θεού τετμημένοι.
Ούτοι ήτον από την Φιλαδέλφειαν της Αραβίας, η οποία ευρίσκεται εις την παλαιάν λεγομένην Εμμάν, κατά τους χρόνους του Μαξιμιανού εν έτει τγ’ [303]. Και ο μεν Ζήνων, ήτον στρατιώτης κατά το επάγγελμα, ο δε Ζηνάς, ήτον δούλος του. Επειδή δε ο Άγιος Ζήνων επεθύμει να μαρτυρήση δια τον Χριστόν, δια τούτο εμοίρασεν εις τους πτωχούς όλην του την περιουσίαν, και ηλευθέρωσε τους δούλους του. Όθεν ακούσας, ότι ο ηγεμών Μάξιμος είχε πολλήν πρόνοιαν και αγάπην εις τα είδωλα, επήγεν εις αυτόν, επήγε δε μαζί και ο Ζηνάς. Δούλος γαρ ων ευγνώμων και καλοπροαίρετος, δεν ηθέλησε να χωρισθή από τον αυθέντην του Ζήνωνα. Παρασταθείς λοιπόν ο Ζήνων εις τον ηγεμόνα, ήλεγξεν αυτόν, πως σπουδάζει και αγωνίζεται εις μάταια πράγματα, ήτοι εις τας λατρείας των αψύχων ειδώλων. Όθεν ο ηγεμών παρευθύς επρόσταξε να δείρουν τον Άγιον. Ο δε Άγιος δερνόμενος, εκτύπησε με το ποδάρι του τον βωμόν, και κατεκρήμνισεν αυτόν. Δια τούτο εκρέμασαν τον Άγιον, και έδειραν αυτόν άσπλαγχνα. Έπειτα έτριψαν τας πληγάς του με αλάτι και ξύδι. Μετά ταύτα έρριψαν αυτόν εις την φυλακήν, και τους πόδας αυτού εσφάλισαν εις το τιμωρητικόν ξύλον, έως εις κεντήματα τέσσαρα (3). Πηγαίνωντας δε εκεί και ο δούλος του Ζηνάς, παρεκάλει τον αυθέντην του, να μη χωρίση και αυτόν από την συνοδίαν του. Όθεν ο ηγεμών τούτο μαθών, επρόσταξε να κλείσουν και τον Ζηνάν μαζί με τον αυθέντην του εις την φυλακήν. Επειδή δε και οι δύω ερωτήθησαν υπό του ηγεμόνος, και δεν επείσθησαν να αρνηθούν τον Χριστόν, δια τούτο εδάρθησαν δυνατά. Ο δε Άγιος Ζήνων ξεχωριστά εδέχθη εις το στήθος και εις την καρδίαν σουβλία πυρωμένα. Έπειτα έδεσαν και τους δύω από τας μασχάλας με λουρία και εκρέμασαν αυτούς, από δε τους πόδας των, εκρέμασαν πέτρας βαρείας. Ύστερον έρριψαν αυτούς μέσα εις ένα λάκκον γεμάτον από φωτίαν, και επάνωθεν έβρεχον την φλόγα της φωτίας με λάδι. Επειδή δε παραδόξως δια της χάριτος του Θεού έμειναν αβλαβείς, δια τούτο απεκεφαλίσθησαν, και ούτως έλαβον οι μακάριοι του μαρτυρίου τους στεφάνους. Τελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εν τω Ναώ του Αγίου Γεωργίου, τω ευρισκομένω εις τόπον λεγόμενον Κυπαρίσσιον.
(3) Τα κεντήματα ταύτα νομίζω, πως ήτον σημεία τινά και τρύπαις, επάνω εις το τιμωρητικόν ξύλον, με τα οποία εγνώριζον, πότε εσφίγγετο το ξύλον περισσότερον, και πότε ολιγώτερον.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Πομπιανός εν θαλάσση βληθείς, τελειούται.
Ο Πομπιανός εκτελεί πομπήν ξένην,
Εκ της θαλάσσης προς τα του πόλου πλάτη.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Γαλατίων, εν τη θαλάσση τελειούται.
Ύδωρ θαλάσσης αλμυρόν Γαλατίων,
Ως ηδύ μάλλον είχεν οίεσθαι γάλα.
*
Η Αγία Μάρτυς Ιουλιανή, και Σατορνίνος ο υιός αυτής, πυρί τελειούνται.
Ιουλιανήν και το ταύτης παιδίον,
Ίουλον ανθούν άρτι πυρ καταφλέγει.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΚΒ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Εὐσεβίου Ἐπισκόπου Σαμοσάτων.
Κέραμος Εὐσέβιε Μάρτυς Κυρίου,
Εὐθὺς δὲ καὶ στέφανος ἐν τῇ σῇ κάρᾳ.
Εἰκάδι δευτερίῃ κεφαλὴν θλάσαν Εὐσεβίοιο.
Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Κωνσταντίου υἱοῦ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐν ἔτει τλη΄ [338], ἐχρημάτισε δὲ ζηλωτὴς διάπυρος τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. Ὅθεν μὲ πολλὴν ἀνδρίαν ψυχῆς, καὶ μὲ ὑπεροψίαν τῶν παρόντων, ἐσπούδαζε πῶς νὰ ἔλθῃ εἰς αὔξησιν ἡ εὐσέβεια καὶ Ὀρθοδοξία, καὶ μὅλον ὁποῦ ὁ βασιλεὺς Κωνστάντιος ἦτον ἐνάντιος, ὡς ἄλλος οὐδείς, ἐπειδὴ καὶ ἦτον Ἀρειανιστής. Ὅθεν ὅταν μίαν φορὰν ἐφοβέρισεν ὁ βασιλεὺς νὰ κόψῃ τὸ δεξιὸν χέρι τοῦ Ἁγίου, ἀνίσως δὲν δώσῃ τὸ ὑπὸ τοῦ Μελετίου γενόμενον ψήφισμα (1), τότε ὁ Ἅγιος ἐξάπλωσε καὶ τὰ δύω του χέρια θέλωντας νὰ δείξῃ, ὅτι μετὰ χαρᾶς δέχεται καὶ τῶν δύω τὴν ἐκκοπήν, πάρεξ νὰ προδώσῃ τὸ ζητούμενον ψήφισμα, καὶ ὁμοῦ μὲ ἐκεῖνο νὰ προδώσῃ καὶ τὴν εὐσέβειαν. Τοῦτον τὸν Ἅγιον πατέρα ἡμῶν Εὐσέβιον, ὕστερα ἀπὸ τὸν Κωνστάντιον καὶ Ἰουλιανόν, ἐξώρισεν ὁ Οὐάλης ἀπὸ τὸν θρόνον του, καὶ κατεδίκασεν αὐτὸν νὰ περιπατῇ ἐξόριστος, κατὰ τὸν ποταμὸν Δούναβιν. Ἀφ’ οὗ δὲ ἀπέθανεν ὁ Οὐάλης, τότε ἐπανεγύρισεν ὁ Ἅγιος εἰς τὴν ἐπισκοπήν του τὰ Σαμόσατα, τὰ ὁποῖα εὑρίσκονται εἰς τὴν Συρίαν πλησίον τοῦ Ἐφράτου ποταμοῦ ὑπὸ τὸν Ἐδέσσης Μητροπολίτην, κοινῶς Σεμψὰθ ὀνομαζόμενα. Ὕστερα δὲ ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ἀγῶνας καὶ νίκας, ὁποῦ ἐποίησεν ὁ ἀοίδιμος ἔτι ζῶν ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἠξιώθη καὶ τέλους μαρτυρικοῦ. Διότι μία γυνὴ κακόδοξος, ἡ ὁποία ἐφρόνει τὴν τοῦ Ἀρείου αἵρεσιν, ἐπῆρεν ἕνα κεραμίδι ἀπὸ μίαν στέγην, καὶ ἐκτύπησεν εἰς τὴν κεφαλὴν τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ δὲ τὸ κτύπημα αὐτό, ἐθανατώθη ὁ τοῦ Χριστοῦ ἱεράρχης. Πρὸ τοῦ δὲ νὰ ἀποθάνῃ, ἐσυγχώρησε τὴν φονεύσασαν αὐτὸν γυναῖκα, μιμούμενος τὸν ἐδικόν του Δεσπότην Χριστόν, καὶ τὸν Πρωτομάρτυρα Στέφανον. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτοῦ Σύναξις καὶ ἑορτή, εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου πλησίον Ἀρκαδιανῶν (2).
(1) Ἴσως τοῦ Ἀντιοχείας.
(2) Σημείωσαι, ὅτι ὁ Θεολόγος Γρηγόριος γράφων ἐπιστολὴν πρὸς τὸν Εὐσέβιον τοῦτον, ὀνομάζει αὐτὸν στύλον καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας, φωστῆρα ἐν κόσμῳ, καὶ Κανόνα πίστεως.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ζήνωνος, καὶ Ζηνᾶ τοῦ οἰκέτου αὐτοῦ.
Δοῦλος σύναθλος τῷ συνάθλῳ Δεσπότῃ,
Ἄμφω δὲ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τετμημένοι.
Οὗτοι ἦτον ἀπὸ τὴν Φιλαδέλφειαν τῆς Ἀραβίας, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τὴν παλαιὰν λεγομένην Ἐμμᾶν, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Μαξιμιανοῦ ἐν ἔτει τγ΄ [303]. Καὶ ὁ μὲν Ζήνων, ἦτον στρατιώτης κατὰ τὸ ἐπάγγελμα, ὁ δὲ Ζηνᾶς, ἦτον δοῦλός του. Ἐπειδὴ δὲ ὁ Ἅγιος Ζήνων ἐπεθύμει νὰ μαρτυρήσῃ διὰ τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο ἐμοίρασεν εἰς τοὺς πτωχοὺς ὅλην του τὴν περιουσίαν, καὶ ἠλευθέρωσε τοὺς δούλους του. Ὅθεν ἀκούσας, ὅτι ὁ ἡγεμὼν Μάξιμος εἶχε πολλὴν πρόνοιαν καὶ ἀγάπην εἰς τὰ εἴδωλα, ἐπῆγεν εἰς αὐτόν, ἐπῆγε δὲ μαζὶ καὶ ὁ Ζηνᾶς. Δοῦλος γὰρ ὢν εὐγνώμων καὶ καλοπροαίρετος, δὲν ἠθέλησε νὰ χωρισθῇ ἀπὸ τὸν αὐθέντην του Ζήνωνα. Παρασταθεὶς λοιπὸν ὁ Ζήνων εἰς τὸν ἡγεμόνα, ἤλεγξεν αὐτόν, πῶς σπουδάζει καὶ ἀγωνίζεται εἰς μάταια πράγματα, ἤτοι εἰς τὰς λατρείας τῶν ἀψύχων εἰδώλων. Ὅθεν ὁ ἡγεμὼν παρευθὺς ἐπρόσταξε νὰ δείρουν τὸν Ἅγιον. Ὁ δὲ Ἅγιος δερνόμενος, ἐκτύπησε μὲ τὸ ποδάρι του τὸν βωμόν, καὶ κατεκρήμνισεν αὐτόν. Διὰ τοῦτο ἐκρέμασαν τὸν Ἅγιον, καὶ ἔδειραν αὐτὸν ἄσπλαγχνα. Ἔπειτα ἔτριψαν τὰς πληγάς του μὲ ἁλάτι καὶ ξύδι. Μετὰ ταῦτα ἔρριψαν αὐτὸν εἰς τὴν φυλακήν, καὶ τοὺς πόδας αὐτοῦ ἐσφάλισαν εἰς τὸ τιμωρητικὸν ξύλον, ἕως εἰς κεντήματα τέσσαρα (3). Πηγαίνωντας δὲ ἐκεῖ καὶ ὁ δοῦλός του Ζηνᾶς, παρεκάλει τὸν αὐθέντην του, νὰ μὴ χωρίσῃ καὶ αὐτὸν ἀπὸ τὴν συνοδίαν του. Ὅθεν ὁ ἡγεμὼν τοῦτο μαθών, ἐπρόσταξε νὰ κλείσουν καὶ τὸν Ζηνᾶν μαζὶ μὲ τὸν αὐθέντην του εἰς τὴν φυλακήν. Ἐπειδὴ δὲ καὶ οἱ δύω ἐρωτήθησαν ὑπὸ τοῦ ἡγεμόνος, καὶ δὲν ἐπείσθησαν νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστόν, διὰ τοῦτο ἐδάρθησαν δυνατά. Ὁ δὲ Ἅγιος Ζήνων ξεχωριστὰ ἐδέχθη εἰς τὸ στῆθος καὶ εἰς τὴν καρδίαν σουβλία πυρωμένα. Ἔπειτα ἔδεσαν καὶ τοὺς δύω ἀπὸ τὰς μασχάλας μὲ λουρία καὶ ἐκρέμασαν αὐτούς, ἀπὸ δὲ τοὺς πόδας των, ἐκρέμασαν πέτρας βαρείας. Ὕστερον ἔρριψαν αὐτοὺς μέσα εἰς ἕνα λάκκον γεμάτον ἀπὸ φωτίαν, καὶ ἐπάνωθεν ἔβρεχον τὴν φλόγα τῆς φωτίας μὲ λάδι. Ἐπειδὴ δὲ παραδόξως διὰ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ἔμειναν ἀβλαβεῖς, διὰ τοῦτο ἀπεκεφαλίσθησαν, καὶ οὕτως ἔλαβον οἱ μακάριοι τοῦ μαρτυρίου τοὺς στεφάνους. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις καὶ ἑορτὴ ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τῷ εὑρισκομένῳ εἰς τόπον λεγόμενον Κυπαρίσσιον.
(3) Τὰ κεντήματα ταῦτα νομίζω, πῶς ἦτον σημεῖά τινα καὶ τρύπαις, ἐπάνω εἰς τὸ τιμωρητικὸν ξύλον, μὲ τὰ ὁποῖα ἐγνώριζον, πότε ἐσφίγγετο τὸ ξύλον περισσότερον, καὶ πότε ὀλιγώτερον.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πομπιανὸς ἐν θαλάσσῃ βληθείς, τελειοῦται.
Ὁ Πομπιανὸς ἐκτελεῖ πομπὴν ξένην,
Ἐκ τῆς θαλάσσης πρὸς τὰ τοῦ πόλου πλάτη.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γαλατίων, ἐν τῇ θαλάσσῃ τελειοῦται.
Ὕδωρ θαλάσσης ἁλμυρὸν Γαλατίων,
Ὡς ἡδὺ μᾶλλον εἶχεν οἴεσθαι γάλα.
*
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἰουλιανή, καὶ Σατορνῖνος ὁ υἱὸς αὐτῆς, πυρὶ τελειοῦνται.
Ἰουλιανὴν καὶ τὸ ταύτης παιδίον,
Ἴουλον ἀνθοῦν ἄρτι πῦρ καταφλέγει.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *