Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου20 Ιουνίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί Κ’, μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Μεθοδίου, Επισκόπου Πατάρων.
Μέθοδον Μεθόδιος βίου προς βίον,
Μεθείς οδεύει, ου μέθοδος ου πέλει.
Εικάδι αρχιθύτην Μεθόδιον άορ κατέπεφνεν.
Ούτος ο μακάριος παιδιόθεν αφιέρωσε τον εαυτόν του εις τον Θεόν, όθεν έγινε σκεύος τίμιον και δοχείον του Παναγίου Πνεύματος. Δια τούτο και την Αρχιερωσύνην με θείαν ψήφον λαβών, καλώς και θεοφιλώς εποίμανε το εμπιστευθέν αυτώ ποίμνιον, και με τους λαμπρούς και γλυκείς του λόγους εφώτισε και εγλύκανε τα των Ορθοδόξων πληρώματα. Βλέπωντας δε την κακοδοξίαν και απάτην των του Ωριγένους οπαδών, οι οποίοι τότε ευρίσκοντο (1), ως άριστος ποιμήν κατέφλεξεν αυτήν με το θείον πυρ της διδασκαλίας του, ολιγοστεύσας το σκότος αυτής με την θείαν χάριν, και με την εδικήν του σοφίαν. Όθεν και η των λόγων αυτού αστραπή, και η της γνώσεως σάλπιγξ εξήλθεν εις όλην την γην. Δια τούτο ο μισόκαλος εχθρός μη υποφέρωντας την αντίστασιν και παρρησίαν του θείου τούτου πατρός, αρμάτωσε τους εδικούς του υπηρέτας, δια να θανατώσουν τον Άγιον. Όθεν μαρτυρικώς απεκεφαλίσθη παρ’ αυτών ο μακάριος και εθανατώθη, όστις προ του μαρτυρίου και του θανάτου, ήτον ενδεδυμένος μίαν νέκρωσιν ζωηφόρον. Και λοιπόν απήλθε προς την μακαρίαν και ατελεύτητον ζωήν, ο πρότερον μεν, θυσιάζων και ιερουργών τον Αμνόν του Θεού. Ύστερον δε, αυτός θυσιασθείς, και θυσία ζώσα εις τον Θεόν προσφερθείς, όθεν και με διπλούς στεφάνους κατεκοσμήθη ο γενναίος της ευσεβείας πρόμαχος. Επειδή κοντά οπού ήτον Ιεράρχης, έλαβε και τέλος μαρτυρικόν, και επορφύρωσε την ιεραρχικήν στολήν με αθλητικά αίματα. Ούτος ο θείος και του Θεού αληθής Ιερεύς τε και Μάρτυς, αφήκεν εις ημάς συγγράμματα, τα οποία είναι γεννήματα της αυτού φιλοπονίας, και περιέχουν κάθε γνώσιν και ωφέλειαν (2). Αλλά και δια τα μέλλοντα πράγματα φανερώς και καθαρώς, ο Άγιος ούτος προείπεν, ήγουν δια τας μετά ταύτα αλλαγάς και μεταβολάς των βασιλείων, δια τας καταδρομάς και πολέμους των εθνών, δια τας ερημώσεις και αφανισμούς πολλών τόπων και πόλεων, δια τους Ορθοδόξους και αιρετικούς βασιλείς, και περί του Αντιχρίστου και της βασιλείας του, και δια τον αφανισμόν και πανωλεθρίαν κάθε σαρκός ανθρωπίνης.
(1) Εκ τούτου του λόγου δύναται να συμπεράνη τινάς, ότι ο Άγιος ούτος ήκμαζεν εν έτει φν’ [550]. Τότε γαρ επεπόλαζον οι Ωριγενιασταί. Διο και εν έτει φνγ’ [553] ανεθεμάτισεν αυτούς η αγία και Οικουμενική Πέμπτη Σύνοδος.
(2) Σημείωσαι, ότι ο Άγιος ούτος Μεθόδιος βιβλίον συνέγραψεν ονομαζόμενον, Συμπόσιον Παρθένων, το οποίον ευρίσκεται χειρόγραφον εν τη κατά Βενετίαν Βιβλιοθήκη του Αγίου Μάρκου, καθώς ανήγγειλαν ημίν οι τούτο ιδόντες και αναγνώσαντες. Εξεδόθη δε εν Ρώμη τω 1656 εις 8 και τω 1657 εν Παρισίοις εις φυλ.
*
Τη αυτή ημέρα η κατάθεσις των λειψάνων και περιβολαίων των Αγίων Αποστόλων Λουκά, Ανδρέου, και Θωμά, του Προφήτου Ελισσαίου, και του Μάρτυρος Λαζάρου (3), άτινα κατετέθησαν εν τω Ναώ των Αγίων Αποστόλων των μεγάλων.
(3) Ο Άγιος ούτος Μάρτυς Λάζαρος εορτάζεται κατά την εικοστήν ενάτην Μαρτίου.
*
Οι εν ερήμω δύω Άγιοι ασκηταί, εν ειρήνη τελειούνται.
Ανιπτόσαρκοι και χαμαιεύναι δύω,
Ψυχάς πλύναντες, ύψος ώκησαν πόλου.
*
Ο Όσιος πατήρ ημών Κάλλιστος ο Κωνσταντινουπόλεως, εν ειρήνη εκοιμήθη.
Κάλλη παρελθών φθαρτά Κάλλιστ’ ευθύφρον,
Κάλλη βλέπεις νυν, α φθαρήναι ουκ ένι (4).
(4) Ούτος ο Άγιος Κάλλιστος πρότερον ενασκούμενος εν τη κατά το όρος του Άθω Σκήτει του Μαγουλά, ύστερον από την ασκητικήν παλαίστραν, ανέβη εις τον θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως επί Ιωάννου Καντακουζηνού, και Ιωάννου Παλαιολόγου, εν έτει ͵ατν’ [1350] μετά τον Πατριάρχην Ισίδωρον. Ούτος ήτον εν αρεταίς διαβεβοημένος, ως μαρτυρεί ο Καντακουζηνός, βιβλ. δ’, κεφάλ. γ’. Πατριαρχεύσας δε χρόνους δύω, επαραχώρησε τον θρόνον εις τους βουλομένους, και πηγαίνωντας εις την Μονήν του Μάμαντος την εδικήν του, εκεί ησύχασε, κατά τον αυτόν Καντακουζηνόν, και έγινεν αντ’ αυτού Πατριάρχης Φιλόθεος. Αφ’ ου δε ο Καντακουζηνός εδιάλεξε την μοναδικήν ζωήν, και έγινε βασιλεύς Ιωάννης ο Παλαιολόγος, τότε και ο Κάλλιστος ελθών από Τενέδου, (όπου είχεν υπάγη) έγινε δεύτερον Πατριάρχης.
Ύστερον δε αποσταλείς πρέσβις από τον βασιλέα εις τας Φέρας, προς Ελισάβετ την γυναίκα του κράλη Σερβίας, εν έτει ͵ατξη’ [1368], και εκεί αρρωστήσας πολλά, ετελεύτησε τη εικοστή Ιουνίου, και μεγαλοπρεπώς ετάφη από την Ελισάβετ, εν τη των Φερών Μητροπόλει (Μελέτιος, τομ. γ’, σελ. 203). Φεραί δε ήτον πόλις, της εν Θετταλία Μαγνησίας, ήτις κοινώς τώρα λέγεται Γιενίτζαρι, ή κατ’ άλλους Σίδρο, ως λέγει ο Μελέτιος. Άλλοι δε λέγουσιν, ότι αι Φεραί ήτον κατά την Σερβίαν. Ούτος ο Κάλλιστος φαίνεται ότι είναι ο μαθητής Γρηγορίου του Σιναΐτου, ο γράψας και τον εκείνου Βίον, και ουχί ο Ξανθόπουλος (καθότι εκείνος μεταγενέστερος ην, και όρα κατά την εικοστήν δευτέραν του Νοεμβρίου). Ούτος αποσταλείς εις τας Φέρας, ως είρηται, επέρασεν από το Άγιον Όρος, και ανταμώσας τον Καυσοκαλύβην Μάξιμον, ήκουσε να ειπή περί αυτού την αστείαν ταύτην πρόρρησιν· «Ούτος ο γέρων την γραίαν του (ήτοι την Κωνσταντινούπολιν) έχασε». Και απερχομένου, έψαλεν όπισθεν αυτού, το επιτάφιον τούτο· «Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ» ως εν τω Βίω του αυτού Μαξίμου οράται. Όρα και εις την εικοστήν δευτέραν του Νοεμβρίου περί του Αγίου Καλλίστου του Ξανθοπούλου.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ Κ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Μεθοδίου, Ἐπισκόπου Πατάρων.
Μέθοδον Μεθόδιος βίου πρὸς βίον,
Μεθεὶς ὁδεύει, οὗ μέθοδος οὐ πέλει.
Εἰκάδι ἀρχιθύτην Μεθόδιον ἄορ κατέπεφνεν.
Οὗτος ὁ μακάριος παιδιόθεν ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτόν του εἰς τὸν Θεόν, ὅθεν ἔγινε σκεῦος τίμιον καὶ δοχεῖον τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Διὰ τοῦτο καὶ τὴν Ἀρχιερωσύνην μὲ θείαν ψῆφον λαβών, καλῶς καὶ θεοφιλῶς ἐποίμανε τὸ ἐμπιστευθὲν αὐτῷ ποίμνιον, καὶ μὲ τοὺς λαμπροὺς καὶ γλυκεῖς του λόγους ἐφώτισε καὶ ἐγλύκανε τὰ τῶν Ὀρθοδόξων πληρώματα. Βλέπωντας δὲ τὴν κακοδοξίαν καὶ ἀπάτην τῶν τοῦ Ὠριγένους ὀπαδῶν, οἱ ὁποῖοι τότε εὑρίσκοντο (1), ὡς ἄριστος ποιμὴν κατέφλεξεν αὐτὴν μὲ τὸ θεῖον πῦρ τῆς διδασκαλίας του, ὀλιγοστεύσας τὸ σκότος αὐτῆς μὲ τὴν θείαν χάριν, καὶ μὲ τὴν ἐδικήν του σοφίαν. Ὅθεν καὶ ἡ τῶν λόγων αὐτοῦ ἀστραπή, καὶ ἡ τῆς γνώσεως σάλπιγξ ἐξῆλθεν εἰς ὅλην τὴν γῆν. Διὰ τοῦτο ὁ μισόκαλος ἐχθρὸς μὴ ὑποφέρωντας τὴν ἀντίστασιν καὶ παρρησίαν τοῦ θείου τούτου πατρός, ἁρμάτωσε τοὺς ἐδικούς του ὑπηρέτας, διὰ νὰ θανατώσουν τὸν Ἅγιον. Ὅθεν μαρτυρικῶς ἀπεκεφαλίσθη παρ’ αὐτῶν ὁ μακάριος καὶ ἐθανατώθη, ὅστις πρὸ τοῦ μαρτυρίου καὶ τοῦ θανάτου, ἦτον ἐνδεδυμένος μίαν νέκρωσιν ζωηφόρον. Καὶ λοιπὸν ἀπῆλθε πρὸς τὴν μακαρίαν καὶ ἀτελεύτητον ζωήν, ὁ πρότερον μέν, θυσιάζων καὶ ἱερουργῶν τὸν Ἀμνὸν τοῦ Θεοῦ. Ὕστερον δέ, αὐτὸς θυσιασθείς, καὶ θυσία ζῶσα εἰς τὸν Θεὸν προσφερθείς, ὅθεν καὶ μὲ διπλοῦς στεφάνους κατεκοσμήθη ὁ γενναῖος τῆς εὐσεβείας πρόμαχος. Ἐπειδὴ κοντὰ ὁποῦ ἦτον Ἱεράρχης, ἔλαβε καὶ τέλος μαρτυρικόν, καὶ ἐπορφύρωσε τὴν ἱεραρχικὴν στολὴν μὲ ἀθλητικὰ αἵματα. Οὗτος ὁ θεῖος καὶ τοῦ Θεοῦ ἀληθὴς Ἱερεύς τε καὶ Μάρτυς, ἀφῆκεν εἰς ἡμᾶς συγγράμματα, τὰ ὁποῖα εἶναι γεννήματα τῆς αὐτοῦ φιλοπονίας, καὶ περιέχουν κάθε γνῶσιν καὶ ὠφέλειαν (2). Ἀλλὰ καὶ διὰ τὰ μέλλοντα πράγματα φανερῶς καὶ καθαρῶς, ὁ Ἅγιος οὗτος προεῖπεν, ἤγουν διὰ τὰς μετὰ ταῦτα ἀλλαγὰς καὶ μεταβολὰς τῶν βασιλείων, διὰ τὰς καταδρομὰς καὶ πολέμους τῶν ἐθνῶν, διὰ τὰς ἐρημώσεις καὶ ἀφανισμοὺς πολλῶν τόπων καὶ πόλεων, διὰ τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ αἱρετικοὺς βασιλεῖς, καὶ περὶ τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ τῆς βασιλείας του, καὶ διὰ τὸν ἀφανισμὸν καὶ πανωλεθρίαν κάθε σαρκὸς ἀνθρωπίνης.
(1) Ἐκ τούτου τοῦ λόγου δύναται νὰ συμπεράνῃ τινας, ὅτι ὁ Ἅγιος οὗτος ἤκμαζεν ἐν ἔτει φν΄ [550]. Τότε γὰρ ἐπεπόλαζον οἱ Ὠριγενιασταί. Διὸ καὶ ἐν ἔτει φνγ΄ [553] ἀνεθεμάτισεν αὐτοὺς ἡ ἁγία καὶ Οἰκουμενικὴ Πέμπτη Σύνοδος.
(2) Σημείωσαι, ὅτι ὁ Ἅγιος οὗτος Μεθόδιος βιβλίον συνέγραψεν ὀνομαζόμενον, Συμπόσιον Παρθένων, τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται χειρόγραφον ἐν τῇ κατὰ Βενετίαν Βιβλιοθήκῃ τοῦ Ἁγίου Μάρκου, καθὼς ἀνήγγειλαν ἡμῖν οἱ τοῦτο ἰδόντες καὶ ἀναγνώσαντες. Ἐξεδόθη δὲ ἐν Ῥώμῃ τῷ 1656 εἰς 8 καὶ τῷ 1657 ἐν Παρισίοις εἰς φύλ.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἡ κατάθεσις τῶν λειψάνων καὶ περιβολαίων τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Λουκᾶ, Ἀνδρέου, καὶ Θωμᾶ, τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου, καὶ τοῦ Μάρτυρος Λαζάρου (3), ἅτινα κατετέθησαν ἐν τῷ Ναῷ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τῶν μεγάλων.
(3) Ὁ Ἅγιος οὗτος Μάρτυς Λάζαρος ἑορτάζεται κατὰ τὴν εἰκοστὴν ἐνάτην Μαρτίου.
*
Οἱ ἐν ἐρήμῳ δύω Ἅγιοι ἀσκηταί, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦνται.
Ἀνιπτόσαρκοι καὶ χαμαιεῦναι δύω,
Ψυχὰς πλύναντες, ὕψος ᾤκησαν πόλου.
*
Ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Κάλλιστος ὁ Κωνσταντινουπόλεως, ἐν εἰρήνῃ ἐκοιμήθη.
Κάλλη παρελθὼν φθαρτὰ Κάλλιστ’ εὐθύφρον,
Κάλλη βλέπεις νῦν, ἃ φθαρῆναι οὐκ ἔνι (4).
(4) Οὗτος ὁ Ἅγιος Κάλλιστος πρότερον ἐνασκούμενος ἐν τῇ κατὰ τὸ ὄρος τοῦ Ἄθω Σκήτει τοῦ Μαγουλᾶ, ὕστερον ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴν παλαίστραν, ἀνέβη εἰς τὸν θρόνον τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐπὶ Ἰωάννου Καντακουζηνοῦ, καὶ Ἰωάννου Παλαιολόγου, ἐν ἔτει ͵ατν΄ [1350] μετὰ τὸν Πατριάρχην Ἰσίδωρον. Οὗτος ἦτον ἐν ἀρεταῖς διαβεβοημένος, ὡς μαρτυρεῖ ὁ Καντακουζηνός, βιβλ. δ΄, κεφάλ. γ΄. Πατριαρχεύσας δὲ χρόνους δύω, ἐπαραχώρησε τὸν θρόνον εἰς τοὺς βουλομένους, καὶ πηγαίνωντας εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Μάμαντος τὴν ἐδικήν του, ἐκεῖ ἡσύχασε, κατὰ τὸν αὐτὸν Καντακουζηνόν, καὶ ἔγινεν ἀντ’ αὐτοῦ Πατριάρχης Φιλόθεος. Ἀφ’ οὗ δὲ ὁ Καντακουζηνὸς ἐδιάλεξε τὴν μοναδικὴν ζωήν, καὶ ἔγινε βασιλεὺς Ἰωάννης ὁ Παλαιολόγος, τότε καὶ ὁ Κάλλιστος ἐλθὼν ἀπὸ Τενέδου, (ὅπου εἶχεν ὑπάγῃ) ἔγινε δεύτερον Πατριάρχης.
Ὕστερον δὲ ἀποσταλεὶς πρέσβις ἀπὸ τὸν βασιλέα εἰς τὰς Φέρας, πρὸς Ἐλισάβετ τὴν γυναῖκα τοῦ κράλη Σερβίας, ἐν ἔτει ͵ατξη΄ [1368], καὶ ἐκεῖ ἀρρωστήσας πολλά, ἐτελεύτησε τῇ εἰκοστῇ Ἰουνίου, καὶ μεγαλοπρεπῶς ἐτάφη ἀπὸ τὴν Ἐλισάβετ, ἐν τῇ τῶν Φερῶν Μητροπόλει (Μελέτιος, τόμ. γ΄, σελ. 203). Φεραὶ δὲ ἦτον πόλις, τῆς ἐν Θετταλίᾳ Μαγνησίας, ἥτις κοινῶς τώρα λέγεται Γιενίτζαρι, ἢ κατ’ ἄλλους Σίδρο, ὡς λέγει ὁ Μελέτιος. Ἄλλοι δὲ λέγουσιν, ὅτι αἱ Φεραὶ ἦτον κατὰ τὴν Σερβίαν. Οὗτος ὁ Κάλλιστος φαίνεται ὅτι εἶναι ὁ μαθητὴς Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, ὁ γράψας καὶ τὸν ἐκείνου Βίον, καὶ οὐχὶ ὁ Ξανθόπουλος (καθότι ἐκεῖνος μεταγενέστερος ἦν, καὶ ὅρα κατὰ τὴν εἰκοστὴν δευτέραν τοῦ Νοεμβρίου). Οὗτος ἀποσταλεὶς εἰς τὰς Φέρας, ὡς εἴρηται, ἐπέρασεν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος, καὶ ἀνταμώσας τὸν Καυσοκαλύβην Μάξιμον, ἤκουσε νὰ εἰπῇ περὶ αὐτοῦ τὴν ἀστείαν ταύτην πρόρρησιν· «Οὗτος ὁ γέρων τὴν γραῖάν του (ἤτοι τὴν Κωνσταντινούπολιν) ἔχασε». Καὶ ἀπερχομένου, ἔψαλεν ὄπισθεν αὐτοῦ, τὸ ἐπιτάφιον τοῦτο· «Μακάριοι οἱ ἄμωμοι ἐν ὁδῷ» ὡς ἐν τῷ Βίῳ τοῦ αὐτοῦ Μαξίμου ὁρᾶται. Ὅρα καὶ εἰς τὴν εἰκοστὴν δευτέραν τοῦ Νοεμβρίου περὶ τοῦ Ἁγίου Καλλίστου τοῦ Ξανθοπούλου.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Γ’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *